Η δεύτερη συμφωνική συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών στο Μέγαρο Μουσικής με έργα Έλγκαρ και Ραχμάνινοφ

Πρωταγωνιστής της βραδιάς ο βιρτουόζος Κίριλ Γκέρσταϊν, παρουσιάζει ένα μνημειώδες έργο για το ρεπερτόριο του πιάνου

3 Νοεμβρίου 2023

Δύο… Η δεύτερη συμφωνική συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών (03.11.) στο Μέγαρο Μουσικής σφραγίζεται από τον αριθμό δύο. Η βραδιά ανοίγει με τη Δεύτερη Συμφωνία του Έντουαρντ Έλγκαρ και ολοκληρώνεται με το δημοφιλές Δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του Σεργκέι Ραχμάνινοφ.

Πρωταγωνιστής της βραδιάς ο βιρτουόζος Κίριλ Γκέρσταϊν, παρουσιάζει ένα μνημειώδες έργο για το ρεπερτόριο του πιάνου, μια από τις πιο αγαπητές συνθέσεις στην ιστορία της μουσικής. Με ερμηνευτικές επιρροές από την Ρωσία, την Αμερική και την κεντρική Ευρώπη, ο σολίστ με το εντυπωσιακό εύρος ρεπερτορίου αναμένεται να χαρίσει μια μοναδική ανάγνωση του Δεύτερου Κοντσέρτου του Ραχμάνινοφ.

Ακόμα, ο Βρετανός αρχιμουσικός Φίνεγκαν Ντάουνι Ντήαρ, νικητής του διεθνή διαγωνισμού Μάλερ το 2020, διευθύνει τη Δεύτερη Συμφωνία του Έλγκαρ. Μια δημιουργία στην οποία ο συνθέτης της θεωρούσε ότι είχε «εγγράψει» την ψυχή του.

Το πρόγραμμα με μια ματιά

ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ ΕΛΓΚΑΡ (1857-1934)
Συμφωνία αρ. 2 σε μι ύφεση μείζονα, έργο 63

ΣΕΡΓΚΕΪ ΡΑΧΜΑΝΙΝΟΦ (1873–1943)
Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα αρ. 2 σε ντο ελάσσονα, έργο 18

Ώρα: 19:30
Δωρεάν εισαγωγική ομιλία για τους κατόχους εισιτηρίων

Ο Κίριλ Γκέρσταϊν έχει πει…

Όταν σκέφτομαι τη μουσική του Ραχμάνινοφ, η λέξη που έρχεται στο μυαλό μου είναι η ειλικρίνεια. Η μουσική του διαθέτει μεγάλο πάθος και χρειάζεται πολλή γενναιότητα και ειλικρίνεια για να μην κρύψει αυτό το πάθος με μοδάτα περιτυλίγματα ή διανοητικά κινήματα.

© Marco Borggreve

Για την ιστορία…

ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ ΕΛΓΚΑΡ (1857 – 1934)
Συμφωνία αρ.2 σε μι ύφεση μείζονα, έργο 63
1. Allegro vivace e nobilmente
2. Larghetto
3. Rondo
4. Moderato e maestoso

Αν και ουσιαστικά αυτοδίδακτος στη σύνθεση, βασιζόμενος σε μεγάλο βαθμό στην προσωπική του μελέτη θεωρητικών γύρω από τη μουσική αλλά και στη «διψασμένη» ζωντανή ακρόαση των μεγάλων έργων του παρελθόντος, ο Έντουαρντ Έλγκαρ εξελίχθηκε στον πρώτο Άγγλο σύνθετη μετά τον πολύ παλαιότερό του Χένρι Πέρσελ (1659-1695) που θα κέρδιζε διεθνή αναγνώριση και θα «έσωζε το κύρος» της αγγλικής μουσικής. Πάντως, η Πρώτη του Συμφωνία γράφτηκε το 1908, όταν ο συνθέτης ήταν πια 51 ετών. Προηγούμενες απόπειρές του να καταπιαστεί με το κορυφαίο αυτό είδος της συμφωνικής μουσικής δεν είχαν τελεσφορήσει, κυρίως λόγω της οικονομικής του ανάγκης να επικεντρωθεί στη χορωδιακή μουσική, που ήταν πολύ δημοφιλέστερη και αναμενόμενα του απέφερε μεγαλύτερα έσοδα. Η πρεμιέρα ωστόσο της Πρώτης Συμφωνίας, υπό τη διεύθυνση του μεγάλου Χανς Ρίχτερ (στον οποίο και αφιερώθηκε) το φθινόπωρο του 1908 ήταν ένας θρίαμβος χωρίς προηγούμενο. Ο ίδιος ο μαέστρος χαρακτήρισε τη συμφωνία ως «τη σπουδαιότερη συμφωνία της εποχής της και όχι μόνο εντός Αγγλίας», ενώ μέσα στον πρώτο χρόνο της ύπαρξής της γνώρισε πάνω από εκατό εκτελέσεις σε Ευρώπη και Αμερική. Αναμενόμενα και δικαιολογημένα, το ηθικό του συνθέτη αναπτερώθηκε, με αποτέλεσμα να αρχίσει να ασχολείται άμεσα με μία δεύτερη συμφωνία.

