Aποστολή στην Άνδρο για τη μεγάλη αναδρομική του Χρόνη Μπότσογλου στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή

«Εύθραυστοι στην ωμότητά» τους οι άνθρωποι του Μπότσογλου είναι βουτηγμένοι σε χρώματα και αλήθεια γεμάτη από ανθρώπινη ύπαρξη, αδυναμία και ουσία

Φωτογραφίες: © Χριστόφορος Δουλγέρης

Στροφές ανάμεσα σε λαξευμένα βράχια, ηλιοβασίλεμα ελληνικότατο, αυτό με το κατακόκκινο χρώμα που δημιουργεί όλες τις αποχρώσεις του μωβ μέχρι να φτάσει η θάλασσα στον ορίζοντά μας και τελικά έφτασα στη Χώρα της Άνδρου. Η λέξη Εμπειρίκος είναι παντού και ο δρόμος προς τον πασίγνωστο τεράστιο Αφανή, όπως λέγεται, Ναύτη είναι η πρώτη βόλτα στο νησί.

Λευκό χρώμα, σοκάκια και κυκλαδίτικη καθαρότητα στο διάβα μου, ενώ σε ένα παντοπωλείο της Χώρας, αυτό το κλασικό νησιώτικο που δεν του φαίνεται αλλά μπορείς να βρεις ό,τι (δεν) μπορείς να φανταστείς, στην μπλε του ξύλινη πόρτα βρίσκεται ανάμεσα σε σκουπόξυλα και σφουγγαρίστρες η αφίσα με την αυτοπροσωπογραφία του Χρόνη Μπότσογλου (1941-2022). Αυτός είναι και ο λόγος της επίσκεψης στο νησί, η μεγάλη αναδρομική του Μπότσογλου στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή.

Εξήντα πέντε χρόνια καλλιτεχνικής διαδρομής μέσα από περισσότερα από εκατό έργα, από το 1953 έως το 2018, παρουσιάζονται στην έκθεση «Χρόνης Μπότσογλου -Η αδιάλλακτη ειλικρίνεια της ενσυναίσθησης». Όμως και ένα μόνο έργο του Μπότσογλου αρκεί και μπορεί να σε κάνει να σταθείς και το βλέμμα του προσώπου που χρωμάτισε και δημιούργησε να διαπεράσει απευθείας το δικό σου. Ο Μπότσογλου έχει πει «Ζωγραφίζω ανθρώπους επειδή είναι το ωραιότερο πράγμα που υπάρχει».

Στις περισσότερες προσωπογραφίες του συναντάμε τη μητέρα του και τη σύζυγο που τον συντρόφευσε μέχρι το τέλος της ζωής του, την Ελένη, την οποία και συναντάμε τόσες φορές που αποκτάει μια περίεργη οικειότητα το όνομά της και γιατί όχι και η ύπαρξή της. Άλλωστε ο αριθμός των προσώπων που πόζαραν γι’ αυτόν ήταν σχετικά περιορισμένος, αφού όπως μας ενημερώνει η επιμελήτρια και Υπεύθυνη Συλλογής του Ιδρύματος, Μαρία Κουτσομάλλη-Moreau: «Μπορεί το βλέμμα των μοντέλων του να πιάσει μια αλήθεια που τα ίδια τα μοντέλα δεν ήθελαν να επικοινωνήσουν».

Ο Μπότσογλου έδινε μεγάλη ελευθερία στο μοντέλο του, το άφηνε να βηματίζει κι όχι να μένει ακίνητο σε μία πόζα, όπως και ο ίδιος ήταν πολύ κινητικός κατά τη δημιουργία των έργων του σαν τυραννία σωματική και πνευματική. Ο ίδιος γράφει: «Να ανοίξω τις πόρτες των αισθήσεών μου, ώστε το σώμα μου να γίνει πέρασμα. Ταυτόχρονα πρέπει να πείσω το μοντέλο μου να αφεθεί κι εκείνο σ’ αυτή την περιπέτεια. Δύσκολη διαδικασία: ερωτικός χορός κανιβάλων… Ώστε να περάσω από τις Σειρήνες χωρίς να μαγευτώ, ακούγοντας μονάχα το ωραίο τραγούδι».

