Βόρειοι και Νότιοι (και Ανατολίτες)

Με αφορμή τρία ντοκιμαντέρ από Bόρειες χώρες του Cinedoc

Για ένα μήνα, από τις 6 Φεβρουαρίου ως τις 6 Μαρτίου, το CineDoc παρουσιάζει τη θεματική ενότητα «North Meets South», στο πλαίσιο της οποίας θα προβληθούν δέκα ντοκιμαντέρ από Βόρειες χώρες. Ας πούμε δυο κουβέντες για τρία από αυτά που θα προβληθούν στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών.
 
«The Commissioner» («Ο Επίτροπος»), σκηνοθεσία Pekka Lehto/60’/2012/αφιέρωμα στη Φινλανδία – Προβολή 27/2/2013, 20.00
O Επίτροπος Όλι Ρεν, μια από τις βασικές φιγούρες που την τελευταία τριετία μπήκαν ορμητικά στις τηλεοράσεις μας και ακόμη ορμητικότερα στη ζωή μας. Τα δυο πρώτα χρόνια της επίμαχης τριετίας καλύπτει και το ντοκιμαντέρ. «Ποτέ μου δεν παρέστησα τον σπουδαίο διανοητή» λέει. «Ήμουν πάντα άνθρωπος της πράξης, άνθρωπος που ήθελε να επικεντρώνεται σε στόχους και να τους πετυχαίνει». Τον βλέπουμε να παίζει ποδόσφαιρο, ακούμε και τη μνημειώδη δήλωσή του στο ελληνικό κοινοβούλιο πως εξαιτίας της ελληνικής κρίσης έχασε πολλά κυριακάτικα πρωινά που έπαιζε. Η άλλη ιστορική δήλωση «Τhe party is over» ήταν δική του ή του Γιούνκερ; Δεν είμαι σίγουρος. Το σίγουρο είναι πως ο Γιούνκερ πρέπει να είναι πολύ πιο ενδιαφέρων άνθρωπος και θα ήταν ίσως πολύ πιο ενδιαφέρουσα πρώτη ύλη για ντοκιμαντέρ. Αλλά αυτόν έχουμε, με αυτόν θα πορευτούμε. Ας τον ψυχαναλύσουμε λίγο μπακάλικα. Αναφέρει τον πατέρα του τέσσερεις-πέντε διαφορετικές φορές και με διαφορετικές ευκαιρίες. Είναι σαφές ότι τον είχε πρότυπο. Τη μητέρα του αντίθετα την αναφέρει μόνο για να μας πει ότι πέθανε. Είναι σε ένα αεροδρόμιο και λέει ότι δεν μπορεί να λείψει πολλές μέρες από τη δουλειά, πως η δουλειά είναι η καλύτερη θεραπεία. Ο πατέρας του ήταν έμπορος ανταλλακτικών. Ο Όλι θυμάται ακόμα τους δεκαψήφιους κωδικούς των ανταλλακτικών για το δεξιόστροφο και το αριστερόστροφο τιμόνι ενός μοντέλου της Βόλβο. Δε γνωρίζω τι σημαίνει δεξιόστροφο και αριστερόστροφο τιμόνι. Όπως και ο Όλι περιγράφει τη σχιζοφρένεια στην οποία βρέθηκε όταν στην πατρίδα του οι σοσιαλδημοκράτες ήταν κατά των δανείων προς την Ελλάδα και οι κεντροδεξιοί υπέρ, ενώ στην Ελλάδα συνέβαινε το ακριβώς αντίστροφο. Τα παλιά τα χρόνια βέβαια. Μετά οι κεντροδεξιοί πήραν την εξουσία και έγιναν ταυτόχρονα μνημονιακοί και ακροδεξιοί. Από το 1960 έως το 1965 ο πατέρας του δεν μπορούσε να ανοίξει το κατάστημα, επειδή οι τράπεζες δεν του έδιναν εγγύηση. Αλλού λέει ότι οι τράπεζες έσωσαν σε μια φάση την επιχείρησή του. Το 1966 ο πατέρας του ήρθε με ένα νέο Όπελ. Ήταν σύμβολο της εισόδου στην Ευρώπη στα μάτια του μικρού τότε Όλι. Του αρέσει η ιδέα της Ευρώπης. Μικρός επισκεπτόταν τη γειτονική Εσθονία που ήταν υπό σοβιετική κατοχή και στεναχωριόταν. Η Εσθονία ρύθμισε τα του οικονομικού της οίκου μια χαρά, μας λέει, και να που την πρωτοχρονιά του 2011 μπαίνει στην Ευρωζώνη. Βλέπουμε τον Όλι να τραβά από το ΑΤΜ του Ταλίν ένα εικοσάευρω. Από τη φώτο λείπει ο Κώστας Σημίτης να χαμογελά αστραφτερά και ο Λουκάς Παπαδήμος δίπλα του να χειροκροτά με τεχνοκρατικό εκστασιασμό.