Δεύτερη γράφτηκε κυρίως κατά τα έτη 1910-1911 και συγκεκριμένα από τον Απρίλιο του 1909 ως τον Φεβρουάριο του 1911, αν και κάποια πρώτα σχέδια ανάγονται στα 1903-4. Η Συμφωνία αφιερώθηκε στη μνήμη του βασιλιά Εδουάρδου Ζ’, ο οποίος πέθανε τον Μάιο του 1910. Μπορεί η περίοδος βασιλείας του Εδουάρδου να θεωρήθηκε γενικά ως ένα «πάρτι σε χρυσαφένιο κήπο» αλλά αυτή η θεώρηση είναι απλουστευτική και δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα. Το γόητρο της βρετανικής αυτοκρατορίας, της μεγαλύτερης αυτοκρατορίας στην ιστορία, που είχε φτάσει να περιλαμβάνει το ένα τέταρτο του πλανήτη και το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού, είχε αρχίσει να δέχεται τα πρώτα πλήγματα και τις πρώτες αμφισβητήσεις. Νέοι ανταγωνιστές από την Αμερική αλλά και την Ευρώπη (ιδίως η ανερχόμενη Γερμανία) αναπτύσσονταν ραγδαία τεχνολογικά και εμπορικά, ενώ στο εσωτερικό της Βρετανίας μαινόταν μία συνταγματική κρίση σχετικά με τις εξουσίες των Λόρδων. Και όλα αυτά σε μία περίοδο έντασης, μόλις τρία χρόνια πριν την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Όλα αυτά μπορεί να επηρέασαν το γεμάτο ένταση περιεχόμενο της Δεύτερης Συμφωνίας αλλά ο ίδιος ο Έλγκαρ θεωρούσε πως στο έργο αντανακλώνται κυρίως γεγονότα που του συνέβησαν κατά την περίοδο σύνθεσής του. Στο τέλος της παρτιτούρας ο ίδιος σημείωσε με το χέρι του τη φράση «Βενετία και Τίνταγκελ». Πράγματι η επίσκεψη του συνθέτη στη βασιλική του αγίου Μάρκου και στην πλατεία της του είχε αφήσει ανεξίτηλες εντυπώσεις. Το Τίνταγκελ, από την άλλη, είναι ένα παραθαλάσσιο χωριό στην Κορνουάλη, στο οποίο παραθέριζε συχνά η αγαπημένη φίλη του Έλγκαρ Άλις Στιούαρτ Ουόρτλεϋ (που ο συνθέτης συνήθιζε να αποκαλεί χαϊδευτικά «ανεμώνη») μαζί με τον άντρα της. Τον Απρίλιο του 1910 ο συνθέτης επισκέφτηκε τη φίλη του στο Τίνταγκελ και εντυπωσιάστηκε από τις φυσικές ομορφιές της περιοχής. Όλες αυτές οι εμπειρίες διοχετεύτηκαν στη μουσική της Δεύτερης Συμφωνίας και δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό της από τον Έλγκαρ ως «παθιασμένου προσκυνήματος της ψυχής».

Η ποιητική προμετωπίδα της Συμφωνίας αναφέρει έναν στίχο από ένα ποίημα του Πέρσι Σέλλεϋ: Rarely, rarely comest thou spitit of delight («Σπάνια, σπάνια έρχεσαι εσύ πνεύμα της χαράς»), αν και ο συνθέτης αρνήθηκε πως όλο το περιεχόμενο της μουσικής του σχετίζεται αποκλειστικά με την αίσθηση του στίχου αυτού. Πράγματι, η Δεύτερη Συμφωνία είναι ένα έργο γεμάτο συγκρούσεις και παραδοξότητες. Η συναισθηματική πληθωρικότητα ακολουθείται από στιγμές θλίψης, η αισιοδοξία από στιγμές παραίτησης και γενικά ένα αίσθημα νοσταλγίας για καιρούς που έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί είναι πανταχού παρόν. Η Συμφωνία δεν γνώρισε ιδιαίτερη επιτυχία στην πρεμιέρα της στο Λονδίνο, στις 24 Μαΐου 1911, υπό τη διεύθυνση του συνθέτη και έγινε δεκτή μόνο με συγκρατημένη επιδοκιμασία από το κοινό. Αυτή η αίσθηση άλλαξε μετά από μία συναρπαστική της εκτέλεση από τον Άντριαν Μπόουλτ το 1920, η οποία και σηματοδότησε την αρχή αναγνώρισης της αξίας της.

