“The Doctor” του Robert Icke: Η Κατερίνα Ευαγγελάτου δημιουργεί ένα αγωνιώδες θρίλερ ηθικής διάστασης και μας κάνει όλους ενεργό κομμάτι των συμβάντων

Η σκηνοθέτις δεν μας επιτρέπει να μείνουμε αμέτοχοι. Μας εμπλέκει νοητικά και συναισθηματικά. Αποτελούμε ενεργό κομμάτι των συμβάντων. Και έχουμε να απαντήσουμε σε καταιγισμό διερωτήσεων

Φωτογραφίες: © Βάσια Αναγνωστοπούλου

«Η πίστη μου είναι η Ιατρική»
– Ρουθ Γουλφ

 

Η Ρουθ Γουλφ ,η ηρωίδα του θεατρικού έργου “The Doctor” του Robert Icke, είναι μια κορυφαία νευροχειρουργός, επικεφαλής του Ινστιτούτου Ελίζαμπεθ, ενός ερευνητικού νοσοκομειακού ιδρύματος υψηλών αξιώσεων και προδιαγραφών. Χάρη στη δική της ιατρική και ερευνητική δεινότητα το ινστιτούτο χαίρει μιας προνομιακής (οικονομικής) μεταχείρισης τόσο από το Υπουργείο Υγείας, όσο και από ιδιώτες χορηγούς. Η γιατρός Ρουθ δείχνει αλάθητη, άτεγκτη, σκληρή, είρων, απαιτητική, εργασιομανής, ατσαλάκωτη και κάποιες φορές προσβλητική. Βρίσκεται τόσο ψηλά στην ιεραρχική κλίμακα που μοιάζει απόρθητη, ανίκητη, «ανέγγιχτη». Είναι γυναίκα σε υψηλή θέση ευθύνης και εξουσίας. Είναι λευκή γυναίκα που ηγείται ενός τόσο ισχυρού οργανισμού. Είναι λευκή γυναίκα εβραϊκής καταγωγής, που έχει απαρνηθεί την πολιτισμική της ταυτότητα και έχει κατακτήσει μια ζηλευτή οικονομική επιφάνεια. Είναι μια ισχυρή, λευκή γυναίκα εβραϊκής καταγωγής που αποσοβεί κάθε στοιχείο της προσωπικής της ζωής και του σεξουαλικού της προσανατολισμού. Που απεχθάνεται κάθε μορφής οικειότητα και οι σχέσεις της στον χώρο εργασίας της είναι αυστηρά επαγγελματικές, χωρίς κανένα άλλο πρόσημο.

 

 

Ένα βράδυ, θα προσέλθει στα επείγοντα μια έφηβη 14 ετών με προχωρημένη σηψαιμία, μη αναστρέψιμη, μετά από μια αυτοσχέδια άμβλωση που επέβαλε στον εαυτό της. Η γιατρός Ρουθ θα αναλάβει η ίδια το περιστατικό, γνωρίζοντας ότι δεν υπάρχουν ελπίδες επιβίωσης. Όταν οι γονείς της, που είναι πιστοί καθολικοί και δεν βρίσκονται στην πόλη, στέλνουν έναν καθολικό ιερέα, για να δώσει την τελευταία μετάληψη στο δεκατετράχρονο κορίτσι ώστε να λάβει άφεση αμαρτιών, η γιατρός θα αρνηθεί την πρόσβαση στον ιερέα, λέγοντας ότι το μόνο που μπορεί να προσφέρει η επιστήμη σε αυτό το κορίτσι είναι ένα γαλήνιο θάνατο, αφού η ίδια αγνοεί το επικείμενο τέλος της. Θεωρεί ότι η επίσκεψη του ιερέα θα της αποκαλύψει ότι πεθαίνει, δημιουργώντας τρόμο και οδύνη στις τελευταίες της στιγμές. Η διένεξη μεταξύ της γιατρού και του ιερέα γίνεται έντονη. Ο ιερέας αποπέμπεται, αφού όμως πρώτα έχει ηχογραφήσει ένα κομμάτι της συνομιλίας τους. Και αυτό είναι το κομβικό σημείο που εκκινεί τη δράση.

