Η Κάτια Γέρου μιλάει στο ελc με αφορμή τη νέα παράσταση «Ο πόλεμος δεν έχει πρόσωπο γυναίκας»: «Η ζωή είναι βαριά. Το έργο ποτέ δεν είναι βαρύ»

«Οι παραστάσεις, πρέπει να μένουν ζωντανές αρκετό καιρό, να κάνουν ένα κύκλο, να ταξιδεύουν άλλοτε σε μικρές και άλλοτε σε μεγάλες σκηνές»

Συναντηθήκαμε ένα πρωινό του Νοέμβρη στο σπίτι της. Ένα σπίτι ζεστό, ανθρώπινο με στοιχεία που αναδύουν παιδικότητα και ταυτόχρονα μια πνευματικότητα, απόρροια σοφίας. Η Κάτια Γέρου έχει φτιάξει μια ζεστή φωλιά ανοιχτή σε όλους. Αφορμή για τη συνάντησή μας η νέα της θεατρική παράσταση «Ο πόλεμος δεν έχει πρόσωπο γυναίκας» αλλά η κουβέντα μας θα ταξιδέψει σε πολλούς σταθμούς. Παρελθόν, θεατρικές σκηνές, επικαιρότητα.

 

 

Για τη θεατρική παράσταση «Ο πόλεμος δεν έχει πρόσωπο γυναίκας»

 

Η σπουδαία συγγραφέας, Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, που πήρε το Νόμπελ το 2005, ταξίδεψε στη χώρα της, στην αχανή Ρωσία και βρήκε γυναίκες μεταξύ 15 και 18 χρονών, οι οποίες στο άκουσμα του ξεσπάσματος του πολέμου ορμάνε με ενθουσιασμό και αυταπάρνηση να υπερασπιστούν την πατρίδα τους. Εκείνες θα περιγράψουν όσα βίωσαν, όσα έζησαν σε αυτό τον σκληρό και αδυσώπητο πόλεμο. Ένα πολυφωνικό ντοκουμέντο, μια εξομολόγηση της γυναικείας μνήμης, του γυναικείου ψυχισμού από τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο που θα δώσει στην Αλεξίεβιτς το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2015.

To έργο «Ο πόλεμος δεν έχει πρόσωπο γυναίκας» θα φθάσει στα χέρια της Κάτιας Γέρου, όταν η νεαρή συνάδελφός της, με την οποία βρίσκονται φέτος μαζί στη σκηνή, Ναταλία Γεωργουσοπούλου  της το προτείνει:

«Πριν από ένα χρόνο με πήρε τηλέφωνο αυτό το υπέροχο κορίτσι που την έχω πολύ αγαπήσει και μου είπε ότι σκέφτεται να γίνει παράσταση. Εγώ πια είμαι αρκετά δύσκολη στις επιλογές μου και μόνο σε ό,τι θα κάνει να καρδιοχτυπήσω θέλω να συμμετέχω. Και αυτό το βιβλίο είναι τόσο όμορφο, τόσο συγκινητικό. Αυτές οι γυναίκες κρατούν και το χιούμορ τους, τη σεξουαλικότητά τους και μιλάνε τρυφερά, ενώ άλλες φορές μιλάνε πολύ σκληρά».

Οι δύο γυναίκες στέκονται στη σκηνή και αφηγούνται την τραγική ιστορία της θηλυκότητας μέσα στα πεδία των μαχών, μέσα σε ένα τοπίο μνήμης, με το παρελθόν και το παρόν, το πραγματικό και το ονειρικό σε συνεχή διάλογο:

«Κορίτσια εφηβάκια που περιγράφουν αυτά που ένιωσαν και ζήσανε από την πλευρά του γυναικείου ψυχισμού. Περιγράφουν όλη τη φρίκη, μιλούν για αιματοχυσία, για το πώς χάσανε μέλη του σώματός τους, για τα καμένα τους σπίτια, για τους νεκρούς άντρες τους, και ταυτόχρονα το τι προσπαθούσαν να κάνουν. Για παράδειγμα μία από τις γυναίκες αφηγείται:

Ήμουν 48 κιλά. Βάρος μπαλαρίνας. Και σαν τραυματιοφορέας κουβαλούσα δύο και τρεις φορές το βάρος μου. Τον τραυματία, το όπλο, τη χλαίνη, τις μπότες. Και λες αυτό πώς γίνεται; Το σώμα αποκλείεται να μπορεί να κουβαλήσει 150 κιλά. Άρα; Η ψυχή τα κουβαλάει».

