Ζήσε το βαλκανικό σου μύθο στη Γκούτσα

Το φεστιβάλ της Guca, τα χάλκινα πνευστά και η μαφιόζα turbo-folk ντίβα

Από το 1961, στο μικρό ορεινό χωριουδάκι Γκούτσα της Σερβίας, λαμβάνει χώρα κάθε χρόνο η μεγαλύτερη γιορτή χάλκινων πνευστών παγκοσμίως. Για μια εβδομάδα μέσα στον Αύγουστο συγκεντρώνονται οι (κατά κύριο λόγο τσιγγάνικες) μπάντες της Σερβίας και διαγωνίζονται παίζοντας παραδοσιακές μελωδίες των τσιγγάνων Roma των βαλκανίων, για την ανάδειξη της καλύτερης μπάντας. Πρόκειται για εξαιρετικά δεξιοτέχνες μουσικούς, που στην πλειοψηφία τους είναι αυτοδίδακτοι. Ο ίδιος ο Miles Davis φαίνεται να είχε δηλώσει εντυπωσιασμένος από την παικτική αρτιότητα των μουσικών στη Γκούτσα, λέγοντας ότι δεν μπορούσε να φανταστεί πως μπορούσε να παίξει κάποιος τρομπέτα με αυτό τον τρόπο. Πριν από δυο χρόνια μάλιστα είχαμε την ευκαιρία να δούμε στο Half Note την Boban Markovic Orchestra, μια από τις κορυφαίες μπάντες της Σερβίας που επί χρόνια κερδίζει το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό.

Ωστόσο, αυτό που θα δει κάποιος πηγαίνοντας στη Γκούτσα είναι, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, μια τυπικά βαλκανική ατμόσφαιρα, όπου ο διαγωνισμός χάλκινων πνευστών αποτελεί απλή αφορμή για γλέντι, αφού κανείς πραγματικά δε νοιάζεται για το ποια μπάντα θα κερδίσει το βραβείο. Στη Γκούτσα πας για να πιεις μπύρα και ρακίγια (τοπική ρακή), να  χορέψεις και να φας κρέας. Και όλα στον υπερθετικό βαθμό. Μετά από λίγες ώρες συνηθίζεις το θόρυβο του χωριού, με τα καφέ – μπαρ που παίζουν «πειραγμένη» βαλκανική μουσική με μπιτ, και τις μπάντες που παρελαύνουν στους δρόμους του χωριού μέχρι τη μεγάλη συναυλία. Ακολουθείς τις μπάντες για να ακούσεις το ξεσηκωτικό παίξιμό τους. Κι αν θέλεις να παίξουν μόνο για σένα; ένα καλό φιλοδώρημα και θα περικυκλώσουν με τα πνευστά τους το τραπέζι όπου κάθεσαι. Το μεγάλο πάρτι όμως γίνεται κάθε βράδυ, όταν οι μπάντες διαγωνίζονται επίσημα. Ο τελικός, όπως είναι φυσικό, αποτελεί το αποκορύφωμα του πάρτι, ένα τεράστιο γλέντι με τις μπάντες που έχουν προκριθεί και όλο το κοινό του φεστιβάλ συγκεντρωμένο στο μεγάλο στάδιο.