Ο ιερέας (που κατα τη διάρκεια του έργου θα πληροφορηθούμε ότι ανήκει στη μαύρη φυλή, ενώ τον ερμηνεύει λευκος άνδρας ηθοποιός) θα κοινοποιήσει το γεγονός και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα αρχίσουν να δηλώνουν τη δυσαρέσκειά τους. Σιγά-σιγά η δυσαρέσκεια με μορφή χιονοστιβάδας θα λάβει τερατώδεις διαστάσεις πολεμικής εναντίον της γιατρού που θα κορυφωθούν με επιθέσεις στο σπίτι της, χαράσσοντας μια σβάστικα στο αυτοκίνητό της και θανατώνοντας τη γάτα της, πασαλείβοντας την πόρτα εισόδου της με το αίμα της. Η ίδια θα περάσει από την αδιαφορία της σιγουριάς, στην έκπληξη, στην ανησυχία, στον θυμό και τελικά στον απόλυτο τρόμο. Το έργο αποτελεί ελεύθερη διασκευή του έργου του Arthur Schnitzler, Professor Bernhardi που γράφτηκε το 1912. Σε αυτό το κεντρικό πρόσωπο είναι Εβραίος άνδρας γιατρός.

 

 

Η σκηνοθεσία

 

Ο συγγραφέας  προτρέπει τον εκάστοτε  σκηνοθέτη του έργου να επιλέξει την ταυτότητα του κάθε ηθοποιού να είναι ευθέως ασύμφωνη με την ταυτότητα του ρόλου. Η Κατερίνα Ευαγγελάτου εκμεταλλεύεται αυτήν την προτροπή στο έπακρο και προς όφελος του παραστασιακού της εγχειρήματος. Έτσι τα σημαινόμενα που λαμβάνει ο θεατής αποδεικνύεται ότι δεν έχουν καμία σχέση με τα σημαίνοντα (π.χ. η εικόνα μιας ξανθιάς, λευκής, μεσήλικης γυναίκας ηθοποιού που βλέπει ο θεατής αποδεικνύεται ότι υποδύεται τον ρόλο ενός μαύρου μεσήλικα άνδρα και ου το κάθε εξής). Η σκηνοθέτρια «αναγκάζει» θεατές, ηθοποιούς και ρόλους να βρεθούμε όλοι στη δίνη μιας ρευστότητας της πραγματικότητας αλλά και της ρευστότητας της αντίληψής της. Είμαστε όλοι εμείς οι μετανεωτερικοί άνθρωποι: Γεννημένοι στους «Ρευστούς καιρούς», εμείς «γεννημένοι ρευστοί», εκτεθειμένοι στη «ρευστή αγάπη». Ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν, πανταχού παρών, στην παραστασιακή εκδοχή της Κατερίνας Ευαγγελάτου μας κλείνει με νόημα το μάτι.

Η σκηνοθέτις δεν μας επιτρέπει να μείνουμε αμέτοχοι. Μας εμπλέκει νοητικά και συναισθηματικά. Αποτελούμε ενεργό κομμάτι των συμβάντων. Και έχουμε να απαντήσουμε σε καταιγισμό διερωτήσεων:

Γιατί ο καθένας μας έχει εμμονική προσκόλληση στις εκάστοτε ταυτότητές του (πολιτισμική, φυλετική, έμφυλη, επαγγελματική);

Γιατί  αισθάνεται ότι την προστατεύει μόνο αν επιτεθεί με άκρατο φανατισμό σε κάθε άλλης μορφής και επιλογής ταυτότητα;

Γιατί οι άνθρωποι βρίσκονται σε μια ακατάπαυστη μάχη με ό,τι θεωρούν Ξένο, Έτερο, Αλλότριο;

Πόσο ακόμα θα μαίνεται η μάχη θρησκείας εναντίον επιστήμης (ακούγεται στο έργο ότι «οι χριστιανοί ασθενείς πρέπει να έχουν χριστιανούς θεράποντες»)

Αν ο καθένας από εμάς αισθάνεται την ανάγκη να εκφράζει και να εκπροσωπεί μόνο την ομάδα στην οποία ανήκει, και αν αυτές οι ομάδες γίνονται όλο και περισσότερες, όλο και πιο κλειστές, όλο και πιο σκληροπυρηνικές, όλο και πιο αφοριστικές, τι ελπίδα μπορεί να υπάρξει για μια κοινή γλώσσα, για μια Ανθρωπότητα που θα αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως ολότητα και όχι κατακερματισμένη αντιπαλότητα;

 

 

Στον κόσμο της κουλτούρας της ακύρωσης, της παντοδυναμίας των social media και των διαστρεβλωμένων ειδήσεων, οι αγέλες του διαδικτύου αμαθείς και καταστροφικές αποτελούν πλέον μιας μορφής απρόσωπων ψηφιακών ιεροεξεταστών που μπορούν εν δυνάμει να οδηγήσουν στην ηθική, ακόμα και στη φυσική εξόντωση του ατόμου;

