Ο Μάριο Μπανούσι και η ομάδα του στην “Taverna Miresia” του πατέρα του – σε ένα φωτεινό θεατρικό σύμπαν της μνήμης και της απουσίας

Taverna Miresia: Mario, Bella, Anastasia- «Είναι η επιγραφή του εστιατορίου του πατέρα μου στην Αλβανία. Σημαίνει Ταβέρνα Καλοσύνη. Ήταν πάντα ένα πολύ φωτεινό σημείο»

Φωτογραφίες: © Εβίτα Σκουρλέτη

Πού κατοικεί η μνήμη; Ποια είναι αυτά τα απόκρυφα μέρη που επισκέπτεται κανείς όταν θέλει να θυμηθεί, να νοσταλγήσει, να αναπολήσει, να ταξιδέψει στο παρελθόν, να δώσει στο βίωμα ξανά πνοή; Είναι το μυαλό, μια άλλη διάσταση, μια παράλληλη πραγματικότητα, ένα άλλο σύμπαν, μια φωτεινή σκοτεινιά, το φως μες στο σκοτάδι;

Τον Μάριο, ο πατέρας του τον επισκέπτεται στην πρόβα. Οι άνθρωποι που έφυγαν ίσως να μας ακούν όταν μιλάμε για εκείνους. Ανερμήνευτα. Όπως ανερμήνευτη είναι η μαγεία μεταξύ των διαδοχικών στιγμών που δημιουργούν το συναίσθημα. Μπαίνει από τις σχισμές αυτή η μαγεία σιωπηλά και η παρουσία της γίνεται εκκωφαντική. Εκκωφαντική είναι η παρουσία του σύμπαντος της μνήμης στα έργα του. Το προσωπικό γίνεται καθολικό, η ανάμνηση κυριαρχεί στη σκηνή και οι διαδρομές ζωής του απευθύνονται στον ψυχισμό των θεατών. Η ουσία του νέου δημιουργήματος του Μάριο Μπανούσι χωρά σε μια φωτεινή επιγραφή μιας ταβέρνας γεμάτης καλοσύνη. «Taverna Miresia: Mario, Bella, Anastasia». Το μέρος που θυμάται τρυφερά, που επισκεπτόταν τα καλοκαίρια, το εστιατόριο του πατέρα του -και ο τόπος που τον αποχαιρέτησε- γίνεται το σημείο συνάντησης του παρελθόντος με το παρόν.

Λίγο καιρό μετά τον απόηχο του “Goodbye, Lindita“, ο Μάριο Μπανούσι σκηνοθετεί για το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου μια παράσταση για την απουσία. Το ελc συνάντησε εκείνον και την ομάδα του σε μια προσπάθεια να ερμηνευθεί η μαγεία που συμβαίνει μέσα στη σιωπηλή αίθουσα.

Μάριο Μπανούσι (Σύλληψη-Σκηνοθεσία)

ο τόπος όπου κατοικούν οι μνήμες

Περιγράφει τις μνήμες που έχει από εκείνον, μοιάζει να έχει διαπραγματευτεί μέσα του αρκετά με το παρελθόν. Μιλάει για ενέργειες και ψηλαφούμε μαζί τα υλικά από τα οποία είναι φτιαγμένο το σύμπαν του. Θραύσματα της μνήμης.

«Πιστεύω στα μεταφυσικά, στις ενέργειες που υπάρχουν γύρω μας και που δημιουργούνται ανάμεσα στους ανθρώπους. Πιστεύω στη μαγεία των πραγμάτων και της σύνδεσης με άτομα που δεν είναι εδώ. Σκέφτομαι πολλές φορές ότι είναι παρών ο πατέρας μου στην πρόβα μου, η ενέργειά του. Όταν τον αναφέρω και όταν λέω ότι έκανε αυτό ή εκείνο. Κατευθείαν έρχεται. Είναι παρών-απών. Δεν μπορεί να λείπει. 

Ένας άνθρωπος έχει φύγει και δεν καταφέρνεις να επικοινωνήσεις μαζί του, είσαι μόνος σου πια. Δεν ξέρω τι θα του έλεγα αν είχα την ευκαιρία να το κάνω. Δεν το έχω πολύ με τα λόγια. Επικοινωνώ με το βλέμμα και την αφή.

