Η Αλεξία Καλτσίκη και ο Φιντέλ Ταλαμπούκας συγκατοικούν στη Στέγη και μιλούν για «Το Σπίτι» τους

Στην πρώτη τους συνύπαρξη επί σκηνής η Αλεξία Καλτσίκη και ο Φιντέλ Ταλαμπούκας μάς υποδέχονται στο σιωπηλό, βίαιο αλλά και τόσο οικείο «Σπίτι» του Δημήτρη Καραντζά και μιλούν για τη βίαιη πραγματικότητα

Φωτογραφίες: © Εβίτα Σκουρλέτη

Ένα «Σπίτι» σιωπηλό ανοίγει τις πόρτες του. Μέσα ένας άντρας και μία γυναίκα στη δίνη της φροντίδας του μικρόκοσμού τους. Ένα παράθυρο ανοιχτό και η βία εισβάλει, τους κλονίζει συθέμελα, τα θεμέλια του σπιτιού σαν χαρτοπόλεμος.

Στη πρώτη τους συνύπαρξη επί σκηνής η Αλεξία Καλτσίκη και ο Φιντέλ Ταλαμπούκας συμβιώνουν αρμονικά στο «Σπίτι» του Δημήτρη Καραντζά, που επιστρέφει 10 χρόνια μετά το ντεμπούτο του στη Στέγη με μια περφόρμανς που ρίχνει φως στην πραγματικότητα από την οποία δεν μπορείς να ξεφύγεις όσο και αν πασχίζεις, στη βία που θα εισχωρήσει στο καταφύγιό σου με τρόπο ύπουλο και καταστροφικό.

Σε μια συζήτηση που συνοδεύει ένα «σώμα» από 17 snaps με τους συγκατοίκους στο καμαρίνι, τη θερμοκρασία από το ζεστό στο κρύο και το μάτι στην κλειδαρότρυπα, μας βάζουν στον κόσμο αυτού του σιωπηλού, βίαιου αλλά τόσο οικείου «Σπιτιού», αφηγούνται την ιστορία της συμβίωσής τους και μιλούν για τη βίαιη πραγματικότητα.

«Το Σπίτι» χτίζεται και ανοίγει την πόρτα του

Ο Δημήτρης Καραντζάς επιστρέφει στη σκηνή της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση με ένα νέο έργο συμπράττοντας στη δραματουργία με την Γκέλυ Καλαμπάκα και τον Τάσο Καραχάλιο και τους ηθοποιούς να βάζουν και εκείνοι το δικό τους κομμάτι στο παζλ χτίζοντας «Το Σπίτι».

«Δεν υπήρχε κείμενο, υπήρχε μία βασική ιδέα. Για μένα ήταν κάτι καινούργιο αλλά αυτό που με κέρδισε είναι ότι, επειδή νιώθω ότι υπάρχει ένας μεγάλος κορεσμός στα πράγματα, βεβαίως και στο θέατρο, με συγκινεί και με ελκύει όταν βλέπω ότι κάποιος ρισκάρει να δοκιμάσει κάτι καινούργιο και προσωπικό», λέει η Αλεξία Καλτσίκη.

«Πλέον νιώθω ότι, επειδή δεν υπάρχει ούτε ο χρόνος, ούτε η ψυχική και πνευματική ηρεμία για να μπορέσεις να σκύψεις από πάνω όπως ακριβώς απαιτούν τα μεγάλα κείμενα, είναι μια εποχή που αυτές οι μικρές προσωπικές καταθέσεις είναι απαραίτητες».

«Σε αυτή την παράσταση από την πρώτη στιγμή δεν υπάρχει τίποτα επικουρικό, είμαστε όλοι ισότιμοι συνομιλητές», συμπληρώνει. «Κάθε ένα κομμάτι των συνεργατών που είμαστε εκεί ήταν ισχυρό και απόλυτα σε συνομιλία με όλα τα υπόλοιπα. Η κίνηση, ο λόγος, τα βίντεο, η μουσική, το σκηνικό».

