«Ονειρικό Σενάριο» του Κρίστοφερ Μπόργκλι: Tώρα με βλέπουν όλοι

Dream Virality. Ο old boy γράφει για το αγγλόφωνο ντεμπούτο του Κρίστοφερ Μπόργκλι με τον Νίκολας Κέιτζ

Το πρώτο τέταρτο του εικοστού πρώτου αιώνα έχει φέρει στην επιφάνεια ένα αίτημα και μια ανάγκη που πιθανότατα δεν είναι καθόλου καινούργια μεν, αλλά στην εποχή μας βρήκαν -κυρίως μέσω των σόσιαλ μίντια- την ευκαιρία να αναδυθούν και να γίνουν ορατά: το αίτημα και η ανάγκη να σε ξέρουν, να ξεχωρίσεις, να γίνεις ευρύτερα (έστω κι αν πρόκειται για έναν αλγοριθμικό μικρόκοσμο) γνωστός, να αναγνωρίζεσαι, να σε αναφέρουν, να μιλούν για σένα. Είναι σαν όλες οι υπόλοιπες διακρίσεις να έχουν κάνει κάπως στην άκρη και η συγκεκριμένη να έχει καταλάβει τη θέση της πιο σημαντικής.

Μερικοί από τους πιο πλούσιους ανθρώπους στον κόσμο ποστάρουν διαρκώς, επειδή σαν να μην τους φτάνει το ότι έχουν κατακτήσει τον κόσμο, θέλουν να κατακτήσουν και μια διαρκή δημοφιλία κι ένα διαρκές buzz. Διάσημοι άνθρωποι και στο διαρκές προσκήνιο εξαιτίας άλλων ιδιοτήτων τους, όπως ο πρώην (αλλά και μέλλων;) Πρόεδρος των ΗΠΑ τουιτάρουν για τα πάντα. Κορυφαίοι μπασκετμπολίστες του ΝΒΑ, δεν αρκούνται ότι τους έβλεπαν οι θεατές στο παιχνίδι, πάνε μετά το τέλος των αγώνων και κάνουν καπάκι τηλεοπτικά πόντκαστ, στα οποία είναι οι μόνοι πρωταγωνιστές. Είναι σαν όλα τα υπόλοιπα να είναι δεύτερα πια, σαν οτιδήποτε κι αν είναι αυτό που κάνεις να είναι δεύτερο, σαν το πρώτο να είναι ένα συνεχές κοιτάξτε με, προσέξτε με, δείτε με, μιλήστε για μένα. 

 

 

Ο Νορβηγός Κρίστοφερ Μπόργκλι έβαλε στο κέντρο της προβληματικής του ακριβώς αυτή την ανάγκη με το «Σιχάθηκα τον Εαυτό μου», που προβλήθηκε στη χώρα μας τον Σεπτέμβριο, και το ξαναβάζει με τη νέα του ταινία, το «Ονειρικό Σενάριο», με το οποίο μετακομίζει στις ΗΠΑ, έχει πρωταγωνιστή τον Νίκολας Κέιτζ, εταιρία παραγωγής και διανομής την Α24, παραγωγό τον Άρι Άστερ. Η ηρωίδα στο «Σιχάθηκα τον Εαυτό μου» δεν έχει αντικειμενικά κανένα χαρακτηριστικό που να την κάνει αξιοσημείωτη και επίκεντρο της προσοχής και καταφεύγει σε αυτοκαταστροφικές μεθόδους για να το πετύχει.

