O πιο κρύος Φεβρουάριος

Διαβάζοντας ένα πρωτότυπο συγγραφικό πείραμα

Φέτος το χειμώνα, ένα βράδυ αρκετά αργά, ενώ χαζολογούσα στο ίντερνετ, η φίλη μου, η Θαλίνα, μού έστειλε στο chat ένα ορφανό link. Όταν πάτησα πάνω του με έβγαλε σε μια μπλογκοσελίδα με τίτλο Φεβρουάριος. Το συγκεκριμένο post είχε ημερομηνία 10 Φεβρουαρίου, δηλαδή είχε γραφτεί λίγες μέρες πριν το διαβάσω. Ξεκίνησα να διαβάζω το κείμενο στα γρήγορα, όπως κάνουμε συνήθως στο internet, αλλά σύντομα με συνεπήρε ο τρόπος γραψίματος και έτσι χωρίς σχεδόν να το καταλάβω ξενύχτησα και διάβασα όλα τα προηγούμενα posts που είχαν ως τίτλο την ημερομηνία κάθε μέρας.

Το blog ήταν ημερολογιακού ύφους και αναφερόταν στις (δύσκολες) ημέρες και νύχτες ενός άνδρα ο οποίος είχε χάσει τη γυναίκα του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα και κατέγραφε τις σκέψεις του σε άγνωστους διαδικτυακούς «φίλους».  Η ιστορία του αλλά και ο εύγλωττος τρόπος που κατέγραφε με αμεσότητα τη μοναξιά του με συγκίνησαν και έτσι προώθησα κι εγώ με τη σειρά μου το link σε αρκετούς φίλους, οι οποίοι, όπως και εγώ στην αρχή, θεώρησαν ότι όντως πρόκειται για ένα πραγματικό blog ενός πολύ μοναχικού (και ευφυούς) ανθρώπου που γράφει για να παρηγορηθεί- και γιατί δε θέλει να ξεχάσει.

Αυτό που ανακάλυψα στην πορεία ήταν ότι ο Φεβρουάριος ήταν κάτι παραπάνω από ένα fiction blog: Επρόκειτο για ένα online συγγραφικό πείραμα του αρθρογράφου Θοδωρή Γεωργακόπουλου: ένα πείραμα συγγραφής ενός ολόκληρου μυθιστορήματος σε ένα μήνα (ο ίδιος το εξηγεί αναλυτικότερα). Πιο συγκεκριμένα, κάθε μέρα έγραφε και ανέβαζε από ένα κεφάλαιο που αντιστοιχούσε σε μια ημέρα του συγκεκριμένου μήνα. Το site στο οποίο μπορούσε ο καθένας να διαβάσει ελεύθερα και δωρεάν το Φεβρουάριο είχε επίτηδες στηθεί με τη μορφή blog, και μπορούσε όποιος ήθελε να σχολιάσει από κάτω ή να στείλει  email στο συγγραφέα, ο οποίος υποθέτω ότι απαντούσε σε όλα, αν κρίνω  από την εξαιρετική ταχύτητα με την οποία απάντησε στο δικό μου. Γενικά όμως όλοι όσοι διαβάζανε το «ημερολόγιο» αυτό είχανε προσωπική άποψη την οποία την εξέφραζαν στα σχόλια κάτω από κάθε ημέρα και ο Γεωργακόπουλος προς μεγάλη μου έκπληξη απαντούσε στα περισσότερα. Μάλιστα αρκετοί τον επέπλητταν όταν καθυστερούσε να βγάλει το νέο κεφάλαιο (για παράδειγμα κάποιες φορές το δημοσίευε χαράματα της επόμενης ημέρας) και ο ίδιος απολογούνταν δημοσίως μέσω facebook, δεχόμενος σχόλια και παρατηρήσεις, συντηρώντας μια άμεση επαφή με τους ηλεκτρονικούς αναγνώστες του.

Την 1η Μαρτίου το πείραμα έλαβε τέλος και το βιβλίο «κατέβηκε» από το site. Δε γνωρίζω αν ο συγγραφέας έπαθε υπερκόπωση αλλά κατάφερε και αποδείχτηκε συνεπής στους αναγνώστες του, ολοκληρώνοντας ολόκληρο το μήνα. Σήμερα όποιος θέλει μπορεί πλέον να αγοράσει τη βελτιωμένη και πιο πλήρη έκδοση από τις εκδόσεις Καστανιώτη, είτε σε μορφή ebook, είτε σε κανονικό βιβλίο.

Απολογισμός μιας αναγνώστριας
Νομίζω ότι όλοι θα συμφωνήσουν στο ότι πρόκειται για ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον εγχείρημα, όμως τι γίνεται με το περιεχόμενο του βιβλίου; Είναι αντάξιο του πειράματος και της φήμης που αποκόμισε; Η προσωπική μου εκτίμηση είναι πως σίγουρα η προσπάθεια άξιζε τον κόπο. Το βιβλίο είναι γραμμένο σε μια άμεση, σύγχρονη γλώσσα, κρατώντας όμως ένα προσεγμένο ύφος. Χτίζει σταδιακά τον αντι-ήρωά του, έναν ευφυή διαρκώς σκεπτόμενο μισάνθρωπο, ο οποίος αν και φαινομενικά προσπαθεί να συνεχίσει τη ζωή του (βγαίνει έξω με τους φίλους του, έχει νέα σχέση, διαβάζει διαρκώς για το αν θα πτωχεύσει η χώρα ή όχι, διαλέγει βαγόνι με γνώμονα σε ποιο μπαίνουν οι ομορφότερες γυναίκες) παράλληλα έχει διαλέξει ένα μοναχικό δρόμο χωρίς επιστροφή. Σε μια εποχή που υπάρχει διαρκής εναλλαγή εικόνων και συναισθημάτων, εκείνος αρνείται να ξεχάσει και να προχωρήσει.

