«Εδώ τρομάξαν τα άψυχα, και τα στοιχειά λουφάξαν, σαν χιμήξαν οι Γερμανοί και τη ζωή ρημάξαν»: Επίσκεψη στο Μουσείο Θυμάτων Ναζισμού στο Δίστομο

Το χρονικό ενός αποτρόπαιου εγκλήματος – Η σφαγή του Διστόμου μέσα από την περιήγηση στο Μουσείο Θυμάτων Ναζισμού

«Δίστομο, μαχαιρωμένη πολιτεία του κόσμου
Δίστομο, Απουσία του Θεού
Δίστομο, Κραυγή της σιωπής
Δίστομο, νύχτα που δαγκώνει τη μέρα
Δίστομο, μέρα που λιγοστεύει τη νύχτα
Δίστομο, ματωμένη ανθρωπότητα», Ανδρέας Τσούρας

Η ιστορία του Διστόμου ξεκινάει πολύ πριν από τον Τρωικό πόλεμο. Τότε η ονομασία του, όπως διαβάζουμε και στα συγγράμματα του Παυσανία, ήταν Άμβροσσος, από το όνομα του αρχαίου ήρωα Αμβρόσσου, που σημαίνει «μη θνητός», αθάνατος. Tα γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας μας, σίγουρα καθιστούν το Δίστομο και τους κατοίκους του, αθάνατους στη μνήμη μας.

Μπαίνοντας σήμερα στο Δίστομο, με μια πρώτη ματιά, τίποτα δεν μαρτυρεί τον τόπο που γράφτηκε ένα από τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα των Ναζί στην κατεχόμενη Ελλάδα. Μέχρι να ρίξεις μια καλύτερη ματιά γύρω σου, να μιλήσεις με τους ανθρώπους που τόσες γενιές μετά, κουβαλάνε το τραύμα εκείνης της νύχτας πάνω τους, μέχρι να φτάσεις τελικά στο Μουσείο Θυμάτων Ναζισμού. Εδώ με λίγα λόγια, πολλές εικόνες, και ακόμα περισσότερους ψιθύρους, θα ξεδιπλωθεί ολόκληρο το χρονικό ενός αποτρόπαιου εγκλήματος, που άφησε πίσω του μία από τις μεγαλύτερες συλλογικές πληγές. 

Το χρονικό ενός αποτρόπαιου εγκλήματος – Η σφαγή του Διστόμου

Το πρωί της 10ης Ιουνίου 1944, ο τόπος αυτός και οι άνθρωποί του θα γνωρίσουν μία από τις αγριότερες σφαγές, που έγιναν ποτέ στον κόσμο. Διακόσιοι εικοσιτρεις άνθρωποι θανατώθηκαν με τον πλέον βάναυσο τρόπο από τους Ναζί του Χίτλερ, χωρίς να μάθουν ποτέ το γιατί. Ανάμεσα σ’ αυτούς ανήμποροι γέροι, έγκυες γυναίκες και αβάπτιστα μωρά.

Ώρα 8.15 το πρωί, όταν μια γερμανική στρατιωτική φάλαγγα των Ες-Ες ξεκίνησε από τη Λιβαδειά για την Αράχωβα, με σκοπό την εκκαθάριση της περιοχής από τις αντάρτικες δυνάμεις. Δύο οχήματα έχουν επιταχθεί από τους Έλληνες με 18 Γερμανούς στρατιώτες μεταμφιεσμένους σε μαυραγορίτες, με ρούχα που είχαν αφαιρέσει από Έλληνες κρατούμενους του στρατοπέδου συγκεντρώσεως Λιβαδειάς. Αυτοί θα ήταν και το δόλωμα για τους ανύποπτους αντάρτες. Τα δύο επιταγμένα αυτοκίνητα με τους μεταμφιεσμένους ναζί κατευθύνθηκαν προς την Αράχωβα και πίσω τους, σε απόσταση τριών ή τεσσάρων χιλιομέτρων, ακολούθησαν άλλα πέντε γερμανικά αυτοκίνητα, γεμάτα στρατιωτικές δυνάμεις με οπλισμό μάχης.

