Η Εύα Νάθενα μιλά στο ελc για τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη που ζωντανεύει με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στη μεγάλη οθόνη

«Η δική μου ανάγνωση είναι ότι η Φόνισσα δεν φύτρωσε. Τη Φόνισσα τη δημιούργησε μία ολόκληρη κοινωνία, μία κοινωνία που παρήγε γυναίκες σκληρές σαν τη μητέρα της»

Η ιστορία της Χαδούλας, της Φραγκογιαννού, της ηρωίδας του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη που σκότωνε μικρά κορίτσια, γιατί πίστευε ότι έτσι τα λυτρώνει, ότι τα σώζει από μία σκληρή και προδιαγεγραμμένη μοίρα, ζωντανεύει στη μεγάλη οθόνη με την υπογραφή της Εύας Νάθενα. Η διακεκριμένη ενδυματολόγος και σκηνογράφος ξεκίνησε να μελετά τη «Φόνισσα» το 2010. Μέσα της φώλιασε η σκέψη ότι το παπαδιαμαντικό κείμενο πρέπει να γίνει ταινία. Και η σκέψη αυτή έγινε πράξη. Η ίδια δεν επιδίωξε ν΄ αναλάβει τη σκηνοθεσία. Ήρθαν έτσι όμως τα πράγματα και τελικά εκείνη βρέθηκε στο σκηνοθετικό τιμόνι.

Μέσα από τη «Φόνισσα» δεν θέλει να μιλήσει για τη βία που άσκησαν οι άντρες στις γυναίκες. «Αυτό είναι γνωστό», επισημαίνει. Θέλει να μιλήσει για τη βία που άσκησαν οι γυναίκες στις γυναίκες, για τη βία που αναγκάστηκαν ν’ ασκήσουν οι γυναίκες στις κόρες τους δίνοντάς τους κακοποιητικά αντισώματα για ν΄ αντέξουν αυτό που τις περίμενε. Οι γυναίκες αλλά και οι άντρες θύματα μιας αμείλικτης πατριαρχικής κοινωνίας.

«Μπορεί η Ιστορία να έχει δείξει ότι δεν ειρήνευσαν τα δύο φύλα και ενδεχομένως να μην ειρηνεύσουν ποτέ, όμως ο καθένας πρέπει να βρει την ειρήνη μέσα του και να κοιτάξει τον άνθρωπο.». Αυτό είναι το μήνυμα που στέλνει η Εύα Νάθενα. Γιατί, όπως της είπε ένας φίλος, «Η Φόνισσα είναι μια ταινία για τον άνθρωπο»

 

©Marilena Anastasiadou

 

©Marilena Anastasiadou

 

Πώς βρεθήκατε στο σκηνοθετικό τιμόνι της «Φόνισσας»;

Δεν το επιδίωξα. Δούλευα αυτό το αφήγημα πολλά χρόνια. Από ένα σημείο και μετά άρχισα να κρατάω σημειώσεις. Στην προσπάθειά μου να συμφιλιωθώ με την τεχνολογία άνοιξα ένα φάκελο σ΄ ένα λάπτοτ που μου είχαν κάνει δώρο. Τιτλοφόρησα αυτόν τον φάκελο ως «ταινία» με τη βεβαιότητα ότι αυτό το αφήγημα πρέπει να γίνει ταινία για ν΄ αποτυπωθεί σωστά. Όπως λέει και ο Ελύτης στο βιβλίο «Η Μαγεία του Παπαδιαμάντη» που γράφτηκε το 1976, μόνο ο φωτογραφικός φακός θα μπορούσε να αποτυπώσει σωστά τη λόγια γλώσσα του συγγραφέα. Δίσταζα επίσης να δώσω σε αυτό τον φάκελο τον τίτλο «Φόνισσα». Το ερμήνευα εικαστικά. Η αισθητική του Παπαδιαμάντη περιέχει μια ηθική μέσα της. Ήθελα να συλλάβω όλα τα νοήματα, κρυφά και φανερά, που είχε να δώσει αυτό το αφήγημα. Το έκανα αυτό γιατί, αν κάποτε η «Φόνισσα» γινόταν ταινία, ήθελα να είμαι προετοιμασμένη σωστά. 

