Χρήστος Θεοδωρίδης: «Αν δεν πιστεύουμε στη μεταμορφωτική δύναμη του θεάτρου, ας σταματήσουμε να ασχολούμαστε μαζί του»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης μιλάει στο ελc για την παράσταση «Σ’ εσάς που με ακούτε» της Λούλας Αναγνωστάκη: «Οτιδήποτε έχει ειπωθεί στο έργο της τότε, τώρα εν έτη 2024 έχει εγκαθιδρυθεί, είναι η παρούσα πραγματικότητα»

Μετά το ανέβασμα στη Θεσ/κη η παράσταση που έχει πάρει πολύ θετικές κριτικές έρχεται για λίγες μόνο παραστάσεις και στην Αθήνα. Το κοινό θα έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει το επίκαιρο και βαθιά πολιτικό κείμενο της Λούλας Αναγνωστάκη σε μια πρωτότυπη σκηνοθεσία του Χρήστου Θεοδωρίδη στο Αμφι-Θέατρο Σπύρου Ευαγγελάτου.

To έργο της Λούλας Αναγνωστάκη δεν ήταν καθόλου άγνωστο στον Χρήστο Θεοδωρίδη αλλά το 2017 θα αποφασίσει να εμβαθύνει στο συγγραφικό της σύμπαν. Αποφασισμένος να προχωρήσει σε ένα νέο θεατρικό ανέβασμα του «Σ’ εσάς που με ακούτε» κυριολεκτικά καταδύεται στις λέξεις και τα νοήματά του. «Πρόκειται για ένα απαιτητικό και δύσκολο έργο. Είναι άλλωστε το τελευταίο πολυπρόσωπο έργο της Λούλας Αναγνωστάκη πριν φύγει από τη ζωή. Με έναν τρόπο έχει συμπυκνώσει σε ένα σύντομο κείμενο ολόκληρο το σύμπαν της, όλα τα στοιχεία της δραματουργίας της. Θα μπορούσε να θεωρηθεί με ένα ιδιαίτερο τρόπο η θεατρική της διαθήκη».

 

 

Και όταν έρχεται η πρόσκληση από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος θεωρεί ότι έχει έρθει η στιγμή. Προσωπικές ιστορίες που ευαισθητοποιούν και συνάμα κινητοποιούν κάθε άνθρωπο για ελευθερία, ισότητα και ουσιαστική αποδοχή της διαφορετικότητας. Η αποτύπωση ατομικών και κοινωνικών αδιέξοδων προκαλεί ενδιαφέρουσες συζητήσεις και θίγει ζητήματα διαχρονικά, βαθιά πολιτικά με τον άνθρωπο στο επίκεντρο να παλεύει και να διεκδικεί τα αυτονόητα.

Γοητευμένος από τον κόσμο της Αναγνωστάκη και μελετώντας εις βάθος το έργο της, ο Χρήστος Θεοδωρίδης έχει προχωρήσει σε κάποιες αλλαγές και αντιμεταθέσεις, ειδικά στο πρώτο μέρος επιλέγοντας να μην κρατήσει τη γραμμική χρονική σειρά που έχει.

Επιδίωξή του είναι ο κόσμος που θα δει την παράσταση να «φύγει λίγο πλούσιος». Να μετακινηθεί έστω και λίγο από τις προσωπικές του σταθερές, να ξανασκεφτεί, να νιώσει μέσα από διαφορετικές μεταβλητές. Οπαδός της μεταμορφωτικής δύναμης του θεάτρου θα αναφέρει:

«Αν δεν πιστεύουμε στη μεταμορφωτική δύναμη του θεάτρου ας σταματήσουμε να ασχολούμαστε μαζί του. Με ενδιαφέρει πολύ η δημιουργική πρόσληψη μιας παράστασης από τον κόσμο. Αγωνιούσα τόσο καιρό πριν το ανέβασμα στη Θεσσαλονίκη σχετικά με την πρόσληψή του από τους θεατές γιατί εκείνο που με ενδιαφέρει είναι ο θεατής να αλλάζει βλέποντας ένα έργο. Με χαροποίησε όταν ένιωσα τη γενναιοδωρία του κόσμου, όταν διαπίστωσα ότι ο θεατής ένιωσε, αισθάνθηκε στην παράσταση. Θεατές και συντελεστές καταφέραμε να συνδεθούμε σε ένα κοινό σύμπαν, σε μια ενιαία σκέψη».

Το σκηνοθετικό του βλέμμα βασίζεται από την ελευθερία πάνω στο υλικό και από ένα προσωπικό τρόπο θέασης του θεάτρου που συχνά εμπεριέχει έντονα στοιχεία κίνησης.

«Ειδικά στο μέρος έχω αλλάξει σημεία και κείμενα δίχως να ακολουθώ τη χρονική εξέλιξη του έργου. Νιώθω ότι πήρα τις ελευθερίες που μου επέτρεψε στο μυαλό μου πάντα η ίδια η συγγραφέας. Ένιωσα πλήρη ελευθερία πάνω στο έργο, μια ελευθερία που πηγάζει από την απόλυτη κατανόηση αυτού του έργου. Νομίζω ότι και η ίδια η Αναγνωστάκη αν ζούσε σήμερα αυτή την προσέγγιση θα υιοθετούσε».