 

 

Η Κάτια Γέρου είναι από τις καλύτερες συνομιλήτριες. Η φωνή της σε ταξιδεύει αμέσως όπου εκείνη αποφασίσει να σε πάει. Ζεστή, καθαρή, γεμάτη συναίσθημα και συγκίνηση που ξεχειλίζει:

«Συγκινούμαι κάθε φορά που εκφέρω αυτά τα λόγια. Δεν χρειάζεται τεράστιος κόπος καν γιατί είναι πρόσωπα ολοφώτιστα, με απόλυτη ειλικρίνεια, απόλυτη σκληρότητα και απόλυτη ποιητικότητα».

Και μιλώντας για το έργο θα θυμηθεί το χθεσινό της μάθημα και την αναφορά που θα κάνει σε μια από τις μαρτυρίες του έργου: “Ξέρετε πόσο όμορφο μπορεί να είναι ένα πρωινό πριν τη μάχη; Κοιτάς και ξέρεις ότι μπορεί να είναι και το τελευταίο σου. Και η γη είναι τόσο όμορφη. Και ο αέρας. Και ο ήλιος. Ο ηλιαράκος”. Δηλαδή εκείνη τη στιγμή αυτή η γυναίκα είναι ποιήτρια. Εμείς είμαστε καλομαθημένη γενιά, και καλά κάνουμε. Δεν χωράει όμως το μυαλό του ανθρώπου ότι τη στιγμή του απόλυτου τρόμου, σε 10 λεπτά μπορεί να μη ζεις, εσύ κάνεις έναν ύμνο στην ομορφιά του κόσμου. Και αποκαλείς το πρωινό της ημέρας του θανάτου σου, όμορφο. Γιατί είναι η στιγμή, που ανοίγει αυτό που εγώ λέω “τρίτο μάτι” και αντιλαμβάνεσαι τα πάντα».

Η παράσταση που έχει ξεκινήσει στην Αθήνα έχει και πρόκειται να κάνει πολλές ακόμα στάσεις. Από την Ιθάκη, στην Πάτρα και στο Δημοτικό Περιφερειακό θέατρο Ιωαννίνων ενώ στις 28 Ιανουαρίου θα παρουσιαστεί στο Μαρόκο (Ραμπάτ) στο πλαίσιο του Φεστιβάλ JASSAD ”Festival International des femmes metteuses en scène”.

«Και έπεται η συνέχεια. Δηλαδή το έχουμε πολύ αγαπήσει και δεν θα θέλουμε να το αφήσουμε να πεθάνει όπως συμβαίνει με πολλά που ανεβαίνουν γρήγορα για λίγες παραστάσεις. Όχι. Οι παραστάσεις, πρέπει να μένουν ζωντανές αρκετό καιρό, να κάνουν ένα κύκλο, να ταξιδεύουν άλλοτε σε μικρές και άλλοτε σε μεγάλες σκηνές. Ειδικά όταν βρίσκουν κάτι που αγγίζει τους ανθρώπους. Και οι θεατές εδώ σε αυτό το έργο, συγκινούνται. Κάτι τους αγγίζει. Αυτό για μένα είναι η ανταμοιβή της σκληρής εργασίας του θεάτρου».