Στον δρόμο προς το Δίστομο, οι Γερμανοί σταματούν 12 χωρικούς που πήγαιναν να δουλέψουν στα χωράφια τους και τους πήραν ομήρους. Αφού ενωθούν με άλλα εξήντα γερμανικά αυτοκίνητα που έρχονται από την Άμφισσα, κατευθύνονται προς το Δίστομο. Ο λοχαγός των SS, Φριτς Λάουτενμπαχ, έλαβε εντολή να μετακινήσει τον λόχο του, με σκοπό τον εντοπισμό ανταρτών του ΕΛΑΣ. Έτσι, μετά από κάποια ώρα και εντελώς αναπάντεχα, κατά τις 12.00 το μεσημέρι, τα δύο επιταγμένα ελληνικά αυτοκίνητα με τους μεταμφιεσμένους Γερμανούς στρατιώτες, μαζί με τρία ακόμα επιβατηγά και τρεις ακόμα μοτοσικλέτες, κατευθύνονται προς τον Όσιο Λουκά, όπου και έχουν πληροφορηθεί την ύπαρξη ανταρτών στην περιοχή. Η μάχη αναπόφευκτη ενώ θα κρατήσει αρκετή ώρα. Μετά τη συμπλοκή, η γερμανική φάλαγγα θα επιστρέψει στο χωριό. Ακολουθεί η εκτέλεση των 12 ομήρων μπροστά στο Δημοτικό σχολείο. Οι κάτοικοι αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά, και όσοι μπορούν, κάνουν απόπειρες διαφυγής, κάποιες επιτυχημένες και κάποιες όχι. Όσοι δεν θα καταφέρουν να φύγουν κλείνονται έντρομοι μέσα στα σπίτια τους. Τότε είναι που θα ξεκινήσει η ανελέητη σφαγή.

Οι έρημοι δρόμοι του Διστόμου ξεχειλίζουν από εξαγριωμένους Γερμανούς στρατιώτες με όπλα ανά χείρας που μπαίνουν μέσα στα σπίτια. Σκοτώνουν, καίνε, και βιάζουν. Το δρεπάνι του θανάτου πέφτει βάναυσα πάνω σε όλους και όλες, γυναίκες, άνδρες, γέροι και παιδιά, ακόμα και νεογέννητα μερικών μόλις ημερών. Η σφαγή θα σταματήσει εκείνο το βράδυ, όταν οι Γερμανοί στρατιώτες αναγκαστούν να επιστρέψουν στη Λειβαδιά, φοβούμενοι τους αντάρτες, αφού προηγουμένως, όμως, έκαψαν τα σπίτια του χωριού. Τελικός απολογισμός 223 νεκροί, μεταξύ αυτών και 38 παιδιά, το μικρότερο μόλις 2 μηνών, χωρίς να υπολογίζονται τα αγέννητα από τις έγκυες γυναίκες που σκότωσαν.

Στο χωριό απλώθηκε νεκρική σιγή. Την επομένη, αρχίζουν να επιστρέφουν όσοι είχαν καταφέρει να κρυφτούν. Αρχίζουν οι θρήνοι των παιδιών, που ορφανά πια κλαίνε τους γονείς τους, αλλά και κάποια γέλια και τραγούδια όσων παραφρόνησαν με την εικόνα που αντίκρισαν, με το θανατικό. Επτά ημέρες αργότερα, θα επιτραπεί στον Ερυθρό Σταυρό να μπει στην περιοχή, μαζί με κλιμάκια των Ελβετών. Η μυρωδιά του θανάτου απόλυτη. Από εκείνη την ημέρα, μέχρι και τον Αύγουστο του 1944, ο κόσμος δεν επιστρέφει στα σπίτια του, μόνο σποραδικά για να σώσει κάτι από το βιος και την περιουσία του.