Στο «Ονειρικό Σενάριο» ο Νίκολας Κέιτζ ενσαρκώνει έναν άνθρωπο που στο πρόσωπό του συναντάται η εξής αντίστιξη: ενώ επαγγελματικά μεν κάνει κάτι αξιόλογο, όντας μόνιμος καθηγητής σε ένα μικρό πανεπιστήμιο, ενώ οικογενειακά ζει μια κατά βάση καλή ζωή με τη γυναίκα του και τις δύο κόρες του, είναι ταυτόχρονα ο ο ορισμός του ανώνυμου, γκρίζου, ασήμαντου ανθρώπου. Ασήμαντου όμως εντός ή εκτός εισαγωγικών; Ακόμα και στον τομέα του δεν έκανε ποτέ τρομερή καριέρα, δεν προχώρησε την έρευνά του και τώρα βλέπει να απολαμβάνουν τους καρπούς των παλιών ιδεών του άλλοι συνάδελφοί του, δεν έγραψε ποτέ εκείνο το επιστημονικό βιβλίο που θα ήθελε και που είχε πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού του.

Ωστόσο, ακόμα κι αν σε καμία εκδοχή κοινωνίας δεν θα ήταν από τους πιο αξιοζήλευτους ανθρώπους,υπήρχε και μια εποχή που εκ της θέσεώς του και μόνο θα απολάμβανε περισσότερο σεβασμό, που το αξίωμά του και οι σπουδές του θα του προσέδιδαν ένα κύρος. Σεβασμό μπορεί να είχε, αύρα, αέρα και λάμψη έστω σε διαπροσωπικό – κοινωνικό επίπεδο δεν θα είχε ποτέ. Έχει μια φαλάκρα αυγοφωλιά που έχει ξεμείνει λες από τον εικοστό αιώνα, καθώς οι άνθρωποι πια ή δεν χάνουν τα μαλλιά τους έτσι, ή όταν τα χάνουν έτσι τα ξυρίζουν ολόκληρα, κάνουν εμφύτευση, εν πάση περιπτώσει αποφεύγουν αυτό το λουκ. Για να το κλείσουμε κάπου εδώ: δεν είναι ο άνθρωπος που θα γινόταν ποτέ ευρύτερα γνωστός.  

 

 

 

Έτσι όταν, για τον πιο αυθαίρετο και ανεξήγητο των λόγων, αρχίζει και εμφανίζεται  στα όνειρα πολλών ανθρώπων, τόσο ανθρώπων που τον ξέρουν, όσο και κυρίως τελείως αγνώστων, αποκτά τη δημοσιότητα που δεν περίμενε ποτέ. Μολονότι δεν τον βασάνιζε η ανωνυμία του πριν, τώρα απολαμβάνει και χαίρεται την ξαφνική δημοφιλία και ορατότητά του. Οι άνθρωποι τον βλέπουν: στα όνειρά τους, στο ίντερνετ όπου όλοι συζητούν για το φαινόμενο, στην τηλεόραση να δίνει συνεντεύξεις. 

Γιατί άραγε εσύ από όλους τους ανθρώπους να εμφανίζεσαι στον ύπνο των άλλων; Κάτι διαφορετικό πρέπει να έχεις. Μήπως το διαφορετικό σου είναι ότι ακριβώς ήσουν δεν καθόλου διαφορετικός, αλλά εντελώς συνηθισμένος; Μήπως ξεχώρισες ως ένας ακόμα συνηθισμένος; Λίγα πασπαλίσματα συγχρονικότητας του Γιουνγκ, λίγη αλληγορία ακόμα στα μαθήματα που κάνει στους φοιτητές του για τις ζέβρες που έχουν αυτό το χρώμα ακριβώς για να μην ξεχωρίζουν απ’ το κοπάδι και κινδυνεύσουν να φαγωθούν, αλλά βασικά η εμφάνισή του στα όνειρα των πολλών είναι ένα γεγονός χωρίς καμία απολύτως εξήγηση.