Δημιουργήθηκε από την εμπλοκή μου αυτή μία ανέκδοτη ιστορία με τον Αλεξάντερ Πέιν. Το 2013, ενώ δούλευα τρία χρόνια τη «Φόνισσα», τον είδα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και του είπα ότι πρέπει να κάνει μία ταινία στην Ελλάδα. «Δώσε μου ένα καλό σενάριο», ήταν η απάντησή του. «Θα το βρείτε σε κάποιο αφήγημα του Παπαδιαμάντη, αλλά για να μην κουράζεστε το κορυφαίο είναι η Φόνισσα», του είπα. Το σημείωσε στο μπλοκάκι του και μου είπε ότι σ’ ένα χρόνο θα ξέρει τόσο καλά ελληνικά ώστε να το διαβάσει. Αυτό φυσικά δεν συνέβη. 

 

©Marilena Anastasiadou

 

©Marilena Anastasiadou

 

Το 2020 ανήμερα της εορτής μου διηγήθηκα αυτή την ιστορία σε μια παρέα και τελείωσα την εξιστόρηση λέγοντας «Δεν πειράζει, κάποιος άλλος θα κάνει την ταινία». Τότε ένας άνθρωπος από την ομήγυρη, στον οποίο χρωστάμε την έμπνευση της στιγμής, είπε «Εγώ θα την κάνω αυτή την ταινία». Με το που άκουσα την επιθυμία ενός ανθρώπου να κάνει την ταινία μέστωσε στο μυαλό μου η σκέψη να γίνει αυτή η ιδέα πράξη. Το ίδιο βράδυ τηλεφώνησα στην Κατερίνα Μπέη και της είπα «Ξεκίνα το σενάριο και γω είμαι εδώ. Έχω δουλέψει πολύ.» 

Δύο χρόνια μετά ξεκίνησαν τα γυρίσματα. Δεν ευδοκίμησε η συνεργασία με τον άνθρωπο που εξέφρασε την επιθυμία να κάνει την ταινία. Η παραγωγή όμως αποφασισμένη να προχωρήσει άρχισε να σκέφτεται άλλους σκηνοθέτες. Έπεσαν στο τραπέζι τα ονόματα των πιο άξιων σκηνοθετών που έχουμε σε αυτή τη χώρα. Εγώ εξέφρασα την επιθυμία να είναι ο Παντελής Βούλγαρης εκείνος που θα κάνει την ταινία. Επειδή είχα εμπλακεί σε πολλά επίπεδα όλοι έβλεπαν αυτό που τελευταία είδα εγώ. Ότι θα μπορούσα ενδεχομένως ν’ αναλάβω εγώ τη σκηνοθεσία. Μια μέρα ο Διονύσης Σαμιώτης μου πρότεινε να κάνω εγώ την ταινία. Δίστασα. Είχε προηγηθεί όμως η συμβουλή του Δημήτρη Παπαδημητρίου, ο οποίος δεν είχε εμπλακεί μέχρι τότε στην ταινία, που μου επιχειρηματολογούσε ένα ολόκληρο βράδυ, γιατί έπρεπε να την σκηνοθετήσω εγώ. Το βασικό του επιχείρημα ήταν ότι είχα δουλέψει την ταινία ολιστικά. Ο Δημήτρης είχε προετοιμάσει το έδαφος για να μπορέσω «ν’ ακούσω» την πρόταση του Διονύση Σαμιώτη. Και πάλι οι δισταγμοί ήταν μεγάλοι. Ρώτησα τις ηθοποιούς και τους βασικούς συντελεστές και όλοι συμφώνησαν ότι εγώ έπρεπε να κάνω την ταινία. Και πείστηκα.

 

©Marilena Anastasiadou

 

Ποια είναι η δική σας ανάγνωση πάνω στο κείμενο του Παπαδιαμάντη;

Η δική μου ανάγνωση είναι ότι η Φόνισσα δεν φύτρωσε. Τη Φόνισσα τη δημιούργησε μία ολόκληρη κοινωνία, μία κοινωνία που παρήγε γυναίκες σκληρές σαν τη μητέρα της. Αυτές οι γυναίκες ήταν προορισμένες να μεγαλώσουν τις κόρες τους δίνοντάς τους κακοποιητικά αντισώματα για ν’ αντέξουν αυτό που τις περίμενε.