Η μνήμη αλλάζει με τον χρόνο. Πράγματα που έχουμε ζήσει, τα αλλάζουμε. Τα αφηγούμαστε με άλλον τρόπο, όχι επίτηδες. Περιγράφω στιγμές με τον πατέρα μου που δεν έγιναν ακριβώς έτσι. Οι αναμνήσεις δεν είναι πραγματικά αυτό που συνέβη. Φιλτράρεται από το πώς θα θέλαμε να είναι η στιγμή, χρωματίζεται από το πώς μας έχει επηρεάσει η στιγμή, τι μας πλήγωσε».

Η Ασπασία – Μαρία Αλεξίου που έχει αναλάβει τη δραματουργία της παράστασης επιστρέφει στην πρώτη της ανάμνηση:

«Ο πατέρας μου με ρώτησε πρόσφατα ποια είναι η πρώτη μου ανάμνηση. Θυμάμαι να πηγαίνω για πρώτη μέρα στον παιδικό σταθμό κρατώντας την κούκλα μου την Ευγενία και το χέρι της μητέρας μου.

Επίσης, θυμάμαι να είμαι ξαπλωμένη χωρίς να με έχει πάρει ο ύπνος και να τραβάω το κορδόνι ενός παιχνιδιού που υπήρχε πάνω από το κεφάλι μου και έπαιζε μια μελωδία, ήμουν ακόμα πιο μικρή τότε και οι γονείς μου λένε ότι, όταν άκουγαν τη μουσική, ψιθύριζαν μεταξύ τους: πάλι αϋπνίες έχει. Δεν έχω ιδέα αν είναι δύο αυθεντικές αναμνήσεις ή διηγήσεις των γονιών μου που έχουν αποκτήσει άλλη υπόσταση μέσα μου. Αλλά δεν με νοιάζει και τόσο». 

Μάριο Μπανούσι (Σύλληψη, Σκηνοθεσία)

Taverna Miresia: Mario, Bella, Anastasia

«Είναι η επιγραφή του εστιατορίου του πατέρα μου στην Αλβανία. Σημαίνει Ταβέρνα Καλοσύνη. Και τα ονόματα είναι το δικό μου και των δύο αδερφών μου. Αυτή η επιγραφή δέσποζε πάνω από το εστιατόριο του πατέρα μου. Ήταν πάντα ένα πολύ φωτεινό σημείο. Όταν έφτανα από την Ελλάδα στην Αλβανία, στο εστιατόριο του πατέρα μου -ήταν και το σπίτι απέναντι- πάντα έβλεπα αυτήν την ταμπέλα. Είναι σήμα-κατατεθέν για μένα. Σε αυτόν τον χώρο που δούλευε ο πατέρας μου και εγώ πήγαινα τα καλοκαίρια, εκεί έγινε και η κηδεία και η ολονυχτία του. Ήταν το τελευταίο πράγμα που κοίταξα όταν έφυγα από εκεί πέρα, αυτή η φωτεινή επιγραφή.

Είναι το τρίτο μέρος της τριλογίας, μετά τη Ragada και το Goodbye, Lindita. Το πρώτο έργο είχε ως αφετηρία την ιστορία της μητέρας μου, το δεύτερο την ιστορία της μητριάς μου και το τρίτο μιλάει για τον πατέρα μου. Είναι το μοναδικό έργο στο οποίο επικεντρώνομαι τόσο έντονα στον πατέρα μου και στην πατρική φιγούρα. Στο πώς είναι να λείπει ο πατέρας που έχει πεθάνει και πώς επηρεάζονται αυτοί που μένουν πίσω. Η απουσία. Μια άδεια καρέκλα. Ένα δωμάτιο από το οποίο κάποιος λείπει. Το άδειο ρούχο κάποιου που έχει φύγει.

