«Στη μοναξιά των κάμπων με βαμβάκι» του Κολτές, σε σκηνοθεσία Τιμοφέι Κουλιάμπιν: Μύηση από έναν μεγάλο σταρ στον κόσμο ενός ποιητή του θεάτρου

Ο Τζον Μάλκοβιτς και η Ινγκεμπόργκα Νταπκουνάιτε σε μια σκηνική συνύπαρξη απλά υποδειγματική από αυτές που σπάνια έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει κανείς ακόμα και στις σπουδαιότερες θεατρικές πρωτεύουσες του κόσμου

Φωτογραφίες: © Māris Morkāns

Το «Στη μοναξιά των κάμπων με βαμβάκι» του Μπερνάρ-Μαρί Κολτές είναι ένα έργο κρυπτικό, ερμητικό σχεδόν, ανοιχτό σε πολλαπλές αναγνώσεις και ερμηνείες. Σίγουρα δεν είναι το κείμενο που θα περίμενε κανείς να δει ερμηνευμένο από έναν διεθνή σταρ του μεγέθους του Τζον Μάλκοβιτς. Και μόνο η επιλογή του να παίξει στη συγκεκριμένη παράσταση είναι αποκαλυπτική για τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά του.

Συνολικά, η ομάδα που δημιούργησε την παράσταση που είδαμε στη Στέγη είναι απίστευτη.  Συμπρωταγωνίστρια του Μάλκοβιτς η Λιθουανή Ινγκεμπόργκα Νταπκουνάιτε, σπουδαία ηθοποιός που έχει συνεργαστεί πάνω από δέκα φορές με τον Μάλκοβιτς, γεγονός που αποτυπώνεται εμφανώς στη σκηνική τους επικοινωνία. Για τους κινηματογραφόφιλους υπενθυμίζω την ερμηνεία της στον «Ψεύτη Ήλιο» του Νικίτα Μιχάλκοφ, από τις ταινίες που εμφανίστηκαν κατά τη διάρκεια της περεστρόικα, αφήνοντάς μας ενεούς.

Όσο για τον σκηνοθέτη Τιμοφέι Κουλιάμπιν, όποιος είδε στο Φεστιβάλ Αθηνών το 2018 τις «Τρεις αδελφές» του Τσέχωφ, σίγουρα δεν έχει ξεχάσει το όνομά του: παιγμένο σχεδόν εξ ολοκλήρου στη νοηματική γλώσσα, ήταν μία από τις παραστάσεις όπου πηγαίνεις με μισή καρδιά –Πάλι «Τρεις αδελφές»; τι να μας πει κανείς πάνω σε ένα τόσο χιλιοπαιγμένο έργο; Βαριέμαι!- και βγαίνεις κατάπληκτος, με ολόκληρη την καρδιά ραγισμένη: ένα σχεδόν χορογραφημένο αριστούργημα, με ένα ηχητικό καμβά που σε ακολουθούσε για ώρες μετά, πηγαίνοντας κατευθείαν στην ουσία του τσεχωφικού σύμπαντος: μια αληθινή παράσταση αναφοράς.

Η αλήθεια είναι πως το «Στη μοναξιά των κάμπων με βαμβάκι» είναι ένα έργο εξαιρετικά ανοιχτό σε διαφορετικές ερμηνείες: ένας πωλητής βρίσκεται σε ένα σημείο περιμένοντας να ικανοποιήσει τις, πιθανότατα παράνομες, απαιτήσεις κάποιου διερχόμενου αγοραστή, που θα εμφανιστεί σε αυτό το -προφανώς απόμακρο και κρυφό- σημείο αναζητώντας κάτι. Τόσο το προσφερόμενο, όσο και το ζητούμενο πολύτιμο αγαθό ή υπηρεσία, θα παραμείνουν άγνωστα, ακαθόριστα. Η ενδεχόμενη συναλλαγή –που μπορεί και να μην συντελεστεί ποτέ- μια θα τους φέρει αντιμέτωπους, σε σημείο που μπορεί και να αγγίξει τη βίαιη σύγκρουση, και μια θα τους φέρει κοντά, σε μια σχέση άρρηκτης συνενοχής. Σπάνια ένα θεατρικό κείμενο θα κρατήσει μέχρι τέλους τόσο καλά κρυμμένα τόσο πολλά από τα μυστικά του.