Δεν ήθελα να σταθώ στη βία που άσκησαν οι άντρες στις γυναίκες. Αυτό είναι γνωστό, το έχουμε δει και σε άλλες ταινίες. Ήθελα να πάω πιο πέρα. Ήθελα να μιλήσω για τη βία που άσκησαν οι γυναίκες στις γυναίκες, για τη βία δηλαδή που ήταν αναγκασμένες ν’ ασκήσουν οι γυναίκες στις κόρες τους. Οι γυναίκες για χρόνια μεγάλωναν διαφορετικά τις κόρες τους και διαφορετικά τους γιους τους. Και οι άντρες όμως σήκωσαν τον σταυρό τους μεγαλώνοντας μέσα σε στερεότυπα. Η κοινωνία ήθελε οι άντρες να είναι οπωσδήποτε σκληροί, ακόμα και αν δεν άντεχαν, να πιάσουν το όπλο, ακόμα και αν δεν θέλανε. Και δεν τους ήθελαν έτσι μόνο ο πατεράδες τους. Τους ήθελαν έτσι και οι μανάδες τους και αργότερα και οι γυναίκες τους. Το δικό μου μήνυμα μέσα από αυτή την ταινία είναι ότι μπορεί η Ιστορία να έχει δείξει ότι δεν ειρήνευσαν τα δύο φύλα και ενδεχομένως να μην ειρηνεύσουν ποτέ, όμως ο καθένας πρέπει να βρει την ειρήνη μέσα του και να κοιτάξει τον άνθρωπο.

 

©Marilena Anastasiadou

 

©Marilena Anastasiadou

 

Αν και δεν είναι στη ζωή, η μητέρα της Φραγκογιαννού δίνει το «παρών» στην ταινία. Μιλήστε μας για την απόφασή σας να είναι εκείνη παρούσα ως φάντασμα.

Αυτή ήταν μία από τις βασικές ιδέες μου. Ακόμα και γω που έχω χάσει τη μητέρα μου, τη φέρω, την κουβαλώ. Είμαστε οι καταγραφές μας και οι πρώτες μας καταγραφές προέρχονται από τη μητέρα μας. Οι καταγραφές αυτής της ηρωίδας είναι πολύ τραυματικές. Σε πολλά σημεία φανερώνει ο Παπαδιαμάντης ότι η μητέρα της την κακοποιούσε σχεδόν κάθε μέρα. Δεν θα μπορούσε να αναπαρασταθεί η κακοποιητική συμπεριφορά που δέχτηκε η Φραγκογιαννού, αν η μητέρα της δεν ήταν παρούσα στην ταινία. Η μητέρα της είναι «ζωντανή», την στοιχειώνει και μ΄ έναν τρόπο της οπλίζει το χέρι. Αν ένας άνθρωπος που κακοποιήθηκε ως παιδί, δεν διυλίσει το τραύμα του, θα στραφεί εναντίον του εαυτού του ή εναντίον των άλλων.

 

 

Η Φραγκογιαννού είναι θύμα της κοινωνίας;

Η Φραγκογιαννού είναι και θύμα και θύτης. Σίγουρα το χέρι της οπλίζει η βία που έχει υποστεί. Ο Παπαδιαμάντης δεν τη δικαιολογεί. Την αιτιολογεί όμως φανερώνοντας τις αιτίες των πράξεών της. Σκότωνε τα κορίτσια, γιατί πίστευε ότι έτσι θα τα λυτρώσει, ότι θα τα σώσει από αυτό που τα περίμενε. Πίστευε ότι το κάνει για καλό. Πίστευε ότι θυσιάζει τον εαυτό της για μία ιδέα που γεννήθηκε όταν ψήλωσε ο νους της. Ο νους της ψήλωσε γιατί της δόθηκε η κατάρα και η δωρεά του χρόνου. Της δόθηκε η κατάρα και η δωρεά του χρόνου σε μια εποχή που οι άνθρωποι δούλευαν όλη μέρα σαν τα ζώα και το βράδυ έπεφταν να κοιμηθούν σαν κούτσουρα. Γεννήθηκε ένα φιλάσθενο βρέφος, η εγγονή της. Έπρεπε να το εποπτεύσει και να κάτσει να το ξαγρυπνήσει. Από τα δεκαεφτά κεφάλαια τα εφτά είναι της αγρύπνιας, όπου «Ενθυμείτο η γραία…» Τι ενθυμείτο; Ενθυμείτο μία ολόκληρη ζωή, τόσο δύσκολη και τόσο σκληρή, χωρίς διαφυγή. Και αποφάσισε να μην περάσουν άλλα κορίτσια αυτά που πέρασε εκείνη.

