H ιστορικός Joëlle Fontaine στο ελculture.gr

Κείμενο: Κατερίνα Κανέλλη

Στη Γαλλία κυκλοφόρησε φέτος από το μικρό, αλλά θαυματουργό εκδοτικό οίκο La fabrique, που εκδίδει κυρίως κείμενα ιστορίας, φιλοσοφίας, κριτικών αναλύσεων για την εποχή μας, το βιβλίο της ιστορικού Joëlle Fontaine (Ζοέλ Φονταίν) με τον τίτλο «De la résistance à la guerre civile en Grèce (1941-1946)» (Aπό την Αντίσταση στον εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα). Το βιβλίο δεν είναι μεταφρασμένο ακόμη στα ελληνικά. Μιλήσαμε όμως με τη συγγραφέα του, που εξιστορεί ένα επώδυνο μέρος της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και μας επιτρέπει μέσα από το έργο της -γραμμένο σε ύφος απλό, αλλά βαθιά τεκμηριωμένο-  να κατανοήσουμε καλύτερα κάποια από τα αίτια του δυσβάσταχτου παρόντος μας…

ελc: Η συγγραφή ενός βιβλίου για την Αντίσταση και τον εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα θα άγγιζε πιθανότατα το ελληνικό αναγνωστικό κοινό, πόσο μάλλον τώρα που παρατηρείται μια γενικότερη στροφή σε εκείνη την περίοδο, π.χ. η σειρά ντοκιμαντέρ για τον πόλεμο του ’40 στην ΕΤ1, η θεματική της πατρίδας στο Εθνικό Θέατρο. Ωστόσο, θεωρείτε ότι στη Γαλλία υπάρχει ενδιαφέρον για τη σύγχρονη ελληνική ιστορία και, αν ναι, γιατί;
Joëlle Fontaine: Ναι, αυτή τη στιγμή στη Γαλλία υπάρχει ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον για τη χώρα σας, καθώς αφενός είναι ιδιαίτερα αγαπητή σε εμάς και αφετέρου η σημερινή της δυσχέρεια δε μας αφήνει αδιάφορους. Αν και η αρχαία της ιστορία είναι γνωστή και υπερεκτιμημένη, η πρόσφατη ιστορίας της είναι άγνωστη σε μεγάλο βαθμό – ίσως βέβαια όχι από τους πιο ηλικιωμένους, τους παλιούς αντιστασιακούς, που έζησαν τα επεισόδια του εμφυλίου με βαθιά συναίσθηση, σαν σελίδα της δικής τους ιστορίας και ελπίδας. Αυτοί παρακολούθησαν αργότερα με θλίψη τα χρόνια της δικτατορίας των συνταγματαρχών, τα οποία η ταινία Ζ του Κώστα Γαβρά έκανε ιδιαίτερα γνωστά στη Γαλλία. Κατά συνέπεια, είναι σημαντικό στο παρόν πλαίσιο να θυμηθούμε τα γεγονότα που συνδέονται με το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στα οποία και ο ελληνικός Τύπος αναφέρεται συχνά και των οποίων οι συνέπειες γίνονται αισθητές και σήμερα.