Βαλκάνιος: αυτός ο εξωτικός άλλος
Αν δεχτούμε ότι η πλειοψηφία των επισκεπτών βρίσκεται στη Γκούτσα με βασικό κίνητρο τη μουσική, οι τουρίστες πηγαίνουν και για έναν επιπλέον λόγο. Για να ζήσουν από κοντά όσα έχουν δει στις ταινίες του Εμίρ Κουστουρίτσα (ή στα βίντεο κλιπ της Άλκηστις Πρωτοψάλτη), να θαυμάσουν αυτό το «άλλο» που στα ρομαντικά μάτια του τουρίστα, φαντάζει εξωτικό. Ως προς αυτό, η Γκούτσα δεν σε απογοητεύει. Τις μέρες του φεστιβάλ το χωριό μετατρέπεται σε ένα τεράστιο τσαντίρι, όπου εκατοντάδες σκηνές έχουν στηθεί σε κάθε ελεύθερο σημείο του χωριού (με το αζημίωτο). Άνθρωποι πλένονται στο στάσιμο ποτάμι του χωριού. Αρνιά σουβλίζονται στους δρόμους και η έντονη μυρωδιά της τσίκνας σύντομα ποτίζει τα ρούχα και το δέρμα σου. Κόσμος σε κατάσταση μέθης χορεύει και τραγουδά στα δρομάκια του χωριού, σαν να έχει βακχέψει υπό τους ήχους της τρομπέτας, που δε σταματά ούτε στιγμή το διαπεραστικό της τραγούδι. Οι τσιγγάνικες μπάντες παίζουν δεκάδες φορές μέσα στη μέρα το ederlezi και το Kalashnikov, κομμάτια που έγιναν παγκοσμίως γνωστά από τον Γκόραν Μπρέγκοβιτς.

Είναι όμως πράγματι «αυθεντικά παραδοσιακή» η ατμόσφαιρα που επικρατεί κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ στη Γκούτσα; Ή είναι μια φολκλόρ παράσταση, όπου η παράδοση και τα στοιχεία που συναποτελούν τη σερβική ταυτότητα είναι το κυρίως πιάτο στο καθημερινό μενού του τουρίστα;

Όπως κάθε τι που αποκτά αυξανόμενη δημοτικότητα, έτσι και το φεστιβάλ φαίνεται να έχασε με τον καιρό τον αυθορμητισμό του και να έχει πλέον μετατραπεί σε ένα εμπορικό πανηγύρι. Τι πωλείται; Η παράδοση βέβαια και οτιδήποτε ορίζει τη σέρβικη ταυτότητα. Σαν ένα άλλο Μοναστηράκι, το χωριό είναι γεμάτο μικροπωλητές με σέρβικες σημαίες, δίκοχα της πρώην Γιουγκοσλαβίας, παραδοσιακές φορεσιές, στρατιωτικές στολές, κορνιζαρισμένες φωτογραφίες «αστέρων» της Σερβίας, μπλούζες, κούπες και κουκλάκια με φράσεις γραμμένες με το κυριλλικό αλφάβητο και οτιδήποτε ο καλός τουρίστας θα αγοράσει ως ενθύμιο αυτής της υπέρτατης βαλκανικής εμπειρίας.

Τι γνώμη έχουν όμως οι ίδιοι οι Σέρβοι για τη Γκούτσα;

Βρισκόμαστε σε μια χώρα η οποία για 10 περίπου χρόνια ταλανιζόταν από διαρκείς εμφύλιες συρράξεις, ενώ μόλις πριν από 13 χρόνια βομβαρδίστηκε από το ΝΑΤΟ. Περπατώντας στους δρόμους της, κοιτούσα τους ανθρώπους και σκεφτόμουν πόσοι από αυτούς να είχαν πάρει μέρος στον πόλεμο, πόσοι να είχαν μια τραγική ιστορία να διηγηθούν. Θυμάμαι τη συγκίνηση του Εμίρ Κουστουρίτσα όταν μου μιλούσε σε παλιότερη συνέντευξη για τη Γιουγκοσλαβία. Είναι νωπά ακόμη τα σημάδια στις αναμνήσεις των ανθρώπων, όπως νωπά είναι τα σημάδια του πολέμου στο Βελιγράδι, την πρώην μεγάλη πρωτεύουσα της ισχυρής Γιουγκοσλαβίας. Αυτό ίσως εξηγεί γιατί στη Γκούτσα τα σημάδια του σερβικού εθνικισμού είναι παντού. Η πλειοψηφία κρατάει την εθνική σημαία, φοράει δίκοχα, έχει τατουάζ πρώην στρατιωτικών, πολιτικών ηγετών, εγκληματιών πολέμου και σερβοορθόδοξων αγίων, ακούει στα αμάξια της παραδοσιακή μουσική της Σερβίας στη διαπασών, λατρεύει την Τσέτσα..

