«Ζαν Ντι Μπαρί, η Ερωμένη του Βασιλιά» της Μαϊουέν: Οι Βερσαλλίες ως Barbieland

Ιστορίες παλατιών

Βλέπεις το «Ζαν ντι Μπαρί, η Ερωμένη του Βασιλιά» και σκέφτεσαι ότι δεν είναι μεν το πιο σύνηθες πράγμα στον κόσμο αλλά πάντως γίνεται, καμιά φορά μια ταινία να είναι ταυτόχρονα εντυπωσιακά θελκτική και εξίσου εντυπωσιακά κούφια· να την παρακολουθείς με απόλαυση, αλλά ταυτόχρονα, όσο προχωράει και όσο εξελίσσεται, να αναρωτιέσαι: ναι, αλλά τώρα εγώ τι ακριβώς βλέπω, τι είδους ιστορία είναι αυτή που διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια μου, γεμίζοντάς τα με γοητευτικότατα κάδρα (είτε πρόκειται για γενικά πλάνα παλατιών και κήπων έρημα από κόσμο, είτε πρόκειται για πλάνα σαλονιών γεμάτα κόσμο);

Κι αυτή η απορία, που όσο περνάει η ώρα μεγαλώνει, δεν μετατρέπει την απόλαυση σε ένοχη, αλλά την υπονομεύει: όταν η δύναμη των εικόνων και η σαγήνη των κάδρων χρησιμοποιείται για να φιλοξενήσει μια μπανάλ, αν όχι και εκτός τόπου και χρόνου και ιστορικού πλαισίου, πλοκή, τότε παύεις να απολαμβάνεις και αρχίζεις να τσινάς, προσπαθώντας να πιαστείς από κάπου μπας και σώσεις την ταινία μέσα σου. Δεν τη σώζεις. Αν την ξαναπετύχαινες όμως μπροστά σου μελλοντικά, στην τηλεόραση ή σε κάποια πλατφόρμα, θα καθόσουν να την ξαναδείς; Διόλου απίθανο· αν έχει επικρατήσει το αποτύπωμα της σκηνοθετικής σαγήνης έναντι του αποτυπώματος της σεναριακής απογοήτευσης, τότε ναι, θα έχεις αποκτήσει με τη Ζαν ντι Μπαρί μια σχέση ένοχης απόλαυσης.

Χρησιμοποιώντας παραδείγματα δύο άλλων έργων που προβλήθηκαν στις κινηματογραφικές αίθουσες τον τελευταίο χρόνο, το “Spencer” και τον «Κορσέ», στο μεν “Spencer” o Πάμπλο Λαρέν πήρε μια πριγκίπισσα ποπ είδωλο (την Νταϊάνα) και δεν προσέφερε τίποτα διαφορετικό στην προϋφιστάμενη οπτική της, καλώντας μας να νοιαστούμε και να τη συμπονέσουμε για το πόσο ασφυκτιούσε στη ζωή στη βασιλική οικογένεια (ευχαριστούμε, δεν θα πάρουμε (στον δε «Κορσέ» η Μαρί Κρόιτσερ, πήρε τη στερεοτυπική εικόνα μιας άλλης πριγκίπισσας (της Σίσσυ) και την αναποδογύρισε, προσπαθώντας να μιλήσει πρώτα και κύρια για μια γυναίκα, την ψυχοσύνθεσή της, τις αναζητήσεις της, τις ιδιοτροπίες της, εκείνο που της έδινε ξεχωριστή ταυτότητα, την ταυτότητα που η ιδιαίτερα προνομιούχα θέση της της επέτρεπε να έχει, αλλά και το μη προνομιούχο φύλο της την απέτρεπε να έχει.

Στο ξεκίνημα του «Ζαν ντι Μπαρί» έχεις την αίσθηση ότι η Μαϊουέν (σκηνοθέτις, συνσεναριογράφος αλλά και πρωταγωνίστρια στον ομώνυμο ρόλο) θα κινηθεί αρκετά κοντά στα μονοπάτια της Κρόιτσερ και του «Κορσέ». Η Ζαν, νόθο παιδί ενός μοναχού και μιας υπηρέτριας, επιλέγει συνειδητά την δια της ασωτίας κοινωνική άνοδο από μια ζωή τίμιας και ηθικής εξαθλίωσης. Η ελευθεριότητά της ήταν ο δρόμος προς την ελευθερία της. Ναι, έγινε παλλακίδα, αλλά δεν ήταν θύμα, ήταν η συνειδητή της απόφαση. Την ίδια ώρα ήταν από μικρή βουτηγμένη στα βιβλία, μεγαλωμένη σε καλά σπίτια, στα οποία υπηρετούσε η μάνα της, δεν της έλειψε η μόρφωση.

