Δημιουργώντας μικρά νησιά, του old boy

Η αγάπη κι η σιωπή- Γιατί από τη στιγμή που αρχίζεις να μιλάς για αγάπη, η αγάπη παύει να υπάρχει. Γιατί η αγάπη κατοικεί κατά ενενήντα τοις εκατό στη σιωπή

Ίσως η ζωή μας να μην είναι ένα άγραφο χαρτί, αλλά μια άγραφη θάλασσα, μια θάλασσα χωρίς καθόλου στεριά. Κι ίσως εκείνο που μας αναλογεί ζώντας την, είναι να δημιουργούμε πάνω της νησίδες χωρόχρονου, αλλάζοντας έτσι τον εσωτερικό μας χάρτη και διαμορφώνοντάς τον σε σύμπλεγμα νησιωτικό. Αυτοί οι χώροι και οι χρόνοι οι ξεχωριστοί, εκεί όπου ο χώρος προσέδωσε εντελώς πιο πυκνή υπόσταση και βαρύτητα στον χρόνο, εκεί όπου ο χρόνος κατέστησε καίριας ως ζωτικής σημασίας τη βιωματική επαφή με κάθε φανερή και κρυμμένη γωνιά του χώρου. 

Εκεί, σε αυτές τις νησίδες, ο χώρος συνάντησε τον χρόνο, ο χρόνος συνάντησε τον χώρο, το τώρα έγινε έδαφος πάνω στο οποίο πατάς, έδαφος στο οποίο θα επιστρέφεις, θα ξαποσταίνεις, θα ξεκουράζεται το βλέμμα σου και η καρδιά σου, θα λες ότι τουλάχιστον εδώ κάτι φτιάχτηκε, εδώ κάτι υπήρξε, εδώ κάτι απέκτησε σώμα υλικό, εδώ με κάθε χιλιόμετρο που περπατάς αφήνεις πίσω σου γη πάνω στο νερό, μεγαλώνεις την επικράτεια του στερεού σου βήματος. Κι αν κάνεις την ίδια διαδρομή πολλές φορές μπρος πίσω, το νησί σου διακλαδώνεται πολλές φορές από το σημείο άλφα προς το σημείο βήτα κι από το σημείο βήτα προς το σημείο άλφα, ξανά και ξανά, με κάθε ίδια διαδρομή να ξεχωρίζει από την προηγούμενη γιατί περπατήθηκε άλλη μέρα ή άλλη ώρα της ίδιας μέρας. 

Και οι νησίδες του χωρόχρονου έχουν την ιδιότητα να προξενούν δυο ψυχικές καταστάσεις ίσως μεταξύ τους αλληλοαναιρούμενες, αλλά ίσως πάλι κι όχι: από την μια πλήρωση επειδή υπάρχουν, από την άλλη λαχτάρα να δημιουργηθούν κι άλλες μέσα στη θάλασσα. Αλλά ακόμα κι αν αποτελούν κατάσταση εξαίρεσης, δεν μπορούν να λειτουργήσουν ως ουρανοκατέβατη φυγή. Πρέπει να προκύπτουν οργανικά ώστε ίσως μια μέρα βρεθείς στις ακτές τους. Μέχρι τότε θα πρέπει να κολυμπάς και να κολυμπάς και να κολυμπάς. Να πνίγεσαι. Να πιάνεσαι απ’ τα μαλλιά σου. Αλλά να συνεχίζεις να κολυμπάς. Κι άλλωστε αμέσως μετά θα χρειαστεί να βουτήξεις στη θάλασσα ξανά. Που όμως θα είναι πια λιγότερο άδεια και περισσότερο γεμάτη κατά ένα μικρό νησί.

Να υποπτεύεσαι πάντα όσους μιλούν για αγάπη. Να υποπτεύεσαι άρα κατεξοχήν κι αυτό το κείμενο. Γιατί από τη στιγμή που αρχίζεις να μιλάς για αγάπη, η αγάπη παύει να υπάρχει. Γιατί η αγάπη κατοικεί κατά ενενήντα τοις εκατό στη σιωπή. Το υπόλοιπο δέκα τοις εκατό των λέξεων που θα ανταλλαχθούν είναι ήχοι συμπληρωματικοί της σιωπής, είναι ένα συνεχές της σιωπής και της αγάπης. Κι αυτό ενδεχομένως καταχρηστικά. Κι αυτό επειδή μάς δόθηκε η οχλοβοή της γλώσσας και δε γίνεται να μη τη χρησιμοποιούμε καθόλου.

Η γλώσσα εφευρέθηκε για να καλύπτει με τον θόρυβό της το σάστισμα που προκαλούσε η παρουσία της αγάπης. Δεν άντεχαν οι άνθρωποι να ζουν σε τόση επαφή και σύνδεση με τους άλλους. Έπρεπε να βρουν ένα εργαλείο για να τους αποσπά από την επαφή, τη σύνδεση, την αγάπη. Στο παιχνίδι άρχισαν να μπαίνουν οι λέξεις. Μια απ’ το παραπειστικό συνάφι τους η «αγάπη». Που ο μόνος τρόπος για να εξηγήσεις τι σημαίνει είναι να μείνεις σιωπηλός δίπλα σε έναν άνθρωπο που αγαπάς, καθώς περπατάτε μαζί μια νησίδα χωρόχρονου, καθώς περπατώντας την τη δημιουργείτε.  

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.