«Έγκλημα και Τιμωρία: Αθήνα» του Βασίλη Μπισμπίκη: Η γοητεία των εκ των προτέρων χαμένων στοιχημάτων

O Βασίλης Μπισμπίκης κατέληξε σε μια παράσταση που περιέχει στιγμές μεγαλείου, αλλά και συντριβής

Φωτογραφίες: © Andreas Simopoulos, Pinelopi Gerasimou

Υπάρχουν στο θέατρο εγχειρήματα, στοιχήματα θα έλεγε κανείς, που είναι εκ των προτέρων καταδικασμένα να μην επιτύχουν. Όμως αυτό δεν σημαίνει πως δεν πρέπει κανείς να τα επιχειρήσει. Αυτά μπορεί να αφορούν κείμενα εξ αρχής θεατρικά –ένα από τα πρώτα που μου έρχονται στο μυαλό είναι το «Προς Δαμασκόν» του Στρίντμπεργκ- ή και λογοτεχνικά έργα-αρχέτυπα που είναι αδύνατον να μην προσελκύσουν την προσοχή των δημιουργών του θεάτρου: «Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες» του Μούζιλ. «Οδυσσέας» του Τζόυς- τουλάχιστον κάποια του κεφάλαια. «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Προυστ. Διάφορες ραψωδίες από την «Ιλιάδα» ή την «Οδύσσεια». «Έγκλημα και τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι.

Όλα αυτά έχουν επιχειρηθεί στο παρελθόν, και προφανώς αυτό θα ξανασυμβεί στο μέλλον. Το ζήτημα είναι πάντα ο τρόπος της προσέγγισης και το κατά πόσον το αποτέλεσμα δείχνει πως υπήρχε επαρκής λόγος να το επιχειρήσει κανείς. Η επιτυχία -ό,τι κι αν σημαίνει αυτή η λέξη- πέραν από αδύνατη σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν είναι καν το ζητούμενο.

Η μέθοδος που έχει επιλέξει εδώ και αρκετά χρόνια ο Βασίλης Μπισμπίκης είναι γνωστή: μεταφέρει στα καθ’ ημάς, στον δικό μας χώρο και χρόνο, θεατρικά ή λογοτεχνικά κείμενα, κάποιες φορές αποτολμώντας με τους συνεργάτες του μια γενναία διασκευή και άλλοτε «πειράζοντας» ελάχιστα πράγματα, καθώς το έργο μοιάζει σαν να ανήκε ανέκαθεν στο δικό μας «εδώ και τώρα». Ενδεχομένως να είναι η στιγμή να αναλογιστεί αν αυτή η κατεύθυνση εξαντλείται και κινδυνεύει πια να τον παγιδεύσει σε μια μανιέρα –αυτό, όμως, όπως και τα μελλοντικά του σχέδια, τα γνωρίζει ο ίδιος. Το «Έγκλημα και Τιμωρία: Αθήνα», πάντως, καθιστά σαφές ήδη από τον τίτλο το περιεχόμενο του εγχειρήματος.

Ευκαιρίας δοθείσης, θα ήθελα να επισημάνω κάτι που συμβαίνει με τον Βασίλη Μπισμπίκη, χωρίς να είναι καινούριο –έχει συμβεί επανειλημμένα και με άλλους στο παρελθόν: ένας άνθρωπος με πολύχρονη πορεία σχεδόν αποκλειστικά στο θέατρο, γίνεται γνωστός στο ευρύ κοινό λόγω συμμετοχής του σε κάποια τηλεοπτική σειρά ή ταινία, και ξαφνικά θεωρείται …τηλεοπτικό πρόσωπο –για να μην το πιο χοντρά, τηλεπερσόνα- και σαν όλος ο προηγούμενος βίος του να έχει διαγραφεί, αντιμετωπίζεται σχεδόν ως παρείσακτος στο θέατρο. Αν, όπως στην περίπτωση Μπισμπίκη, πέσουν τα φώτα -και στην προσωπική του ζωή, τότε θεωρείται θεμιτό να μην αντιμετωπίζεται καν ως καλλιτέχνης, αλλά ως πρόσωπο του lifestyle. Συγνώμη αλλά -αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα…

