Ο εργασιακός χώρος ως ναός – Ο old boy γράφει για το “The Bear”

Ο ελέφαντας στην κουζίνα

Ο δεύτερος κύκλος του “The Bear” (θέμα της σειράς ένας υπερταλαντούχος και βραβευμένος σεφ που επιστρέφει στη γενέτειρά του, στο Σικάγο, για να αναλάβει το οικογενειακό σαντουιτσάδικο μετά την αυτοκτονία του μεγάλου του αδελφού) μάς προσφέρει εκτός των άλλων σε δύο από τα επεισόδια του δύο διαφορετικές λειτουργίες των πιρουνιών, καθώς δύο από τους ήρωες του τα χρησιμοποιούν με εντελώς διαφορετικό τρόπο, o οποίος και αντανακλά τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τη γενικότερη φάση τους σε εκείνο το σημείο της ζωής τους. 

Τα πιρούνια ως αντικείμενα που τα πετάει ένας σαραντάρης άντρας στον φίλο της μαμάς του, γιατί τον αντιπαθεί που του πάει κόντρα και του την λέει, γιατί νιώθει ότι προσπαθεί να πάρει τη θέση του μακαρίτη πατέρα του, αλλά κυρίως γιατί ο ίδιος έχει θέματα με εξαρτήσεις, γιατί ο ίδιος δεν τα πάει καλά με τον εαυτό του. Μα να πετάς πιρούνια και δη στο χριστουγεννιάτικο εορταστικό τραπέζι, με όλους τους συγγενείς και φίλους να έχουν ήδη καθίσει δίπλα σας; Αυτά τα κάνουν μόνο τα παιδιά και δη τα εντελώς κακομαθημένα. Και όσοι μοιάζουν μόλις τους γνωρίζεις χαρισματικοί, και μπορεί και να είναι χαρισματικοί, αλλά τελικά οδεύουν με τα φρένα σπασμένα προς το να τα κάνουν όλα μαντάρα στη ζωή τους. Τα πιρούνια που είναι τοποθετημένα πάνω στο τραπέζι και δίπλα στα πιάτα του καθενός, η συνήθης χρήση τους είναι έτοιμη να ενεργοποιηθεί, αλλά αίφνης εφευρίσκεται μια άλλη, καθώς δεν υπάρχει κανένας σεβασμός ούτε για τα ίδια, ούτε για τους συνδαιτυμόνες σου από τους οποίους τα παίρνεις, ούτε για εκείνον προς τον οποίο τα εκσφενδονίζεις, ούτε -κατεξοχήν- για σένα. Με αυτά τα πιρούνια δεν θέλω να φάω, δεν θέλω να γιορτάσω, θέλω να τα κάνω λίμπα, θέλω να επιτεθώ σε αυτόν που αντιπαθώ, γιατί εγώ δεν γνωρίζω φραγμούς, γιατί εγώ είμαι αυθεντικός, είμαι αντισυμβατικός, είμαι αλλιώς, γιατί δεν αντέχω να τον ακούω να λέει πως είμαι ένα τίποτα.