Θα περάσουν τουλάχιστον επτά χρόνια για να ακουστεί και πάλι γέλιο στο χωριό. Οι νύφες ντύνονται με μαύρα νυφικά, και οι γάμοι και οι βαπτίσεις για πολλά χρόνια θα γίνονται στα σπίτια.

«Μετά το μεγάλο γεγονός, πολλοί είναι οι κάτοικοι που εγκατέλειψαν τον τόπο μέχρι και τον Οκτώβριο του 1944 που άρχισαν να επιστρέφουν. Αυτό το διάστημα θα παραμείνουν στην ύπαιθρο, στον ελαιώνα, μέσα σε πρόχειρα καλύβια φοβούμενοι να επιστρέψουν στο Δίστομο καθώς για ένα μεγάλο διάστημα, τα γερμανικά στρατεύματα επέστρεφαν και λεηλατούσαν ό,τι έβρισκαν. Έπειτα, τα παιδιά της κοινότητας, τα ορφανά του Διστόμου αλλά και των επιζώντων, θα μεταφερθούν από τα κλιμάκια του Ερυθρού Σταυρού σε ειδικές μονάδες αλληλεγγύης, σε ορφανοτροφεία. Τα παιδιά των επιζώντων, θα επιστρέψουν πάλι πίσω μετά την απελευθέρωση μέχρι και τα Δεκεμβριανά», θα μας πει η Αμαλία Παπαϊωάννου, ειδική συνεργάτιδα του Δημάρχου σε σχέση με θέματα Μνήμης -Δημόσιας Ιστορίας με στόχο τη συγκρότηση του αρχείου του Μουσείου.

«Εδώ το λένε Δίστομο
Ηρώων και μαρτύρων
των σπαραγμένων λουλουδιών
και των σφαγμένων μύρων.

Εδώ πατήσαν οι άγριοι
μια μέρα του Ιούνη
και σπάραξαν την άνοιξη
Οι ναζιστές, οι Ούννοι.

Εδώ τρομάξαν τα άψυχα
Και τα στοιχειά λουφάξαν
Σαν χιμήξαν οι Γερμανοί
Και τη ζωή ρημάξαν.

Εδώ π’ ανθίζει ο καημός
Και λάμπει η απουσία
Εδώ παλεύει ένας λαός
Για ειρήνη και ευτυχία»

Στίχοι: Στάθης Σταθάς

Μουσείο Θυμάτων Ναζισμού

«Δεν σας ξεχάσαμε.
Είναι η καρδιά μας ένα ευρύ πεδίο αναστάσεως.
Δεν σας αφήσαμε άνιφους και άντυτους.
Όλο αίματα, τρύπες και χώματα.
Αν μπορούσατε ν’ ακούσετε τη σιωπή μας, ακούστε τη
Αδελφοί. Συγχωρέστε μας. Δεν σας ξεχάσαμε!» – Νικηφόρος Βρεττάκος

Το Μουσείο Θυμάτων Ναζισμού βρίσκεται στην είσοδο της κωμόπολης του Διστόμου, απέναντι και διαγώνια από το Δημαρχείο με ομαλή και άνετη πρόσβαση. «Έπρεπε να βρεθεί ένας χώρος για να στεγαστεί η συλλογή με τις φωτογραφίες των θυμάτων. Μια συλλογή ιερή για τους κατοίκους της κοινότητας. Οι φωτογραφίες συλλέχθηκαν με πρωτοβουλία του Πολιτιστικού Συλλόγου που ιδρύθηκε αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση το 1976. Για πρώτη φορά τότε θα εκτεθούν οι φωτογραφίες σε ένα νοικιασμένο χώρο με αφορμή τις εκδηλώσεις Μνήμης και από εκείνη τη χρονιά και για τα επόμενα χρόνια, με διάφορες αφορμές. Υπήρχε επομένως ανάγκη για ένα μόνιμο χώρο. Σε αυτό το λιθόκτιστο κτίριο που βρισκόμαστε τώρα, στεγαζόταν από το 1960 το Δημοτικό σχολείο.