Και κάτι ακόμα: όλοι γνωρίσαμε και αγαπήσαμε αυτή την ομάδα στον παλιό χώρο του Cartel, σε μια απομονωμένη, οριακά επικίνδυνη περιοχή του Βοτανικού. Η πιο πρόσφατη συνεργασία του Μπισμπίκη με τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση έχει θεωρηθεί από αρκετούς κάτι σαν ξεπούλημα ή εσχάτη προδοσία. Αυτή η τάση μου θυμίζει το πώς σκανδαλίζονται οι συντηρητικοί μόλις διαπιστώσουν πως κάποιος αριστερός πολιτικός –ή και απλός ψηφοφόρος- είναι ιδιοκτήτης κάποιου ακινήτου αξίας, ενός κάπως καλού αυτοκινήτου, ή και απλώς ντύνεται καλά. Και σπεύδουν να τον καταγγείλουν ως υποκριτή, ξεπουλημένο, αριστερό με δεξιές τσέπες και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς.

Μια παρόμοια νοοτροπία μοιάζει να απαγορεύει σε καλλιτέχνες που δραστηριοποιούνται σε εναλλακτικούς χώρους να συνεργαστούν με ένα θεσμό όπως η Στέγη, που μπορεί να τους παράσχει περισσότερα μέσα για τη δουλειά τους –και ενδεχομένως, καλύτερες απολαβές για τους ίδιους και τους συνεργάτες τους. Το αν, φυσικά, αυτά τα μέσα και οι χώροι επηρεάσουν την αισθητική και το περιεχόμενο της δουλειάς τους, είναι εντελώς άλλο ζήτημα και εξετάζεται ανεξάρτητα. Και τώρα που τα ξεκαθαρίσαμε αυτά, θα πω πως πιστεύω πως η συγκεκριμένη παράσταση θα ταίριαζε περισσότερο σε ένα φυσικό, μη θεατρικό χώρο όπως ο προηγούμενος της ομάδας στον Βοτανικό ή αυτός όπου φιλοξενήθηκε στον Ρέντη, παρά στην κεντρική σκηνή της Στέγης.

Ξέρω πως πολλά από όσα γράφτηκαν ως εδώ, οριακά έχουν σχέση με το περιεχόμενο της εν λόγω θεατρικής παράστασης. Όταν όμως εμπλέκονται τόσο δραστικά στην πρόσληψη της δουλειάς ενός καλλιτέχνη, θεωρώ σκέτη υποκρισία και στρουθοκαμηλισμό να τα προσπεράσουμε σαν να μην συμβαίνουν.

Η μεταφορά του μυθιστορήματος του Ντοστογιέφσκι στο αθηναϊκό περιθώριο –πιο συγκεκριμένα, στα πέριξ της Ομόνοιας- μοιάζει εύλογη στο πλαίσιο της αντιμετώπισης του Μπισμπίκη. Πράγματι, αυτή είναι η αντιστοιχία του κόσμου του μυθιστορήματος αν έχει αποφασιστεί να μεταφερθεί στα καθ΄ ημάς. Και η γλώσσα που ενδημεί σε αυτό τον χώρο είναι, πράγματι, αυτή που ακούγεται στην παράσταση: ούτε, όπως κατά κόρον έχει ακουστεί τελευταία, «κάνει Οικονομίδη»- άλλωστε αφ’ ενός δεν υπάρχει copyright στη συγκεκριμένη γλώσσα, κι αφ’ ετέρου η προσέγγιση του δημοφιλούς κινηματογραφιστή τις ελάχιστες φορές που έχει ασχοληθεί με το θέατρο είναι εντελώς διαφορετική- ούτε υιοθετεί κάτι ξένο προς τη βασική του επιλογή. Ο Μπισμπίκης χρησιμοποιεί τον νατουραλισμό σε ένα βαθμό –κατ’ εμέ, ώστε να μπορέσει να τον υπερβεί.