Δεν μεγάλωσα με τον πατέρα μου αλλά με τη μητέρα μου, τις αδερφές μου, τη γιαγιά μου. Μεγάλωσα με γυναικείες φιγούρες γύρω μου, οι αντρικές ήταν πολύ λίγες. Οι βασικές φιγούρες που επηρέασαν τη ζωή μου, ήταν γυναίκες. Η πατρική φιγούρα ήταν κάτι ξένο για μένα. Όταν άκουγα άλλα παιδιά να μιλάνε για τους πατεράδες τους, δεν μπορούσα να ταυτιστώ.

Αυτή η απουσία ήταν τόσο έντονη που οριακά γινόταν παρουσία. Ο πατέρας μου δεν είχε το βάρος να μας μεγαλώσει, τον συναντούσαμε κυρίως τα καλοκαίρια για να περάσουμε καλά. Δεν τον κατηγορώ τον πατέρα μου, δεν έχω θυμό. Υπήρχε η έντονη απουσία αλλά υπήρχε και μια άλλη πλευρά, τρυφερή. Ήταν πολύ γλυκός, ήταν μια φιγούρα που λειτουργούσε και ως ανάσα απέναντι στη μητέρα μας. Νιώθω ότι όλη μου τη ζωή μέχρι και τώρα κατηγορούσα τόσο πολύ την πατρική φιγούρα -θεοποιώντας τη μητέρα μου.

Κάπως μέσω της παράστασης και μέσω του θανάτου του, αποφάσισα να κάνω ένα βήμα πίσω και να προσπαθήσω να καταλάβω την πλευρά του πατέρα μου. Γιατί ήταν απών; Γιατί έλειπε; Τι δεν άντεχε να αντικρύσει και δεν ήταν μαζί μας; Γιατί ζούσε σαν να μην ήταν πατέρας; Θέλησα να αγαπήσω περισσότερο την πατρική φιγούρα μέσα σε αυτή τη δουλειά. Θέλω να καταλάβω γιατί έλειπε. Όχι να τον συγχωρήσω αλλά να ανακαλύψω το γιατί».

Ελίζα Αλεξανδροπούλου (Σχεδιασμός Φωτισμών)

Η Ελίζα Αλεξανδροπούλου κάνει τον σχεδιασμό των φωτισμών της παράστασης και την περιγράφει ως μια παράσταση για το πένθος, μια παράσταση με μαγεία σε όλα τα μέσα της, στο σκηνικό της, στα φώτα, στη μουσική της, στη σκηνοθεσία της, στην υποκριτική της.

«Είναι ιντριγκαδόρικο για εμάς να δουλεύουμε με τον Μάριο γιατί οι παραστάσεις του βασίζονται σε ένα οπτικοακουστικό σύμπαν. Ακριβώς επειδή δεν υπάρχει λόγος, όλα κάπως συνδέονται με το φως, τον ήχο, το σκηνικό. Βάζουμε και εμείς το λιθαράκι μας σε όλη τη διαδικασία των προβών. Ο Μάριο ακούει, είναι ένας άνθρωπος πολύ ευέλικτος και εύπλαστος, δέχεται την κάθε ιδέα που μπορεί να φέρεις και τη δοκιμάζει. 

Η χημεία των συντελεστών παίζει έναν μεγάλο ρόλο στο να δημιουργηθεί η μαγεία. Κάποιες σκηνές ή και αισθητικές αναφορές τις ταυτίζουμε με κάποια γεγονότα. Ο πόνος και το πένθος μπορεί να μη σημαίνουν απαραίτητα κόκκινο φως. Ταιριάζουν, λοιπόν, οι αισθητικές μας. Στα φώτα σημαντικό ρόλο παίζει ο ρυθμός. Πόσο αργά ή γρήγορα αλλάζουν, ακόμα και ανεπαίσθητα, ώστε να δημιουργούν μια εσωτερική ταραχή στον θεατή, ακόμα και αν δεν την αντιλαμβάνεται. Καταφέρνουμε να κάνουμε δραματουργία, ο καθένας στον τομέα του και με τα μέσα του, κρατώντας μια μνήμη από ένα συμβάν.

Αυτή είναι και η ελευθερία μας. Το να υπάρχει ένα τόσο ευρύ φάσμα στο οποίο ο καθένας ρίχνει την οποιαδήποτε στιγμή το χρώμα του, τον ήχο του, αυτό είναι ελευθερία. Αφήνεις τη φαντασία σου και δημιουργείται μαγεία, γιατί ακούς κάτι που δεν περίμενες να ακούσεις, βλέπεις κάτι που σε ξαφνιάζει».