Και ίσως κάπου εδώ έχουμε μια πολύ καλή μεταφορά για το φαινόμενο του virality. Το κρίσιμο είναι το πρώτο μπαμ, η σπίθα, το να περαστεί ένα κρίσιμο μέγεθος. Αμέσως μετά το φαινόμενο αυτοτροφοδοτείται, η πυρκαγιά του viral θα εξαπλωθεί, τα περισσότερα μάτια θα φέρουν επάνω του ακόμα περισσότερα και ούτω καθεξής. Θέλω να πω, δεν ξέρουμε αν έτσι συμβαίνει και στον κόσμο της ταινίας, αλλά δεν έχει και τόσο σημασία: όταν όλοι συζητάνε πια για αυτόν τον τύπο που τόσοι πολλοί τον βλέπουν στον ύπνο τους, είναι πια εξαιρετικά πιθανό να τον δεις κι εσύ, όχι για τους αδιερεύνητους λόγους της αρχής του φαινομένου, αλλά για λόγους πολύ πιο εξηγήσιμους. 

 

 

Από τη μια το viral κι από την άλλη το cancel. Η μετατροπή του Κέιτζ από ήρωα σε αποδιοπομπαίο τράγο είναι επίσης ενδιαφέρουσα. Όσο αυθαίρετα εμφανιζόταν με μια συγκεκριμένη μορφή στα όνειρα, τόσο αυθαίρετα γίνεται εν μια νυκτί o κακός και ο μπαμπούλας. Eδώ πάντως η αναλογία χάνει αρκετά στην αντιστοίχιση των μερών: μπορείς να καταλογίσεις όλα τα κακά του κόσμου στην κουλτούρα της ακύρωσης, αλλά κάποιο πάτημα πρέπει να έχει, καθώς το πρόβλημα δεν έγκειται τόσο στο πάτημα που βρίσκει (αν και αυτό είναι πολλές φορές υπερβολικό), όσο στις ισοπεδωτικές συνέπειες που επιφέρει και τη νοοτροπία όχλου που επιβραβεύει.

Και συνολικότερα όμως, αν τόσο στο να γίνει κάτι viral όσο και στο να ακυρωθεί κάτι, από ένα σημείο και ύστερα τα πράγματα οδηγούνται με τον αυτόματο πιλότο, παραμένει το ερώτημα αν είναι τόσο αυθαίρετοι και ανεξήγητοι οι λόγοι της αρχικής δημοφιλίας ή της αρχικής κατακραυγής. Και μάλλον υπάρχει και διαφορά ανάμεσα στο «αυθαίρετοι» και στο «ανεξήγητοι», με την έννοια ότι μπορεί να είναι αυθαίρετο το γιατί ανάμεσα σε πολλά εξίσου ελκυστικά ή εξίσου κατακριτέα αρχικά ερεθίσματα επισημαίνεται και διογκώνεται κάποιο, αλλά από εκεί και πέρα είναι εξηγήσιμοι οι λόγοι που το καθιστούν ελκυστικό ή αποδοκιμαστέο. 

To viralιty, η κουλτούρα της ματαίωσης και ένα τρίτο ενδιαφέρον θέμα, η διαφορά ανάμεσα στη φαντασίωση (στο όνειρο εν προκειμένω) και την πραγματικότητα, όπως αποτυπώνεται σε μια συγκεκριμένη σκηνή. Εδώ η ιδέα θα μπορούσε να λειτουργήσει στην εντέλεια, εδώ το πρόβλημα δεν εντοπίζεται στον σεναριογράφο Μπόργκλι, αλλά στον σκηνοθέτη Μπόργκλι, εδώ χάνεται μάλλον η ευκαιρία για μια σκηνή που με την κατάλληλη ατμόσφαιρα θα μπορούσε να δημιουργήσει άλλο συναισθηματικό αντίκτυπο, ας πούμε σαν εκείνον που δημιουργούσε μια κάπως αντίστοιχη σκηνή από την «25η Ώρα» και την ανάβαση και κατάβαση του Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν στη σκάλα ενός νάιτ κλαμπ.  

