Αντικαπνιστικό, του old boy

Το τσιγάρο πού ακριβώς σε πηγαίνει; Στο ίδιο σημείο και πουθενά πιο 'κει...

Αν και (ή ίσως κι επειδή) μεγάλωσα σε σπίτι καπνιστών, δεν τα πήγα ποτέ καλά με το τσιγάρο. Όχι μόνο με την έννοια ότι δεν ξεκίνησα ποτέ το κάπνισμα. Όχι μόνο με την έννοια ότι δεν μπήκα καν ποτέ στον πειρασμό να το ξεκινήσω. Αλλά κυρίως επειδή δεν κατάλαβα ποτέ σε τι θα μπορούσε να συνίσταται ο πειρασμός. Και τους γονείς σου τους βλέπεις πάντα με άλλο μάτι. Μετά έρχονται οι φίλοι σου και οι παρέες που καπνίζουν, εγκαθιδρύεται μια πιθανή άλλη σχέση με το τσιγάρο, μια πιθανή άλλη ματιά, στην περίπτωσή μου όμως εγκαθιδρύθηκε βασικά η απορία: γιατί; Τι θα μου προσέφερε το τσιγάρο; Ανακούφιση, παρηγοριά, συντροφιά; Κι αν ναι, με ποιον τρόπο; Ως ουσία, ως διαδικασία, ως διαδικασία και ουσία μαζί; Η οποία ουσία όμως σε κάνει να νιώθεις όντως η ίδια καλύτερα, ή απλά άπαξ και τη συνηθίσεις και εθιστείς σ’ αυτήν, νιώθεις πολύ χειρότερα αν δεν την έχεις;

Θέλω δηλαδή να πω ότι για το αλκοόλ ή ακόμη και τα ναρκωτικά παρόμοια απορία δεν υφίσταται: αναλόγως τις ποσότητες, τα είδη κλπ, κάτι σου παίρνουν, αλλά και αναμφίβολα κάτι σου προσφέρουν. Το ποτό, όπως και το ναρκωτικό, κάνει κάτι δραστικό στο μυαλό σου, σε πηγαίνει κάπου αλλού, ακόμα κι αν αυτό το αλλού είναι πάλι ο εαυτός σου, ή μάλλον μια εκδοχή του, γιατί ο εαυτός δεν είναι μια μονοδιάστατη οντότητα, προορισμένη να λειτουργεί αποκλειστικά σε συνθήκες θερμοκηπίου. Το τσιγάρο όμως πού ακριβώς σε πηγαίνει; 

Και ο παράγοντας του εθισμού σε αυτές τις περιπτώσεις δεν αναιρεί το γεγονός ότι είναι οι ίδιες οι ουσίες που δρουν στον εγκέφαλό σου με έναν τρόπο πολύ πιο καταλυτικό στη μετάβασή σου αλλού απ’ ό,τι η νικοτίνη. Αν δηλαδή βγει ο εθισμός από τη μέση, όποιος πιει αλκοόλ ή κάνει το ένα ή το άλλο ναρκωτικό, θα αρχίσει αμέσως να νιώθει διαφορετικά. Αν κάποιος πρωτοκαπνίσει τσιγάρο, δεν θα συμβεί το ίδιο. 

Η συνθήκη να βρίσκεσαι ανάμεσα σε καπνιστές, σε ανθρώπους που ψάχνουν διαρκώς τσιγάρο, που έχουν διαρκώς ανάγκη για τσιγάρο, σε κάνει να παρατηρείς και να αναρωτιέσαι ξανά: τι συμβαίνει στον άνθρωπο που καπνίζει; Ψάξε αναπτήρα, άναψε, ρούφηξε, κράτα το στο χέρι, ξαναρούφηξε, πέτα την κάφτρα, το τσιγάρο ως προέκταση του χεριού σου, το τσιγάρο ανάμεσα στα δάχτυλά σου, εσύ και το τσιγάρο βγάζετε τη μέρα μαζί. 