Η Ασπασία – Μαρία περιγράφει όλα εκείνα που θα κινήσουν την ψυχή του θεατή, για να επικοινωνήσει ουσιαστικά το θυμικό των δημιουργών με εκείνο των ανθρώπων κάτω από τη σκηνή.

«Κάποιες φορές αισθάνομαι ότι δουλεύοντας σε μια παράσταση μού δίνεται η δυνατότητα να εισχωρήσω στον εσωτερικό κόσμο του σκηνοθέτη ή της σκηνοθέτριας. Αυτό εκτός από μια πράξη γενναιοδωρίας μπορεί να είναι και κάτι χαοτικό. Μου έρχεται πάντα η εικόνα ότι μπαίνω σε ένα σπίτι και ίσως είναι φιλόξενο, ίσως όχι. Αυτή είναι η δεύτερη φορά που συνεργάζομαι με τον Μάριο και δεν σταματά να με εκπλήσσει το αίσθημα οικειότητας που βιώνω μέσα από το παράδοξο που χαρακτηρίζει τη ματιά του ως δημιουργού.

Η απώλεια, η προσπάθεια αποδοχής και συμφιλίωσης με την έλλειψη, οι απωθημένες επιθυμίες, το πιο μύχιο μέρος του εαυτού που θέλει να παρουσιαστεί στο φως και τους άλλους ενώ ταυτόχρονα υπάρχει ο φόβος ότι μόλις ανάψει το φως σε αυτή τη σκοτεινή περιοχή θα υπάρξει απόρριψη και κίνδυνος, όλα αυτά νομίζω πως αφορούν τον κάθε άνθρωπο. Το στοίχημα είναι ο τρόπος που θα τα προσεγγίσουμε, ώστε να γίνει αυτή η νοερή συνομιλία θεατή και έργου».

Jeph Vanger (Μουσική)

Ο Jeph Vanger που αναλαμβάνει τη μουσική, μιλά για ένα αλλιώτικο mix, για μια ένωση διαφορετικών υλικών που οδηγούν σε κάτι διαρκώς μεταβαλλόμενο.

«Η μαγεία έρχεται από τα αντιθετικά σύμπαντα που προτείνουμε. Για τις μουσικές επιρροές της παράστασης, ο Μάριο μου πρότεινε από μουσικές της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων μέχρι παραδοσιακά αλβανικά γλέντια. Όταν είσαι σε μια κατάσταση μνήμης υπάρχει μια ρευστότητα. Σε επισκέπτονται διαφορετικά μεταξύ τους πράγματα. Αυτή είναι και η πρόθεση. Να ενώσουμε διαφορετικά σύμπαντα για να δημιουργηθεί αυτή η μαγεία».

Μάριο Μπανούσι (Σύλληψη-Σκηνοθεσία), Ελίζα Αλεξανδροπούλου (Σχεδιασμός Φωτισμών), Jeph Vanger (Μουσική), Σωτήρης Μελανός (Σκηνικά, Κοστούμια)

ποίηση δεν είν’ οι λέξεις

Ο Σωτήρης Μελανός μου δείχνει σκίτσα από τα σκηνικά και τα κοστούμια που έχει σχεδιάσει. Μιλάει με ευαισθησία και τρυφερότητα για τον τρόπο που δουλεύει η ομάδα με τον Μάριο. Βρίσκει την ποίηση σε όλα τα μικρά που συνθέτουν το μεγάλο. Οι λέξεις απουσιάζουν. Ακούγονται μόνο ήχοι από το ραδιόφωνο, από την τηλεόραση, στοιχείο που φαίνεται να γοητεύει τον Μάριο.

«Ένα αντικείμενο, μια χειρονομία, ένα βλέμμα, ένας ήχος, ένα φως από μια σχισμή, αντικαθιστούν την ποίηση που έχει ένα κείμενο. Μου αρέσει το πόσο ποιητικά δουλεύει ο Μάριο με την απουσία κειμένου. Το ίδιο το σκηνικό και τα κοστούμια συνομιλούν με τη δραματουργία, δίνουν υλικό για να δημιουργηθούν πράγματα καθοριστικής σημασίας στο έργο.