Ένας ειδικός της Eurostat λέει πως όλα, μα όλα, τα κράτη έχουν προτεραιότητα την προάσπιση των εθνικών τους συμφερόντων και κανενός η προτεραιότητα δεν είναι η ακριβής αποτύπωση όλων των μεγεθών. Σε όλα τα πράγματα υπάρχουν εξαιρέσεις βέβαια, και μια στις τόσες, μερικά κράτη παύουν να έχουν προτεραιότητα την προάσπιση των εθνικών τους συμφερόντων και τους πιάνει ένας περίεργος υπερβάλλων ζήλος να δείξουν την κατάσταση ακόμη χειρότερη από όσο -πολύ- άσχημη στην πραγματικότητα ήταν, υπεραναπληρώνοντας την μια εκδοχή των γκρικ στατίστικς με την αντίθετή της.

Πιο συχνά λείπει ο Μάρτης από τη Σαρακοστή από ό,τι ο Σλαβόι Ζίζεκ από οτιδήποτε έχει να κάνει με την κρίση. Να ΄τος και σε αυτό το ντοκιμαντέρ. Θα μας πει πως οι ειδικοί έχουν χάσει το κύρος τους, καθώς μας λένε διαμετρικά αντίθετα πράγματα και πως ίσως έχει έρθει η ώρα για να αποκτήσουμε ειδικούς επί των ειδικών, που θα μας λένε ποιον ειδικό πρέπει να πιστεύουμε. Θα μας πει πως η φάρσα είναι η κανονικοποίηση της τραγωδίας, πως αν βλέπουμε τους αστέγους και τους πεινασμένους στην Ελλάδα και το εισπράττουμε ως τραγωδία, σημαίνει πως την παλεύουμε ακόμα την κατάσταση, αν όμως περάσουμε στο επόμενο στάδιο, όπου σηκώνουμε τους ώμους ψηλά θεωρώντας όλο αυτό αναπόσπαστο επακόλουθο του καπιταλισμού, τότε βρισκόμαστε στο επίπεδο της φάρσας, τότε η τραγωδία έχει κανονικοποιηθεί.
 