Το 2005 ιδρύθηκε αυτός ο χώρος Μνήμης με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, εφόσον υπήρχε πλέον νέο κτίριο για το σχολείο με το όνομα Μουσείο Θυμάτων Ναζισμού, επί δημαρχίας Λουκά Παπαχρίστου», θα μας εξηγήσει η Αμαλία Παπαϊωάννου.

«Αναμένουμε την ολοκλήρωση της μουσειακής μελέτης, κάτι που προϋποθέτει την εξασφάλιση των οικονομικών πόρων μέσα από ευρωπαϊκά κονδύλια για να γίνει η επανέκθεση θεμελιωμένη σε σύγχρονες μουσειολογικές αρχές, με ένα αφήγημα που να περιλαμβάνει πάνω από όλα το ιστορικό πλαίσιο για να εξηγήσει τι συνέβη, γιατί συνέβη και κάτω από ποιες συνθήκες συνέβη, να παρουσιαστεί και η κοινότητα μέσα σε αυτό, να γίνει δηλαδή η «αποθυματοποίηση των θυμάτων», να φανεί ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι, πώς ήταν εδώ οι ζωές τους και βέβαια να φανεί, κάτι που είναι πολύ βασικό, πώς διαβιβάστηκε η μνήμη, και πώς διαχειρίστηκε η κοινότητα το τραύμα, το βίωμά της. Και κυρίως να περιλαμβάνει και ψηφιακά αφηγήματα, ώστε να μπορεί ο επισκέπτης να έρθει σε επαφή με τις μαρτυρίες των επιζώντων. Να είναι δηλαδή και ένα Μουσείο προφορικής ιστορίας», μας αναφέρει η Αμαλία Παπαϊωάννου. Από τότε η έκθεση με την επιμέλεια του γλύπτη Γιώργου Καλακαλλά, χάλκινο γλυπτό του μπορεί κανείς να θαυμάσει στην είσοδο του Διστόμου, το «Παγκόσμιο φιλί», και μιας καλλιτεχνικής επιτροπής δημιουργήθηκε για να εξυπηρετήσει αυτό το σκοπό.

Το μόνο που αλλάζει, είναι οι περιοδικές εκθέσεις που φιλοξενούνται. Την περίοδο αυτή στο Μουσείο, φιλοξενούνται έργα του λαϊκού ζωγράφου Χαράλαμπου Στέφου. Η τέχνη του αυτοδίδακτου ζωγράφου Χαράλαμπου Στέφου είναι παραστατική και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού πρόθεσή της είναι να αφηγηθεί μέσα από τα προσωπικά βιώματα του καλλιτέχνη, τη συνάντηση του ανθρώπου με τη βία της ιστορίας. Γεννημένος στον Κόκκινο Δωρίδας το 1932 θα βιώσει από πολύ νωρίς την τραυματική εμπειρία της Κατοχής. Το 1960, θα ξεκινήσει να αποτυπώνει στον καμβά το βιωμένο αυτό τραύμα, του πολέμου, του λιμού, την απώλεια της εστίας και του γενέθλιου τόπου μετά την ολοσχερή καταστροφή των χωριών της Δωρίδας από τις στρατιωτικές δυνάμεις της Κατοχής.