Η μνήμη έχει μεγάλη σημασία στα έργα του Μάριο. Πάντα η μνήμη λειτουργεί με έναν τρόπο που θα συγκινήσει και θα πει κάτι σε όλους. Όταν με ρωτούσαν στο Goodbye, Lindita τι σημαίνει το ένα και το άλλο, δεν ήθελα να απαντήσω. Είναι κάτι ανοιχτό, λειτουργεί διαφορετικά στις αναμνήσεις του κάθε ατόμου. Ήταν πολύ όμορφο που αγαπήθηκε τόσο πολύ από τον κόσμο, μας έδωσε δύναμη να συνεχίσουμε για τα επόμενα.

Το Goodbye, Lindita είναι από τις λίγες δουλειές στις οποίες δεν είχα χάσει ούτε μια παράσταση. Ο σκηνογράφος κανονικά παραδίδει στην πρεμιέρα και δεν πηγαίνει στις παραστάσεις, προχωρά. Εγώ ήμουν κάθε βράδυ εκεί. Ένιωθα πως θέλω να δω πώς εξελίσσεται, με συγκινούσε να πηγαίνω.

Μάριο Μπανούσι (Σύλληψη-Σκηνοθεσία), Σωτήρης Μελανός (Σκηνικά, Κοστούμια)

Είναι μια συγκινητική δουλειά και το Taverna Miresia. Έχει πιο έντονα το μαγικό στοιχείο, συμβαίνουν πράγματα μη αναμενόμενα. Ο Μάριο διατηρεί σκέψεις από τις προηγούμενες παραστάσεις ενώ κάποια πράγματα αναιρούνται εντελώς. Υπάρχει όμως η ίδια ευαισθησία.

Προσπαθώ να ανατρέξω σε μνήμες από την παιδική μου ηλικία, σε χώρους που έχω επισκεφτεί, που ταιριάζουν κάπως σε αυτό που είχε στο μυαλό του ο Μάριο. Αυτό προσδίδει στο σκηνικό στοιχεία δικά μου, προσωπικά, από τη δική μου παιδική ηλικία που όπως και να το κάνουμε δεν με αφήνει ασυγκίνητο.

Βλέπω το έργο να χτίζεται σιγά-σιγά και παρατηρώ το πόσο αρμονικά δένει ο Μάριο τα στοιχεία που του δίνουμε. Με συγκινεί που σκέφτηκα κάτι πολύ ιδιαίτερο, που δεν περίμενα να λειτουργήσει και τελικά λειτούργησε. Συγκινήθηκα όταν είδα ότι είχε νόημα που το φαντάστηκα».

Σωτήρης Μελανός (Σκηνικά, Κοστούμια)

μια σχέση ζωής

Όσοι γνωρίζουν τη σχέση του Μάριο με την ηθοποιό Χρυσή Βιδαλάκη μιλούν για μια σχέση μεταξύ μούσας και δημιουργού. Της το αναφέρω και μου περιγράφει βλέμματα κοινά, συναντήσεις μέσα στην καραντίνα και μια επικοινωνία μεταξύ των δύο που σπανίζει.

«Γνωριζόμαστε με τον Μάριο από όταν ήταν δεκαεπτά χρονών. Είχε ακούσει ότι είμαι ηθοποιός και με πλησίασε, με ρώτησε αν είμαι όντως ηθοποιός. Του απάντησα πως είμαι και μου είπε πως και εκείνος θέλει να γίνει ηθοποιός. Του απάντησα να γίνεις. Ο δρόμος μας έφερε μαζί. Γίναμε φίλοι.

Αυτοσχεδιάζαμε μαζί. Στην καραντίνα δουλεύαμε μαζί στο σπίτι, μοιραζόμασταν πράγματα από τις ζωές μας. Είναι συγκινητικό για μένα. Σκέφτομαι πώς κουβαλούσαμε στο σπίτι τα ψυγεία, πώς φτιάχναμε τους τοίχους, πώς κάναμε κάτι χειροποίητο. Αναπολούμε τη μυρωδιά του χειροποίητου. Αυτό μας δένει.