Επιπρόσθετα, ως καθηγήτρια Ιστορίας-Γεωγραφίας διαπίστωσα ότι η σφαγή των αντιστασιακών από τους Βρετανούς το Δεκέμβριο του 1944 σχεδόν πάντα αποσιωπείται –ή παρουσιάζεται με λανθασμένο τρόπο– στις γαλλικές πανεπιστημιακές εργασίες που αφορούν εκείνη την περίοδο. Έτσι, επιτρέπεται να διατηρηθεί η φήμη για την αφετηρία του Ψυχρού Πολέμου, παρουσιάζοντας αφενός μια Σοβιετική Ένωση-κατακτητή, που επιβάλλει το «απολυταρχικό» της πολίτευμα σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, και αφετέρου ένα «δημοκρατικό» κόσμο, που επιλέγει ελεύθερα το πολίτευμά του και τους κυβερνώντες του μετά την απελευθέρωσή του από το φασισμό, από το βρετανικό στρατό, ο οποίος αναγκάζεται να υπερασπιστεί αυτή την ελευθερία απέναντι στο σοβιετικό επεκτατισμό. Παρ’ όλα αυτά, το επεισόδιο του Δεκεμβρίου του ’44, που συμβαίνει εν μέσω πολέμου, δείχνει ξεκάθαρα ότι την πρωτοκαθεδρία στις επεμβάσεις των μεγάλων νικητήριων δυνάμεων στο πεπρωμένο των λαών κατέχει αδιαμφισβήτητα η Μεγάλη Βρετανία. Αυτό το γεγονός δεν εμποδίζει τον Τσόρτσιλ, την ιδία μέρα που υπεγράφη η συμφωνία της Βάρκιζας, που σημειώνει την ήττα των ανταρτών, τη 12η Φεβρουαρίου 1945, να ανακοινώσει σε συμφωνία με τον Ρούσβελτ και τον Στάλιν στη Γιάλτα «το δικαίωμα κάθε λαού να επιλέγει τη μορφή διακυβέρνησής του»…
Πολλοί Αγγλοσάξονες ιστορικοί δίνουν μια σημαντική θέση στη βρετανική επέμβαση του Δεκέμβρη του ’44 και αυτό το ιστορικό γεγονός, σε συνδυασμό με άλλες επεμβάσεις του ίδιου τύπου σε άλλες χώρες της Ευρώπης και του κόσμου, τους επιτρέπει να δώσουν μια διαφορετική οπτική του Ψυχρού Πολέμου που σημάδεψε τον κόσμο μέχρι την κατάρρευση των σοσιαλιστικών χωρών στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Δε συνέβη το ίδιο στη Γαλλία. Αυτός μάλιστα είναι ένας από τους λόγους που με ώθησαν να γράψω το συγκεκριμένο βιβλίο και, φυσικά, η σχέση μου με την Ελλάδα, την οποία επισκέπτομαι από το 1962!

ελc: Στο βιβλίο σας δείχνετε ότι η Ελλάδα ήταν πάντα μια μικρή χώρα που διέθετε περιορισμένη αυτοδιάθεση. Υποστηρίζετε, όπως άλλωστε και ο Γερμανός ιστορικός Χάιντς Ρίχτερ, ότι οι παρεμβάσεις του Τσόρτσιλ στην ελληνική εσωτερική πολιτική ήταν καθοριστικές. Μας ξενίζει ωστόσο η εικόνα του Τσόρτσιλ ως θαυμαστή του Μουσολίνι, καθώς σε ελληνικές πηγές συχνά αναφέρεται ως φιλέλληνας.
J. F.: Γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα αποτελεί ένα πολύ σημαντικό στρατηγικό σημείο στην Ανατολική Μεσόγειο και αυτός είναι ο λόγος που προσέλκυε το «ενδιαφέρον» των μεγάλων δυνάμεων – και σε μεγάλο μέρος ο λόγος των δεινών της! Πολύ γρήγορα η Βρετανία πήρε τα ηνία με διάφορους τρόπους, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να προστατεύσει το «δρόμο της» προς την Ινδία από τις φιλοδοξίες των Ρώσων Τσάρων που επιθυμούσαν να εισχωρήσουν στη Μεσόγειο.
Δεν επρόκειτο για αυτό το 1940, αλλά εντωμεταξύ ο δρόμος προς την Ινδία έγινε επίσης αυτός του πετρελαίου ήδη από το καλοκαίρι του 1943, μετά τις νίκες του Στάλινγκραντ και του Κουρσκ το Φόρειν Όφις αρχίζει να φοβάται μήπως ο Κόκκινος Στρατός αργά ή γρήγορα έφτανε στις όχθες της Μεσογείου. Θεωρεί λοιπόν ζωτικής σημασίας θέμα να εμποδίσει αυτή τη πιθανότητα με οποιοδήποτε μέσο και να επιβάλει, στην Ελλάδα τουλάχιστον, τη διατήρηση του πολιτεύματος πριν από τον πόλεμο, διασφαλίζοντας την οικονομική και πολιτική κυριαρχία της Μεγάλης Βρετανίας, με ένα πολιτικό προσωπικό αφοσιωμένο σε αυτήν.
