Ο Γιώργης Χριστοδούλου στο elculture.gr

"Χαίρομαι που η μουσική δεν με απογοήτευσε και συνεχίζει να μου δίνει τα δώρα της"

Ο Γιώργης Χριστοδούλου εμπνέεται από τον Μπωντλέρ και τα στενά της Βαρκελώνης και μας ξανα-συστήνεται στον καινούργιο του δίσκο ως *Flâneur. Η ευγενική του φυσιογνωμία αποτυπώνεται και στα τραγούδια του, που αυτή τη φορά είναι σε ισπανικούς και γαλλικούς στίχους, ενώ διατηρεί τον φυσικό ακουστικό ήχο που τόσο αγαπά. Τον συνάντησα την πρώτη μέρα του καλοκαιριού στο Pure Bliss, ένα χώρο που του ταιριάζει απόλυτα όπως παρατήρησε ο ίδιος και μου έδωσε την εντύπωση ενός ιδιαίτερα συνειδητοποιημένου ανθρώπου, με μεγάλη αγάπη και ενθουσιασμό για αυτό που κάνει.   

Elc: Πώς προέκυψαν τα κομμάτια του τελευταίου σου άλμπουμ;
Γιώργης Χριστοδούλου:
Θέλω να αφηγούμαι μια ιστορία που να με αφορά. Αυτή τη φορά η ιστορία έχει να κάνει με τη ζωή μου, με τη διαμονή μου στη Βαρκελώνη, με τα ταξίδια, τη Μεσόγειο, τους ανθρώπους που γνώρισα, τους δρόμους, τις συναυλίες, τις διαδρομές που έκανα. Ακριβώς επειδή τα τελευταία 4 – 5 χρόνια βρίσκομαι σε διαρκή κίνηση, όλα τα τραγούδια μιλούν για  τη διαδρομή, το ταξίδι, την κίνηση χωρίς σαφή προορισμό. 

Elc: Στο Flaneur τραγουδάς στα ισπανικά και στα γαλλικά. Καθώς η κάθε γλώσσα διαφέρει στον τρόπο εκφοράς της, έχεις την αίσθηση ότι το ίδιο τραγούδι θα το τραγουδούσες διαφορετικά στα ελληνικά και διαφορετικά σε μια άλλη γλώσσα;
Γ.Χ.:
Σαφώς, εννοείται. Το «φραζάρισμα», η αίσθηση της γλώσσας, είναι διαφορετικά. Τα χρώματα που μπορεί να πάρει η φωνή αλλάζουν ανάλογα με τη γλώσσα. Κάθε γλώσσα είναι ένας τρόπος σκέψης. Αποκαλύπτει συγκεκριμένες πτυχές για τον τρόπο που σκέφτεται ένας λαός. Εμένα αυτό με ιντριγκάρει πολύ. ‘Έτσι, για τους στίχους του Flaneur συνεργάστηκα με τον Alberto Mate,  έναν πολύ σπουδαίο ισπανό τραγουδοποιό – και ποιητή θα τολμούσα να πω και τη γαλλίδα Marthelene Gabon. Και στους δύο ζήτησα να μου γράψουν στίχους σε τραγούδια που τους έδωσα, έχοντας θέσει ένα πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο στο οποίο θα κινούνταν θεματικά. Συνήθως ξέρω από πριν το θέμα του τραγουδιού και βοηθάω στο πώς αυτός ο λόγος θα οργανωθεί ώστε να έχει ένα συγκεκριμένο θέμα, μια ιστορία,

Elc: Τα τελευταία χρόνια ζεις μεταξύ Αθήνας και Βαρκελώνης. Τι σε γοήτευσε στη Βαρκελώνη;
Γ.Χ.:
  Αυτά που με έχουν γοητεύσει δεν είναι τα τυπικά ισπανικά στοιχεία, το φλαμένκο ή οι ταυρομαχίες, αλλά η ίδια η πόλη της Βαρκελώνης, τα νησιά των Βαλεαρίδων, ο τρόπος με τον οποίο σκέφτονται, που φτιάχνουν τη μουσικής τους, ο τρόπος που συνεργάζονται.  Από τη στιγμή που θα πατήσεις το πόδι σου στη Βαρκελώνη συντονίζεις το βήμα σου με το ρυθμό της πόλης. Κι εμένα είναι ένας ρυθμός που μου ταιριάζει.

Elc: Έχεις κάνει στο παρελθόν αρκετές διασκευές σε ελληνικά κομμάτια διαφορετικών μουσικών ειδών, όπως το «Όλα τα λεφτά» και το «Die for you». Ήταν μια προσπάθεια να «μαλακώσεις» έναν πιο σκληρό ήχο που ίσως τα χαρακτηρίζει;
Γ.Χ.: 
Οι διασκευές αυτές ήταν ένα πολύ συγκεκριμένο σχόλιο που έκανα σε αυτό που έχει αρχίσει να ξεφουσκώνει τώρα, στο show off του Έλληνα το οποίο εκφραζόταν μέσα από τέτοια τραγούδια. Ήταν ένας κόσμος που είχε να κάνει περισσότερο με την εικόνα και λιγότερο με τη μουσική και μια διάθεση διασκέδασης με την έννοια της διασκόρπισης του εαυτού μας και όχι της συγκέντρωσης και της ακρόασης της μουσικής και με ένα συγκεκριμένο είδος φτηνής διασκέδασης, όπως ήταν τότε τα «ελληνάδικα». 