Και μπορεί για κάποιους όλα αυτά να ακούγονται δύσκολα, θλιβερά και βαριά όπως συχνά ακούμε να συζητιέται στους θεατρικούς κόλπους αλλά πολύ εύστοχα η Κάτια Γέρου, σε αυτές τις φωνές θα απαντήσει:

«Σας έχω νέα. Η ζωή είναι βαριά. Το έργο ποτέ δεν είναι βαρύ». Και θα συνεχίσει με το ζεστό και γενναιόδωρο τρόπο της «Το θέατρο δεν σε πληγώνει. Ακόμα και αν αντιπαρατεθείς με αυτά τα πολύ σπουδαία και σοβαρά θέματα του παγκοσμίου θεάτρου δεν πληγώνεσαι, αντίθετα παρηγοριέσαι. Γιατί ξέρεις ότι είσαι και εσύ ένα κομμάτι αυτού του πράγματος. Η αγριότητα αγγίζει τις ζωές των ανθρώπων ακόμα και σε καιρό ειρήνης.

 

 

Σε πληγώνει σήμερα που ένα τέτοιο κείμενο παραμένει επίκαιρο;

 

«Πάρα πολύ με πληγώνει. Οι φρίκες γινόντουσαν πάντα, από καταβολής κόσμου. Αλλά όσο προχωράμε δεν μπορεί η φρίκη να παραμένει ίδια. Όλος ο Μότσαρτ, όλος ο Ντοστογιέφσκι, όλη η αρχαία τραγωδία όλα αυτά τα σπουδαία στα οποία έχουμε όλοι πλέον άμεση πρόσβαση δεν είναι σε θέση να αλλάξουν τίποτα στο άδειο μας κεφάλι;

Σαν αρνιά πηγαίνουν διάφοροι πίσω από παλαβούς ηγέτες και ο ένας σφάζει τον άλλον. Κάτι να αλλάξει. Σταματήστε την εκπομπή των ρύπων. Κάντε έναν αφοπλισμό. Δεν είναι ο πλανήτης χωράφι μας. Στραπατσάρουμε τη ζωή γύρω μας. Λες και είμαστε αθάνατοι. Είμαστε βαριά υπερόπτες. Όμως δεν είναι έτσι. Υπάρχει η μόνη αληθινή δημοκρατία που είναι το φυσικό τέλος του ανθρώπου. Άρα ναι με πληγώνει πάρα πολύ. Μάταια είχα την ελπίδα πως όλα αυτά θα διορθωνόντουσαν.

 

Για το θέατρο και όχι μόνο – Ένα κορίτσι από το Αγρίνιο και μια αξιοζήλευτη θεατρική διαδρομή που ξεκίνησε ως ένα ταξίδι γνώσης

 

Περισσότερα από 40 χρόνια στο θέατρο η Κάτια Γέρου μιλάει για τους σπουδαίους σαιξπηρικούς ήρωες πλέον σαν να είναι οι φίλοι της από τα παλιά. Με τη σοφία που της έχουν ενσταλάξει όλα αυτά τα χρόνια διαβάζοντάς τους, υποδυόμενη αυτούς, αλλά και σήμερα διδάσκοντάς τους:

«Πρέπει να δουλεύεις και να μελετάς σκληρά από το πρωί ως το βράδυ ώστε να μπορείς να αίρεσαι με ένα μικρό ασανσεράκι, κάπως, ώστε να καταλάβεις αυτά τα σπουδαία μυαλά, τα μεγάλα πνεύματα. Αλλά να τα καταλαβαίνεις στο ανθρώπινο επίπεδο. Γιατί το θέατρο δεν είναι διάλεξη είναι συνομιλία μεταξύ των πολιτών. Το θέατρο είναι γραμμένο από ανθρώπους για ανθρώπους».

Γεννήθηκε στο Αγρίνιο, μια «επαρχιωτοπούλα», όπως συχνά λέει για τον εαυτό της. Μια πόλη που αγάπησε και εξακολουθεί να λατρεύει, παρά την αραιή επίσκεψή της σε αυτήν πλέον. «Έχω αγαπημένους φίλους στην πόλη μου και κάθε φορά που πάω βρίσκω ξανά ένα κομμάτι της παιδικής και εφηβικής μου ζωής. Και παρά το γεγονός ότι η μητρόπολη έχει τα πάντα, στην περιφέρεια έχω συναντήσει υπέροχους διανοούμενους ανθρώπους με μεράκι για τον τόπο τους. Εγώ αυτά τα πράγματα, όταν τα συναντάω, τα προσκυνάω».