Όπως είναι επόμενο για ένα εγχείρημα τρίωρης, περίπου, διάρκειας, το αποτέλεσμα είναι άνισο: υπάρχουν σκηνές συγκλονιστικές, και άλλες που προβληματίζουν έντονα για τη σκοπιμότητα της παρουσίας τους. Κάτι ανάλογο είχε συμβεί και με τα «Κόκκινα φανάρια». Είναι μάλλον αναπόφευκτο υπό τις συνθήκες. Ξεχωρίζω μια μεγαλειώδη στιγμή: την αναγγελία του θανάτου του Μαρμελάντοφ στη σύζυγό του. Εκείνη, αφού μείνει αποσβολωμένη, αφαιρεί το μικρόφωνό της πριν εκτελέσει την πράξη που εκείνη τη στιγμή τής υπαγορεύει η συντριβή της. Ο λόγος που το κάνει είναι πρακτικός: είναι η ηθοποιός που το διαπράττει, όχι η dramatis persona. Όμως το αποτέλεσμα είναι μια συνταρακτική ρωγμή όπου πραγματικότητα και δραματουργία συναντώνται. Και η Νίκη Σερέτη είναι εξαίρετη στην ερμηνεία της. Η διανομή, άλλωστε, είναι ίσως το ισχυρότερο σημείο της παράστασης.

Πέραν της Σερέτη, που αποδεικνύει και πάλι πόσο καλή ηθοποιός είναι σε περίπτωση που κάποιος δεν το γνώριζε ήδη, οι ερμηνείες όλων, ασχέτως του μεγέθους του ρόλου, αξίζουν αναφοράς. Αναρωτιέμαι αν έχουμε αναφερθεί όσο πρέπει στο πόσο μοναδική είναι η Άννα Μάσχα –εδώ το υπενθυμίζει στους ξεχασιάρηδες. Ο Τσέζαρις Γκραουζίνις, εκτός της συνήθους του ιδιότητας, αιφνιδιάζει χτίζοντας έναν συγκλονιστικό Μαρμελάντοβ. Ο Μάνος Καζαμίας, στυλοβάτης της ομάδας του Cartel εδώ και χρόνια, προσθέτει ακόμα μια ευφυέστατη ερμηνεία στη συλλογή του, στον ρόλο ενός δικηγόρου που σε όλους μας κάτι θυμίζει… Ο Κώστας Φαλελάκης είναι ένας σπουδαίος Αρκάδιος. Κι η Ιώβη Φραγκάτου σημειώνει μια προσωπική επιτυχία στον ρόλο της Ντίνας, της αδελφής του κεντρικού ήρωα –ένας ρόλος που ομολογώ πως με αποπροσανατόλισε αρκετά ως προς τον τρόπο που σχεδιάστηκε. Όλοι οι ηθοποιοί αξίζουν επαίνους, και ντρέπομαι που για λόγους οικονομίας δεν τους αναφέρω έναν προς έναν.

Η Έρρικα Μπίγιου υπήρξε μια λαμπρή επιλογή για τον ρόλο της Σόνιας. Αποδεικνύει τη σπουδαία της ερμηνευτική ποιότητα, χτίζοντας μια Σόνια εξαιρετικά σύνθετη: έχει μια αφοπλιστική κοριτσίστικη αθωότητα –που αγγίζει την αφέλεια όταν υποπίπτει σε «new age μαλακίες», όπως τις χαρακτηρίζει ο κεντρικός ήρωας- μια μητρική τρυφερότητα, μια γυναικεία γοητεία αφοπλιστική, κι όλα αυτά ως αναπόσπαστα κομμάτια ενός ενιαίου χαρακτήρα χωρίς αντιφάσεις –όχι περισσότερες, τέλος πάντων, από όσες περιέχουμε όλοι μας. Υπόδειγμα ισορροπίας η σκηνή με τον νεκρό πατέρα, γίνεται σπαρακτική ενώ θα μπορούσε να φλερτάρει επικινδύνως με το γελοίο. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Μπισμπίκης επιλέγει για αυτή τη στιγμή έναν κοινό τόπο: για να σταθεί σε αυτή την κόψη του ξυραφιού.