Σήμερα οι ειδικοί θα έλεγαν ότι η Χαδούλα πάσχει από σχιζοτυπική διαταραχή. Η Χαδούλα είναι ένας χαρακτήρας που αποτυπώθηκε με ψυχιατρική ακρίβεια. Ο Παπαδιαμάντης ήξερε πολύ καλά τι έγραφε και γιατί το έγραφε. Ο Παπαδιαμάντης γνώριζε ότι το 1836 η Δημογεροντία της Σκοπέλου είχε στείλει ένα γράμμα στην κυβέρνηση ζητώντας να καταργηθεί ο νόμος της προίκας για να παύσουν οι ανομολόγητοι φόνοι θηλέων βρεφών. Έγραψε λοιπόν αυτό το αφήγημα για να φανερώσει αυτό που γινόταν, το οποίο η κοινωνία έκρυβε κάτω από το χαλί. Με αυτό τον τρόπο προκάλεσε.

Στον Παπαδιαμάντη όλα είναι συμβολικά. Οι μελετητές και οι ψυχίατροι λένε ότι τελικά αυτοί οι φόνοι είναι οι πολλαπλοί θάνατοι του ίδιου της του εαυτού. Η Χαδούλα αυτοκτονεί ως μητέρα, ως γιαγιά, ως σύζυγος, ως παιδί, μέχρι να παραδώσει τον εαυτό της μεταξύ ανθρώπινης και θείας δικαιοσύνης.

 

 

Μετά από τόσα χρόνια μιλάμε ακόμα για πατριαρχία.

Ναι, έτσι είναι. Σκεφτείτε ότι η Δημογεροντία της Σκοπέλου ζήτησε την κατάργηση της προίκας το 1836 και ο νόμος της προίκας καταργήθηκε το 1983. Αν αρχίσουμε ν’ αντιλαμβανόμαστε ποιο είναι το τραύμα, τότε θα μπορέσουμε να το θεραπεύσουμε. Ήταν πολύ ελπιδοφόρο ότι στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου έκανε πρεμιέρα η «Φόνισσα», υπήρχαν στο κοινό νέα παιδιά, αγόρια και κορίτσια. Με πλησίασαν μετά τις προβολές. Τότε είπα με μεγάλη ευγνωμοσύνη «Έχουμε ελπίδα». Άξιζε τον κόπο που κάναμε αυτή την ταινία μόνο και μόνο γι’ αυτό. 

 

Η ταινία άλλωστε ξεκινάει με τα λόγια του Ελύτη «Μια μέρα το παρελθόν θα μας αιφνιδιάσει με τη δύναμη της επικαιρότητάς του. Δε θα ‘χει αλλάξει εκείνο, αλλά το μυαλό μας.» 

Ο Παπαδιαμάντης ήταν σα να εκτοξεύτηκε στο μέλλον για να μιλήσει για το δικό μας τώρα. Θα ερχόταν κάποτε το πλήρωμα του χρόνου, μετά από αυτές τις κακοποιητικές συμπεριφορές, την υποτίμηση της γυναίκας, τα φονικά των θηλέων βρεφών, τα οποία ήταν ο σπόρος των τωρινών γυναικοκτονιών, για να πούμε «φτάνει». Η ταινία επιχειρεί να ερμηνεύσει το τότε για να μας βοηθήσει να καταλάβουμε το τώρα.

 

©Marilena Anastasiadou

 

Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που κληθήκατε ν΄ αντιμετωπίσετε;

Η μεγαλύτερη δυσκολία σχετίζεται με τη μουσική, την οποία υπογράφει ο Δημήτρης Παπαδημητρίου. Είχα μία ιδέα και του είμαι ευγνώμων που δέχτηκε να την υλοποιήσουμε. Ζήτησα η μουσική να εκτελείται από ένα και μόνο όργανο, την ανθρώπινη φωνή. Ο Δημήτρης επέτρεψε σ’ εμένα που είμαι σοπράνο και στη mezzo σοπράνο Άννα Παγκάλου να περάσουμε τη μουσική του ως νότες φωνής και όχι μουσικών οργάνων, να τη διασκευάσουμε μ’ έναν τρόπο μαζί με τον Νίκο Καραδοσίδη. Αυτή ήταν μία πολύ δύσκολη δουλειά. Ήταν τεράστια ευθύνη το να μην προδώσουμε τη μουσική του Δημήτρη Παπαδημητρίου. Για μένα αυτή ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία, γιατί μπορεί να έχω μουσικές σπουδές αλλά πιστεύω ότι δεν είναι καθόλου εύκολο να διαχειρίζεσαι τη δουλειά κάποιου άλλου.