Από τα λόγια του εύκολα γίνεται αντιληπτό και πόσο ωραία έγραφε ο Μπότσογλου, από εκεί μάλιστα βγήκε και ο τίτλος της έκθεσης. Η Μαρία Κουτσομάλλη-Moreau επισημαίνει: «Δημιουργεί ως συγγραφέας – ζωγράφος, κι όχι ως ζωγράφος – συγγραφέας, τα “εικαστικά κεφάλαια”, όπως συνήθιζε να τα ονομάζει. Ο Μπότσογλου αγάπησε τον άνθρωπο και ζωγραφίζει όπως γράφει: πικρά, επώδυνα, τίμια». Η ειλικρίνεια είναι κάτι που διαπνέει το έργο του κατά τη δημιουργία αλλά και ως στάση στην καλλιτεχνική του ύπαρξη:

«Δεν έκρυψε ποτέ κάτι από το έργο του, από το ξεκίνημά του ήταν απόλυτα διάφανος», αναφέρει στην ξενάγηση η επιμελήτρια, «γι’ αυτό κι έδειχνε πάντα και τα πρώιμα έργα του, όλη η εξέλιξή του φανερή, καθώς και οι επιρροές από τους δασκάλους του. Γι’ αυτό και όταν ήρθε ο καιρός να δημοσιεύσει τα γραπτά του, παρουσιάζοντας τα γραπτά του από τη νεαρή ηλικία, είπε: ότι αν τα έγραψα αυτά κάποια στιγμή, τα πίστευα όταν τα έγραφα, άρα σας τα δίνω να τα διαβάσετε. Αυτή η ειλικρίνεια όμως μπορεί να φανεί δύσκολη, ωμή οδυνηρή πολύ συχνά, αλλά γίνεται πάντα με ενσυναίσθηση. Δηλαδή “υποφέρω με τον άλλον, αγαπώ με τον άλλον, ζω με τον άλλον”, γι’ αυτό το μοντέλο είναι καίριας σημασίας για τον Μπότσογλου και δεν ζωγραφίζει χωρίς αυτό. “Αγαπώ το ανθρώπινο σώμα”, θα πει πολλές φορές».

Στην έκθεση συναντάμε πολλά έργα με τη «Μάνα» του, τη Μελαχρινή, τόσα πολλά, που μπορούμε να φτιάξουμε την ιστορία της ζωής της. Τη βλέπουμε όταν η γυναίκα ήταν νέα, νύφη κι έπειτα πιο μεγάλη ενώ περνώντας τα χρόνια εμφανίζεται σε ένα γλυπτό πλέον γερασμένη να κάθεται. Η μητέρα του το 1976 παρουσιάζει τα πρώτα σημάδια του Αλτσχάιμερ και ο Μπότσογλου τη βλέπει κάθε βδομάδα και τη ζωγραφίζει μέχρι το 1988 κάνοντας αμέτρητα σχέδια με μολύβι, με ακουαρέλα λέγοντας ο ίδιος: Εγώ τη μάνα μου την αποχαιρέτησα το ’88 και ο τρόπος μου να την αποχαιρετήσω ήταν αυτά τα έργα. Η Μελαχρινή τελικά πεθαίνει 92 ετών, το 2002.

Ο Μπότσογλου ήταν γεννημένος το ’41 στη Θεσσαλονίκη και απευθείας μέσα από δικά του λίγα λόγια μπορούμε να καταλάβουμε το «Σπίτι» του:

«Είχα την τύχη να γεννηθώ από δύο υπέροχους ανθρώπους που δεν ήταν σπουδαγμένοι, όμως δώσανε και στα τρία παιδιά τους πανεπιστημιακή μόρφωση, ήταν φτωχοί αλλά είχαν πλούσια καρδιά και κιμπαριλίκι, γι’ αυτό δεν μας έλειψε ποτέ τίποτα. Ο πατέρας ήταν σοφός άνθρωπος, στα λίγα που έλεγε και έκανε, διάλεγε πάντα τα ουσιαστικά».