Η Ζαν θα ανέβει και θα ανέβει στους κοινωνικούς κύκλους, μέχρι που θα φτάσει και στο παλάτι, μέχρι που ο βασιλιάς θα μαγευτεί από τα κάλλη της και την προσωπικότητά της και θα την εγκαταστήσει ως επίσημη μετρέσα του. Και επειδή τα ήθη κάθε εποχής, κάθε τόπου και κάθε τάξης μπορούν να κρύβουν αρκετά μεγάλες ειρωνείες αν ειδωθούν από το πρίσμα διαφορετικών εποχών, απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσει να έχει παρουσία στις Βερσαλλίες και δίπλα στον βασιλιά η Ζαν ήταν να έχει πρώτα παντρευτεί έναν ευγενή, ώστε να αποκτήσει έναν τίτλο. Έτσι, η ως τότε ανύπαντρη Ζαν, παντρεύεται για το τυπικό τον κόμη ντι Μπαρί, μένοντας έκτοτε στην ιστορία με το επώνυμό του. 

Η Ζαν λοιπόν μπαίνει για τα καλά στη ζωή του βασιλιά και του παλατιού. Και η Μαϊουέν μας παρουσιάζει ένα εντελώς εξιδανικευμένο πλάσμα, χωρίς το παραμικρό αληθινό ελάττωμα. Αγαπάει φουλ και μητρικά τον έφηβο γιο του κόμη ντι Μπαρί, μετά αγαπάει με τον ίδιο τρόπο τον Ζαμόρ, ένα μαύρο αγοράκι που της παίρνει δώρο και σκλάβο ο βασιλιάς, κυρίως αγαπάει φουλ και τον ίδιο τον βασιλιά, ενώ το μεγάλο ζήτημα και φόκους της ταινίας αρχίζει να είναι το πώς γίνεται δεκτή στους παλατιανούς κύκλους,  πόσο τη σνομπάρουν και της κάνουν μπούλινγκ οι κόρες του βασιλιά, το πόσο αρνείται να της μιλήσει και να τη νομιμοποιήσει η νεοφερμένη στις Βερσαλλίες και σύζυγος ακόμη του διαδόχου Μαρία Αντουανέτα.

Η Ζαν είναι ένα Νταϊανοειδές, ενώ εκεί έξω και ερήμην εντελώς της ματιάς μας, προετοιμάζεται και σιγοβράζει μια επανάσταση που θα αλλάξει την ιστορία του κόσμου. Ο Λουδοβίκος ο 15ος θα είναι ο τελευταίος βασιλιάς που θα προλάβει να πεθάνει στο κρεβάτι του, η Ζαν τον αγάπησε πολύ, ο Λουδοβίκος το ίδιο, ο διάδοχός του, Λουδοβίκος ο 16ος, είχε χρυσή ψυχή και ήταν ο μόνος που της φερόταν με ανθρωπιά, ενώ οι άλλες οι σκύλες την πολεμούσαν, κι ο Ζαμόρ ένας αχάριστος και αγνώμων τύπος, που αντί να εκτιμήσει πόσο καλά του είχε φερθεί, όταν γύρισε ο τροχός και βγήκαν μπροστά οι γκιλοτίνες, κάθε άλλο παρά στάθηκε στο πλευρό της. 

Δύο μόνο τελικά μπορεί να είναι οι εκδοχές: ή η Μαϊουέν και οι συνεργάτες της στο σενάριο είναι πολιτικά αφελείς και αβαθείς, ή το σενάριο μέχρι και αντιδραστικό το λες. Αλλά το βασικό πρόβλημα της ταινίας δεν είναι ο τρόπος που αποτιμά τη μία ή την άλλη ιστορική προσωπικότητα, δεν είναι καν το ότι επιλέγει να ασχοληθεί μόνο με τα του παλατιού. Είναι το ότι η ιστορία που αφηγείται εντός του παλατιού, έχει να κάνει με το αν η Ζαν ντι Μπαρί πολεμήθηκε από το περιβάλλον του παλατιού, χωρίς να γίνει ποτέ αληθινά αποδεκτή. Είναι η Μετρέσα με τη Χρυσή Καρδιά Μπάρμπι που δεν την παίζουν οι Γαλαζοαίματες Σκύλες Μπάρμπι, σε μια ιστορία που διαδραματίζεται στην Βarbieland, χωρίς να γίνει ποτέ η αντιδιαστολή της με τον πραγματικό κόσμο. 

Κάκιστος βαθμός σεναριακά, αλλά και εντυπωσιακός βαθμός σκηνοθετικά για τη Μαϊουέν, πανέμορφη, εντυπωσιακή, επιβλητική (την βαθμολογώ ως άντρας και για την εξωτερική της εμφάνιση, αντικειμενικοποιώντας την), αλλά και ντιπ αταίριαστη ως κινηματογραφικό ζευγάρι με τον Τζόνι Ντεπ, που ειδκά στις πρώτες σκηνές που εμφανίζεται μου θύμισε πολύ εμφανισιακά τον Νότη Μηταράκη. 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.