Στην είσοδο του Μουσείου, λίγο προτού ξεκινήσεις την περιδιάβασή σου ανάμεσα στα ασπρόμαυρα πρόσωπα όλων όσων βίαια έχασαν τη ζωή τους εκείνη την ημέρα, δεσπόζει η γνωστή ασπρόμαυρη φωτογραφία του κοριτσιού με το μαύρο μαντίλι στο κεφάλι και τα σταυρωμένα χέρια. Μαρία Παντίσκα το όνομά της, φωτογραφισμένη μόλις τέσσερις μήνες από τη σφαγή της μητέρας της, εκείνο τον Οκτώβρη του 1944. Τη φωτογραφία τράβηξε ο Dmitri Kessel κατά την παραμονή του στο Δίστομο ως ανταποκριτής του περιοδικού “LIFE”. Ένα μήνα αργότερα η Παντίσκα έγινε εξώφυλλο στο “LIFE”, στο αφιέρωμά του με τίτλο “What the Germans did to Greece”, και κατά έναν τρόπο έγινε το διεθνές σύμβολο κατά της ναζιστικής θηριωδίας.


Η Παντίσκα θα πεθάνει το 2009. Όχι όμως και όλοι οι άλλοι. Πολλά τα αφιερώματα που θα γραφτούν στον Τύπο της εποχής, σελίδες κιτρινισμένες που τώρα, σε περίοπτη θέση βρίσκονται στον δεύτερο όροφο του Μουσείου: «Δίστομο, το περήφανο χωριό του πόνου και του μαρτυρίου», γράφει η Λιλίκα Νάκου στην εφημερίδα «Ακρόπολις», «Η τραγωδία του Διστόμου» το εξώφυλλο της εφημερίδας «Ασύρματος» οι τίτλοι κάποιων εξωφύλλων.

Ανεβαίνοντας τις σκάλες αρχίζεις σίγα σιγά να εισέρχεσαι σε όλα όσα έχεις ακούσει και δει μέσα από το ντοκιμαντέρ που θα μας περιγράψει το χρονικό εκείνης της ημέρας αλλά και πολλά ακόμα που δεν έχεις φανταστεί.

Στα πρόσωπα των θυμάτων που ένα προς ένα προβάλλονται μέσα από το φωτογραφικό υλικό, θα φανταστείς την πρότερη ζωή τους και μετά το μεγάλο θανατικό. Θα τους ακούσεις να ουρλιάζουν και να εκλιπαρούν για τη ζωή τους. Θα φανταστείς, έστω στο ελάχιστο, τον αβάσταχτο πόνο της ταφής των αγαπημένων σου, μέσα σε ένα κλίμα φόβου και τρομοκρατίας. Θα βαδίσεις τους σκληρούς δρόμους, που οι επιζώντες βάδισαν για πολλά χρόνια ακόμα. Όσοι είχαν την ευλογία να ζήσουν, μια ευλογία που φαντάζει αρχικά με κόλαση. Τα κορμιά τους ευάλωτα, όσο κα οι ψυχές τους.

Και εκεί, αναρτημένη σε ένα τεράστιο τοίχο, η φωτογραφία των οστών των θυμάτων που φυλάσσονται στο Μαυσωλείο Μνήμης. Είναι αδύνατον να απεικονίσεις τον πόνο, την αδικία, τη θλίψη. Μόνο να το προβάλλεις με όσα μέσα διαθέτεις και να το αφήσεις να αφηγηθεί μέσα στη σιωπή του.

 

«Δρόμοι κλειστοί. Όνειρα και ελπίδες ανύπαρκτες. Αυτοί οι άνθρωποι βρίσκονται στο έλεος της συμφοράς και της καταστροφής. Η απόγνωσή τους είναι τόση που στρέφονται πια στον Κύριο, περιμένοντας μια βοήθεια, ή έστω, μια απάντηση για το δράμα αυτό που περνούν. Όμως άκρα του τάφου σιωπή επικρατεί παντού» αναφέρει στις σημειώσεις που συνοδεύουν το έργο του «Αδιέξοδο» ο Χ. Στέφος.

