Βιομηχανικό Μουσείο Φωταερίου, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων

Η βιομηχανική κληρονομιά στο προσκήνιο

Το μουσείο μέσα από τα μάτια ενός επισκέπτη

Τα τελευταία χρόνια η Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων έχει φιλοξενήσει με επιτυχία πολυάριθμες συναυλίες, πολιτιστικές εκδηλώσεις, καλλιτεχνικές και εμπορικές εκθέσεις. Μέχρι τώρα, όμως, ο επισκέπτης δεν μπορούσε εύκολα να φανταστεί ότι κάποτε, σε αυτό το σύμπλεγμα διατηρητέων κτηρίων σε απόσταση αναπνοής από το κέντρο της πόλης, δέσποζε ένα επιβλητικό εργοστάσιο παραγωγής φωταερίου σε πλήρη λειτουργία. Με την ίδρυση του Βιομηχανικού Μουσείου Φωταερίου, του πρώτου βιομηχανικού μουσείου της πρωτεύουσας, επιχειρείται η γεφύρωση αυτού του κενού, η επανασύνδεση του χώρου με το ιστορικό παρελθόν του και η ανάσυρση της βιομηχανικής κληρονομιάς της πόλης από την αφάνεια

Τα αρχιτεκτονικά κελύφη που συναποτελούσαν τον πολιτιστικό χώρο της Τεχνόπολης αποκτούν τώρα μια καινούργια, επιπρόσθετη χρήση∙ μέσα από την εκ νέου νοηματοδότησή τους, προσφέρουν στον επισκέπτη σημαντικές πληροφορίες για την κατασκευή και τη λειτουργία του παλιού εργοστασίου φωταερίου (από το 1857 έως τη δεκαετία του 1980), τη διαδικασία παραγωγής φωταερίου και τη διανομή του για δημόσια, επαγγελματική και ιδιωτική χρήση. Μέρος του βιομηχανικού εξοπλισμού, μηχανήματα, μετρητές, εργαλεία και ενθύμια από την καθημερινή ζωή στο εργοστάσιο έχουν συντηρηθεί και εκτίθενται στον αρχικό τους χώρο. Καλογραμμένα και εύληπτα δίγλωσσα κείμενα (στα ελληνικά και στα αγγλικά) συνοδεύουν τα εκθέματα, μαζί με πλούσιο υποστηρικτικό υλικό, όπως αρχιτεκτονικά σχέδια, διαφημιστικές αφίσες και καταχωρήσεις, νομικά και εταιρικά έγγραφα, αποσπάσματα από τον τύπο, φωτογραφίες, οθόνες αφής, συρτάρια με «κρυμμένες» πληροφορίες, μακέτες κ.ά.

Ο χώρος δεν θυμίζει ψυχρή αποθήκη μηχανημάτων σε αχρησία, καθώς ο ανθρώπινος παράγοντας αναδεικνύεται επανειλημμένα μέσα από δυνητικά συγκρουσιακές αφηγήσεις, κάτι που διαφαίνεται εντονότερα στις ενότητες με θέμα το ανθρώπινο δυναμικό -εργάτες, τεχνίτες, επιστήμονες, διοικητικοί υπάλληλοι- και τους διαδοχικούς επιχειρηματίες/ιδιοκτήτες και διαχειριστές του εργοστασίου στο πέρασμα του χρόνου. Έτσι, μεταξύ άλλων, η έκθεση φέρνει στο προσκήνιο τις δυσχερείς συνθήκες εργασίας στο εργοστάσιο αξιοποιώντας σπάνια τεκμήρια, όπως ακουστικές μαρτυρίες μοναδικής αμεσότητας και προβαλλόμενες εικόνες που μαγνητίζουν το βλέμμα και το συναίσθημα. Επίσης, δεν παραλείπει να θίξει ζητήματα, όπως οι ανθυγιεινές συνθήκες διαβίωσης στην υποβαθμισμένη γειτονική συνοικία του Γκαζοχωριού και η αστική ανάπλασή της με την ανάπτυξη εμπορικών χρήσεων αναψυχής στη μεταβιομηχανική εποχή. Από την άλλη πλευρά, η έκθεση αναστοχάζεται γύρω από τη σημασία και τις κοινωνικές και οικονομικές προεκτάσεις μιας τολμηρής, καινοτόμας και παραγωγικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, την οποία ο χρόνος, η τεχνολογική εξέλιξη και οι μετέπειτα επιχειρηματικές πρακτικές κατέστησαν παρωχημένη και μη αποδοτική.

Είναι σαφές και από τα παραπάνω ότι το μουσείο δεν απευθύνεται αποκλειστικά και μόνο στους λάτρεις της βιομηχανικής τεχνολογίας και των τεχνικών αντικειμένων, αλλά παρουσιάζει ενδιαφέρον για ευρύτερες και διαφορετικές ομάδες κοινού, ενώ προσφέρει εκπαιδευτικά προγράμματα για παιδιά και ένα πλούσιο φάσμα παράλληλων εκδηλώσεων. Εκθέσεις τέχνης και φωτογραφίας, προβολές ταινιών και παραστάσεις θεάτρου σκιών εμπνέονται από τα επιτεύγματα αλλά και τις μη αναστρέψιμες συνέπειες της βιομηχανοποίησης και στοχεύουν στην ενίσχυση του ευρύτερου στόχου του μουσείου να προσφέρει στο κοινό μια ουσιαστική εμπειρία επίσκεψης.   

