Fail Better

Mε αφορμή την «Γκλόρια» του Σεμπαστιάν Λέλιο

Η «Γκλόρια» είναι μια 58χρονη γυναίκα που ζει στο Σαντιάγο της Χιλής. Είναι χωρισμένη 13 χρόνια, ο άντρας της τη χώρισε για μια νεότερη γυναίκα. Έχει δύο ενήλικα παιδιά κοντά στα τριάντα που ζουν τη ζωή τους. Προσπαθεί κι εκείνη να ζήσει τη δική της. Διατηρείται πολύ καλά για την ηλικία της, τραγουδάει στο αυτοκίνητο σαχλά ποπ τραγούδια, πηγαίνει σε κέντρα χορού-τόπους γνωριμιών μεσηλίκων, διασκεδάζει και ταυτόχρονα κάτι ψάχνει να βρει. Η Γκλόρια δε διστάζει να χωθεί μέσα στο πλήθος που χορεύει ή που σταματημένο σε ένα πεζοδρόμιο βλέπει έναν καλλιτέχνη του δρόμου. Μέσα στο πλήθος νιώθει ίσως καλύτερα, νιώθει να ανήκει κάπου. Δεν ξέρουμε πώς αντιμετώπισε το χωρισμό της, μόνο και μόνο όμως από το γεγονός ότι η ταινία εστιάζει σε αυτή τη φάση της ζωής της, από αυτή τη σιωπή και την έλλειψη στοιχείων μπορούμε να εικάσουμε ότι δεν πέρασε τα 13 προηγούμενα χρόνια με την ενεργητικότητα και το ψάξιμο με τα οποία τα περνάει τώρα. Άλλωστε, αν έχει ακόμη πέραση σε αυτή την ηλικία, λογικά θα είχε και σε μικρότερη. Όλη λοιπόν αυτή η διαθεσιμότητά της και η ζωντάνια της πιθανώς να προέρχονται από μια μακρόχρονη περίοδο που την είχε πάρει πολύ από κάτω. Η Γκλόρια ίσως είχε πέσει και τώρα έχει σηκωθεί και διεκδικεί. Η Γκλόρια είναι πια ολοζώντανη.

Θα γνωρίσει τον 65χρονο Ροντόλφο. Ο Ροντόλφο ήταν υπέρβαρος. Έκανε επέμβαση στο στομάχι κι έχει χάσει δεκάδες κιλά. Σε αντίθεση με τη Γκλόρια, χωρίσε μόλις πέρσι. Άλλαξε εξωτερικά, προσπαθεί να αλλάξει και εσωτερικά. Αυτό όμως είναι πάντα το δυσκολότερο και δε θεραπεύεται χειρουργικά και μια κι έξω. Οι εσωτερικές αλλαγές θέλουν χρόνο. Ή κάποιο σοκ. Σκέφτεται ακόμα με την ανασφάλεια του υπέρβαρου. Έχει μάθει επίσης να είναι το κέντρο στήριξης της οικογένειάς του. Έχει δύο κόρες κοντά στην ηλικία των παιδιών της Γκλόρια, που -σε αντίθεση με αυτά- δε δουλεύουν και δεν έχουν μάθει να στέκονται στα δικά τους πόδια. Τα πόδια του Ροντόλφο έχουν μάθει να πατάνε και για την πρώην σύζυγό του και για τις κόρες του. Και δε σημαίνει πως δεν προσπαθεί αληθινά να αλλάξει ζωή. Αλλά προκειμένου να αλλάξεις, εκτός από τη δική σου θέληση, πρέπει να μη σε τραβάει προς τα πίσω και η παλιά σου ζωή. Καμιά φορά το καθοριστικό στοιχείο για το αν θα φέρεις σε πέρας μια οριστική αλλαγή ή αν θα παλινδρομήσεις είναι οι αντικειμενικές συνθήκες. Η Γκλόρια έχει μεγαλώσει παιδιά που δεν τη χρειάζονται τόσο, ο άντρας της ζει τη νέα του ζωή με τη δεύτερη γυναίκα του. Η Γκλόρια είναι τελικά μόνη της εκεί έξω και αυτό το αντικειμενικό δεδομένο προσδιορίζει τις επιλογές της και τη στάση της. Ο Ροντόλφο αντίθετα δεν είναι μόνος του, δεν τον αφήνουν να είναι μόνος του. Έχει μάθει να είναι το κέντρο της δικής του οικογένειας. Ένα κέντρο με στοιχεία θυσίας ίσως. Αλλά κάθε μάρτυρας έχει το ταυτόχρονο στάτους της ντίβας. Κάθε που θυσιάζεσαι μια εσωτερική σου ανάγκη ικανοποείς τελικά. Και κάπως έτσι ο Ροντόλφο είναι αυτός που εξαφανίζεται. Όταν οι εσωτερικές του αντιφάσεις χτυπάνε οροφή, όταν οι δυο του εαυτοί συγκρούονται, όταν μέσα στη νέα ζωή που προσπαθεί να χτίσει η παλιά τον σαμποτάρει, είτε ως νοσταλγία του προηγούμενου κεντρικού ρόλου του είτε ως ενοχικό αγκίστρι, ο Ροντόλφο εξαφανίζεται. Ο Ροντόλφο, προσπαθώντας να εμφυσήσει στον εαυτό του το θάρρος της ριζικής αλλαγής, βραχυκυκλώνει τόσο που επιστρέφει διαρκώς στην υπέρτατη δειλία της εξαφάνισης.