 

 

Ο Τσάρλι Κάουφμαν είναι εντελώς παρών στο «Ονειρικό Σενάριο», ο Νίκολας Κέιτζ και το παλτό του είναι σαν να έχουν βγει εν μέρει από το “Adaptation”, υπάρχουν σκηνές στις οποίες ο Μπόργκλι αποδίδει φόρο τιμής στο “Adaptation”, αλλά ο Κάουφμαν εμπιστευόταν τα πρώτα του σενάρια σε σκηνοθέτες που τον έβγαζαν παραπάνω από ασπροπρόσωπο, με το αποτέλεσμα να δίνει και “Αdaptation” και “Μυαλά του Τζον Μάλκοβιτς” και “Aιώνιες Λιακάδες”, εδώ ο Μπόργκλι σκηνοθετεί μάλλον απρόσωπα και χωρίς ατμόσφαιρα το υλικό του, αδικώντας το και περιοριζόμενος σε περιστασιακές εκλάμψεις. Και σε κάθε περίπτωσημ όταν μιλάμε για Κάουφμαν μιλάμε και για άλλες πίστες πολυπλοκότητας, βάθους και τελικά και ανθρωπινότητας, μια ανθρωπινότητα που πασχίζει να πιάσει ο Μπόργκλι, αλλά την φτάνει τόσο όσο, είναι σαν να μην την νιώθει στο πετσί του. Πάλι καλά που όταν ο Νίκολας Κέιτζ μπαίνει σε ένα ρόλο και δεν κάνει χαβαλέ μπαίνει για τα καλά, και στο «Ονειρικό Σενάριο» μπήκε, δίνοντας σάρκα, οστά, βλέμμα, φωνή και ψυχή στον χαρακτήρα του.  

Στη «Η Ψυχή και το Σώμα» της Ίλτινκο Ενιέντι πριν λίγα χρόνια, το να δουν ένας άντρας και μια γυναίκα το ίδιο ακριβώς όνειρο ήταν επίσης ανεξήγητο, αλλά γινόταν και η αφορμή ώστε η Ενιέντι να φέρει κοντά δυο ανθρώπους, με την αρχική ιδέα να λειτουργεί ως εφαλτήριο για να πάει η ιστορία πολύ πιο πέρα. Στο «Ονειρικό Σενάριο» ο Μπόργκλι έχει ένα ευφυέστατο και απολαυστικό εύρημα που ενώ είναι γεμάτο υποσχέσεις, δυσκολεύεται τελικά να το διαχειριστεί. Βασικά δεν ξέρω αν η λέξη «δυσκολία» είναι η σωστή. Μπορεί κάλλιστα να κάνω λάθος και να είναι ένα σενάριο που δούλευε μια ζωή, αλλά φαίνεται ότι αντί για δυσκολία υπάρχει ευκολία.

Με τα όποια του ελαττώματα το «Σιχάθηκα τον Εαυτό μου» έμοιαζε σεναριακά τουλάχιστον πολύ πιο στέρεο, πολύ πιο γεμάτο, πολύ πιο πλήρες. Το «Ονειρικό Σενάριο» μοιάζει να μένει μετέωρο. Στο πρώτο του διεθνές βήμα ο Μπόργκλι αντί να πάει ένα βήμα πιο μπροστά, πάει ένα βήμα προς τα πίσω. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν είναι μια ταινία που την απορρίπτεις συνολικά – ούτε την ίδια ούτε τον δημιουργό της. Αντίθετα ο Μπόργκλι έχει εμφανώς «κάτι», έχει μια κεραία συντονισμένη στο να πιάνει το πνεύμα της εποχής, έστω κι αν θα μπορούσε να το μεταφράσει περισσότερο αποτελεσματικά. Μένει να αποδειχθεί στην πορεία αν ό,τι είδαμε ως τώρα είναι το ταβάνι του ή αν αντίθετα υπάρχει στις δυνατότητές του κάτι πιο πλούσιο που εκκρεμεί να γονιμοποιηθεί.

 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.