Γνωρίζουμε ο ένας τη ζωή του άλλου πολύ καλά. Όταν μου ανακοίνωσε τον θάνατο της Lindita έπαθα σοκ. Τους θανάτους και τις απώλειες τις ζήσαμε μαζί. Ήταν κι αυτός κοντά στα δικά μου πένθη. Υπήρχαν βιώματα στα οποία μπορούσαμε, χωρίς να πούμε πολλά λόγια, να συνεννοηθούμε.

Χωρίς να αναλύουμε, νιώθω την αισθητική του, συνεννοούμαστε. Αυτό είναι μεγάλη ιστορία. Αλληλοεμπνεόμαστε. Στην καραντίνα περπατούσαμε τους δρόμους στην Ηλιούπολη όπου έμενε, βλέπαμε από τα παράθυρα σκηνές και κοιταζόμασταν. Αμέσως ήξερα ότι είχε φτιάξει μια σκηνή. Όταν πια έγινε επίσημο, εγώ η ηθοποιός και εκείνος ο σκηνοθέτης, δεν σου κρύβω ότι ένιωσα ότι αλλάζει η σχέση μας.

Μου αρέσει να έχω με τα νιάτα αυτή τη συναλλαγή. Οι συνομήλικοι καμιά φορά εγκαταλείπουν. Με εξιτάρει πολύ να μπαίνω σε καινούριες περιοχές και καινούριες καταστάσεις. Ο Μάριο είναι ταυτόχρονα παιδί και ενήλικας -μαζί. Έχει ένα πολύ βαθύ βίωμα σε πράγματα συμπαντικά, κάτι παραπάνω από κατανόηση για τα υπαρξιακά ζητήματα. Το πένθος. Κάποιος είχε πει ότι είμαι μεγάλη σε ηλικία αλλά μέσα μου νιώθω νέα ενώ ο Μάριο το αντίστροφο. Έχουμε ένα τέτοιο δίπολο μαζί. Στο Ωδείο όπου πήγαινε και συναντιόμασταν σχεδόν κάθε μέρα έλεγε ότι είμαι φίλη του. Όταν το άκουσα στην αρχή, μου φάνηκε περίεργο. Απολαμβάνω μαζί του τη δημιουργία γιατί κυλάει χωρίς άγχη».

Ο Μάριο αναφέρει για εκείνη πως ήταν ο πρώτος άνθρωπος που τον εμπιστεύτηκε.

«Η Χρυσή ήταν το πρώτο άτομο στο οποίο δοκίμαζα πράγματα, πάνω της. Ήμασταν στο σπίτι της, την έντυνα, την έβαφα, την έστηνα, φτιάχναμε σκηνικό και κάναμε πρόβες. Ήμουν δεκαεπτά χρονών. Και η Χρυσή το έκανε, το γούσταρε και ήταν σαν μια διεργασία, μια προετοιμασία για αυτό που γίνεται τώρα. Η Χρυσή μου έδωσε τον χώρο της για να παρουσιάσω τη Ragada, τότε που δεν μου έδινε χώρο κανείς. Ήρθαν άνθρωποι να το δουν, μεταξύ των οποίων και ο κ. Μόσχος».

Μάριο Μπανούσι (Σύλληψη-Σκηνοθεσία), Χρυσή Βιδαλάκη (Ηθοποιός)
Χρυσή Βιδαλάκη (Ηθοποιός)

από τη Lindita στην Taverna Miresia

Το Goodbye, Lindita είναι ακόμη στο μυαλό όλων, οι εικόνες του ακολουθούν την ομάδα, η αίσθηση της παράστασης ακόμα διαπερνά το κορμί τους. Ρωτώ τον Μάριο για τα συναισθήματα που του άφησε.