Από τα έξι του χρόνια ο Μπότσογλου φαίνεται ότι ξέρει να σχεδιάζει. Ήδη από το δημοτικό όπως γράφει κι ο ίδιος ήξερε ότι θέλει να γίνει καλλιτέχνης, ζωγράφος και ποιητής. Οι γονείς του πρόσφυγες τον βοήθησαν όσο μπορούσαν για να βρει τους δασκάλους και τελικά γράφεται στη Σχολή Καλών Τεχνών, στην Αθήνα ενώ καταφέρνει να ενταχθεί στο ατελιέ του Γιάννη Μόραλη κι έπειτα συνεχίζει τις σπουδές του στο Παρίσι.

Στην έκθεση συναντάμε από τις πρώτες του αυτοπροσωπογραφίες, αφιερωμένη στη μητέρα του ενώ οι φωτογραφίες θα γίνουν το πάτημα για να ζωγραφίζει, και γίνονται η πηγή έμπνευσης παίζοντας πολύ σημαντικό ρόλο στα πρώτα του έργα. Το πιο χαρακτηριστικό έργο του είναι «Ο συνταξιούχος». Δίπλα στο έργο βλέπουμε και τις πραγματικές φωτογραφίες, σε μία μάλιστα μπορούμε να δούμε μέχρι και τον κάναβο που ‘χει σχεδιάσει πάνω της για να μπορέσει να κάνει τη μεταφορά της στον καμβά. Στον «συνταξιούχο» βλέπουμε τον πατέρα του να κάθεται στην πολυθρόνα και γύρω του αποτυπώνονται σημεία από τη ζωή του, μέσα από τις φωτογραφίες, ενώ είναι ζωγραφισμένη μέχρι και η βεβαίωση αναγνώρισής του ως συνταξιούχου από τους τότε «Σιδηροδρόμους του Ελληνικού Κράτους», εκεί όπου ήταν υπάλληλος.

Χρόνης Μπότσογλου (1941-2022), «Ο συνταξιούχος (δίπτυχο)», 1974.
Λάδι σε καμβά, 82 x 110 εκ.
Ιδιωτική Συλλογή

Χρόνης Μπότσογλου (1941-2022), «Έγκυος», 1972.
Τέμπερα σε χαρτί, 100 x 73 εκ.
Ιδιωτική Συλλογή

Η Ελένη ως μοντέλο στα έργα του Μπότσογλου, την οποία γνωρίζει το ’62, είναι στις περισσότερες δημιουργίες του, με καθηλωτικό το κατάλευκο έργο «Έγκυος» που συναντάμε στην έκθεση που με απόλυτο ρεαλισμό την αποτυπώνει έγκυο, στις δίδυμες κόρες τους που αποκτούν αργότερα. 

Καθηλωτικά είναι και τα έργα του από γυμνά σώματα που συναντάμε όλα μαζί σε μία αίθουσα του μουσείου, όλα σε μια απαλή παλέτα χρωμάτων, που όμως αποτυπώνουν ωμά το σώμα και πώς αλλάζει αυτό προοδευτικά, με μία «αδιάλλακτη ματιά», όπως αναφέρει η Μαρία Κουτσομάλλη-Moreau. Τα έργα: Γονατισμένος άνδρας, Το τρίπτυχο του κίτρινου κύκλου, Το αλκοόλ και η Γυναίκα και άνδρας σε κόκκινο χώρο, στέκουν όλα γύρω από το εντυπωσιακό γλυπτό – επιρροή του Τζακομέττι, το «Γυμνό» του 1986 με την Ελένη. Όλα τα σώματα στον χώρο γύρω από την «Ελένη», γίνονται βλέμματα που σε περικυκλώνουν και σε διαπερνούν για την αλήθεια τους, αυτήν που συναντά μάλλον κάτι από τη δική μας.