 

 

Σε μία από τις σκηνοθετικά πιο εμπνευσμένες στιγμές της παράστασης η γιατρός θα αναγκαστεί να συμμετάσχει ως «κατηγορούμενη» σε ένα τηλεοπτικό λαϊκό δικαστήριο που ονομάζεται «Μπες στο ντιμπέιτ», όπου θα κληθεί να λογοδοτήσει για την απόφασή της να μην επιτρέψει στον καθολικό ιερέα να μπει στο δωμάτιο της ετοιμοθάνατης έφηβης αντιμετωπίζοντας έναν δικηγόρο κατά των αμβλώσεων, μια ακτιβίστρια του “CreationVoice”, μια καθηγήτρια μετα-αποικιακών σπουδών και έναν ειδικό στη μελέτη του εβραϊκού πολιτισμού. Μια σκηνή αφάνταστης ανθρωποφαγίας, γελοιότητας και υποκρισίας. Η Γουλφ παρά την αδιαπραγμάτευτη ευφυία και την ισχύ της κατασπαρασσεται ζωντανή, σφάγιο ενός αδηφάγου, πολτοποιημένου νοητικά τηλεοπτικού κοινού. Στην απαξιωτική ερώτηση: «μα σε τι πιστεύετε τελικά;», η ηρωίδα θα απαντήσει με την πιο συγκινητική φράση του έργου: «η δική μου πίστη είναι η Ιατρική», δίνοντας στα λόγια της ένα ουμανιστικό νόημα, αφού λεκτικοποιεί ένα από τα πιο υψηλά, πιο θαυμαστά επιτεύγματα του ανθρώπου: την ανθρωπιστική ιατρική.

Η σκηνοθέτις δημιουργεί ένα αγωνιώδες θρίλερ ηθικής διάστασης. Επιτίθεται σε κάθε μορφής  προσκόλληση στις εκάστοτε ταυτότητες που μας καθορίζουν, δεσμεύουν, κρύβουν και αποπροσανατολίζουν. Η Κατερίνα Ευαγγελάτου σκηνοθετεί με διαύγεια, αιχμηρότητα, καθαρότητα, ευφυία ένα πολύπλοκο και αδυσώπητο έργο, διατηρώντας κάτω από την επιφανειακή ψυχρότητα του παραστασιακού εγχειρήματος μια βαθιά, εναγώνια ουμανιστική ματιά και έναν ανθρωποκεντρικό προσανατολισμό.

 


Οι συντελεστές


Στο κλίμα και τα ζητούμενα της παράστασης η μουσική σύνθεση-sound Design  του Αλέξανδρου – Δράκου Κτιστάκη, τα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα εύστοχα και λειτουργικά. Καίρια συνεισφορά στην παράσταση οι ψυχροί, σχεδόν νοσοκομειακοί, φωτισμοί του Νίκου Βλασόπουλου. 

Εξαιρετική μνεία στον χειριστή της κάμερας, Χρήστο Κέκε και στον σχεδιασμό του βίντεο από τον Παντελή Μάκκα. 

Ιδέα εξαιρετικής ευφυίας το σκηνικό της Εύας Μανιδάκη που «μεταμορφώνεται» από Ινστιτούτο Ελίζαμπεθ σε σπίτι μόνο από την ανθρώπινη παρουσία και το συναίσθημα. Ο βραστήρας ως καταγραφέας της πορείας της Γουλφ, από την ακμή στην πτώση και τον αφανισμό ιδιαίτερα εμπνευσμένη σύλληψη.

Εύστοχη και λειτουργική η μετάφραση που υπογράφει η Κατερίνα Ευαγγελάτου (εκτός από τη σκηνοθεσία).

 


Οι ερμηνείες


Η Κίττυ Παϊταζόγλου (Ρότζερ Χάρντιμαν), η Aurora Marion (Υπουργός Υγείας, Τζερεμάια Φλιντ), ο Λευτέρης Πολυχρόνης (Πωλ Μέρφυ), η Νίκη Σερέτη (Ρομπέρτα Ρόμπερτς), ο Σταύρος Καλλιγάς (Μάικλ Κόπλευ), η Αλίκη Ανδρειωμένου (γιατρός σε ειδικότητα) και η Ζωή Ρηγοπούλου (Μπράιαν Σύμπριαν) ενσαρκώνουν με πίστη μια αλλοτριωμένη, αλλοιωμένη, αποπροσανατολισμένη, αδηφάγα ανθρωπότητα. Κάποιες φορές όμως εκπίπτουν σε ένα ξύλινο υποκριτικό ιδίωμα.