Τι είναι αυτό που σχηματίζουν όλα αυτά τα κομμάτια μαζί; Πώς είναι «Το Σπίτι» που χτίζεται;

«Η βάση του καινούργιου αυτού έργου είναι η βία και το πώς εισέρχεται μέσα σε οποιοδήποτε σπίτι, οικογένεια, σε όλους τους ανθρώπους της σύγχρονης οικογένειας με τρόπο ύπουλο, χωρίς να το καταλάβεις», αναφέρει ο Φιντέλ Ταλαμπούκας με την Αλεξία Καλτσίκη να συμπληρώνει:

«Σαν έργο θεωρώ ότι έχει πολλές αναγνώσεις. Όλο το πρώτο μέρος είναι χτισμένο πάνω σε εικόνες βίας που υπάρχουν στην καθημερινότητα. Έχει πολλή σχέση με αυτό που λέει ο Φιντέλ, αλλά έχει να κάνει και με το πώς το συλλογικό γίνεται βαθιά προσωπικό, γιατί ήδη το θέμα ιδιωτικό και δημόσιο έχει απόλυτα διασαλευτεί. Είναι αυτή η εποχή που το ιδιωτικό και το δημόσιο είναι ήδη διασαλευμένα».

Οι συγκάτοικοι και το «ζωντανό» Σπίτι

Δύο άνθρωποι στο ίδιο σπίτι. Η σχέση τους δεν ορίζεται. Δεν ξέρουμε τίποτα για αυτούς. Το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι ότι ζουν μαζί. Ο αέρας του χώρου αρχίζει και σχηματίζεται με όλα του, με τις σιωπές του, με τις μικρές σποραδικές συνομιλίες του και οι δύο τελικά γίνονται τρεις.

«Είναι μια συνομιλία τριών αρχέτυπων χαρακτήρων. Μία συζήτηση που δημιουργείται ανάμεσα σε αυτούς τους δύο χαρακτήρες, αν μπορούν να θεωρηθούν χαρακτήρες ή πρότυπα χαρακτήρων, και στο σπίτι, σαν να είναι ένας τρίτος χαρακτήρας, ο οποίος δεν μιλάει αλλά συμμετέχει ενεργά στην παράσταση. Σαν ζωντανός οργανισμός», περιγράφει ο Φιντέλ Ταλαμπούκας.

Είναι μια οποιαδήποτε μέρα στο σπίτι τους σε μια οποιαδήποτε μεγαλούπολη με ό,τι και αν κουβαλάει. Οι δουλειές, τα ψώνια, οι λογαριασμοί, τα ρούχα, το σπίτι. Συνύπαρχουν αρμονικά, βυθισμένοι στην καθημερινή ρουτίνα τους.

Η δική τους πρώτη σκηνική συνύπαρξη από την άλλη, συνοδεύεται από χαρά και μια οικειότητα που χτίστηκε με κομβική τη συμβολή του Δημήτρη Καραντζά ως «μαέστρου» σε αυτή τη συνθήκη.

«Θεωρώ ότι η σκηνή σου αποκαλύπτει και για σένα και για τον άλλον πράγματα που ακόμα και οι πιο κοντινοί σου άνθρωποι δεν ξέρουν», σημειώνει η Αλεξία Καλτσίκη. «Με τον Φιντέλ γνωριστήκαμε δουλεύοντας. Πάντα παίζει καθοριστικό ρόλο η σύνδεση που έχεις με τον άλλον, είτε έχεις να κάνεις με έναν είτε με περισσότερους συναδέλφους. Αλλά αυτό δεν έχει απαραίτητα σχέση με τη σκηνική οικειότητα.»

Σιωπή & Βία

Ο λόγος και η απουσία του παίζουν ισότιμο ρόλο στο «Σπίτι».

«Νομίζω ότι έτσι και αλλιώς στη ζωή δεν μιλάμε τόσο πολύ όσο νομίζουμε. Κινούμαστε και φαίνονται οι διαθέσεις μας χωρίς να μιλάμε και αυτό έχει κάτι συγκινητικό και ειλικρινές. Πολλές φορές τα λόγια μας λένε ψέματα, ενώ οι κινήσεις μας, το βλέμμα μας, ο τρόπος που καθόμαστε, οι σχέσεις μας με το αντικείμενο είναι πιο αληθινά», σημειώνει ο Φιντέλ Ταλαμπούκας εξηγώντας ότι αυτή η σιωπηλή συνθήκη που επικρατεί, ήταν ένα από τα στοιχεία που τον γοήτευσαν εξαρχής στο «Σπίτι».

«Μου αρέσει η ησυχία και μου αρέσει πάρα πολύ αυτού του είδους το θέατρο. Η έλλειψη λόγου. Έχουμε πει πάρα πολλά, έχουμε μιλήσει πάρα πολύ και μερικές φορές χρειάζεται να υπάρχει και αυτή η απουσία του λόγου. Μπορούμε να μιλήσουμε με άλλους τρόπους. Παράλληλα μου αρέσει πολύ να βλέπω το σκηνικό να είναι τόσο ενεργό στη διαμόρφωση του έργου, να είναι συμπρωταγωνιστής. Οι χώροι είτε είναι άδειοι είτε κατοικούνται, με έναν τρόπο με συγκινούν».