«Αξίζει να λατρεύω το ανθρώπινο κορμί, είναι τόσο όμορφο και παράλληλα τόσο αδύναμο, με όλο τον σπαραγμό που κρύβει, τόσο αιώνια εφήμερο, τόσο μεταβλητό. Αξίζει να παλεύω μια ζωή να μάθω να το ζωγραφίσω, όμως είναι αδύνατο να ζωγραφιστεί, αυτή η ροή που ο παφλασμός της ακούγεται μονάχα στη μοναξιά. Πώς λες με λόγια τη σιωπή; Πώς σταματά η κίνηση χωρίς να κόψεις τη ροή; Θαρρώ πως η μεγάλη τέχνη το κατάφερε αυτό», γράφει ο ίδιος ο Μπότσογλου.

Το ’72 επιστρέφει από το Παρίσι, εντάσσεται στο ΕΚΚΕ με την Ελένη και η πολιτική παίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή του. Όμως το ’78 φεύγουν από το ΕΚΚΕ και τότε θα πει: «Η ζωγραφική είναι άλλο κομμάτι από τα πιστεύω μου, εδώ υπάρχει μια υπαρξιακή κρίση. Θέλω να φύγω, θέλω να ασκητέψω κάπου», και τελικά βρίσκει το Πετρί της Λέσβου, εκεί απ’ όπου κατάγεται η Ελένη και σε ένα εντελώς εγκαταλελειμμένο λιοτρίβι για 8 χρόνια, κλείνεται για μήνες εκεί, βρίσκοντας τη ζωγραφική που τον χαρακτηρίζει απόλυτα. Η φωτογραφία έτσι παύει να υπάρχει και ο άνθρωπος και το σώμα γίνεται πλέον το κέντρο της σύνθεσης. 

Τα έργα από τη σειρά «Επαγγέλματα» όπως τα φαντάζεται η δική του ψυχή: Ο ζήτουλας και Ο Ασβεστάς είναι τα δικά μου αγαπημένα ενώ τρομερές σε χρώματα και τεχνική είναι οι δημιουργίες του Μπότσογλου που παρουσιάζονται στην ενότητα Αναφορές, στην οποία και αποτίει φόρο τιμής στους δασκάλους του δημιουργώντας πορτραίτα της φαντασίας του αναπαριστώντας τον Χαλεπά, τον Μπουζιάνη, τον Τζακομέτι, τον Βαν Γκογκ και φυσικά τον Φράνσις Μπέικον. Εντυπωσιακά τα έργα του: Ο Γιώργος Μπουζιάνης στο καβαλέτο του και Ο ζωγράφος Βίνσεντ βαν Γκογκ στο φεγγαρόφωτο.

Χρόνης Μπότσογλου (1941-2022), «Ο ασβεστάς», 1991. Μεικτή τεχνική και ασβέστης, 70 x 50 εκ. Συλλογή Ίριδας Κρητικού

Το έργο του τόσο πλούσιο ξεδιπλώνεται σε αυτή τη μεγάλη αναδρομική, γι’ αυτό και σίγουρα αξίζει να πούμε ότι στην έκθεση συναντάμε και τη σειρά Μια προσωπική Νέκυια, την οποία και ξεκινά ο Μπότσογλου το 1993 και την ολοκληρώνει το 2000 αποτελούμενη από 26 έργα, που μάλιστα ο καλλιτέχνης επιβάλλει να πουληθούν μαζί και να μην χωριστούν. Στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Άνδρου συναντάμε τα 13 από τα 26. Πηγή έμπνευσης του εικαστικού αυτού κεφαλαίου του είναι η Οδύσσεια και η ραψωδία λ’, στην οποία ο Οδυσσέας, που προσπαθεί απεγνωσμένα να καλέσει τον μάντη Τειρεσία από τον κάτω κόσμο για να μάθει αν θα επιστρέψει στην Ιθάκη, μυείται από την Κίρκη στην τελετουργία της νεκρομαντείας, για την προσωρινή επιστροφή των νεκρών από τον Άδη. Σε αυτά τα έργα ο Μπότσογλου ζωγραφίζει όλα τα αγαπημένα του πρόσωπα και το πορτρέτο της μητέρας του που τη δείχνει νέα, νύφη μέχρι να φτάσει στην απόλυτη κατάπτωση είναι εκεί τόσο οικείο μας αποτυπώνοντας όλη την εξέλιξη της ζωής του ανθρώπου ενώ το βλέμμα μου δεν μπορεί να φύγει εύκολα από τον κατακόκκινο τρομερά φλογερό «Καθημαγμένο Άγγελο». Ο ζωγράφος γράφει στο ημερολόγιό του σχετικά: «Για να μπορέσω να κάνω αυτή τη Νέκυια, πρέπει να πάψω να ρωτώ, γιατί όταν ρωτάς θέλεις να μάθεις, και η γνώση ανήκει στους ζωντανούς».