Στην ταινία του Σεμπαστιάν Λέλιο δεν έχουμε στο κέντρο την πολιτική πραγματικότητα του «Post Mortem» ή του «Νο» του Πάμπλο Λαρέν (που τον βλέπουμε στα κρέντιτ ως συμπαραγωγό). Διαδηλώσεις βλέπουμε μόνο στο φόντο, σκόρπιες φράσεις για το πολιτικό και οικονομικό παρόν της Χιλής ακούμε, ολλά είναι μια ταινία που θα μπορούσε κάλλιστα να διαδραματίζεται οπουδήποτε αλλού, τουλάχιστον οπουδήποτε αλλού στο δυτικό κόσμο. Η ταινία αργεί αρκετά να πάρει μπρος, ωστόσο -έστω και αργά- κατορθώνει να αλλάξει την εικόνα και να σε πάρει με το μέρος της, έχοντας ως βασικό προσόν και τις εξαιρετικές ερμηνείες του Σέρχιο Ερνάντεζ και της Παουλίνα Γκαρσία, που βραβεύτηκε μάλιστα στο Φεστιβάλ Βερολίνου.

Η Παουλίνα Γκαρσία δίνει μετά την Κέιτ Μπλάνσετ στο «ΘλιμμένηΤζασμίν» και την Γκρέτα Γκέργουιγκ στο «Frances Ha» μια ακόμα πάρα πολύ δυνατή ερμηνεία σε αυτό το ξεκίνημα της κινηματογραφικής χρονιάς, που σημαδεύεται από μεγάλους γυναικείους ρόλους. Τρεις ηρωίδες που δίνουν το όνομά τους σε τρεις ταινίες. Η Φράνσις λίγο πριν τα 30, η Τζάσμιν λίγο μετά τα 40, η Γκλόρια κοντά στα 60. Τρεις γυναίκες που προσπαθούν να προσαρμοστούν στις δυσάρεστες συνθήκες που τους έχει επιφυλάξει η ζωή, προσπαθούν να βρουν το δικό τους χώρο, προσπαθούν να βρεθούν κάπου καλύτερα από εκεί που είναι. Η Τζάσμιν χάνει τον άντρα της, το θετό της γιο, το λαϊφστάιλ της, τα είχε όλα και προσπαθεί να μη συμβιβαστεί για τίποτα λιγότερο, προσπαθεί με εφόδιο τις παραστάσεις της από αυτόν τον τρόπο ζωής να τον ξαναβρεί αλλού. Η Φράνσις χάνει τη συγκάτοικό της και καλύτερή της φίλη, χάνει ουσιαστικά τη δουλειά της και τις ψευδαισθήσεις που είχε για τις προοπτικές της, προσπαθεί μετά από αυτές τις σφαλιάρες να δει πού πατά. Η Γκλόρια έχει υποστεί τις απώλειές της εδώ και πολλά χρόνια, συναντάμε την Γκλόρια σε μεταγενέστερη φάση από τις δυο άλλες ηρωίδες, ίσως για αυτό είναι και η πιο κατασταλαγμένη απ’ όλες, η πιο έτοιμη να ξανασηκωθεί και να ξαναχορέψει. Με όλες τους τις διαφορές και η Τζάσμιν και η Φράνσις και η Γκλόρια αποκτούν μια ζωή που σε συνοδεύει και όταν βγεις από την κινηματογραφική αίθουσα.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.