Η εικόνα του παραθύρου του σπιτιού αρχίζει σιγά σιγά να χαλάει. Όλα τα κομμάτια του παζλ, ήχος, κίνηση, σκηνικό, χώρος, βίντεο, σαν ένα σώμα που σταδιακά μετακινείται και οδηγείται σε μια «έκρηξη». «Είναι σαν ένα μηχανισμός που μετατοπίζεται και προσπαθεί να λειτουργήσει σε μια κανονικότητα χωρίς να λειτουργεί κανονικά όμως και κάποια στιγμή γίνεται έκρηξη όλων των στοιχείων», εξηγεί ο Φιντέλ Ταλαμπούκας.

«Είναι πολύ δύσκολο να το ορίσεις με μία λέξη και όταν λέμε βία, τι είναι βία; Τι είναι βία αλήθεια; Έχει πάρα πολλές μορφές. Υπάρχει ας πούμε η βία της συμβίωσης που μπορεί να υπάρχει στον λόγο αλλά και στη σιωπή. Μεταξύ μας η πρόθεση είναι να μην υπάρχει. Η σχέση που φαίνεται να διαμορφώνεται είναι μια ήπια συμβίωση οπότε είναι περισσότερο αυτό που έρχεται απ’ έξω, που θες να ξορκίσεις και που όμως αυτό υπάρχει και δεν μπορείς να το αγνοήσεις», αναφέρει η Αλεξία Καλτσίκη.

Τα συναισθήματα των συγκατοίκων ανάμεικτα, όχι τόσο καθαρά. «Έχω την αίσθηση ότι όλος ο κώδικας της παράστασης είναι ενδιάμεσος. Νιώθω ότι τα πράγματα λειτουργούν πιο υπαινικτικά», επισημαίνει η Αλεξία Καλτσίκη.

«Οπότε η αντίδραση αυτών των ανθρώπων είναι και αυτή ενδιάμεση, όπως και όλη η λειτουργία είναι σαν η αναμονή ενός πράγματος που ξέρεις ότι θα έρθει αλλά μπορεί και να μην έρθει, αλλά όταν έρχεται οι άμυνες σου απέναντι σε αυτό είναι μεν εδώ σε αυτό που συμβαίνει αλλά την ίδια στιγμή υπάρχει και μία αποδοχή της καταστροφής και αυτό έχει διαφορετικές εκφάνσεις. Και το σπίτι τελικά μπορεί να είναι οι μνήμες σου, μπορεί να είναι ο ίδιος σου ο εαυτός, η χώρα, η ιστορία της. Η στιγμή που όλα γίνονται ξαφνικά ένα. Πολλές φορές το λέμε ρέκβιεμ, είναι ένας αποχαιρετισμός, ένας μικρός θάνατος. Σε αυτούς τους αποχαιρετισμούς πώς μπορείς να τα ορίσεις τα πράγματα; Δεν είναι ενδιάμεσα; Δεν μπορείς να μιλήσεις μόνο για θλίψη ή για θυμό, είναι πολλά μαζί.»

O βίαιος κόσμος μας

Βάζοντας στο τραπέζι τη βίαιη πραγματικότητά μας, και οι δύο προβληματισμένοι σε μια στιχομυθία με ερωτηματικά που δεν στερεύουν, με σκέψεις που δεν σταματούν, πιθανές εξηγήσεις και αισθήσεις.  

Φιντέλ Ταλαμπούκας: Εμένα μου κάνει εντύπωση ότι, ενώ υπάρχει τόση βία ταυτόχρονα υπάρχει και αυτό το περίεργο κομμάτι απόκρυψης της βίας. Είναι πολύ περίεργο πώς δεχόμαστε να βλέπουμε συνέχεια βίαια γεγονότα, την επίδραση που έχουν πάνω μας χωρίς να μπορούμε να αντιδρούμε σε αυτό με τίποτα.