 

Υπήρξαν στιγμές που η ιδιότητα της ενδυματολόγου και της σκηνογράφου υπερτερούσε της ιδιότητας της σκηνοθέτριας;

Συνεχώς. Αυτό ήταν ένα διαρκές κυνηγητό με τον εαυτό μου. Με το ένα χέρι πατινάριζα τα ρούχα, με το άλλο έφτιαχνα κάτι στο σκηνικό και μετά έτρεχα αμέσως στο μόνιτορ. Αυτό δεν σταμάτησε να γίνεται ούτε μία μέρα, ούτε μία στιγμή. Όλοι οι συνεργάτες μου μου έλεγαν να το σταματήσω αυτό, γιατί θεωρούσαν ότι με αποσπούσε. Τους εξηγούσα όμως ότι δεν μπορώ να δω πώς παίζει κάποιος αν δεν είναι όλα τέλεια. Ήταν βασική προϋπόθεση να είναι όλα στη θέση τους. Ας πούμε ότι έχω έναν χαρακτήρα που είναι εκπαιδευμένος να βλέπει τα λάθη. Το σωστό δεν φαίνεται, κυλάει στο βλέμμα. Το λάθος όμως φωνάζει και γω δεν τις μπορώ αυτές τις φωνές.

 

©Marilena Anastasiadou

 

Ήταν δική σας επιθυμία να υποδυθεί τη Φόνισσα η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη;

Με την Καρυοφυλλιά ξεκίνησα να δουλεύω πριν από είκοσι χρόνια. Από πολύ νωρίς νιώσαμε να μας συνδέει μία «συγγένεια». Μας ενώνει και τις δύο η τελειομανία. Η Καρυοφυλλιά είχε εκφράσει εδώ και χρόνια την επιθυμία να με δει σ’ ένα σκηνοθετικό σχήμα. «Όταν αποφασίσεις να σκηνοθετήσεις, εγώ θα σε στηρίξω», μου είχε πει. Δεν είχα καταλάβει όμως σε ποιο βαθμό το εννοούσε. Τη βραδιά εκείνη που ειπώθηκε η ιστορία που σας ανέφερα ήταν για μένα αυτονόητο ότι θα ήταν η Καρυοφυλλιά αυτή που θα υποδυθεί τη Φόνισσα. Δεν θα σήκωνα αλλιώς το τηλέφωνο για να πάρω την Κατερίνα Μπέη. Κάναμε τη «Φόνισσα» γιατί είχαμε τη Φόνισσα. Επειδή είχαμε την Καρυοφυλλιά έγινε αυτή η ταινία.

 

Ποιο είναι το πιο όμορφο σχόλιο που έχετε ακούσει μέχρι τώρα για τη «Φόνισσα»;

Το πιο όμορφο σχόλιο, το οποίο έχω ακούσει από ένα φίλο μου που είναι Διευθυντής Φωτογραφίας, είναι ότι «Η Φόνισσα είναι μια ταινία για τον άνθρωπο, όχι για τις γυναίκες». 

 

©Marilena Anastasiadou

 

 

Θα κάνατε στο μέλλον άλλη ταινία;

Νομίζω πως ναι. Η πρώτη ταινία που έκανα, μία μικρού μήκους με τον τίτλο «Αντιγόνη», ξεκίνησε από τις Φυλακές Νέων της Αυλώνας. Διδάσκω εκεί θέατρο και εικαστικά εδώ και τρία χρόνια. Ένα μάθημά μας κινηματογραφήθηκε παράγοντας αυτή την ταινία. Τα παιδιά κάθε φορά που πηγαίνω με ρωτάνε «Κυρία, πότε θα κάνουμε την επόμενη ταινία;». Οπότε δε νομίζω ότι θα ξεφύγω από αυτό. Δουλεύω μαζί τους τα τελευταία δυόμιση χρόνια ένα εικαστικό έργο που το επεξεργάζομαι όμως πάνω από είκοσι χρόνια, περισσότερα δηλαδή και από τη «Φόνισσα». Νομίζω ότι και αυτό το εικαστικό έργο θα ακολουθήσει τη διαδρομή αυτή. Θα κινηματογραφηθεί. Το μέσο θα είναι ο κινηματογραφικός φακός. Ίσως αυτή η περίοδος της ζωής μου με πάει προς τα εκεί. Θα το ακολουθήσω.

 

 

Cover photo ©Marilena Anastasiadou

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.