Ο Μάξιμος Μουμούρης στο elculture

Ζήσαμε μια εποχή του υπερεγώ, ίσως πρέπει να ξαναδούμε το «όλοι μαζί»

 

Μίλησες μας για το «NORMA-L/N»  το έργο του Χρήστου Νικολόπουλου που ανεβάζεις φέτος και γιατί το επέλεξες;

Το έργο είναι αρκετά σκληρό, διαπραγματεύεται τη σχέση μιας μάνας και ενός γιου. Είναι μια σχέση επιβολής, πώς επιδρά αυτή η μάνα, πόσο επιδρά και τα αποτελέσματα αυτής της εξουσίας στη ζωή του παιδιού της. Το έργο γράφτηκε με αφορμή την ταινία του Χίτσκοκ, το «Ψύχω». Η ταινία είναι όμως απλώς η αφορμή, εγώ την έχω ξεχάσει. Η σχέση του Πέρκινς με τη μάνα του είναι μια αφετηρία. Στην αρχή είχα μπει στην παγίδα να δω τι μπορώ να κρατήσω από την ταινία. Αλλά τελικά αποφάσισα ότι δε μου έλεγε τίποτα μια αναπαραγωγή της ταινίας. Σίγουρα πάντως κάποιος που δεν έχει δει την ταινία μπορεί να παρακολουθήσει την παράσταση ως μια αυτόνομη ιστορία. Δύσκολα μπορώ να απαντήσω γιατί επέλεξα το συγκεκριμένο έργο, δύσκολα μπορώ να απαντήσω γιατί επιλέγω κάτι κάθε φορά. Μου άρεσε η γραφή του Χρήστου και ταιριάζει στη φάση μου που είμαι και ηλικιακά – είναι μια πολύ φρέσκια γραφή- και από πλευράς αναζητήσεων. Είναι μια γραφή ιδιαίτερη, γιατί ενώ είναι πολύ συγκεκριμένη, κρύβει μια αναρχία, θέλει δουλειά να βρεις τη ροή σου μέσα σε αυτό το κείμενο. Επίσης, έχει μια κινηματογραφική δομή, θα έλεγα.

Χρησιμοποιείς στοιχεία κινηματογραφικά στη σκηνοθεσία σου;

Όχι, το μόνο που διατηρώ είναι τα black out, αν μπορείς να το χαρακτηρίσεις κινηματογραφικό αυτό. 

Μου είπες ότι αυτή η αναρχία του κειμένου ταιριάζει με μια προσωπική σου στιγμή. Νιώθεις ότι καλλιτεχνικά σου χρειάζεσαι κάτι τέτοιο;

Όχι ακριβώς αναρχία. Η ακαθόριστη δομή του έργου ταιριάζει με μένα σε αυτή τη φάση, που κολυμπάω σε άγνωστα νερά, που ακόμα ακαθόριστο είναι αυτό που πάω να κάνω. Το έργο έχει μια λιτότητα που μου πάει, με μια σκληρή γλώσσα που προσπαθώ να μη βγει καθόλου πρόστυχη. Αλλά πραγματεύεται μια πολύ δύσκολη σχέση, αυτή της μάνας και του παιδιού, οπότε αναπόφευκτα είναι ένα κείμενο σκληρό, σκληρή είναι αυτή η σχέση…

Πιστεύεις ότι είναι οδυνηρή η σχέση μάνας και γιου;

Έτσι όπως παρουσιάζεται σε αυτό το έργο είναι δύσκολη, όχι ότι αυτό ισχύει πάντα. Αυτό άλλωστε ήθελα να εξετάσω κιόλας, κατά πόσο είναι έτσι τα πράγματα. Δεν ξεκινάει πάντως ως οδυνηρή, αλλά γίνεται τελικά. Εγώ δεν έχω εμπειρία αυτής της σχέσης, γιατί έχασα πολύ μικρός τη μητέρα μου και ίσως υποσυνείδητα, χωρίς να το καταλαβαίνω, πήγα προς τα εκεί, στη διερεύνηση αυτής της σχέσης που εγώ δεν είχα. Πάντως, η επαφή που έχει ο ήρωας με τη μητέρα του φτάνει σε ακραίες καταστάσεις, και οι ακραίες καταστάσεις έχουν ενδιαφέρον στο θέατρο.