Δεν έχω κρύψει τον θαυμασμό μου για την Μπέττυ Βακαλίδου. Δεν είναι απλά μια καλή ηθοποιός: είναι ένα επί σκηνής ντοκουμέντο της πορείας και των εμπειριών της. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ενώ η ερμηνεία της είναι θαυμάσια, με βασανίζει μια σκέψη: μήπως ο σκηνοθέτης παρέβλεψε πόσο οι παράμετροι του ρόλου, το λεξιλόγιο, η γλώσσα του σώματος, παραπέμπουν σε ένα στερεότυπο που αφορά την Μπέττυ των παλιών της βιβλίων και της παλιάς της ζωής.

 Ο ίδιος ο Βασίλης Μπισμπίκης, αγνώριστος, σκιαγραφεί επί σκηνής έναν εξαιρετικά συναρπαστικό ανακριτή Πορφύρη. Κινούμενος ανάμεσα στον απεχθή μπάτσο και τον ευφυή διανοούμενο, παρασύρει τον κεντρικό ήρωα σε κάθε τους συζήτηση όλο και βαθύτερα στον ιστό της αράχνης. Η εξουσία είναι επικίνδυνη ακριβώς επειδή είναι εύστροφη κι ευέλικτη –γι αυτό και συνήθως επιβιώνει από τις απόπειρες ανατροπής της.

Προσωπική επιτυχία για τον Θοδωρή Σκυφτούλη ο ρόλος του Μιχάλη/Ρασκόλνικωφ. Ένας χαρακτήρας πολύπλοκος, με αντιφάσεις και διαρκή πισωγυρίσματα, ερμηνεύτηκε άψογα σε όλο του τον πολυδιχασμό. Επαναστάτης και νάρκισσος, ηθικός και νευρασθενικός, αποφασισμένος και απελπισμένος, ο Μιχάλης παραδέρνει πυρετικά μέσα σε έναν κόσμο που τον επέλεξε, παρόλο που του είναι ξένος. Γίνεται θύτης και ταυτόχρονα θυσιάζεται –η Άρια από «Τα κατά Ματθαίον Πάθη» του Μπαχ που ακούμε, ήταν, άλλωστε, η μοναδική μουσική στη «Θυσία» του Ταρκόφσκι. Είναι μια στιγμή δικαίωσης για έναν άξιο ηθοποιό που δουλεύει εδώ και χρόνια συστηματικά και αθόρυβα προχωρώντας υποκριτικά με κάθε ρόλο.

Επιλέγοντας -ευτυχώς- να μην κάνει «Κλασικά Εικονογραφημένα», ο Βασίλης Μπισμπίκης κατέληξε σε μια παράσταση που περιέχει στιγμές μεγαλείου, αλλά και συντριβής. Επειδή όμως σε αυτές τις περιπτώσεις οι προθέσεις έχουν σημασία, πιστεύω πως -όπως λέει και ο Ποιητής- τα κίνητρά του δεν ήταν ταπεινά. Η πρώτη του ύλη ήταν ένα μυθιστόρημα-αρχέτυπο, φορτωμένο με φιλοσοφικές έννοιες και ηθικά διλήμματα. Πάλεψε έντιμα και έπεσε ηρωικά. Το φινάλε- αυτοκαταγγελία (autodenuncia, όπως μου έλεγε κάποτε ο Καστελλούτσι για την έναρξη της δικής του Δαντικής «Κόλασης») είναι διττό: ο ήρωας ομολογεί το έγκλημά του και ο καλλιτέχνης αναλαμβάνει την ευθύνη για το δημιούργημά του. Για όσους πιστεύουμε πως το θέατρο, μεταξύ άλλων, είναι και χώρος αναζήτησης της ουτοπίας, κάτι τέτοιο είναι όχι μόνο θεμιτό, αλλά και απαραίτητο.

Info παράστασης:

Έγκλημα και Τιμωρία: Αθήνα | Στέγη Ιδρύματος Ωνάση

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Μία Απάντηση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.