Ο Νίκος Χατζόπουλος ως καθολικός ιερέας είναι ακριβής, λιτός και ευθύβολος σε έναν ρόλο που εύκολα θα μπορούσε να λοξοδρομήσει στη γραφικότητα ή την περιγραφή.

 

 

Η Αμαλία Νίνου ως διεμφυλική έφηβος δημιουργεί έναν τρυφερό, ευφρόσυνο, συναρπαστικό χαρακτήρα.

Η Μαριάννα Δημητρίου ως Τσάρλυ, «σύντροφος» της γιατρού Γουλφ, μας χαρίζει μια έξοχη σκηνική ερμηνεία. Ενσαρκώνει την αγάπη, τη συντροφικότητα, την παρουσία της απουσίας, το ανθρώπινο ον μπροστά στον εκφυλισμό της ασθένειας. Μεταφέρει με την ερμηνεία της ρίγη γνήσιας συγκίνησης στους θεατές.

Η ερμηνεία της Στεφανίας Γουλιώτη ως γιατρού Γουλφ είναι συνταρακτική. Η υποκριτική της πορεία από τη βεβαιότητα της ισχύος στη συντριβή είναι καθηλωτική. Ένας από τους πολλούς λόγους για να δει κανείς την παράσταση.

 

 

Συνοψίζοντας…

 

Η παράσταση αποτυπώνει σε ένα σκηνικό δυο τοπία δραματουργικής δράσης: Το ινστιτούτο Ελίζαμπεθ και το σπίτι της γιατρού. Ένα σπίτι που υπάρχει πάντα ένας βραστήρας του οποίου ο τρυφερός ατμός του της υπενθυμίζει ότι κάποιο ανθρώπινο πλάσμα την περιμένει (ή φαντάζεται ότι την περιμένει) να  ακούσει πώς πέρασε την ημέρα της καθώς εκείνη κουλουριάζεται σε εμβρυακή στάση στην αγκαλιά του απομυζώντας στοργή, προστασία, γαλήνη σε μια προσομοίωση του «ωκεάνιου συναισθήματος», ένα έφηβο διεμφυλικό πλάσμα που γεμίζει τις ημέρες της με χιούμορ, φαντασία και παραδοξότητα και μία γάτα. 

Με τη σκηνοθετική της προσέγγιση η Κατερίνα Ευαγγελάτου μας υπενθυμίζει αυτό που αναζητούμε όλοι εμείς, η Ανθρωπότητα, επιστρέφοντας «σπίτι»: Κάποιον να ξεπλύνει από πάνω μας τη  βία, τη λίγδα, τη μάχη, τη ματαίωση της ημέρας; Η σκηνοθέτις μας ωθεί να ταυτιστούμε με την Ρουθ Γουλφ που δεν είναι πια μια λευκή γυναίκα γιατρός, εβραϊκής καταγωγής στην κορυφή της ιεραρχίας αλλά ένα απογυμνωμένο ανθρώπινο ον, απροστάτευτο, απελπισμένο, γυμνό, έντρομο και μόνο, έτοιμο να επιστρέψει στην ανυπαρξία με εθελουσία έξοδο.

Η έναρξη του έργου μας παρουσίασε ένα πανίσχυρο ον που το εγκλωβίζουν αλλά και το προστατεύουν σαν πανίσχυρες πανοπλίες οι πολλαπλές ταυτότητες που υιοθέτησε(;), που της απέδωσαν(;) και στο φινάλε του αντικρίζουμε μια σπασμένη από τους αρμούς της, ξεχαρβαλωμένη, θρυμματισμένη ανθρώπινη κούκλα που ήρθε σε μετωπική σύγκρουση με κάτι που θεωρούσε φαιδρό, ανάξιο σημασίας, παράλογο, βλακώδες και που τελικά την συνέτριψε. Μας συστήθηκε ως απόμακρη πολλαπλή κοινωνική επιτέλεση και με τη συντριβή της υψώνεται σε οικείο, προσιτό, προσφιλές ανθρώπινο πλάσμα. Ύλη από την ύλη μας. Σάρκα από τη σάρκα μας. Ψυχή από την ψυχή μας καθώς μεταβάλλεται στον «καθένα» από εμάς.

 

Ιnfo παράστασης:

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.