Συνδυάζεις αυτή τη φορά τη σκηνοθεσία και την υποκριτική… Σε δυσκόλεψε ή σε απελευθέρωσε αυτή  η διαδικασία;

Με τεράστια χαρά μπήκα μέσα σε όλο αυτό. Χρειάζεται βέβαια τεράστια προσπάθεια, γιατί δεν είχα κανένα θεατή να με κρίνει. Δοκίμαζα συνέχεια πράγματα μέσα από αυτοσχεδιασμούς και οι μόνοι θεατές μου ήταν ο Χρήστος που παίζει στην παράσταση έναν ιδιαίτερο ρόλο και η Φρόσω, η Κορρού, που είναι βοηθός σκηνοθέτης και όχι βοηθός σκηνοθέτη. Από αυτούς έπαιρνα το feet back γι’ αυτό που έκανα. Τόσα χρόνια είχα μάθει να έχω έναν σκηνοθέτη που μου έλεγε τι να κρατήσω. Τώρα έπρεπε να έχω μεγάλη συγκέντρωση για να επιλέξω τι θα κρατήσω από κάτι που δεν έβλεπα. Δυο φορές μόνο μαγνητοσκόπησα τον εαυτό μου, πράγμα που με βοήθησε σε διάφορα θέματα, τεχνικά κυρίως. Μετά όμως το σταμάτησα αυτό και αφέθηκα…(γέλια)

Χρειάζεται και πολύ αυτοπεποίθηση μια τέτοια απόφαση..

 Δεν ένιωσα αυτοπεποίθηση, είπα απλώς να το τολμήσω. Και δεν το τόλμησα στο Εθνικό, το τόλμησα σε ένα χώρο που δικαιούσαι να κάνεις λάθη. Νομίζω ότι ένας μεγάλος χώρος που απευθύνεται σε πολύ κόσμο και χρειάζεται μεγαλύτερη εξωστρέφεια θέλει άλλους χειρισμούς και άλλες απαιτήσεις, νιώθω ότι είναι μεγαλύτερη έκθεση ένας μεγάλος χώρος. Θα ήταν επηρμένο, ας πούμε, να έκανα έναν μονόλογο στην Επίδαυρο. 

Και έρχεσαι αντιμέτωπος και με άλλο ένα «πρόβλημα» αυτή τη φορά , το μονόλογο…

Ναι αυτό είναι το τρίτο πρόβλημα (γέλια). Δεν είναι καθαρά μονόλογος βέβαια, γιατί υπάρχει επί σκηνής ο Χρήστος που είναι μεγάλο στήριγμα. Τον Χρήστου τον γνώρισα πριν από πέντε χρόνια που είχαμε συνεργαστεί σε μια παράσταση. Είναι δημοσιογράφος και έχει πολύ καλή αίσθηση του τι είναι θέατρο. Επίσης εδώ που παίζει κιόλας, κατάλαβα ότι έχει τρομερή αίσθηση του ρυθμού, πράγμα σημαντικό στο θέατρο. Αυτό που κλήθηκε να κάνει δεν είναι καθόλου απλό, αλλά η απειρία του έχει μια γοητεία που μου αρέσει. Δεν παίζει ακριβώς ένα ρόλο, είναι μια καταλυτική παρουσία που παίρνει πολλές μορφές. Καταρχάς, είναι ο συγγραφέας του έργου που έρχεται και μας το παρουσιάζει, άλλοτε ως μάνα, άλλοτε ως αγόρι, άλλοτε ως άντρας, αλλά δεν παίζει τη μάνα, το αγόρι, ή τον άντρα. Είναι σαν να γράφει το έργο εκείνη την ώρα.
 Στην αρχή των προβών, ασχολιόμουν περισσότερο με τη σκηνοθεσία, γιατί ένιωθα ότι εκεί θα κριθώ. Εστίασα αρχικά περισσότερο στην παρουσίαση του όλου πράγματος. Αλλά κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι πάνω σε αυτό τον καμβά που έφτιαχνα έπρεπε να υποστηρίξω το πρόσωπο, γιατί ό,τι κι αν έφτιαχνα δομικά έπρεπε κι εγώ να είμαι καλός μέσα σε αυτό για να περάσει στον κόσμο.