Μα η Αθήνα, η πλανεύτρα Αθήνα θα την κερδίσει. Την Αθήνα η Κάτια Γέρου τη λατρεύει:

«Σωκράτους, Μαιάνδρου, Πλατεία Θεάτρου, Αριστοτέλους, Αριστοφάνους, Αθηνάς. Η Αθήνα που μου μοιάζει. Γιατί είναι πληγωμένη σαν και εμένα. Θα ήθελε να είναι Ευρωπαία σαν και εμένα αλλά είναι από Βαλκάνια, και Ανατολίτισσα. Σαν και εμένα», θα θυμηθεί ένα κείμενο που είχε γράψει το 2003 για την ταινία ο «Δρόμος προς τη Δύση», ένας συνδυασμός ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας για μια γυναίκα από την πρώην Σοβιετική Ένωση, την Ιρίνα που αναζητά στην Ελλάδα μια καλύτερη ζωή και πέφτει θύμα του σεξουαλικού δουλεμπορίου. Μια ταινία του Κυριάκου Κατζουράκη.

 

 

Θα βρεθεί στην Αθήνα στα 17 της χρόνια για να σπουδάσει στη Νομική Αθηνών, την οποία, αν και μπήκε από τους πρώτους, θα εγκαταλείψει πριν το πτυχίο. Aν και άνθρωπος των γραμμάτων, λάτρισσα των βιβλίων όλων των ειδών, ό,τι και να βρεθεί στο χέρι θα το «ρουφήξει» κυριολεκτικά. Καθημερινά επισκέπτεται τη βιβλιοθήκη του Αγρινίου και διαβάζει ό,τι πέφτει στα χέρια της:

«Είχα τρέλα με το διάβασμα από μικρό παιδί. Ακόμα και την εφημερίδα που τυλίγαμε τα ψάρια, ακόμα και αυτή θα τη διάβαζα». Θυμάται με νοσταλγία τον εαυτό της να ακούει στα σκοτεινά τα βράδια το Θέατρο της Δευτέρας με το ραδιοφωνάκι κάτω από το μαξιλάρι της το παιδικό. Και όταν θα βρεθεί στην πρωτεύουσα, νιώθοντας πως «υπολείπεται των πρωτευουσιάνων συμφοιτητών της, θα αποφασίσει να «αυτομορφωθεί» και θα πάει στον κινηματογράφο:

«Είδα τον Καθρέφτη του Ταρκόφσκι. Τίποτα δεν κατάλαβα. Αλλά μου άρεσε. Και το είδα τρεις φορές».

Το μικρόβιο του θεάτρου θα το αποκτήσει αφού ενσωματωθεί στην ομάδα θεάτρου του Πανεπιστημίου, ιδίως μετά την πρώτη της βράβευση στο Φεστιβάλ Ιθάκης. «Η Ιθάκη μου έδωσε το ωραίο ταξίδι», θα μοιραστεί πριν από λίγο καιρό με τους παρευρισκόμενους όταν θα ξαναβρεθεί στην Ιθάκη για τη φετινή παράσταση.

Τι μπορεί όμως τελικά να είναι το θέατρο για εκείνη μετά από τόσα χρόνια. Είναι το θέατρο σοφία, είναι λύτρωση, είναι άραγε παρηγοριά;

«Είναι όλα αυτά μαζί. Τη σοφία τη δίνουν τα ίδια τα κείμενα. Λύτρωση σαφώς, αφού είναι σαν να μοιράζεσαι μυστικά με όσους εκείνη τη στιγμή βρίσκεστε μαζί. Ταυτόχρονα το θέατρο σε αναστατώνει, σε εξοργίζει, γιατί ό,τι βλέπεις να συμβαίνει πάνω στη σκηνή, ξέρεις ότι συμβαίνει και στην πραγματικότητα. Και συνάμα, σε παρηγορεί γιατί σε κάνει να νιώθεις ζωντανός. Και όταν αυτό το κάνει, σε όποια πλευρά και αν βρίσκομαι, είτε στη σκηνή είτε ως θεατής, το μόνο που λέω είναι ευχαριστώ».