Επισκεψιμότητα και εκπαιδευτικά προγράμματα

Το 2019 το Μουσείο είχε 19.000 επισκέπτες ένα νούμερο αρκετά μεγάλο για ένα μουσείο της επαρχίας ενώ σήμερα, με ένα γρήγορο υπολογισμό, οι επισκέπτες του 2022 άγγιξαν τα 12.700 άτομα. Ειδικά μετά την οικονομική κρίση οι επισκέψεις αυξήθηκαν κατακόρυφα. «Πολλοί το είδαν σαν έναν τρόπο αντίστασης στην οικονομική πολιτική της Γερμανίας. Μελετητές και κοινωνικοί ανθρωπολόγοι το έχουν παρατηρήσει αυτό, και υπάρχει και σχετική βιβλιογραφία, αλλά και η δική μας εμπειρία το τεκμηριώνει», μας αναφέρει η Αμαλία Παπαϊωάννου.

Δίχως δημόσια οικονομική υποστήριξη αλλά αποκλειστικά με τους δημοτικούς πόρους το Μουσείο αποτελεί ένα δυναμικό αλλά κυρίως ζωντανό χώρο. Ο Δήμαρχος του Διστόμου, Ιωάννης Σταθάς, μέλος του Εθνικού Συμβουλίου για τη διεκδίκηση των γερμανικών επανορθώσεων και ακτιβιστής συμμετέχει ενεργά στον δικαστικό αγώνα για τη δικαίωση των θυμάτων σε Διεθνή Δικαστήρια.

Ένα μουσείο ανοιχτό σε όλους, με τα σχολεία και τους μαθητές να πρωτοστατούν. Σχολεία όχι μόνο γειτονικά αλλά από ολόκληρη την Ελλάδα καθώς τα εκπαιδευτικά προγράμματα που προσφέρονται δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από μεγάλα μουσεία της επικράτειας. «Όταν οι ομάδες είναι μεγάλες, άνω των 40 ατόμων, το εκπαιδευτικό πρόγραμμα ξεκινάει με την αφήγηση της ιστορίας ενός κοριτσιού, έμμεσος μάρτυρας της σφαγής. Ένας τρόπος για να βάλουμε τα παιδιά στο ιστορικό πλαίσιο του πολέμου, της ζωής στην κοινότητα πριν το γεγονός και έπειτα να τους μιλήσουμε για το τι συνέβη εδώ αλλά χωρίς να τα εκθέσουμε στη βία. Έμπνευση για την ιστορία που αφηγείται το κορίτσι πήραμε από το βιβλίο «Να ζεστάνουμε τις πέτρες στις πλαγιές του Διστόμου» της Καίτης Μανωλοπούλου, η μητέρα της οποίας ήταν από το Δίστομο. Αυτό κάνουμε στα Δημοτικά σχολεία και μέχρι σήμερα έχει μεγάλη απήχηση.

Ταυτόχρονα έχουμε δημιουργήσει μια μουσειοσκευή σε συνεργασία με φοιτήτριες του διατμηματικού του ΕΚΠΑ και επιμέλεια της καθηγήτριας στο Δημοκρίτειο Νάντιας Μαχά, όπου 10 αντικείμενα μιας μικρής κρυμμένης σκευής, αφηγούνται την ιστορία της κοινότητας. Όταν τα παιδιά είναι μεγαλύτερα, παρακολουθούν το ντοκιμαντέρ που υπάρχει με μαρτυρίες αλλά και περιγραφή του γεγονότος και στη συνέχεια ακολουθεί συζήτηση πάνω σε κάποιους άξονες», θα μας πληροφορήσει η Αμαλία Παπαϊωάννου.