Μοιράζεσαι ανάμεσα στην υποκριτική και τη σκηνοθεσία. Αν  κάποιος σου έλεγε ότι πρέπει οπωσδήποτε να διαλέξεις… ;

Δεν ξέρω. Δεν είναι τυχαίο ότι κάνω αυτά τα βήματα. Χρόνια έχω το μυαλό μου στη σκηνοθεσία. Νομίζω ότι για μένα πρέπει να υπάρξει αυτή η εξέλιξη. Πολύ πιθανό κάποια στιγμή να επιλέξω ένα από τα δύο. Προς το παρόν, νιώθω ότι εκφράζομαι περισσότερο παίζοντας, αλλά νιώθω πολύ χαρά και μεγάλη τύχη που μπορώ να κάνω και τα δύο, γιατί έτσι καταφέρνω να εκφράζω τη σκέψη μου συνολικά, με τη βοήθεια φυσικά των συνεργατών μου. 

Μου δίνεις την αίσθηση ότι σε απασχολεί πολύ η κρίση των άλλων…

Σε αυτή τη δουλειά είναι μεγάλη η έκθεση και ίσως γι’ αυτό σου δίνω αυτή την αίσθηση. Πάντα στη δουλειά μας πρέπει να απευθύνεσαι. Νιώθω μια σιγουριά γι‘ αυτό που κάνω και νομίζω ότι αυτό είναι βασικό συστατικό. Να σε αφορά αυτό που κάνεις εσένα εν πρώτοις. Έτσι θα καταφέρεις να επικοινωνήσεις και με τον κόσμο. Αυτή τη φορά, σε μεγαλύτερο βαθμό από άλλες δουλειές, νιώθω ικανοποιημένος. Απόλαυσα ότι ήμουν κύριος του εαυτού, δοκίμασα ό,τι ήθελα, όπως ήθελα, ακόμα και στο πιο απλό, τι ώρα θα κάνω πρόβα, για παράδειγμα.

Είναι μια τάση και επιθυμία της γενιάς μας αυτό το να είμαστε κύριοι του εαυτού μας..

Ναι, και το βρίσκω πολύ θετικό αυτό. Δεν υπάρχουν πια οι μεγάλες μορφές, ο Κουν, ο Βολανάκης, ο Τσαρούχης, δεν υπάρχουν μεγάλοι δάσκαλοι, ή αν υπάρχουν είναι καλά κρυμμένοι. Έχω δουλέψει με ανθρώπους που θαύμαζα πολύ στη σχολή και ναι, ήταν πολύ σημαντικοί και καλοί, αλλά όταν τελείωσε η δουλειά, είδα κι αλλά πράγματα, τι μου έλειψε, ας πούμε. Από όλους έχω πάρει στοιχεία, από άλλους λιγότερα, από άλλους περισσότερα. Αλλά όλη αυτή η επιθυμία του να είμαστε “άρχοντες” του εαυτού μας, μας έχει κάνει πιο τολμηρούς. Υπάρχουν νέες ομάδες που δε φοβούνται να πειραματιστούν. Ακόμα και σε χώρους εξωθεατρικούς…

Πώς βλέπεις τα πράγματα στο θέατρο λόγω της υπάρχουσας κατάστασης;

Νομίζω ότι η κρίση έχει χτυπήσει περισσότερο το εμπορικό θέατρο. Οι μικροί χώροι πάντα έχουν κάτι να δεις. Βέβαια, λίγοι μπορούν να ζήσουν από το θέατρο, οι περισσότεροι δουλεύουν δωρεάν, γιατί θέλουν πολύ να το κάνουν. Θεωρώ ότι η τέχνη πρέπει να στηριχτεί και από την ιδιωτική πρωτοβουλία, δεν μπορούμε όλα να τα περιμένουμε από το κράτος. 