Το έργο γράφτηκε το 2001 και είναι βαθιά επηρεασμένο από την κοινωνική πραγματικότητα και τις συνθήκες της εποχής, τις τρέχουσες πολιτικές ωσμώσεις. Η Λούλα Αναγνωστάκη αντλούσε άλλωστε πάντα πολύ από το παρόν της και η Δίκη της Γένοβας εκείνη την περίοδο είναι δεδομένο ότι θα την ταρακουνήσει και θα μετατοπίσει το συγγραφικό της βλέμμα. Η γιγαντιαία διαδήλωση που ξεκίνησε από το πρωί της Παρασκευής της 20ης Ιουλίου 2001, έμελλε να μείνει στην ιστορία για την βίαιη κρατική καταστολή που δέχτηκε από δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας.

Το έργο διαδραματίζεται στο Βερολίνο σε μια απροσδιόριστη χρονική στιγμή που ο Θεοδωρίδης επιλέγει να διατηρήσει.

«Αυτή τη συνθήκη των ημερών που συγκλόνισαν τον κόσμο τότε έχει δανειστεί η Αναγνωστάκη. Διαθέτοντας ένα καταπληκτικό βλέμμα παρατηρητή, αυτό που πετυχαίνει με μεγάλη επιτυχία εδώ η Λούλα Αναγνωστάκη, όπως άλλωστε και στα περισσότερα έργα της είναι να γίνει ο λόγος της προφητικός. Οτιδήποτε έχει ειπωθεί στο έργο της τότε, τώρα εν έτη 2024 έχει εγκαθιδρυθεί, είναι η παρούσα πραγματικότητα. Έχω επομένως διατηρήσει το άχρονο στην παράσταση. Άχρονο που μας ενοποιεί, ένα μέτωπο με κοινά προβλήματα που τότε είχαμε και τώρα έχουμε», περιγράφει ο Χρήστος Θεοδωρίδης.

 

© Mike Rafai

 

© Mike Rafai

 

Κοινωνικά και ατομικά αδιέξοδα η καρδιά του έργου. Στο Βερολίνο, πόλη σύμβολο του ταραγμένου παρελθόντος της Ευρώπης, επικρατεί πολιτική και κοινωνική αναστάτωση καθώς αύριο θα γινεί μια τεράστια ειρηνική συγκέντρωση και όλοι θα πρέπει να δηλώσουν τη θέση τους στον νέο κόσμο. Μέσα στο σπίτι της Μαρίας και του Χανς, μαζί με αυτούς, η Σοφία, ο Άγης, η Τρούντελ, ο Νίκος, ο Τζίνο, η Έλσα, ο Ιβάν κι εμείς, οι θεατές, θα μετρήσουμε τα τραύματά μας. Τις αφόρητες συλλογικές ήττες, τις εφήμερες προσωπικές νίκες. Το ατομικό επίπεδο που διαμορφώνει το πανανθρώπινο, το πολιτικό επίπεδο που ορίζει τη ζωή του καθένα μας ξεχωριστά.

Ως ένας άνθρωπος που μεγάλωσε και ωρίμασε στη δεκαετία του ’90, μια εποχή που θεωρούσε περισσότερο συμπεριληπτική από ότι σήμερα, νιώθει να ταυτίζεται με όλα όσα γράφει η Λούλα Αναγνωστάκη, να βιώνουμε δηλαδή και εμείς αδιέξοδα στην εποχή μας;

«Μόνο αδιέξοδα νιώθω να υπάρχουν στην εποχή μας. Είμαι ρομαντικός αλλά και απαισιόδοξος. Νιώθω ότι τα τελευταία χρόνια τα πράγματα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο και μπροστά μου βλέπω διαρκώς να υψώνεται ένα τείχος. Η ακροδεξιά, τα έντονα φαινόμενα του ρατσισμού, όλα όσα η Αναγνωστάκη αναφέρει προφητικά στο έργο της έχουν σήμερα γίνει εργαλεία στα χέρια των κυβερνώντων παγκοσμίως. Ένας πόλεμος που έχει ξεκινήσει απέναντι στους αδύναμους, απέναντι σε όλους όσους δεν βρίσκονται στην πλευρά της, στις ιστορίες των νικητών. Στοχοποιούνται διαρκώς άτομα είτε λόγω της καταγωγής τους, είτε λόγω της σεξουαλικής τους ταυτότητας. Νιώθω ότι κοινωνικά κάνουμε διαρκώς βήματα προς τα πίσω», σημειώνει.

 

© Mike Rafai

 

Ένας άνθρωπος που αγαπάει και σκέφτεται μέσα από την μουσική, δεν θα μπορούσε να σκηνοθετήσει μια θεατρική παράσταση δίχως αυτή. Για αυτό άλλωστε και η μουσική επιμέλεια είναι προσωπική του υπόθεση: «H μουσική μπορεί σε μερικά μόλις λεπτά να μεταφέρει το επιθυμητό μήνυμα. Για αυτό δουλεύω πολύ με τη μουσική. Ακούγοντας και ζώντας με τη μουσική μπορώ να σκηνοθετήσω».

Τον χειμώνα θα έχουμε και πάλι την ευκαιρία να απολαύσουμε την παράσταση «Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου» του Εντουάρ Λουί στο Θέατρο Προσκήνιο σε σκηνοθεσία του Χρήστου Θεοδωρίδη ενώ ετοιμάζει μια νέα παράσταση βασισμένη στο έργο «Το συνέδριο για το Ιράν» του Ρώσου θεατρικού συγγραφέα Ιβάν Βιριπάεφ. Ένα έργο που θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε μετάφραση της Ιζαμπέλας Κωνσταντινίδου.

 

Info:

«Σ’ εσάς που με ακούτε»

Από τις 11 Μαΐου στο Αμφι- Θέατρο Σπύρου Ευαγγελάτου

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.