«Πεσμένα Φύλλα» του Άκι Καουρισμάκι: Αυτό δεν είναι το Ελσίνκι

Λίγο πριν περάσουνε τα χρόνια

Εκείνος μοιάζει πολύ με τον Tζίμι Στιούαρτ. Δεν θα του το επισημάνει κανείς. Δεν βρισκόμαστε άλλωστε στο παλιό λαμπερό Χόλιγουντ, ένας αλκοολικός εργάτης είναι και τα «Πεσμένα Φύλλα» δεν είναι καν ταινία του Φρανκ Κάπρα, ταινία του Άκι Καουρισμάκι είναι (την οποία πάντως θα καμάρωνε κι ο Κάπρα). Αλλά ίσως ήδη με το παρουσιαστικό του μας εισάγει σε μια χρονομηχανή. Μα σε ποια εποχή ακριβώς βρισκόμαστε;

Μέχρι πριν όχι τόσα πολλά χρόνια, μας έκανε εντύπωση όταν βλέπαμε τους κινηματογραφικούς ήρωες να χρησιμοποιούν smartphones και σκεφτόμασταν έξυπνο που βρήκαν τρόπο να ενσωματώσουν την τεχνολογία στην πλοκή. Τώρα τα βλέπεις να απουσιάζουν τελείως απ’ τα χέρια των ηρώων και αρχίζεις να αποπροσανατολίζεσαι χρονικά και νομίζεις ότι βρίσκεσαι κάπου αλλού. Τι μεσολάβησε μέσα σε αυτά τα όχι τόσα πολλά χρόνια; Η ζωή μας χέρι χέρι με αυτά, η ζωή μας με αυτά στο χέρι, η ζωή μας μέσα στο διαρκές σκρολάρισμά τους. 

Υπάρχει όμως ένα αναμφισβήτητο στοιχείο που διαρρηγνύει την αμφιβολία για τον χρόνο και μας εγκαθιστά με βεβαιότητα στο σήμερα. Τα νέα που ακούγονται κάθε τόσο από ραδιόφωνα – αντίκες για τον πόλεμο στην Ουκρανία, για την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Και κάθε φορά οι ειδήσεις που ακούμε εστιάζουν σε ακόμη πιο κτηνώδεις συμπεριφορές των Ρώσων. Η Φινλανδία είναι δίπλα στη Ρωσία, στην αρχή της εισβολής μέχρι και απειλές εκτοξεύθηκαν εις βάρος της, είναι λογικό οι ευαισθησίες για τον συγκεκριμένο πόλεμο να είναι αυξημένες εκεί, αλλά αυτό είναι μάλλον και το γενικότερο ζήτημα: στην Ελλάδα και στη Δύση, αλλά και στον μη δυτικό κόσμο και παντού, ανάλογα με το πολιτισμικό, γεωγραφικό, γεωπολιτικό, θρησκευτικό και ιδεολογικό στίγμα του καθενός, κοιτάμε με διαφορετικό μάτι κτηνωδίες στην Ουκρανία από κτηνωδίες στη Γάζα (ή πολύ περισσότερο από κτηνωδίες που διεξάγονται σε άλλους πολέμους χαμηλής ορατότητας ως αορατότητας).

 

 

Κι όταν τύχει, όπως στις περιπτώσεις της Ρωσίας και του Ισραήλ, ο ένας εισβολέας να είναι με τη μια ομάδα και ο άλλος με την άλλη, τα στρατόπεδα μπλέκονται και τα μυαλά μας μπλέκονται και οι αρχές και οι αξίες και οι ευαισθησίες μας μπλέκονται και είναι από δύσκολο ως σχεδόν ακατόρθωτο να μη βρεις αντιφάσεις και μεροληπτική οπτική στον οποιοδήποτε από μας, στο σε ποιες περιπτώσεις διαρρηγνύει τα ιμάτιά του και στο σε ποιες περιπτώσεις προτιμά να στρέφει αλλού το βλέμμα και να κλείνει τα αυτιά. 

Αν όμως αυτός είναι ο χρόνος των «Πεσμένων Φύλλων», ο τόπος τους ποιος είναι; Το Ελσίνκι και η Φινλανδία; Ναι, προφανώς, αλλά ταυτόχρονα και όχι – όχι μόνο, όχι αποκλειστικά. Ο κόσμος του Άκι Καουρισμάκι, που αποτελείται κι από το πώς κοιτάει εκείνος την πατρίδα του; Ναι, ακόμη πιο προφανώς, αλλά δεν είναι μόνο η πατρίδα του που κοιτάει. Η χώρα που βλέπουμε στα «Πεσμένα Φύλλα» είναι και δεν είναι η Φινλανδία. Θα μπορούσε να είναι λίγο πολύ και οποιοδήποτε άλλο μέρος στον κόσμο που ζουν άνθρωποι φτωχοί. Ο τόπος των «Πεσμένων Φύλλων» είναι ο τόπος της εργατικής τάξης, ο τόπος των ανθρώπων που η μοίρα τους στον ήλιο είναι από υλικής απόψεως τόση όση (με τον αστερίσκο της ειρήνης: ανοίγοντας το ραδιόφωνο ακούν ότι δίπλα τους ο πόλεμος καλά κρατεί, δίπλα τους τα προβλήματα είναι άλλης πίστας). Ο τόπος των «Πεσμένων Φύλλων» είναι οι γειτονιές, οι δουλειές, τα σπίτια και τα στέκια των ανθρώπων που δουλεύουν σκληρά και χειρωνακτικά για να μπορέσουν να βγάλουν τα απειροελάχιστα. 