Ειδικά σήμερα.. Ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος;..

Πάντως στο θέατρο υπάρχει οργασμός πραγμάτων, δεν ξέρω κατά πόσο όλα αυτά που γίνονται αντέχουν οικονομικά και για πόσο. Εγώ για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, ζω από  την τηλεόραση. Κι εκεί υπάρχει κρίση και μάλιστα τεράστια και το βιώνω αυτό πολύ έντονα. Και σήμερα πια με δυο παιδιά δεν μπορώ να κάνω τον ήρωα. Επίσης πλέον εμένα μου αρέσει  η τηλεόραση. Φέτος κάνω μια σειρά στην Κύπρο γιατί και σε αυτό τον τομέα υπάρχει πρόβλημα… Βέβαια, έχω μια σύζυγο που είναι ενεργή και αλληλοστηριζόμαστε, αλλά η πλειοψηφία των καλλιτεχνών φοβούνται να κάνουν οικογένεια και το βρίσκω λογικό. Βλέπω όλα αυτά τα παιδιά στη σχολή που έχουν κέφι και όρεξη και αναρωτιέμαι ποιος θα τα καταφέρει. Αντικειμενικά είναι δύσκολα τα πράγματα.

Πιστεύει ότι ένα ταλέντο μπορεί να χαθεί;

Ένα υποκριτικό ταλέντο; Ναι, σίγουρα, αλλά το ταλέντο που χρειάζεσαι σε αυτή τη δουλειά είναι και κάτι ακόμα: πώς διαχειρίζεσαι το ταλέντο σου, πώς γενικά τοποθετείσαι απέναντι στα πράγματα…  Έχω παραδείγματα ανθρώπων που είχαν ταλέντο και δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν, αλλά αυτό είναι και δική τους ευθύνη. Εγώ θεωρώ τυχερό τον εαυτό μου, πιστεύω ότι περισσότερο είχα ένα ένστικτο και μια άγνοια για το τι πάω να κάνω και αυτό με διαφύλαξε.

 Εσένα σε αγχώνει αυτή η κρίση;

Πέρασα μια κρίση κι εγώ, λόγω και της ελεύθερης φύσης του επαγγέλματος και μια τρομερή ανησυχία για το μέλλον, που ομολογώ ότι δεν έχει φύγει, ίσως έχει ξεχαστεί λίγο λόγω της παράστασης. Είμαι όμως αισιόδοξος για το πού θα καταλήξει όλη αυτή η ιστορία, αλλά φοβάμαι πολύ ότι μπορεί να μη βάλουμε μυαλό ποτέ. Ποιες είναι οι αιτίες που μας έφεραν εδώ; Αυτό πρέπει να διερευνήσουμε. Ζήσαμε μια εποχή του υπερεγώ, ίσως πρέπει να ξαναδούμε το «όλοι μαζί». Υπάρχει μια ευκαιρία για πιο μαζική σύγκρουση στο τι μας συμβαίνει. Αλλά αυτά είναι δύσκολα ερωτήματα…

Ένα σου μεγάλο όνειρο;

Όλα πια εκφράζονται μέσα από τα παιδιά μου πλέον. Ένα προβλέψιμο και πολύ κανονικό όνειρο που πολλοί γονείς έχουν είναι τα παιδιά τους να τους ξεπεράσουν. Αλλά γενικά δεν έχω την τάση να σκέφτομαι πολύ μακριά, πάω βήμα βήμα.

Σε ευχαριστώ πολύ.

Κι εγώ.

 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.