Η προσέγγιση του Τιμοφέι Κουλιάμπιν σε αυτό το σκηνικό αίνιγμα είναι πρωτότυπη. Η σκηνογραφία  του είναι ένας τοίχος με ανοίγματα που αντιστοιχούν σε κλειστές πόρτες, οι οποίες ανοίγουν μία-μία αποκαλύπτοντας αυτό που βρίσκεται πίσω τους – ένα εύρημα που θα έλεγε κανείς πως παραπέμπει ευθέως στο σκηνικό σύμπαν του Μπομπ Ουίλσον. Υπάρχει μια εισαγωγή με έναν άνδρα που επιστρέφει στο σπίτι του –ή και σε κάποιο δωμάτιο ξενοδοχείου- και γδύνεται εντελώς, καταλήγοντας κάτω από το ντους που βρίσκεται πίσω από την τελευταία πόρτα, παίρνοντας στα χέρια του ένα ξυράφι. Ακολουθεί η σκηνή της διαπραγμάτευσης μεταξύ πωλητή και αγοραστή που αποτελεί το σύνολο του κειμένου του έργου.

Στο φινάλε, και τα δύο πρόσωπα καταλήγουν κάτω από το ίδιο ντους, ενώ η τελευταία εικόνα είναι ο άνδρας της έναρξης με κομμένο τον λαιμό. Είναι σαν όλος ο μεταξύ τους διάλογος να αποτελεί τους τελευταίους δισταγμούς –την τελευταία ελπίδα;- του άνδρα πριν την αυτοχειρία του, και σαν τα δύο πρόσωπα πωλητή-αγοραστή να ταυτίζονται.

Είναι αλήθεια πως το κείμενο από τη φύση του υποβάλλει την ιδέα πως τα δύο αυτά πρόσωπα, είναι εναλλάξιμα μεταξύ τους. Ο Κουλιάμπιν πράγματι πραγματοποιεί δυο τέτοιες εναλλαγές. Στο μυαλό έρχεται το «Κουαρτέτο» του Χάινερ Μίλερ, με τις αντίστοιχες εναλλαγές μεταξύ της Μερτέιγ και του Βαλμόν -ενδεχομένως και επειδή ο Τζον Μάλκοβιτς έχει ερμηνεύσει τόσο αξέχαστα τον ρόλο του τελευταίου στις «Επικίνδυνες σχέσεις» του Στίβεν Φρίαρς. Παρόλα αυτά, δεν είμαι καθόλου σίγουρος αν τόσο αυτή η κίνηση, όσο και η περί αυτοχειρίας σύλληψη είναι ακριβώς σύμφωνες με το πνεύμα του έργου του Κολτές. Αναμφίβολα είναι μαεστρικά σκηνοθετημένες και υποστηριγμένες, αλλά –τουλάχιστον στα δικά μου μάτια- μάλλον συσκότισαν περισσότερο παρά φώτισαν το ίδιο το κείμενο.

Η απόλαυση, πάντως, που είναι αδύνατον να μην πάρει κανείς από την παράσταση, είναι αυτή των δύο ερμηνειών. Ο Τζον Μάλκοβιτς, τόσο μεγαλειώδης  ηθοποιός όσο και σταρ, και η Ινγκεμπόργκα Νταπκουνάιτε, εφάμιλλη ως ηθοποιός του σταρ συμπρωταγωνιστή της, εκτελούν άψογα αυτό το pas de deux, προκαλώντας κα συμπληρώνοντας διαρκώς ο ένας τον άλλο σε μια σκηνική συνύπαρξη απλά υποδειγματική από αυτές που σπάνια έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει κανείς, όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά ακόμα και στις σπουδαιότερες θεατρικές πρωτεύουσες του κόσμου. Κι ίσως η λάμψη του μεγάλου ονόματος να οδήγησε και πιο αμύητους θεατές να έρθουν σε επαφή με το έργο ενός από τους μεγαλύτερους ποιητές του σύγχρονου θεάτρου.

 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.