Ο Τσόρτσιλ θα το τραβήξει ακόμα περισσότερο: Δε διαβλέπει άλλο πολίτευμα για την Ελλάδα, παρά τη μοναρχία δανέζικης προέλευσης, που επιβλήθηκε σε αυτή τη χώρα εδώ κι ένα αιώνα και την οποία μισεί ο λαός, δεδομένης της συνύπαρξής της με τη δικτατορία του στρατηγού Μεταξά, η οποία εγκαθιδρύθηκε το 1936. Ο φασιστικός χαρακτήρας αυτής της δικτατορίας δεν ενοχλεί το Βρετανό πρωθυπουργό, ο οποίος είχε στρατευθεί καταρχήν σε μια «μεγάλη αντιφασιστική συμμαχία». Σε συνεργασία με τον Ρούσβελτ, μετά την απόβαση το καλοκαίρι του 1943 στη Σικελία, διατήρησε εξάλλου στην εξουσία φασιστικά στελέχη, παραμερίζοντας τους Ιταλούς αντιστασιακούς. Καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου έλεγε τα καλύτερα λόγια για τον Φράνκο… για τα οποία τον επιπλήττουν πολύ συχνά οι Βρετανοί βουλευτές. Δε θα διστάσει άλλωστε, κατά τη διάρκεια των μαχών του Δεκέμβρη του ’44, να χρησιμοποιήσει τα Τάγματα Ασφαλείας, τη χωροφυλακή, που συνεργάστηκε με τους Γερμανούς, ενάντια στους οπαδούς του ΕΛΑΣ…
Η επιμονή του να επαναφέρει τον Γεώργιο Β΄ στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση εμπόδισε κάθε προσπάθεια συμφιλίωσης ανάμεσα στις διαφορετικές ομάδες του τότε ελληνικού πολιτικού κόσμου, ομόφωνες σε ένα σημείο : δεν υφίσταται επιστροφή του βασιλιά πριν συμβουλευτούμε το λαό. Εν γνώσει του λοιπόν, εξαιτίας αυτού του γεγονότος, αποτέλεσμα ήταν η αποτυχία του Συνεδρίου του Καΐρου τον Αύγουστο-Σεπτέμβριο 1943, που επανασύνδεσε τους υπουργούς της εξορισμένης κυβέρνησης και τους αντιπροσώπους της Αντίστασης. Αντί να δεχτεί την ομόφωνη απόφαση για αντιβασιλεία, την οποία υποστήριζαν ακόμα και οι πιο κοντινοί του συνεργάτες, διέταξε να εκδιωχτούν με υποτιμητικό τρόπο οι εκπρόσωποι των ανταρτών και ξεκίνησε να ρίχνει τις βάσεις για το σχέδιο επέμβασης στην Ελλάδα με την απελευθέρωση. Αποδέχτηκε την επιβολή της αντιβασιλείας αντί του Γεωργίου Β΄ στο τέλος του ’44, ενώ ήταν η τέταρτη εβδομάδα μαχών στην Αθήνα και ενώ είχε αρνηθεί κάθε διαπραγμάτευση με το ΕΑΜ σε αυτή τη βάση. Μπορούμε να πούμε ότι ο Τσόρτσιλ φέρει μια πολύ βαριά ευθύνη για το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα.