Χρόνης Μπότσογλου (1941-2022), «Μια προσωπική Νέκυια αρ. 15», 1993-2000. 
Λαδοπαστέλ, σκόνες αγιογραφίας και ξηρό παστέλ σε χαρτί επικολλημένο σε καμβά, 152.5 × 105 εκ. 
Συλλογή Σωτήρη Φέλιου – Ίδρυμα «Η άλλη … Αρκαδία»

«Σπατουλιά» χρώματος και αλήθεια στο βλέμμα, όσο πιο ανάγλυφο το τελευταίο προς τα εμάς τόσο πιο διαπεραστικό μέσα μας. «Εύθραυστοι στην ωμότητά» τους οι άνθρωποι του Μπότσογλου είναι βουτηγμένοι σε χρώματα και αλήθεια γεμάτη από ανθρώπινη ύπαρξη, αδυναμία και ουσία. Γράφει ο ζωγράφος – ποιητής:

«Σε μια τέχνη που βάζει μέτρο του σύμπαντος τον άνθρωπο, το κόσκινο που κοσκινίζει την κοινή εμπειρία είναι το σώμα του ποιητή. Γι’ αυτό και οφείλει να εκτεθεί μέσα στο έργο σαν πειστήριο της αλήθειας που διέσωσε».

Η μητέρα του, Μελαχρινή, ο πατέρας του Δημήτριος, ο Ασβεστάς και η Ελένη, ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ σαν με φωτοστέφανο, όλα μαζί… αλλά και ο ίδιος ο Μπότσογλου μέσα από τα ίδια του τα χέρια και τα μάτια που είδε τον εαυτό του, βρίσκονται στην Άνδρο, τους συναντάς κι έπειτα τους «κουβαλάς» μαζί με τους δικούς σου οικείους, στο πεζούλι που θα αράξεις το βράδυ στο νησί, με το δικό σου βλέμμα …έτοιμη να αναμετρηθείς με τη δική σου ειλικρίνεια. 

Χρόνης Μπότσογλου (1941-2022), «Αυτοπροσωπογραφία», 1970-1973 περίπου. Λάδι σε χαρτόνι, 22 x 22 εκ. Ιδιωτική συλλογή
Η έκθεση ξεκινάει στη μόνη αίθουσα του Μουσείου που έχει φυσικό φωτισμό, με τα Τοπία, έργα από το 2000 και μετά και συγγενεύουν με τον Μπότσογλου με μια σημαντική φιγούρα στο θέμα του τοπίου που είναι ο Σεζάν. Ο Σεζάν όπως και ο Μπότσογλου ανέφεραν το βουνό ως την τελευταία τους πρόκληση.
Βασικός ρόλος στα Τοπία του είναι η πέτρα, πώς θα συνδυαστεί αυτή η σκληρή γεωμετρική μορφή με τον αέρα, τα φυτά, τον ουρανό χωρίς ποτέ όμως να ωραιοποιήσει το τοπίο που βλέπουμε.

Info:

Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή: Τα «ζωγραφικά κεφάλαια» του Χρόνη Μπότσογλου στην Άνδρο και νέα αυγουστιάτικη έκθεση στην Αθήνα
 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.