Ήδη στο δεύτερο μέτρο του πληθωρικού πρώτου μέρους ακούγεται το κατιόν «μοτίβο της χαράς», το οποίο επανεμφανίζεται με διαφορετικές μορφές σε όλο το έργο. Στην καρδιά του μέρους ξεχωρίζει μία ενότητα, που στη σκέψη του Έλγκαρ αντιπροσωπεύει «μία ερωτική σκηνή σε έναν κήπο τη νύχτα, όταν το φάντασμα των αναμνήσεων παρεμβαίνει και προξενεί ανατριχίλα». Το αργό δεύτερο μέρος (γραμμένο σε διμερή φόρμα) ανοίγει δημιουργώντας μία αίσθηση ευρύτητας που θα μπορούσε να σχετίζεται με την αίσθηση του συνθέτη από τη βασιλική του αγίου Μάρκου στη Βενετία.

Ακολουθεί ένα πένθιμο εμβατήριο, που δεν θρηνεί τόσο τον θάνατο του βασιλιά Εδουάρδου Ζ’ όσο τον θάνατο ενός από τους πιο αγαπημένους φίλους του Έλγκαρ, του Άλφρεντ Ρόουντγουολντ, που είχε φύγει από τη ζωή τον Νοέμβριο του 1903. Η φωτεινή, ασφυκτικά γεμάτη με κόσμο πλατεία του αγίου Μάρκου φαίνεται να περιγράφεται στην αρχή του τρίτου μέρους. Μετά από μία ενότητα ηρεμίας, η μουσική αρχίζει σταδιακά να συσσωρεύει ενέργεια και ένταση οδηγούμενη σε ένα από τα πιο κατακλυσμιαία, εμπύρετα ξεσπάσματα σε όλη τη συμφωνική μουσική. Το φινάλε είναι ένα μέρος γραμμένο με αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία, αμβλύνοντας την προηγηθείσα δραματικότητα. Το δεύτερο κύριο θέμα του μέρους χαρακτηρίστηκε από τον Έλγκαρ ως «ο ίδιος ο Χανς» και αναφέρεται στον Χανς Ρίχτερ, ως σύμβολο φιλίας και θαυμασμού.

ΣΕΡΓΚΕΙ ΡΑΧΜΑΝΙΝΟΦ (1873 – 1943)

Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα αρ.2 σε ντο ελάσσονα, έργο 18
1. Moderato
2. Adagio sostenuto
3. Allegro scherzando

«Το έργο θα έπαιρνε το πρώτο βραβείο σε ένα ωδείο στην κόλαση». Με αυτά τα λόγια σχολίαζε την πρώτη συμφωνία του Ραχμάνινοφ ο συνθέτης και κριτικός Σεζάρ Κούι μετά την οικτρά αποτυχημένη πρώτη εκτέλεσή της το 1897 υπό την –από πολλές απόψεις ανεπαρκή- διεύθυνση του Αλεξάντερ Γκλαζουνόφ. Η απογοήτευση του μόλις 24χρονου συνθέτη και η δριμεία κριτική που δέχτηκε ήταν τέτοιες, που τον οδήγησαν σε κατακόρυφη πτώση της αυτοπεποίθησής του και σε γενικότερη κατάθλιψη, με εύλογο αποτέλεσμα τη σχεδόν ολοκληρωτική αποχή από τη σύνθεση για τρία περίπου χρόνια.

Η κατάσταση επιδεινώθηκε μετά από μία επίσκεψη του συνθέτη στο μεγάλο Ρώσο συγγραφέα Λ. Τολστόι, που ήταν και ένα από τα ινδάλματά του, στις αρχές του 1900. Ο ηλικιωμένος πια Τολστόι, έχοντας ήδη αποκηρύξει τα έργα των κλασικών συνθετών υπέρ της παραδοσιακής μουσικής στην πραγματεία του «Τι είναι η Τέχνη», ακούγοντας το Ραχμάνινοφ να παίζει κάποιες συνθέσεις του σχολίασε: «Αλήθεια, χρειάζεται κανείς αυτή τη μουσική;» Και συνέχισε: «Ο Μπετόβεν είναι ανοησίες, το ίδιο ο Πούσκιν και ο Λέρμοντοφ…» Το αποτέλεσμα αυτής της απογοητευτικής συνάντησης ήταν να βυθιστεί ο Ραχμάνινοφ σε ακόμα βαθύτερη κατάθλιψη.