Ο Γεωργακόπουλος μέσα σε ένα Φεβρουάριο, τον πιο κρύο που έχει υπάρξει μέχρι στιγμής όπως σχολιάζει, σκιαγραφεί την Αθήνα του τώρα, περιγράφει αληθινά γεγονότα που συνέβησαν τις συγκεκριμένες ημέρες, όπως οι πορείες, το λαχείο που κέρδισε ένα ολόκληρο χωριό πλην κάποιου Μητσοτάκη, την ανεργία, την εξαθλίωση του lifestyle και της δηθενιάς των ανώτερων κοινωνικών τάξεων. Ο ήρωάς του παρατηρεί αποστασιοποιημένος και καταγράφει με κυνικότητα, ειλικρίνεια, λύπη και χιούμορ μια μίζερη Αθήνα, με καταστάσεις που «συμβαίνουν τώρα», ανθρώπους της γενιάς μας απογοητευμένους, απόλυτα εξικοιωμένους με τις ευκολίες της τεχνολογίας, οι οποίοι όμως δυσκολεύονται να υπερπηδήσουν τις δυσκολίες της καθημερινής ρουτίνας.

Εκτός όμως από την ενδελεχή σκιαγράφηση της σημερινής κατάστασης και των μεταλλαγμένων σχέσεων, το βιβλίο θίγει μερικά ακόμα καίρια ζητήματα της εποχής μας, όπως το θέμα της αυτοδικίας, της κοινωνικής ανισότητας και της θεότυφλης δικαιοσύνης. Μέσα από τις ευφυείς καθημερινές καταγραφές ο συγγραφέας βάζει τον ήρωά του να μιλά ειλικρινά, να περιγράφει κυνικά, με ένα γλυκόπικρο χιούμορ όλα τα ερεθίσματα που λαμβάνει, επιβεβαιώνοντας μας ότι είναι (όσο και αν θα το αρνούνταν δια βδελυγμίας ο ίδιος) ένας ρομαντικός κυνικός φιλόσοφος της καθημερινότητας. Εξάλλου όπως γράφει και ο ίδιος στο βιβλίο-blog του “αυτός ο κόσμος είναι ο καλύτερος που μπορεί να υπάρξει”, απαλλάσσοντάς μας από ψευδαισθήσεις και φρούδες ελπίδες.

Συνοψίζοντας, θεωρώ ότι αυτό το βιβλίο είναι ένα ευφυές βιβλίο, όχι το καλύτερο που μπορεί να υπάρξει, από έναν ιδιαίτερα ευφυή συγγραφέα. Και προσωπικά το  προτιμώ από ένα άρτιο λογοτεχνικά πόνημα αλλά γεμάτο κοινοτοπίες και αδιάφορες περιγραφές για μέρη στα οποία δεν έχω ζήσει και ίσως να μην επισκεφτώ ποτέ, και για ανθρώπους βγαλμένους από άλλη εποχή, που μακρυγορούν ασύστολα, προκειμένου να ολοκληρώσουν τη σκέψη τους. Οι «πρωταγωνιστές» του Γεωργακόπουλου είναι αληθινοί, τρωτοί,  και καθημερινά πρέπει να κάνουν την επιλογή: Να παλέψουν ή να αφεθούν; Ακριβώς σαν όλους εμάς.

Η συνομιλία μου με το συγγραφέα απλά επιβεβαίωσε όλα αυτά που υποψιαζόμουν ήδη. Είναι ευγενής, μετρημένος και μιλάει καλά ελληνικά (ένα στοιχείο στο οποίο εμμένει και ο ήρωας του βιβλίου του). Μου εξομολογήθηκε ότι παραιτήθηκε από τη δουλειά του με σκοπό να αφιερωθεί στη συγγραφή αυτού του βιβλίου, κάτι το οποίο ονειρευόταν εδώ και πολύ καιρό. Τον συναρπάζουν οι άπειρες δυνατότητες της τεχνολογίας που μπορούν να καλυτερεύσουν τη ζωή μας  (εξάλλου αυτό φαίνεται και από την ιστοσελίδα του), πιστεύει ότι το ηλεκτρονικό self-publishing είναι το μέλλον, και κάνει νέα σχέδια, συγγραφικά και μη.

Στην ερώτησή μου αν διάβαζε όντως όλα τα σχόλια αναγνωστών μου απάντησε θετικά, και ότι αισθάνεται πως το βιβλίο δεν είναι αποκλειστικά δικό του, αλλά το συνέγραψε μαζί με όλο τον κόσμο που διάβαζε ανελλλιπώς κάθε κεφάλαιο. Τελικά πόση πίεση ένιωθε εξαιτίας του χρόνου, αλλά και των αναγνωστών που περίμεναν ανυπόμονα κάθε βράδυ το νέο κεφάλαιο; Αντί για απάντηση μου διηγήθηκε ένα περιστατικό μιας ημέρας που είχε αργήσει να βγάλει ένα κεφάλαιο και έτσι δεν πρόλαβε να το διαβάσει ένας φαντάρος που έκανε σκοπιά 2 με 4 τη νύχτα. Και κάπως έτσι μπαίνουμε στην εποχή της βασιλείας των Social Media. Είτε μας αρέσει, είτε όχι. 

 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.