ελc: Γιατί ο Τσόρτσιλ επιθυμούσε να διατηρήσει ένα πελατειακό σύστημα και «μια βουλευτική και φιλελεύθερη βιτρίνα» στην Ελλάδα; Ποιος είναι ο βαθμός συνενοχής των Ελλήνων πολιτικών, του Γεωργίου Παπανδρέου, του Δαμασκηνού;
J. F.: Το ελληνικό πολιτικό προσωπικό στην εξουσία στη δεκαετία του ’30 μοιραζόταν με τους Βρετανούς το φόβο κάθε αλλαγής στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική διάταξη των πραγμάτων. Οι ίδιοι οι Βενιζελικοί κατέληξαν να συνεργάζονται με τη μοναρχία και ψήφισαν το νόμο του Ιδιώνυμου για να εμποδίσουν τις αντιρρήσεις, που προέρχονταν κυρίως από το μικρό κομμουνιστικό κόμμα. Οι περισσότεροι, άλλωστε, συμμάχησαν με τη δικτατορία του Μεταξά. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, μερικά στελέχη αυτών των «παλιών» κομμάτων ακολούθησαν την εξορισμένη κυβέρνηση στην Αίγυπτο. Τα περισσότερα παρέμειναν στην Ελλάδα, αλλά κρατήθηκαν κατά την πλειονότητά τους μακριά από κάθε ενεργή αντίσταση, η οποία προήρθε κυρίως από τους κομμουνιστές και τους αποστάτες των μικρών σοσιαλιστικών κομμάτων, οι οποίοι προέρχονταν από το βενιζελικό κίνημα.
Ο Τσόρτσιλ περιφρονούσε αυτά τα «παλιά κόμματα», όπως φαίνεται από τα Απομνημονεύματά του από τον πόλεμο. Παρ’ όλα αυτά, τα χρειαζόταν για να τα παρουσιάσει δίπλα στις οργανώσεις της Αντίστασης, σε μια κυβέρνηση που θα μπορούσε έτσι να επονομαστεί «εθνικής ένωσης», όπου θα είχαν μια θέση ολοκληρωτικά δυσανάλογη σε σχέση με το αληθινό τους βάρος: αποστολή που ανατέθηκε τον Απρίλη του 1944 στο Κάιρο στον Γεώργιο Παπανδρέου, μαζί με τη διαταγή να διαλύσει το ΕΛΑΣ όσο το δυνατόν πιο γρήγορα.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους πολιτικούς άντρες κατάλαβαν γρήγορα ότι μόνο η Μεγάλη Βρετανία μπορούσε να διασφαλίσει τη διατήρηση της τάξης, στην οποία και οι ίδιοι ήταν προσκολλημένοι. Απαρνήθηκαν μάλιστα για αυτόν το λόγο την προϋπόθεση που αρχικά είχαν θέσει για τη συμμετοχή τους στην «εθνική ενότητα»: την εγκαθίδρυση μιας αντιβασιλείας, την οποία ο Τσόρτσιλ θα δεχτεί να εμπιστευτεί στο Δαμασκηνό μόνο την τελευταία στιγμή, εφόσον θαύμασε την παρουσία του ως εκπροσώπου της Ορθόδοξης Εκκλησίας και κυρίως παρατήρησε τη βαθιά του αντιπάθεια προς το ΕΑΜ και το κομμουνιστικό κόμμα.

ελc: Στην Ελλάδα υπάρχει η πεποίθηση ότι εάν ο ΕΛΑΣ έπαιρνε την εξουσία το Δεκέμβριο του 1944, η Ελλάδα θα γινόταν μια κομμουνιστική χώρα υπό την επιρροή της Σοβιετικής Ένωσης. Στο βιβλίο σας αναφέρετε αρκετούς λόγους για τους οποίους δε θα γινόταν αυτό.
J. F.: Σε αντίθεση με τους τσάρους του 19ου αιώνα! Ο Στάλιν δεν είχε καμία αξίωση για την Ελλάδα και γνώριζε ότι ο Τσόρτσιλ ήταν έτοιμος για όλα προκειμένου να τη διατηρήσει στη σφαίρα της βρετανικής επιρροής. Ήθελε πάνω από όλα να δώσει τέλος σε αυτόν το φρικτό πόλεμο, τον ιδιαίτερα καταστροφικό για το σοβιετικό λαό που υποστήριζε το μεγαλύτερο μέρος των πολεμικών επιχειρήσεων των συμμάχων. Θεωρούσε τη «Μεγάλη Συμμαχία» εύθραυστη, γνώριζε τις ξεχωριστές προσπάθειες ειρήνης ανάμεσα στους Βρετανούς και τους Γερμανούς που θα τον άφηναν αυτή τη φορά ολοκληρωτικά μόνο απέναντι στη Βέρμαχτ και δεν ήθελε να δώσει καμία αφορμή για μια πιθανή διάσπαση, εξού και η ολοκληρωτική αποχή του από τις ελληνικές υποθέσεις του 1944-1945.