Αλεξία Καλτσίκη: Εγώ νιώθω ότι υπάρχει μια εξοικείωση με τη βία και το κακό. Κατακλυζόμαστε και από ειδήσεις και από εικόνες οι οποίες είναι τρομακτικά βίαιες, είτε είναι μυθοπλασίας είτε είναι πραγματικής βίας και υπάρχει μια εξοικείωση. Υπάρχει η αίσθηση ότι όλα αυτά είναι τόσο αληθινά που μπορεί να είναι και ψέματα. Υπάρχει μια σύγχυση μεταξύ αλήθειας και πραγματικότητας. Μας κατακλύζει τόσο πολύ η πραγματικότητα με όλα της που πια ακόμα και η ανθρώπινη ύπαρξη έχει χάσει την αξία της. Δεν νομίζω ότι γίνονταν τέτοια πράγματα σε αυτή τη συχνότητα παλαιότερα. Είναι σαν μετά την πανδημία κάτι να έχει μετακινηθεί στον ψυχισμό μας και κατά μόνας και στο σύνολο. Θεωρούμε αυτονόητα πράγματα που δεν είναι. Πράγματα που είναι απάνθρωπα τα δεχόμαστε. Υπάρχει ένα είδος αναισθητοποίησης, επειδή υπάρχει τεράστιος βομβαρδισμός. Μια περίοδος που πολλά δεδομένα είναι ρευστά και υπό αμφισβήτηση. Δεν είσαι σίγουρος πώς θα είναι ο κόσμος του χρόνου. 

Φ.Τ: Ναι, έχουμε εξοικειωθεί με την ιδέα ενός «τρελού κόσμου», αυτή η φράση που επαναλαμβάνουμε όλοι: «Έχει τρελαθεί ο κόσμος!». Πιστεύω και πιο παλιά υπήρχε αλλά τώρα όλα επικεντρώνονται σε αυτό. Ταυτόχρονα όμως δεν μπορούμε να δούμε τα πράγμα από λίγο πιο έξω.

Α. Κ: Όχι, εγώ αδυνατώ. Δεν έχω καθαρή κρίση. 

Φ.Τ: Κάποια στιγμή υπάρχει ένα βίντεο στην παράσταση από τη Συρία, το οποίο είναι πραγματικά τρομακτικό. Πιστεύω ότι αυτό πρέπει να το δούμε, έστω κάποιοι θα καταλάβουν, θα νιώσουν στο πετσί τους ότι αυτοί οι άνθρωποι έφυγαν από εκεί γιατί δεν μπορούσαν να κάτσουν εκεί, δεν γίνεται. Θεωρώ ότι αυτά πρέπει να τα βλέπουμε, γιατί το μόνο που βλέπουμε είναι η προσωπική βία, η ατομική, έτσι ώστε να πιστέψουμε τελικά ότι ο κόσμος έχει τρελαθεί. Όταν πιστεύουμε ότι ο κόσμος και εμείς ατομικά έχουμε τρελαθεί, αρχίζουμε να χάνουμε την πίστη μας ότι μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα. 

Α.Κ: Για μένα έχει αλλοιωθεί ο τρόπος πρόσληψης. Ακόμα και αυτό που συνέβη στη χώρα μας, στη Θεσσαλία, ενώ είναι δίπλα, την ίδια στιγμή δεν μπορείς να συλλάβεις, να δεχτείς ότι σε επηρεάζει και σένα. Υπάρχει ένας τέτοιος κατακλυσμός και το αντιλαμβάνεσαι σαν έξω από σένα, το βλέπεις σαν αξιοθέατο. Είναι τέτοιος ο κατακερματισμός και το σφυροκόπημα. Μπορεί να κάνω και λάθος όμως. Η βία δεν είναι κάτι που τώρα υπάρχει, υπήρχε ανέκαθεν, την κουβαλάνε οι άνθρωποι από τότε που πρωτοϋπήρξαν σε αυτόν τον πλανήτη, αλλά το να την θεωρείς σαν κάτι αυτονόητο και δεδομένο; Εγώ νιώθω ότι υπάρχει αυτή η ηθική αλλοίωση, έχει σαπίσει πολύ πιο βαθιά η ανθρώπινη αντίληψη. Είμαι λιγάκι πιο απαισιόδοξη νομίζω.

Η παράσταση τέτοια ερωτήματα τα κινητοποιεί, δεν δίνει απαραίτητα απαντήσεις αλλά κινητοποιεί τη συζήτηση. Σε βάζει σε μία αναρώτηση σε σχέση με σένα και τον κόσμο που ζεις και ποιος τελικά είναι ο τρόπος. Εγώ ειλικρινά δεν γνωρίζω ποιος θα ήταν ο πιο ιδανικός τρόπος να αντισταθεί κανείς σε όλο αυτό. Νιώθω ανήμπορη και ανέτοιμη.

Info:

«Το Σπίτι» | Μικρή Σκηνή, Στέγη Ιδρύματος Ωνάση

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.