«Παίζαμε ακόμα τη Lindita όταν ξεκινήσαμε πρόβες για το Taverna Miresia. Κάπως έβλεπες το ένα έργο να μπαίνει στο άλλο. Πίστευα ότι θα ξεκινούσαμε πρόβες για αυτό όταν θα έχει τελειώσει η Lindita. Κάπως να πω αντίο στη Lindita και να καλωσορίσω το νέο έργο. Κάνουμε ήδη δύο μήνες και κάτι πρόβες. Οι αλλαγές έρχονται καμιά φορά και κατά τη διάρκεια των παραστάσεων. Ήθελα να προνοήσω και να κάνουμε περάσματα για να κάνουμε από τώρα όποιες αλλαγές -σαν να κάνουμε παραστάσεις.

Έχει σκληρές πλευρές το να κάνεις κάτι τόσο προσωπικό. Έχει βάρος να ξαναβιώνεις μια αληθινά δική σου ιστορία. Πριν ξεκινήσω τις πρόβες μοιράζομαι με τους ηθοποιούς μου τι είναι αυτό που θέλω να κάνω. Τους εξήγησα όταν ξεκινήσαμε ότι θέλω να κάνω αυτήν την παράσταση επειδή ο πατέρας μου ήταν απών. Αυτό έχει βάρος, δεν είναι απλό.

Νιώθω πως ενώ πήγε να με αγχώσει όλο αυτό που έγινε με τη Lindita, το απέρριψα. Είπα στον εαυτό μου ότι δεν έχω να αποδείξω κάτι σε κάποιον. Τα έργα που φτιάχνω δεν τα φτιάχνω για να πάρω επιβεβαίωση από τους θεατές ή από τους κριτικούς. Τα δημιουργώ με καθαρή συνείδηση για εμένα, για να μιλήσω σε άλλους ανθρώπους που το έχουν ανάγκη. Είναι μεγάλη παγίδα να σκέφτομαι ότι πρέπει να αποδείξω κάτι. Έτσι θα πάω με τα δικά τους δεδομένα και θέλω. Εγώ σκηνοθετώ την κάθε παράσταση και όχι εκείνοι.

Θα σου πουν πώς να κινηθείς, αυτές είναι οι σωστές επιλογές, πρόσεχε τι θα κάνεις από εδώ και πέρα. Ωραίες οι συμβουλές αλλά εντάξει, άσε με να κάνω και λάθη. Θέλω να κάνω λάθη. Δεν πειράζει και αν ένα έργο μου δεν αρέσει. Συμβαίνουν πολύ χειρότερα πράγματα στη ζωή. Δεν υποτιμώ τις παραστάσεις, είναι κατάθεση ψυχής. Αλλά εκεί έξω συμβαίνουν πολύ άσχημα πράγματα για να σκεφτόμαστε τόσο πολύ αν αρέσει ή όχι μια παράσταση.

Δεν μου αρέσει να θεοποιείται μια παράσταση. Δεν ήθελα οι θεατές να επηρεαστούν τόσο πολύ από αυτά που γράφονταν πριν δουν την παράσταση. Θέλω οι θεατές να έρχονται καθαροί. Χωρίς τόση πληροφορία. Πολλοί έρχονταν για να δουν αν είναι όντως αυτό που έλεγαν ότι είναι.

Είναι αμέτρητα τα άτομα που είχα στην αγκαλιά μου και έκλαιγαν με λυγμούς. Θεατές τύχαινε να κάθονταν δίπλα μου και έκλαιγαν έντονα, μου ζητούσαν συγνώμη μην ξέροντας ότι εγώ ήμουν ο σκηνοθέτης της παράστασης. Μηνύματα-καταθέσεις ψυχής, πράγματα που δεν έχουν πει σε δικούς τους ανθρώπους. Βρέθηκα με κάποιους ανθρώπους από αυτούς, γνωριστήκαμε».

Μάριο Μπανούσι (Σύλληψη-Σκηνοθεσία), Ελίζα Αλεξανδροπούλου (Σχεδιασμός Φωτισμών), Σωτήρης Μελανός (Σκηνικά, Κοστούμια)

Η Ελίζα μοιράζεται την επίσκεψη που της έκανε η μνήμη όταν είδε την παράσταση.