Ένας ρόλος δεν μπορεί να αλλάξει τη ζωή του ηθοποιού ούτε και την ίδια την προσωπικότητά του αλλά να τον οδηγήσει σε μια πιο εις βάθος εξέταση του εαυτού μου. Η Κασσάνδρα, παιγμένη τρεις φορές από την Κάτια, Τρωαδίτισσες σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν, Τρωαδίτισσες σε σκηνοθεσία Γιώργου Λαζάνη, και Ορέστεια του Αισχύλου σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν, μόλις αποφοίτησε από τη Σχολή είναι ο ρόλος που από αυτή την οπτική θα της μάθει την «ΑΒ της τέχνης της. Ένας ρόλος που με σημάδεψε, μια πολύ σημαντική εμπειρία». 

 

 

Μικρές θεατρικές σκηνές – Πάνω στη σκηνή η σχέση με τους θεατές είναι μαγική και δυναμική

 

Όταν βρίσκεται πάνω στη σκηνή νιώθει την απόλυτη επαφή με τον κόσμο. Υπάρχει μια δυναμική, ηχηρή σιωπή αδιαπραγμάτευτη:

«Μπορείς να την κόψεις με το μαχαίρι», μου λέει γλαφυρά η Κάτια Γέρου. Υπάρχουν βράδια και παραστάσεις που η επικοινωνία είναι αδιάλειπτη, μαγική, ξεχωριστή. Σαφώς το κοινό συχνά μπορεί να μην είναι συγκεντρωμένο αλλά ο ηθοποιός διαθέτει τα εργαλεία να τους συγκεντρώσει. Και μπορεί να το κάνει, όταν είναι προσηλωμένος, συγκεντρωμένος, αφοσιωμένος στη δουλειά που έχει να κάνει. «Αφήνω τον συνάδελφο πάνω στη σκηνή να με γδάρει με τα λόγια του, με το σώμα του λόγου του. Προσπαθώ να έχω μια αμεσότητα και όχι σαν εκπαιδευμένος ηθοποιός. Αποκαλύπτω πράγματα και συχνά σπάω και τα μούτρα μου αν χρειαστεί αλλά ποτέ δεν πορεύομαι πάνω στη σκηνή εκ του ασφαλούς. Τότε και το κοινό μπορεί να ακολουθήσει».

Και επιλέγοντας μικρές θεατρικές σκηνές, όπως αυτή του θεάτρου Φούρνος φέτος, τα πράγματα είναι καλύτερα. Ο διάλογος αποκτά αμεσότητα και ζωντάνια. Όμως δεν είναι αποκλειστικά αυτός ο λόγος για μια τέτοια επιλογή, καθώς ο οικονομικός περιορισμός συχνά καθορίζει τέτοιες επιλογές:

«Κάτι κερδίζεις κάτι χάνεις στα μικρά και μεγάλα θέατρα. Φέτος εδώ, σε αυτή τη μικρή σκηνή κερδίζεις σε ζεστασιά, και εγγύτητα με το κοινό. Σε μια μεγαλύτερη σαφώς θα είχαμε περισσότερο κόσμο. Αλλά δεν με νοιάζει τίποτα από όλα αυτά. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι μπας και χτυπήσω την πόρτα σε λίγες ψυχούλες και εκείνες ανταποκριθούν. Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι το μόνο προικιό που έχουμε είναι η ώσμωση ανάμεσά μας».