Κατάλαβε γρήγορα ότι το σύστημα των ζωνών επιρροής λειτουργούσε πάντοτε παρά τις ωραίες δηλώσεις του Συμφώνου του Ατλαντικού. Ο Στάλιν, ως ένας πραγματιστής κυβερνήτης, χρησιμοποίησε αυτό το γεγονός καθώς και το μονοπώλιο πολιτικού ελέγχου στην Ιταλία από τους Συμμάχους, για να επιβλέψει από την πλευρά του την εξέλιξη των πραγμάτων στις χώρες που συνορεύουν με τη Σοβιετική Ένωση, ειδικότερα την Πολωνία, το πολίτευμα της οποίας πριν από τον πόλεμο ήταν εχθρικό. Επικεντρώνουμε συχνά την προσοχή μας στην «συμφωνία της Μόσχας» του Οκτωβρίου του 1944, αλλά είναι από τον Μάιο της ίδιας χρονιάς που ο Τσόρτσιλ προτείνει στον Στάλιν να του αφήσει «ελεύθερα τα χέρια» στην Ελλάδα, με αντάλλαγμα το ίδιο πλεονέκτημα στη Ρουμανία και στη Βουλγαρία -χώρες που αποτελούσαν άλλωστε ζώνη των επιχειρήσεων του Κόκκινου Στρατού. Ο Στάλιν δεν έδωσε ποτέ επίσημα την έγκρισή του σε αυτή την πρόταση, αλλά είναι γεγονός ότι όταν τα στρατεύματα του αρχιστράτηγου Τολμπουκίν φτάνουν στα σύνορα της Ελλάδας τον Σεπτέμβρη του 1944, αποφεύγουν αυτή τη χώρα, όπου οι Γερμανοί αρχίζουν να αποχωρούν, και συνεχίζουν την πορεία τους προς τη Γιουγκοσλαβία, όπου συναντιούνται με τους υποστηρικτές του Τίτο.
Αν όμως ο Στάλιν δέχτηκε σιωπηρά την επιρροή της Μεγάλης Βρετανίας στην Ελλάδα, ο Τσόρτσιλ και, μετά τον Ρούσβελτ, ο Τρούμαν δεν μπορούσαν ποτέ να αποδεχθούν το αντίστροφο για τις άλλες βαλκανικές χώρες ή την Πολωνία…
Πρέπει άλλωστε να επισημάνουμε ότι από το 1935 δεν είναι πλέον της μόδας το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, με σύνθημα την επανάσταση μπολσεβίκικου τύπου. Ο φασιστικός κίνδυνος έσπρωξε τα κομμουνιστικά κόμματα να συγκροτήσουν ενωμένα αντιφασιστικά μέτωπα με άλλα κόμματα της αριστεράς και να προσπαθήσουν να προωθήσουν τη δημοκρατική και βουλευτική οδό για βαθιές πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις -η λαϊκή δημοκρατία, η περίφημη Λαοκρατία, που αποτελεί το πρόγραμμα του ΕΑΜ και του ΚΚΕ- αλλά επίσης με άλλες ονομασίες ή παραλλαγές, αυτό και αρκετών άλλων ευρωπαϊκών κινημάτων αντίστασης. Γιατί να μη φανταστούμε μάλιστα ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να γνωρίσει μια παρόμοια ανάπτυξη, αν η βρετανική μεσολάβηση του 1944 δεν είχε μόνο αφοπλίσει τους αντάρτες, αλλά και εμποδίσει κάθε επακόλουθη δημοκρατική έκφραση, δεδομένου της τρομοκρατίας που αμέσως έπεσε πάνω τους;