«Υπήρχε μια στιγμή στο Goodbye, Lindita όπου ο Μάριο φωτογραφίζει το νεκρό πτώμα και μου ήρθε στο μυαλό μνήμη από την κηδεία του πατέρα μου. Είχα μαζί μου μια φωτογραφική μηχανή, αναλογική, και ήθελα να τη βγάλω και να φωτογραφίσω. Μου είπε τότε κάποιος από την οικογένεια πως δεν φωτογραφίζουμε τον νεκρό. Όταν το είδα να συμβαίνει στην παράσταση με ταρακούνησε πολύ. Είχα κανονίσει να βγω για ποτό μετά την παράσταση και το ακύρωσα. Ήθελα να κοιμηθώ με τη σκέψη της παράστασης».

Χρυσή Βιδαλάκη (Ηθοποιός)

το κλάμα, η κάθαρση και η συνάντηση με το κοινό

Όλοι μιλούν για τη σχέση τους με το κλάμα, με τη συγκίνηση, με την κάθαρση. Ο Jeph μιλά για τον χρόνο αντίδρασης σε αυτό που συμβαίνει.

«Ό,τι νιώθει κανείς στις παραστάσεις του Μάριο, εγώ το νιώθω και κατά τη διάρκεια της πρόβας. Έχω νιώσει πολλές στιγμές πως χρειάζομαι λίγο χρόνο μετά από κάποια σκηνή, γιατί έχει τρομερή συναισθηματική φόρτιση όλο αυτό και χρειάζονται κάποια δευτερόλεπτα για να επανέλθεις στην πραγματικότητα. Ακόμα και στη δημιουργία του είναι συναισθηματικό. Έχει μια κάθαρση».

Για τη Χρυσή, το κλάμα είναι δρόμος:

«Όταν χρειάζεται να ηρεμήσω, πάω να κλάψω. Δεν το φοβάμαι το κλάμα, είναι μια διαδικασία υγιής, αποφόρτισης, προχωρήματος -προσωπικού και καλλιτεχνικού. Αφήνουμε χώρο για αυτό. Στη Lindita, το περίμενα πως και πως το να κλάψω. Ήταν βαρύ αυτό που συνέβαινε, τα μάτια μου πονούσαν. Ήθελα να μπαίνω σε αυτή τη διαδικασία, είχα βρει τη διαδρομή μου. Θα σου πω πως μου λείπει κιόλας. Χρειάζονται βέβαια οριοθετήσεις σε σχέση με τη ζωή.

Έχω αγωνιστεί να ζω στο τώρα. Ανυπομονώ να βιώνω τη σχέση με το κοινό. Έχω μια αγωνία. Αυτή η αγωνία έχει να κάνει με το συναίσθημα που θα νιώσω όταν θα έρθει η ώρα να συναντήσω το κοινό. Δεν ξέρω τι θα είναι, ξέρω ότι είναι κάτι που μου δίνει νόημα ζωής, που με συγκινεί. Γίνεται κάτι μαγικό. Για αυτό τα παράτησα όλα, για αυτή τη συνάντηση».

Μάριο, για σένα το κλάμα είναι δρόμος;

«Η μελαγχολία μου αρέσει πάρα πολύ. Δεν μπορώ να περιγράψω ακριβώς τι είναι η μελαγχολία για μένα. Μου αρέσει να μελαγχολώ κι ας με βαραίνει. Κάπου κοντά είναι και η νοσταλγία. Μελαγχολείς όταν νοσταλγείς. Κάποια μέρη, κάποιες εικόνες, κάποιους ανθρώπους.

Κλαίω εύκολα. Μου αρέσει να κλαίω. Δεν το καταπιέζω. Με πιάνουν κλάματα σε άκυρες στιγμές. Δεν θα κλάψω μόνο με τον θάνατο. Τις προάλλες παρατηρούσα μια γυναίκα στο μετρό και έκλαιγα. Η στάση του σώματός της, ο τρόπος που κινούταν και κοιτούσε στο κενό, κάτι σκεφτόταν, μου φαινόταν σαν να βλέπω πλάνο από ταινία. Μου έφερε δάκρυα στα μάτια».

Μάριο Μπανούσι (Σύλληψη-Σκηνοθεσία)

Taverna Miresia: Mario, Bella, Anastasia | Eθνικό Θέατρο

 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.