Elc: Ποια είναι η γνώμη σου για τις καθημερινές διαδηλώσεις των «αγανακτισμένων»;
Γ.Χ.:
Μου φαίνεται ελπιδοφόρο ότι για πρώτη φορά ο Έλληνας ξεφεύγει από τα στενά κομματικά πλαίσια και τα συνδικάτα και κατεβαίνει μόνος του στο δρόμο. Το βρίσκω πολύ συγκινητικό όλο αυτό. Ελπίζω να είναι μια αφορμή να καταλάβουμε και τα δικά μας λάθη, γιατί τους πολιτικούς εμείς τους επιλέγουμε.  Αυτό που λέμε ρουσφέτι ξεκινάει από εμάς, από τους γονείς μας και τη φημισμένη γενιά του Πολυτεχνείου η οποία μας έμαθε ότι μόνο με «μέσο» μπορείς να κάνεις κάτι στην Ελλάδα. Η διαπλοκή ξεκινάει από πολύ χαμηλά. Διάβαζα πρόσφατα μια συνέντευξη του Μάνου Χατζιδάκι, ο οποίος είχε πει πριν από 22 χρόνια: «οι μόνες στιγμές που σκεφθήκαμε σοβαρά ως έθνος , ήταν στις καταστροφές. Ας περάσουμε μια καταστροφή, μπας και σωθούμε σοβαρά».

Elc: Έχεις έναν πολύ συγκεκριμένο ήχο στη μουσική που κάνεις. Θέλεις να πειραματιστείς με άλλα μουσικά είδη;
Γ.Χ.:
Αγαπάω πολύ τον φυσικό, ακουστικό ήχο, είναι ένας ήχος που εμένα μου ταιριάζει και θα ήθελα να συνεχίσω έτσι. Ο τελευταίος δίσκος είναι ηχογραφημένος μόνο με ακουστικά όργανα, δηλαδή μπορώ να πάρω τους μουσικούς του δίσκου και να παίξουμε ζωντανά χωρίς καμία ενίσχυση, χωρίς καθόλου ηλεκτρισμό. 

Elc: Ετοιμάζεις κάτι καινούργιο αυτή την περίοδο ή είναι νωρίς ακόμα;
Γ.Χ.: 
Δεν μου αρέσει να βιάζομαι. Δισκογραφικά κάθε δουλειά που έχω κάνει απέχει 3 με 4 χρόνια, έχω υπολογίσει ότι αυτός είναι ο χρόνος που χρειάζομαι για να ωριμάσουν μέσα μου κάποια πράγματα, να ξεκουραστώ, να σκεφτώ καθαρά, να έχω το χρόνο να δουλέψω με το υλικό μου στο στούντιο όπως εγώ θέλω, με λεπτομέρεια.

Elc: Εκτός της μουσικής, έχεις σπουδάσει και θέατρο. Πώς προέκυψε αυτό;
Γ.Χ.:
Θεώρησα το θέατρο παράλληλη γνώση και εξερεύνηση ενός κόσμου που θα με βοηθούσε να σταθώ καλύτερα στη σκηνή. Η εμπειρία που κέρδισα από τις θεατρικές παραστάσεις ήταν ότι είδα πώς κάτι που επαναλαμβάνεται καθημερινά μπορεί να λειτουργήσει μέσα σου και να μην πέσεις στην παγίδα της μανιέρας, πώς μπορεί να φαίνεται κάθε μέρα σαν να ξαναγεννιέται και να είναι το ίδιο ενδιαφέρον. 

Elc: Ήταν μια συνειδητή επιλογή να γίνεις αυτό που είσαι σήμερα, ή ακολούθησες τη ροή των πραγμάτων;
Γ.Χ.:
Δεν είμαι καθόλου μοιρολάτρης ούτε πιστεύω στο πεπρωμένο. Αυτό που έγινα ήταν η φυσική κατάληξη όλων των ενδιαφερόντων που είχα από παιδί, γι’ αυτό και θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό. Είναι μια προσωπική κατάκτηση το γεγονός ότι αυτό που ονειρεύτηκα το έφτιαξα ακριβώς όπως ήθελα και μπόρεσα να προσπεράσω την ειρωνεία της οικογένειας και των συμμαθητών. Γιατί όταν είσαι συνειδητοποιημένος από πολύ μικρός και ξέρεις τι θα κάνεις, φτάνεις σε ένα σημείο που πρέπει να αποφασίσεις ποιο δρόμο θα πάρεις. Εγώ, για παράδειγμα, δεν συμμετείχα στις πανελλαδικές εξετάσεις πολύ συνειδητοποιημένα. Είχα πείσμα και ακόμα περισσότερη αγάπη για τη μουσική, που τότε βέβαια δεν είχα ιδέα τι ακριβώς είναι. Χαίρομαι που η μουσική δεν με απογοήτευσε και όσο τη γνωρίζω συνεχίζει να μου δίνει τα δώρα της και ακόμη περισσότερα από όσα πίστευα ότι θα μου έδινε.

*Flâneur = Personne qui flâne (Αυτός που περιδιαβαίνει) *Flâner= Se promener sans hâte, au hasard, en s’abandonnant à l’impression et au spectacle du moment (Περπατάω χωρίς βιασύνη, τυχαία, αφημένος στην εντύπωση και το θέαμα της στιγμής)…

Ο Γιώργης Χριστοδούλου εμφανίζεται στο Blender Festival (18/6) στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης

Φωτογραφία: Ignacio Casas

Δείτε το video clip του Flaneur

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.