ελc: Η ιστορία πέφτει συχνά θύμα προπαγάνδας και διαφορετικών ιδεολογιών, κι όχι μόνο στην Ελλάδα. Υφίσταται αφήγηση ιστορικών γεγονότων με αντικειμενικό τρόπο, δίχως να εκφραστεί μια πολιτική τάση;
J. F.: Γνωρίζω ότι στην Ελλάδα η σύγχρονη ιστορία για αρκετό καιρό δυσκολευόταν να βρει το δρόμο της ανάμεσα σε «στρατόπεδα» διαμετρικά αντίθετα από τη δεκαετία του ’40. Επιπλέον, για αυτά τα χρόνια παραμένει δύσκολο να βασιστείς στα αρχεία που είτε έχουν εξαφανιστεί είτε δεν υπήρξαν ποτέ. Σε τόσο μεγάλο βαθμό ήταν δεσμευτικές οι συνθήκες παρανομίας από την πλευρά της Αντίστασης.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν κάποια αρχεία, τα οποία μελετήθηκαν πολύ από τη Μεταπολίτευση κι έπειτα, και υπάρχουν τώρα -στην Ελλάδα και στο εξωτερικό- πολυάριθμες σοβαρές εργασίες που επιτρέπουν να αναδυθούν αδιαμφισβήτητα ιστορικά γεγονότα, πέρα από τις μεροληπτικές διαβεβαιώσεις, τους υπολογισμούς για τις προθέσεις του τάδε ή του δείνα κυβερνήτη… Πέρα από τα ψέματα του Τσόρτσιλ που εξακολουθούν να διαδίδονται στη Γαλλία ακόμα και σε πανεπιστημιακές εργασίες, ενώ αρκεί να μελετηθούν τα Απομνημονεύματά του για να γίνει κατανοητό ότι είναι αυτός που επεδίωκε ένα πραξικόπημα κι όχι το ΕΑΜ.
Το να ισχυριστώ μια ολοκληρωτική αντικειμενικότητα θα ήταν ιδιαίτερα αλαζονικό! Ο ιστορικός είναι περισσότερο ή λιγότερο επηρεασμένος από τις δικές του αξίες. Σε ό,τι με αφορά, δεν κρύβω ότι θαυμάζω πάρα πολύ την ελληνική Αντίσταση, τους νέους που έδωσαν τη ζωή τους με τέτοιο ηρωισμό και αυτούς που ηγήθηκαν και ήταν ικανοί, παρά τα πολλά λάθη και τις αναστολές, να συνεχίσουν τον αγώνα ενός ολόκληρου λαού ενάντια στο ναζισμό. Συμμερίζομαι σε αυτό το σημείο τα αισθήματα του Ροζέ Μιλιέ, καθηγητή εκείνη την εποχή στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας, αντιστασιακού του γκολικού κινήματος, ο οποίος βοήθησε το ΕΑΜ και συγκέντρωσε από τους πιο σημαντικούς Γάλλους ζωγράφους και συγγραφείς εν μέσω πολέμου μηνύματα και πίνακες αφιερωμένους στην ελληνική αντίσταση. Εκτέθηκε μάλιστα μόνο ένα μέρος της συλλογής στην Ελλάδα μετά το 1949, στο τέλος του εμφυλίου. Πρόσφατα παρουσιάστηκε στο σύνολό της στο μνημείο Λεκλέρκ στο Παρίσι.