Αλλαγή εικόνας. Από την απόλυτη έλλειψη σεβασμού στην εσωτερίκευση της ανάγκης για επίδειξη υπέρμετρου σεβασμού, από τα πιρούνια ως όπλα στα πιρούνια ως ιερά αντικείμενα. Άλλος άντρας, σαρανταπεντάρης, νιώθει κι αυτός αποτυχημένος στα προσωπικά του, στα επαγγελματικά του, σε όλα του, εργαζόταν στο σαντουιτσάδικο και στο πλαίσιο της δημιουργίας νέου αναβαθμισμένου μαγαζιού υψηλής κουζίνας στη θέση του σαντουιτσάδικου, τον στέλνουν να κάνει άσκηση σε τοπ εστιατόριο. Εκεί τον βάζουν επί μέρες να μην κάνει τίποτα περισσότερο απ’ το να πλένει και να στεγνώνει τα πιρούνια. Κι όταν βρουν σε κάποιο έναν μικροσκοπικό λεκέ και του πουν ότι δεν κάνει καλά τη δουλειά του κι εκείνος πάει να αγανακτήσει με την υπερβολή, θα τον κατηχήσουν. Ο συγκεκριμένος εργασιακός χώρος δεν είναι απλά ένας εργασιακός χώρος, δεν το έχει καταλάβει; Εδώ είναι κουζίνα εστιατορίου με τρία αστέρια Μισελέν. Αν δε σέβεσαι το πιρούνι στο βαθμό του να μην μπορεί να ανευρεθεί πάνω του οτιδήποτε, έστω και με μικροσκόπιο, δε σέβεσαι τους ανθρώπους του μαγαζιού, δε σέβεσαι τους πελάτες, αποδέχεσαι το ενδεχόμενο ο λεκές να γίνει αντιληπτός, η εμπειρία την οποία έχουν έρθει οι πελάτες να απολαύσουν να κηλιδωθεί, η υπηρεσία την οποία προσφέρει αυτός εδώ ο χώρος να κηλιδωθεί, η φιλοξενία που παρέχει αυτός εδώ ο χώρος να εκπέσει από το ανώτατο δυνατό επίπεδο. Εδώ που βρίσκεσαι δεν είσαι εργαζόμενος, είσαι μέλος σέχτας. Εδώ, κάθε μέρα που είμαστε ανοιχτά, κάθε μέρα που υποδεχόμαστε πελάτες, όλοι μαζί, αφεντικά, εργαζόμενοι και πελάτες, γινόμαστε κοινωνοί μιας ιερότητας: θα δώσουμε ό,τι έχουμε και δεν έχουμε ώστε τα πιάτα που θα γευτούν να ανατινάξουν τα μυαλά τους στον αέρα, να στείλουν την ψυχή τους στην κόλαση και τον παράδεισο, ίσως ακριβώς επειδή εδώ στη Δύση κόλαση και παράδεισος δεν υπάρχουν πια, ίσως επειδή ακριβώς εδώ στη Δύση πρέπει να βρούμε υποκατάστατα της ιερότητας, της μυσταγωγίας, της τελετουργίας, υποκατάστατα του νοήματος. Το νόημα για μας είναι κάθε μέρα στο ιερό της δουλειάς μας να μην μπορεί να ανευρεθεί πουθενά η παραμικρή κηλίδα. Έτσι κάθε μέρα της ζωής μας είναι μια μέρα που τα δίνουμε όλα για να αγγίξουμε ένα ιδανικό αυτοβελτίωσης και δια αυτής και δια του συλλογικού αποτελέσματος στο εστιατόριο με τα άστρα ένα ιδανικό πλήρωσης. Και παρά την αρχική του αγανάκτηση ο άντρας πείθεται. Και αντί να αντιμετωπίσει τα αδιέξοδά του πετώντας πιρούνια, τα γυαλίζει ως εκεί που δεν παίρνει. Μπορεί να μην έχει σκίσει ως τώρα στη ζωή του, αλλά αντί να αφήσει την απελπισία να τον παρασύρει, θα προσπαθήσει να σέβεται τα πιρούνια, τον εαυτό του, τους γύρω του. Και θα το πάρει αλλιώς γυρνώντας στην παλιά δουλειά: «Φοράω κουστούμια τώρα». Και είναι ωραίο που φοράει κουστούμια τώρα, ίσως γιατί εκτός από δυο διαφορετικές χρήσεις των πιρουνιών υπάρχουν και δυο διαφορετικές λειτουργίες των κουστουμιών: αυτά που φοράς γιατί αντιστοιχούν στο επαγγελματικό και κοινωνικό σου στάτους και σε ξεχωρίζουν από τους άλλους που (θεωρείς ότι) έχουν κατώτερο κοινωνικό στάτους κι εκείνα που φοράς γιατί σε κάνουν να νιώθεις καλύτερα με τον εαυτό σου, σε κάνουν να τα βρίσκεις με τον εαυτό σου, σε κάνουν να νιώθεις ότι το στάτους σου είναι το στάτους ενός ανθρώπου που προσπαθεί να βρει μια γόνιμη διέξοδο από την αυτολύπηση, τη ματαίωση, το θυμό, την απόγνωση, το πέταγμα πιρουνιών.