Η πλειονότητα των Γερμανών επισκεπτών δεν σχολιάζουν όσα βλέπουν αλλά υπάρχουν και κάποιοι που θα εκφράσουν τη συλλογική του ντροπή και πολύ έντονα τη θέση τους την αντιναζιστική. Ένα συχνό ερώτημα που δέχονται από επισκέπτες είναι αν το Μουσείο έχουν επισκεφθεί απόγονοι των θυτών, ένα άκρως περίεργο ερώτημα αλλά σε αυτό το σημείο θα δοθεί η ευκαιρία να μάθουμε ότι το Μουσείο διατηρεί ένα μεγάλο αρχείο με τους ατομικούς φακέλους κάποιων στρατιωτών και Γερμανών αξιωματικών που έλαβαν μέρος στα γεγονότα. Ίσως πλέον και εκείνοι με τη σειρά τους να επεξεργάζονται, μετά από τόσα χρόνια, όλα όσα συνέβησαν. Αλλά μάλλον όχι, ίσως η μετάνοια για κάποιους σημαίνει μεγαλοψυχία πρωτίστως, που αν υπήρχε αρχικά, να μην οδηγούσε σε αυτές τις σκληρές και απάνθρωπες καταστάσεις.

«Έχει γίνει έρευνα από ένα Γερμανό ιστορικό και έχουμε αρχεία, ανακριτικού υλικού από στρατιώτες των Ες Ες που ήταν τότε παρόντες στο Δίστομο, οι οποίοι όλοι αποποιούνται την ευθύνη τους. Οι ανακρίσεις αυτές έγιναν το 1990, είχε παρέλθει ο χρόνος και θα μπορούσαν τότε να παραδεχτούν τι συνέβη αλλά ακόμα και τότε κανείς τους δεν ανέλαβε την παραμικρή ευθύνη. Αυτό είναι ένα σύνθετο και δύσκολο θέμα. Γιατί η μνήμη τελικά όλων αυτών των ανθρώπων, παραμένει μέχρι και σήμερα αδικαίωτη. Οι ζωές των άλλων για αυτούς ήταν ζωές υπανθρώπων».

Το Μαυσωλείο – Ανάπαυση και Μνήμη

Μερικά χιλιόμετρα έξω από το Δίστομο υπάρχει το Μαυσωλείο των θυμάτων. Ένας σιωπηλός και βαθιά συγκινητικός χώρος μνήμης που εκτός από τον συμβολικό του ρόλο, εκτελεί και λειτουργικό καθώς εδώ φυλάσσονται από το 1978 όπου ανεγέρθηκε αυτό, τα οστά όλων των θυμάτων της τρομερής εκείνης ημέρας. Με τα ονόματά τους. Ένας χώρος που η ανάγκη σιωπής σχεδόν σου επιβάλλεται.

Η ανάγκη για την ανέγερσή του ξεκινάει από πολύ παλιά:

«Η ανάδυση μιας τέτοιας ανάγκης να συντηρηθεί η μνήμη φαίνεται από τα αρχεία μας να ξεκινάει από πολύ παλιά. Ήδη από το φθινόπωρο του 1944 σε μια έκθεση του Προέδρου της κοινότητας, ζητάει επιτακτικά την ανέγερση ενός Μαυσωλείου για να φυλαχτούν τα οστά των θυμάτων που «τώρα είναι πεταμένα». Ακόμα δεν είχαν γίνει οι εκταφές, είχαν περάσει ελάχιστοι μόλις μήνες. Μετά τις εκταφές και για τα επόμενα χρόνια, παρέμειναν στα οστεοφυλάκια του κοιμητηρίου, από το 1966 έως και το 1978, όπου εγκαινιάστηκε το Μαυσωλείο. Τότε μέσα από μια αξέχαστη σε όλους τελετή, τα οστά μεταφέρονται και φυλάσσονται έκτοτε εκεί», αναφέρει η Αμαλία Παπαϊωάννου.

Τότε ήταν και η στιγμή που νιώθουν οι κάτοικοι ότι αναπαύθηκαν οι συνειδήσεις των επιζώντων. Είχαν πλέον επιτελέσει το χρέος τους απέναντι σε όλους τους δικούς τους. Επιτέλους κατάφεραν με ηρεμία να αναπαυθούν εν ειρήνη.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.