Αναζητώντας διέξοδο από αυτή, αναγκάστηκε να δεχτεί να ακολουθήσει ένα πρόγραμμα ψυχοθεραπείας υπό την επίβλεψη του νευρολόγου Νικολάι Νταλ. Τόσο η μέθοδος του γιατρού όσο και οι θερμές, εκτενείς συζητήσεις του με τον ασθενή για τη μουσική –σε συνδυασμό με το ερωτικό ενδιαφέρον του Ραχμάνινοφ για την κόρη του Νταλ- τόνωσαν την αυτοπεποίθηση του νεαρού συνθέτη, που αποφάσισε να καταπιαστεί με τη σύνθεση ενός νέου κοντσέρτου. Έτσι προέκυψε το δεύτερο κοντσέρτο για πιάνο, που δικαιολογημένα αφιερώθηκε στον δρ. Νταλ. Η πρεμιέρα του δόθηκε στις 27 Οκτωβρίου 1901 στη Μόσχα με σολίστα στο πιάνο τον ίδιο το συνθέτη και μαέστρο τον εξάδελφό του Αλεξάντερ Ζιλότι. Από τότε το κοντσέρτο αυτό αποτελεί όχι μόνο ένα κορυφαίο κοντσέρτο του πιανιστικού ρεπερτορίου αλλά και μία από τις δημοφιλέστερες συνθέσεις στην ιστορία της μουσικής, χάρη στον πλούτο των μελωδιών του, την ειλικρίνεια των συναισθημάτων, τη λαμπερή δεξιοτεχνική γραφή και τη στιβαρή μουσική αρχιτεκτονική του.

Το πρώτο μέρος ανοίγει με μία σειρά συγχορδιών από το πιάνο, που θυμίζουν καμπάνες. Το πρώτο θέμα εκτίθεται από την ορχήστρα υπό την πληθωρική συνοδεία του σολίστα, ο οποίος στη συνέχεια εισάγει και το λυρικό δεύτερο θέμα. Μετά την επεξεργασία του θεματικού υλικού, το πρώτο θέμα επανέρχεται ως θριαμβευτικό εμβατήριο, ενώ το δεύτερο ως σόλο του κόρνου. Το μέρος ολοκληρώνεται με μία εκρηκτικής ενέργειας coda. Στο δεύτερο μέρος, μετά από μία ευφυή αρμονικά μετάβαση της ορχήστρας από τη ντο ελάσσονα στη μι μείζονα, εκτίθεται ένα λυρικότατο, νοσταλγικό θέμα από τα ξύλινα πνευστά, που συνοδεύονται με ευαισθησία από το πιάνο.

Ένα μεσαίο, γρηγορότερο τμήμα οδηγεί τη μουσική σε σταδιακά κλιμακούμενη κορύφωση, που εκτονώνεται με μία σύντομη καντέντσα του σολίστα, η οποία με τη σειρά της προοδευτικά σβήνει επαναφέροντας την αρχική ατμόσφαιρα. Το φινάλε βασίζεται σε δύο αντιθετικού χαρακτήρα θέματα, το πρώτο γρήγορο και ανάλαφρο, ενώ το δεύτερο (που εισάγεται αρχικά από τις βιόλες) πιο αργό και βαθύτατα εκφραστικό. Ακολουθεί μία γεμάτη εσωτερικό πάθος και ταυτόχρονα ευφυής αντιστικτική ανάπτυξη. Στην επανέκθεση το δεύτερο θέμα παρουσιάζεται με μεγαλύτερη λάμψη αυτή τη φορά από τα βιολιά και όλο το έργο ολοκληρώνεται με μία συγκλονιστική και μεγαλοπρεπή έκθεση του δεύτερου θέματος από την ορχήστρα και το πιάνο, που καταλήγει σε μία δεξιοτεχνική και εντυπωσιακή coda.

Συντελεστές

Εισιτήρια

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ

3 Νοεμβρίου 2023 | 20.30

Τιμή εισιτηρίου:

Είσοδος: 20
- 60 ευρώ

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ

Βασ.Σοφίας & Κόκκαλη 1, 11521 Αθήνα

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.