 

Κάνοντας μια μικρή αναδρομή στο παρελθόν, έχεις να μου αφηγηθείς ένα περιστατικό για το οποίο ένιωσες υπερηφάνεια;

 

«Θυμάμαι ένα μονόλογο που είχε γράψει η Μάρω Δούκα για το μεγάλο project “Ο δρόμος προς τη Δύση” το 1999 αφιερωμένο στο trafficking. Ήταν ο μονόλογος μιας Ρωσίδας που μιλούσε για τη φρικτή εμπειρία του δουλεμπορίου ανθρώπων. Και κάποια στιγμή με είχε καλέσει ένας σύλλογος στην πλατεία Αμερικής να πάω να το παίξω εκεί. Δυσκολεύτηκα αρχικά καθώς είχα φασαρία. Αλλά ήταν επίμονοι, γιατί το είχαν ανάγκη και έτσι τους ζήτησα να έχουν ένα μικρό παταράκι να ανεβαίνω, ζήτησα να απλώσουμε από δέντρο σε δέντρο ένα μαύρο πανί, εν είδει φόντου και αν μπορούν να έχουν ένα κανονάκι για τον φωτισμό.

Και φτάνω εκείνο το απόγευμα και δεν έχουν τίποτα από όσα είχα ζητήσει. Χριστέ μου, λέω και με λούζει κρύος ιδρώτας. Μαζεύτηκε κόσμος γύρω γύρω όλοι όρθιοι. Ένιωσα ένταση και αμηχανία. Παιδάκια έτρωγαν μαλλί της γριάς, άνθρωποι να μιλάνε στα κινητά τους. Ένιωσα τέτοια ντροπή. Γυρνάω σπίτι με ένα παράπονο και λέω στον άντρα μου τον Κυριάκο: σώσε με από τον κακό μου εαυτό. Μη μ’ αφήνεις να λέω συνέχεια ναι. Σώσε με λεπτό, σε παρακαλώ.

Περνάει ένα εξάμηνο και με φωνάζουν να διαβάσω ένα κείμενο στα Προπύλαια για κάποιες Ιρανές γυναίκες που έκαναν απεργία πείνας και είχανε ράψει το στοματάκι τους με κλωστή. Λίγος κόσμος ήταν μαζεμένος. Διάβασα το κείμενό μου και φεύγοντας γνώρισα έναν κύριο. «Εσύ έπαιζες στην πλατεία Αμερικής;», με ρωτάει. Και μετά συνεχίζει «Εγώ ποτέ δεν κλαίω. Τότε έκλαψα». Γυρίζω σπίτι, τρέχω στον Κυριάκο και του λέω πως ότι είχα πει τότε, το παίρνω πίσω. Από την κουβέντα αυτού του ανθρώπου τράφηκα για μια ζωή».

O Kυριάκος Κατζουράκης ο μεγάλος έρωτας τη ζωής της που έχασε πρόσφατα είναι παρόν σε όλη μας την κουβέντα. Για όλες τι φωτογραφίες που μας περιστοιχίζουν έχει μια ιστορία να αφηγηθεί, γελάει και συγκινείται μαζί, τα μάτια της υγραίνονται συχνά. Η κοινή τους και όχι μόνο καλλιτεχνική πορεία παρουσιάζεται στην ιστοσελίδα που έχουν δημιουργήσει.

Μετανιώνω που δεν είχα κλείσει να κάνουμε μαζί ένα Podcast. Γιατί όσα τώρα διαβάζω από όσα μου είπε δύσκολα μπορεί να μεταφερθεί η χροιά, το χρώμα της. Η φωνή της είναι μαγική. Ντύνει τις λέξεις της με ανθρωπιά.

Την αποχαιρετώ και δίνουμε ραντεβού, εκτός από το studio για ένα podcast εφ’ όλης της ύλης, σύντομα στο θέατρο με μια μικρή παρότρυνση. Να κάνει σύντομα κωμωδία. Το συγκινησιακό της φορτίο, το σθένος και η ζεστασιά της να αναμιχθούν με το χιούμορ που θα μας συμπαρασύρουν σε μονοπάτια νέα, σε δρόμους καθησυχαστικούς, και παρηγορητικούς.

 

 

Ιnfo παράστασης:

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.