Το “The Βear” βρίσκεται αρκετά ως πολύ κοντά στο «Σημείο Βρασμού» τόσο θεματικά όσο και ως ατμόσφαιρα, αλλά και στο «Άκοπο Διαμάντι» καθόλου θεματικά μεν, πολύ ως ατμόσφαιρα όμως και ως το πίσω απ’ αυτήν, ως προς την διαρκή τσίτα και ένταση, που γεμίζει την καθημερινότητά σου σαν το πιο εθιστικό ναρκωτικό. Η πίεση που ο κεντρικός ήρωας της σειράς, ο Κάρμι, επιβάλλει στον εαυτό του και στους άλλους στο μαγαζί, δεν είναι η πίεση που προέρχεται καθ’ ολοκληρία από εξωτερικές συνθήκες, δεν είναι η πίεση που προέρχεται απ’ το ότι αν θέλουμε να τα βγάλουμε πέρα δεν γίνεται αλλιώς, δεν είναι μόνο αυτό που μας περικυκλώνει και μας κόβει την ανάσα, είναι κυρίως αυτό που περικυκλώνοντάς μας μας νοηματοδοτεί, είναι αυτό που κόβοντάς μας την ανάσα μας την επιστρέφει κιόλας, είναι αυτό που μας δίνει ζωή. Η σκληρή δουλειά ως νόημα ζωής. Από την άλλη μήπως κάπου ξεχνάμε ότι αναφορικά με τους εργαζόμενους στο ένα ή το άλλο εστιατόριο – ναό, έχουμε να κάνουμε με μισθωτή εργασία; Γιατί ναι, φυσικά, το να νιώθεις καλά με τη δουλειά που κάνεις ως εργαζόμενος είναι θεμελιώδες, η αλλοτρίωση από το αντικείμενο της εργασίας σου είναι θανάσιμο πράγμα· γιατί ναι, επίσης εννοείται, οι ξεπέτες, η λούφα, η ελάχιστη προσπάθεια, αλλά και πέραν αυτών, η συνταγή, η έλλειψη ανανέωσης και εξέλιξης, η καθημερινή μηχανική επανάληψη των ίδιων κινήσεων δεν σε πάνε πουθενά· γιατί ναι, να παλεύουμε για να γινόμαστε όλοι καλύτεροι στη δουλειά μας, καμία απολύτως αντίρρηση. Αλλά ας είναι ο χώρος εργασίας και ιερό και πεδίο ατομικής και συλλογικής ανέλιξης και οτιδήποτε, με την απαράβατη προϋπόθεση να μην ξεχνάμε πως παραμένει χώρος εργασίας, πως εδώ ο σεβασμός των εργασιακών δικαιωμάτων είναι πρωταρχικός, πως τέλος μπορεί να υπάρχει και το ψυχικό αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας σου (και είναι ευχής έργο να υπάρχει), αλλά το κατεξοχήν αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας σου είναι ο μισθός σου. 