Κι εμένα τι με κόφτει;

Δεν το βάζω καθόλου σε βάση υγείας, δεν με αφορούν οι υγιεινισμοί, αντιτίθεμαι σφόδρα στην αντιμετώπιση του ανθρώπου ως μιας μηχανής σώματος, που πρέπει να παραμένει στην αρτιότερη δυνατή κατάσταση. Ας κάνουμε ό,τι θέλουμε με το σώμα μας, ας το κάψουμε όπως ακριβώς ποθούμε ή και χωρίς να ξέρουμε τι ακριβώς ποθούμε, το σώμα ούτως ή άλλως δεν θα υπάρχει για πάντα, το σώμα ούτως ή άλλως θα φθαρεί και θα εκφυλιστεί, εκτός κι αν συμβεί η τεράστια τραγωδία του να πεθάνουμε νέοι, άρα κατ’ εμέ, όσο δεν βλάπτει άλλους, ο άνθρωπος δικαιούται να ζει με τον τρόπο που θα ήθελε και μόνο και να μεταχειρίζεται και το σώμα του και την καθημερινότητά του με τον τρόπο που θα ήθελε και μόνο. 

Το βάζω όμως σε βάση απορίας. Εξηγήστε μου: τι νομίζετε ότι κάνετε όταν καπνίζετε; Δεν αμφιβάλλω ότι μπορούν να αντιπαρατεθούν μερικές ντουζίνες κείμενα, ποιήματα, χωρία από πεζά, στοχασμοί, στίχοι τραγουδιών ή και φωτογραφίες και σκηνές από ταινίες, που εξηγούν και που εξυμνούν τη φάση, που τη ρομαντικοποιούν, που της προσδίδουν υπαρξιακές υπερδυνάμεις. Ή που ακόμα κι αν δεν το εξυμνούν μόνο, θα του αποδίδουν πάλι αγαπησιάρικα αρνητικές ιδιότητες, στον αέρα πλανιέται μια εσάνς ροκ σταρ ή βασανισμένων υπάρξεων που μόνο έτσι μπορούν και στέκονται στα πόδια τους. Λυρικά δεν μπορείς να το αντιμετωπίσεις το τσιγάρο, θα βγεις χαμένος από χέρι. 

Στα λυρικά σε έχει, στα υγιεινιστικά δεν θέλω να μπω (και αν είναι να μπω θα πάω με τη μεριά των καπνιστών), οπότε το μόνο όπλο που μου απομένει είναι να αποτολμήσω να πω ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός κι ότι σε θέματα υπαρξιακά, βασανιάρικα, ροκσταρικά, ρομαντικά, ξενέρωτος και άνιωθος δεν είναι ο άκαπνος, αλλά ο καπνιστής. Εκείνος είναι που καπνίζοντας κραδαίνει ένα διαρκές ψυχοσωματικό μπαστούνι, το οποίο όμως στις συντριπτικά περισσότερες περιπτώσεις δεν καλύπτει ένα κενό που προϋπάρχει βοηθώντας τον έτσι να το καλύψει και να τη βγάλει καθαρή, αλλά ανταποκρίνεται σε μια ανάγκη που δημιουργήθηκε από το ίδιο το τσιγάρο, σε έναν τρόπο καθημερινού βίου και ζωής που γέννησε το ίδιο το τσιγάρο. Το οποίο καπνίζοντάς το δεν σε πηγαίνει και πουθενά αλλού. Σε κρατάει καθηλωμένο εκεί ακριβώς που είσαι και τρέφεται από τον ίδιο του τον εαυτό. Ταυτόχρονα, αν υποθέσουμε ότι καπνίζεις μια ζωή, πρέπει να σου έχει στοιχίσει και ένα σπίτι.

Θα μου πεις δική σου κι η ζωή, δικό σου και το σπίτι. Δικό μου και το πάσο, δικό μου και το κείμενο. Αν συγχύστηκες άναψε τσιγάρο. Αν δεν συγχύστηκες πάλι θα ανάψεις. Ποια η διαφορά; Το τσιγάρο ξεκινάει εκεί που τελειώνει κάθε διαφορά κι ίσως τελικά κάθε νόημα για το τι είναι αυτό που κάνεις με όλη αυτή την τελετουργία.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.