«The Road To Diyarbekir» («Ο δρόμος για το Ντιγιαρμπακίρ»), σκηνοθεσία Zaradasht Ahmed/58’/2011/αφιέρωμα στη NoρβηγίαΠροβολή 20/2/2013, 21.00
Από την πρωτοχρονιά της Εσθονίας στην πρωτοχρονιά του Κουρδιστάν. Που πέφτει όμως 21η Μαρτίου. Και είναι κάτι σαν εθνική γιορτή για τους Κούρδους. Ημιαπαγορευμένη βέβαια. O Ciwan Haco, ένας δημοφιλέστατος στους Κούρδους τραγουδιστής, επιστρέφει στην πατρίδα του μετά από 28 χρόνια για πρωτοχρονιάτικη συναυλία. Ένα εκατομμύριο κόσμος μαζεύεται. «Σίγουρα», λέει, «σε πολλούς από αυτούς αρέσει η μουσική μου, αλλά η μουσική μου δεν είναι το κύριο θέμα». «Μαζεύτηκαν εδώ για να γιορτάσουν τη γλώσσα τους, την ταυτότητά τους, την κουλτούρα τους που ήταν σε δίωξη». Στην Τουρκία η κατάσταση έχει αρχίσει να γίνεται κάπως καλύτερη για τους Κούρδους, η γλώσσα τους έπαψε πια να απαγορεύεται και η συναυλία είναι ένα εθνικό γεγονός. Για να μπορέσει να φτάσει στη σκηνή και να μην γίνει αντιληπτός από το πλήθος μεταφέρεται με ασθενοφόρο. O Ciwan ήταν για δεκαετίες στη μαύρη λίστα της Τουρκίας, του Ιράκ, της Συρίας και του Ιράν, όπου δηλαδή υπάρχουν Κούρδοι. Παραμένει ακόμα στη μαύρη λίστα της Συρίας και του Ιράν. Δεν είμαστε Πέρσες, δεν είμαστε Άραβες, είμαστε Κούρδοι, λέει. Πολλοί από εμάς επέλεξαν το δρόμο της βίας για να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας ως λαός, λέει, αλλά εμένα η βία δε με εκφράζει. Τον αδελφό του τον εξέφραζε και σκοτώθηκε στον πόλεμο (ή στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, όπως θέλει το λέει κανείς). Ο Ciwan λέει πως έφυγε στα 20 του για την Ευρώπη για να εξελίξει τη μουσική του, αλλά βασικά για τα ωραία κορίτσια. Τώρα ζει σε ένα εντελώς διαφορετικό μέρος, στα χιόνια της Σουηδίας, με την Ισλανδέζα γυναίκα του και τα δύο κοριτσάκια τους. Το όνειρό ζωής του να τραγουδήσει στο Ντιγιαρμπακίρ το τραγούδι που έχει γράψει για το Ντιγιαρμπακίρ εκπληρώνεται. Και συνεχίζει να ζει στα χιόνια.
 
«Grandma’s Tattoos» («Τα τατουάζ της γιαγιάς»), σκηνοθεσία Suzanne Khardalian/ 58’/2011/ Αφιέρωμα στη Σουηδία – Προβολή 13/02/2012, 20.00

Από τους Κούρδους στη γενοκτονία των Αρμενίων. Η σκηνοθέτης μεγάλωσε στη Βηρυττό. Σε προσφυγικό καταυλισμό των Αρμενίων, που αργότερα εξελίχθηκε στην αρμενική γειτονιά της πόλης. Τώρα ζει κι αυτή -όπως ο Ciwan πιο πάνω- στη Σουηδία. Ήταν μια μεγάλη οικογένεια, με πέντε συνολικά αδελφές. Η γιαγιά τους ζούσε στον επάνω όροφο. Κατέβαινε κάθε πρωί, καθόταν σε μια γωνία και ήταν απόμακρη και απότομη. Δεν αγκάλιασε την εγγονή της ποτέ, δεν τη φίλησε ποτέ. Ήταν άγρια, ξεσπούσε, φώναζε στον άντρα της. Είχε περίεργα τατουάζ στο πρόσωπο και στα χέρια. Με τα πολλά μαθαίνουμε πως τη βίασαν σε ηλικία 12 ετών. Και για πέντε τουλάχιστον χρόνια έζησε με τη μικρή της αδελφή ως αιχμάλωτη ή ως φιλοξενούμενη με Τούρκους. Δεν ήταν οι μόνες. Χιλιάδες γυναίκες και κορίτσια έγιναν με το ζόρι παλλακίδες την περίοδο του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Μια άλλη Αρμένισσα ηλικίας 105 ετών θυμάται τα γεγονότα και κλαίει ακόμα. Οι επιζήσασες προτίμησαν να μη μιλήσουν ποτέ για αυτά, να τα κρατήσουν μέσα τους, να μην περάσουν τη μαρτυρία στις επόμενες γενιές. Και η -όχι ιδιαιτέρα άρτια καλλιτεχνικά είναι η αλήθεια- χειρονομία που κάνει η σκηνοθέτης με αυτό το ντοκιμαντέρ, είναι ακριβώς το σπάσιμο αυτής της σιωπής της λήθης.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.