 

 

Ταμίες σε σούπερ μάρκετ, συμβάσεις που μπορούν να λυθούν για ψύλλου πήδημα και χωρίς προειδοποίηση, τα φαγητά που πρέπει να πεταχτούν όταν λήξουν και που παρόλα αυτά θεωρείται κλοπή αν τα πάρεις. Λαντζέρισσα, μια λέξη που έγινε πριν λίγες μέρες της μόδας και βιντεάκι και meme, γιατί όσο καταναλώνουμε μιμς κάποιοι δουλεύουν στα αλήθεια έτσι και όταν η δουλειά τους δεν έχει τόση απήχηση στην αγορά εργασίας έρχονται οι πολιτικοί ταγοί που το κατακρίνουν. Σούπερ μάρκετ, λαντζέρισσες σε κουζίνες, αλλά και μεταλλουργεία, οικοδομές, βιομηχανίες, αντρικές δουλειές που δεν θα κάνει μόνο εκείνος αλλά κι εκείνη, εργατικά ατυχήματα που θα οδηγήσουν σε απολύσεις, ένας κόσμος που η οπτικοακουστική βιομηχανία προτιμά να μην πολυδείχνει, ένας κόσμος τον οποίο νεότεροι κινηματογραφιστές δεν θεωρούν ιδιαίτερα θελκτικό, ιδιαίτερα καλλιτεχνικό, ιδιαίτερα ταυτισμένο με τα προβλήματα της εποχής, που είναι περισσότερο ταυτοτικά, τα ταξικά αφορούν άλλες τάξεις, η κινηματογραφική τάξη ασχολείται με του οίκου της και του ομφαλού της. 

 

 

Και αλκοόλ, πολύ αλκοόλ, και τσιγάρα, πολλά τσιγάρα, και καραόκε, λίγο καραόκε, και ο τρόπος που θα πρωτοκοιταχτούνε και η ερωτική ιστορία που θα ξεκινήσει με τα πιο δειλά βλέμματα, για να αρχίσει να εξελίσσεται με τον τρόπο που θα εξελιχθεί. Αν διαβάσεις στο χαρτί το σενάριο των «Πεσμένων Φύλλων» μπορεί και να αναρωτηθείς με σηκωμένο φρύδι, σοβαρά, αυτό είναι; Όχι βέβαια, φυσικά και δεν είναι αυτό. Το σενάριο έχει μερικές γραμμένες λέξεις και μια βασική κατεύθυνση της ιστορίας κι από εκεί και πέρα αυτό που δεν μπορεί να συμπεριλάβει και να αποτυπώσει είναι ο κόσμος του Καουρισμάκι. Είναι ο κόσμος που αποτυπώνει η κάμερά του, είναι τα μέρη που περπατάει εκείνη κι εκείνος και που δεν είναι ντεκόρ, είναι μέρος των χαρακτήρων τους, είναι τμήμα της ζωής τους, του περιβάλλοντός τους, της αλήθειάς τους. Ο τόπος που ζουν οι άνθρωποι αυτοί είναι αληθινός. Εκείνος και εκείνη είναι αληθινοί. Οι λιγοστοί συμπληρωματικοί ρόλοι είναι αληθινοί. Οι κομπάρσοι και οι φατσάρες που βλέπουμε είναι αληθινοί. Αυτή η κοινωνία είναι αληθινή. Αυτό το σινεμά είναι αληθινό. Αυτά τα συναισθήματα με τα οποία θα παρακολουθήσεις τα «Πεσμένα Φύλλα» και με τα οποία θα αφήσεις το σινεμά είναι αληθινά.  

 

 

 

«Πρέπει να είναι πολύ απελπισμένη για να βγαίνει ραντεβού μαζί σου», θα του πουν σκωπτικά. Ένας κόσμος εκτός μόδας. Ένας κόσμος όχι χίπστερ, ένας άντρας και μια γυναίκα που δεν έχουν θριαμβεύσει στη ζωή τους, που βρίσκονται κάτω από τον μέσο μικροαστικό όρο, που κρατιούνται με νύχια και με δόντια για να μη βγουν στο περιθώριο, που ίσως αν δεν συναντούσαν ο ένας τον άλλο να περνούσαν λίγο ακόμα τα χρόνια, με αποτέλεσμα δίπλα στη φτώχεια τους και τη μοναξιά τους να προστίθετο και το γήρας τους και η οριστική συνθηκολόγησή τους, αλλά ευτυχώς ακόμα έχουν από κάτι να κρατηθούν, έχουν να κρατηθούν από τα χρόνια που δεν τους πήραν τελείως, έχουν να κρατηθούν από τα βλέμματα που αντάλλαξαν, έχουν να κρατηθούν από έναν ρομαντισμό, από την ανάγκη να συναντηθούν δυο άνθρωποι, από την ανάγκη να συναντηθούν τα σώματά τους, η φυσική τους παρουσία, οι σκέψεις τους, τα συναισθήματά τους. 

Γιατί ο ρομαντισμός έχει το σκέλος του ξεχωριστού άλλου, του άλλου που κοιτάμε και χάνουμε το έδαφος κάτω από τα πόδια μας, έχει όμως και το σκέλος της καθόλου ξεχωριστής, της κοινής σε όλους τους ανθρώπους, ανάγκης, να έρχονται κοντά με άλλους ανθρώπους και να αποτελούν ένα μαζί, σύντομο ή όχι, διαρκές ή όχι, πάντως ένα μαζί. Κι όσοι είναι μόνοι τους ακόμα περισσότερο ομολογημένα ή ανομολόγητα έχουν αυτό το όραμα του ρομαντικού μαζί να σιγοκαίει μέσα τους. Κι ίσως να μη συνθηκολογήσουν ούτε και στα γηρατειά, ίσως να σιγοκαίει ακόμα και σε γηροκομεία, σε βλέμματα δειλά και τρυφερά μαζί.  

 

 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.