Δεν είναι όμως όλοι οι Σέρβοι έτσι. Σε όποια πόλη και αν βρέθηκα, οι (αρκετά ετερόκλητοι μεταξύ τους) άνθρωποι που γνώρισα είτε δεν έχουν πάει ποτέ στο φεστιβάλ της Γκούτσα, είτε, αν και έχουν πάει, δεν είχαν την πιο ενθουσιώδη αντίδραση στο άκουσμα του «εξωτικού» προορισμού μου. Είναι εκείνοι που θέλουν να αποκοπούν από όλα αυτά που σημαίνει η Γκούτσα. Θέλουν να αφήσουν πίσω τους την παράδοση, με τα όποια εθνικιστικά στοιχεία φωλιάζουν εκεί και τη στερεοτυπική εικόνα του βαλκάνιου.

Η Τσέτσα / mafia diva και το πανηγυρικό κλείσιμο του φεστιβάλ

Την τελευταία ημέρα του φεστιβάλ, μια ημέρα μετά τον τελικό και την απονομή των βραβείων, διεξάγεται μια μεγάλη συναυλία, με καλεσμένο έναν διάσημο καλλιτέχνη της χώρας. Το 2010 ήταν ο Γκόραν Μπρέγκοβιτς. Φέτος, η Τσέτσα. Στην Ελλάδα δεν τη γνωρίζουμε, παρότι πρόκειται για το μεγαλύτερο όνομα στα Βαλκάνια και όχι μόνο στη Σερβία, με φανατικό κοινό που τη λατρεύει, no matter what όπως θα δούμε.  Η Τσέτσα τραγουδάει turbo-folk, αυτό που ελληνιστί λέμε «σκυλάδικα» και εμφανισιακά θυμίζει Άντζελα Δημητρίου. Είναι η ζωντανή απόδειξη του plastic is fantastic και μόλις πριν λίγους μήνες ήταν στη φυλακή με τις κατηγορίες της οπλοκατοχής και φοροδιαφυγής. Υπήρξε παντρεμένη με τον Αρκάν Ζέλικο, μαφιόζο – εγκέφαλο του υποκόσμου, εγκληματία πολέμου, αρχηγό της παρακρατικής οργάνωσης «Τίγρεις του Αρκάν». Εκείνος της έκανε δώρο τις μεγαλύτερες επιτυχίες για τους δίσκους της και τα ακριβότερα βίντεο κλιπ. Ο Αρκάν δολοφονήθηκε το 2000 στο Βελιγράδι και πέθανε στα χέρια της. Έκτοτε, η Τσέτσα μπαινοβγαίνει στις φυλακές για φορολογικούς λόγους, ενώ έχει κληθεί για καταθέσεις και στη Χάγη. Καθ’ ότι μητέρα ορφανών από πατέρα τέκνων, η ποινή μετατράπηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό. Όσο καιρό ήταν «φυλακισμένη», οι θαυμαστές της αναρτούσαν πανό έξω από το σπίτι της όπου δήλωναν την αγάπη και τη συμπαράστασή τους. Εκείνη έβγαινε στο παράθυρο και τους χαιρετούσε. Τα κουτσομπολίστικα έντυπα της Σερβίας την είχαν πρωτοσέλιδο. Φυσικά οι fans δεν πιστεύουν λέξη από όσα ακούγονται. Στο χώρο της συναυλίας γινόταν το αδιαχώρητο. Δεν το είχαν σε τίποτα να σε ποδοπατήσουν για να μπουν μέσα.

Μα είναι δυνατόν; σκεφτόμουν συνέχεια. Εδώ είναι βαλκάνια, όλα είναι δυνατά..

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.