Ωστόσο, πρέπει επίσης να φυλαγόμαστε από κάθε τύφλωση. Χρησιμοποίησα, σε ό,τι με αφορά, με κριτικό τρόπο πολλές εργασίες ήδη δημοσιευμένες, με σκοπό να τις γνωστοποιήσω στο γαλλικό κοινό. Συμβουλεύτηκα τα γαλλικά αρχεία, τα διπλωματικά έγγραφα, τον Τύπο της εποχής, που εκφράζει μια μεγάλη συγκίνηση απέναντι στα Δεκεμβριανά όπως άλλωστε και οι περισσότερες εφημερίδες του αγγλοσαξονικού κόσμου. Επίσης, επεσήμανα τις αμφιβολίες για τα γεγονότα που δεν μπορούν να εξακριβωθούν και απέφυγα, όσο το δυνατό, τις κρίσεις για τον τάδε ή τον δείνα κυβερνώντα, την τάδε ή δείνα απόφαση…

ελc: Η άνοδος της Χρυσής Αυγής στις δημοσκοπήσεις είναι γεγονός, υπάρχει άραγε κίνδυνος εκφασισμού στην Ελλάδα; Η ριζοσπαστική αριστερά και ο αρχηγός της, κ. Τσίπρας, δήλωσε ότι θα ζήσουμε ένα χειρότερο χειμώνα από εκείνον του ’41-’42. Εσείς τι πιστεύετε για αυτό;
J. F.: Ελπίζω ότι δε θα φτάσουμε τα επίπεδα του χειμώνα του ’41-’42! Προσεγγίζω όμως τα πράγματα πιο αισιόδοξα. Βλέπω σε διάφορα ρεπορτάζ να γεννιούνται ομάδες υποστήριξης για ανθρώπους που περνάνε δύσκολα αυτή την εποχή. Έργο τους είναι να διανέμουν συσσίτια, να δίνουν φάρμακα και γνωρίζω ότι η πρώτη πράξη αντίστασης στην Ελλάδα, με πρωτοβουλία του ΕΑΜ, ήταν η «Εθνική Αλληλεγγύη», η οργάνωση αλληλεγγύης που έσωσε τόσες ζωές και ονομάστηκε η «μητέρα του αγωνιστή»…
Δεν είμαι αρκετά ενημερωμένη για την παρούσα κατάσταση για να μιλήσω για το μέλλον του φασισμού στην Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά, μου έκανε εντύπωση ό,τι ακούγεται για σύμπραξη ανάμεσα στην αστυνομία, σε μερικούς αξιωματικούς του στρατού και στη Χρυσή Αυγή, για ψήφο πολλών αστυνομικών σε αυτή τη νεοναζιστική οργάνωση τον περασμένο Ιούνιο… Μπαίνω στον πειρασμό να κάνω τη σύνδεση με την «αναδιοργάνωση» της αστυνομίας και του στρατού που έγινε από Βρετανούς το 1945-1946, με τη διατήρηση στελεχών που προέρχονται από τη δικτατορία του Μεταξά και στρατιωτικών ομάδων που συνεργάστηκαν με τον εχθρό και την απουσία κάθε αξιωματικού που συμμετείχε στην Αντίσταση. Γνωρίζουμε επίσης ότι πολλοί υπεύθυνοι της δικτατορίας των Συνταγματαρχών δεν εξετάστηκαν ποτέ. Η επανεμφάνιση φασιστικών στοιχείων δεν αποτελεί, κατά συνέπεια, έκπληξη στην Ελλάδα.
Έπειτα πρόκειται δυστυχώς για μια γενικότερη τάση στην Ευρώπη, με διαφορετικές, λιγότερο ή περισσότερο, μορφές. Σε πολλές χώρες οι πρώην συνεργάτες των Ναζί, υπεύθυνοι για μαζικές ανθρωποκτονίες και διωγμούς, παρουσιάζονται ως εθνικοί ήρωες, ενώ οι παλιοί αντιστασιακοί διώκονται ποινικώς. Βλέπετε και στη χώρα μου το 17% της Μαρίν Λε Πεν στις προεδρικές εκλογές του Μαΐου! Είναι γεγονός ότι ο φασισμός σε καιρό κρίσης χρησιμεύει για να εκτραπεί ο θυμός του πληθυσμού σε ανάγκη από τους αληθινά υπεύθυνους (τις τράπεζες, το οικονομικό σύστημα), σε αποδιοπομπαίους τράγους. Είναι πολύ πιο εύκολο να επιτεθείς σε έναν Εβραίο έμπορο τη δεκαετία του ’30 -ή σε έναν Αφγανό ή έναν Πακιστανό σήμερα στην Αθήνα- από το να προσπαθήσεις να κατανοήσεις ένα οικονομικό σύστημα παράλογο και αδιαφανές κατά βούληση!

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.