Από εκεί και πέρα η μετατροπή του “Βeef” σε “Βear”, του παλιού ανίερου, λερού και χαώδους μαγαζιού σε εστιατόριο που θέλει να κερδίσει τα δικά του άστρα Μισελέν, προσπαθεί να κρύψει τον ελέφαντα στη κουζίνα: όλη αυτή η ιεροσύνη είναι υπηρεσία που τελικά χρεώνεται. Και ποιος μπορεί να πληρώσει για τα συγκεκριμένα μενού; Το παλιό κοινό του “Βeef” που έπαιρνε το μπέργκερ του, το χοτ ντογκ του και τα μακαρόνια του; Μάλλον όχι πια, η φτώχεια τους είναι ανίερη κι αυτή. Το ζευγάρι των εκπαιδευτικών που έκανε οικονομίες καιρό για να δειπνήσει στο τοπ εστιατόριο και που θα του το κάνουν τελικά και δώρο το δείπνο, δεν είναι παρά η εξαίρεση στον κανόνα. Τα μαγαζιά αυτά δεν είναι για ανθρώπους που δεν τους περισσεύουν τα λεφτά ή έστω η διάθεση να ξοδέψουν λεφτά που δεν τους περισσεύουν για μια βραδιά φαγητού. Και το ερώτημα βέβαια εδώ παραμένει: αν καταφέρεις τελικά να πας στο τοπ εστιατόριο τι αγοράζεις; Τις ίδιες τις τοπ γεύσεις; Την ίδια την τοπ περιποίηση και εξυπηρέτηση; Ή μόνο εν μέρει αυτά και κατά το υπόλοιπο και ίσως και το μεγαλύτερο μέρος, την ιδέα τους, την προβολή τους στο φαντασιακό σου; Τέλος, όσο για τη σχέση ανάμεσα στο hospitality ενός εστιατορίου και στη λέξη “hospital”, ας μην τα βάζουμε στην ίδια πρόταση ούτε ως σχήμα λόγου ούτε ως αστείο. Αν ζούμε σε μια κοινωνία και σε ένα σύστημα όπου σημαντικότερος στο ζευγάρι είναι ο υπερταλαντούχος σεφ και όχι η γιατρός, τα αστέρια Μισελέν και όχι το να χειρουργείς στα επείγοντα, κάτι πάει πολύ λάθος. 

 

Ακόμα κι αν όλα τα παραπάνω δίνουν διαφορετική εντύπωση, η σειρά είναι εξαιρετική, εντελώς εθιστική και χρειάζονται μερικές επιπλέον χιλιάδες λέξεις για να ασχοληθείς πιο αναλυτικά με τους ήρωές της και το πώς τοποθετείται τελικά ο καθένας τους στο σταυροδρόμι ανάμεσα στο εξελίσσομαι ή μένω ίδιος. Καθόλου δεν θα πρωτοτυπήσω, κάνοντας ειδική μνεία στο έκτο επεισόδιο του δεύτερου κύκλου (“Fishes”). Αν δεν έχετε όρεξη να δείτε όλη τη σειρά, αφιερώστε μια ώρα και έξι λεπτά απ’ τη ζωή σας για να δείτε μόνο αυτό. Ούτως ή άλλως τους περισσότερους ήρωες του επεισοδίου και εμείς πρώτη φορά εκεί τους γνωρίζουμε, αφού πρόκειται για επεισόδιο με φλας μπακ και εκτός ροής. Έχει μέσα του μια χωρίς υπερβολή καθηλωτική ερμηνεία από τη Τζέιμι Λι Κέρτις, έχει την τεράστια στόφα της Σάρα Πόλσον που της αρκούν λιγοστές και όχι τόσο αβανταδόρικες σκηνές για να λάμψει, έχει μια από τις σύγχρονες τηλεοπτικές θεότητες, τον Μπομπ Όντενκερκ, έχει τον εκρηκτικά εκρηκτικό Τζον Μπερντάλ, έχει τους μόνιμους πρωταγωνιστές, τον Τζέρεμι Άλεν Γουάιτ ως Κάρμι, τον φοβερό και τρομερό Έμπον Μος Μπάκραχ ως Ρίτσι, έχει την παλιά κλάση του Όλιβερ Πλατ ως Σίσερο, έχει την εξαιρετική  Άμπι Έλιοτ ως Σούγκαρ. Δεν έχει, αλλά δεν γίνεται να μην αναφέρουμε την Άγιο Αντεμπίρι ως Σίντνεϊ, τον Λάιονελ Μπόις ως Μάρκους, τη Λίζα Κολόν-Ζάγιας ως Τίνα. Που σε ένα άλλο επεισόδιο τραγουδάει καραόκε. Και δε σε νοιάζει κανείς ελέφαντας στη κουζίνα, γιατί το νόημα ήταν πάντα οι άνθρωποι και οι διαδρομές μέσα από τις οποίες πλησιάζουν στο φως.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.