Μια ματιά στο μουσείο εκ των έσω

Κατά την αναζήτηση περισσότερων πληροφοριών από τους ίδιους τους πρωτεργάτες του μουσείου, μάθαμε ότι το αποτέλεσμα αυτό είναι προϊόν εργασίας περίπου 18 μηνών κατά τους οποίους συγκροτήθηκε μια άρτια επιστημονική ομάδα, η οποία μετέπειτα στελεχώθηκε από έμπειρους και εξειδικευμένους κατασκευαστές στο χώρο των μουσειακών εφαρμογών. Ο κεντρικός πυρήνας της ομάδας αυτής καθοδηγήθηκε από το διευθύνοντα σύμβουλο της Τεχνόπολης Κωστή Μπιτζάνη. Στο κομμάτι της έρευνας και της τεκμηρίωσης εργάστηκαν η καθηγήτρια σύγχρονης και βιομηχανικής ιστορίας στο πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Χριστίνα Αγριαντώνη ως επιστημονική υπεύθυνη, ο ιστορικός ερευνητής και μηχανολόγος Σάκης Χατζηγώγας και ο ιστορικός ερευνητής Γιάννης Στογιαννίδης. Η μουσειολογική επιμέλεια ανήκει στη μουσειολόγο και υπεύθυνη του τομέα Βιομηχανικού Μουσείου της Τεχνόπολης Μαρία Φλώρου και τη μουσειολόγο-αρχιτέκτονα Ερατώ Κουτσουδάκη-Γερολύμπου, οι οποίες είναι επίσης συνυπεύθυνες για τη διαχείριση του συνολικού έργου. Στο μουσειολογικό κομμάτι συνεργάστηκαν επίσης η μουσειολόγος Θάλεια Σπυριδάκη και η λέκτορας στο Πάντειο πανεπιστήμιο και μουσειολόγος Ανδρομάχη Γκαζή, η οποία είχε τη μουσειολογική επιμέλεια των κειμένων. Η έντυπη και ψηφιακή πληροφορία που βλέπει ο επισκέπτης, η οποία παίζει καθοριστικό ρόλο στην τελική εικόνα του μουσείου, φέρει την υπογραφή της γραφιστικής ομάδας antidot design studio. Ο καθηγητής αρχιτεκτονικής και βιομηχανικός σχεδιαστής Γιώργος Χαϊδόπουλος σχεδίασε ειδικά για το μουσείο τα εξωτερικά πετάσματα που ο επισκέπτης μπορεί να βρει στα διάφορα σημεία της βόλτας του. Στην αρχιτεκτονική μελέτη συνέδραμε επίσης η αρχιτέκτονας Κατερίνα Gabath. Η ομάδα των κατασκευαστών όλων των ειδών είναι πολυπληθής και είναι καταγεγραμμένη στο χώρο του σιδηρουργείου.

Η προσπάθεια για δημιουργία του πρώτου βιομηχανικού και τεχνολογικού μουσείου για την Αθήνα έχει ιδιαίτερη σημασία για την προσέλκυση νέων επισκεπτών, καθώς, «ενώ αυτή έχει καθιερωθεί ως πόλη αρχαίου κλέους, μπορεί πλέον να δείξει και ένα σύγχρονο προφίλ, και δη βιομηχανικό, εν μέσω μάλιστα παγκόσμιας κρίσης οικονομίας και πολιτισμού» όπως τονίζει η Ερατώ Κουτσουδάκη-Γερολύμπου, η οποία προτείνει μια συνομιλία του μουσείου με ένα σύνολο άλλων χώρων σε ένα διάλογο για τη φυσιογνωμία της Αθήνας του 20ού αιώνα: «Μαζί με το ανακαινισμένο Mουσείο Λαϊκής Τέχνης που περιμένουμε σε λίγα χρόνια, το οποίο θα παρουσιάζει τη ζωή σε ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο ζωής στην οδό Αδριανού, και άλλους βιομηχανικούς χώρους πέριξ της Αθήνας, όπως είναι οι εγκαταστάσεις του Λαυρίου και της Ελευσίνας, και μικροί φορείς που παρουσιάζουν φλοίδες ζωής της Αθήνας του Μεσοπολέμου -και λίγο προγενέστερων ή μεταγενέστερων περιόδων- όπως το Ίδρυμα Λητώς και Άγγελου Καντακουζηνού και το Μουσείο Χατζηκυριάκου-Γκίκα. Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να πει ότι θα μετέχει στο μέλλον σε μια βόλτα μέσω της οποίας θα ανασυστήνεται η ζωή στην πόλη με όλες τις πτυχές της και το Μουσείο Φωταερίου θα παίζει τον κυρίαρχο ρόλο στην ιστορία της βιομηχανίας της».

«Θα είμαστε πολύ χαρούμενοι αν καταφέρουμε να έχουμε τουλάχιστον τους μισούς από τους επισκέπτες της Τεχνόπολης οι οποίοι ξεπερνούν τους 600.000 ετησίως» μας λέει η επικεφαλής του Βιομηχανικού Μουσείου Μαρία Φλώρου. Εμείς ευχόμαστε οι προσδοκίες αυτές να ευοδωθούν και με το παραπάνω, ώστε περισσότεροι κάτοικοι και επισκέπτες της Αθήνας να την αγαπήσουν (ξανά) μέσα από διαδρομές παράλληλες με αυτές των αφανών ηρώων μιας εποχής που θυμίζει σε πολλά τη δική μας.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.