«Χώμα, Νερό, Αέρας, Φωτιά» στα έργα του Γιάννη Μακρίδη σαν ένας «τοπιογράφος της καμένης γης», στην gallery 7

«Στο έργο μου, με ενδιαφέρει να αποτυπώσω μέσα από την υλικότητα που φθείρεται, τοπία που πάτησα ως εθελοντής πυροσβέστης την προηγούμενη δεκαετία»

Η gallery 7 παρουσιάζει την πρώτη ατομική έκθεση του Γιάννη Μακρίδη «Χώμα, Νερό, Αέρας, Φωτιά» σε επιμέλεια του ιστορικού τέχνης Ανδρέα Ιωαννίδη. «Στο έργο μου, με ενδιαφέρει να αποτυπώσω μέσα από την υλικότητα που φθείρεται, τοπία που πάτησα ως εθελοντής πυροσβέστης την προηγούμενη δεκαετία», αναφέρει ο καλλιτέχνης. «Καμμένη γη, σεληνιακοί ορίζοντες, ακραίες θερμοκρασίες, τοπίο άτοπο αλλά και άχρονο, που για κάποιον παρατηρητή μπορεί να είναι θάλασσα, για άλλον γη».

Ο Αντρέας Ιωαννίδης, Ιστορικός Τέχνης της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών σημειώνει για το έργο του Γιάννη Μακρίδη και την έκθεση «Χώμα, Νερό, Αέρας, Φωτιά»:

Αρκεί μια γενική ματιά στα έργα του Γιάννη Μακρίδη, και αμέσως αντιλαμβάνεσαι ότι πρόκειται για έργα που απεικονίζουν μια μεγάλη πύρινη καταστροφή, οριστική και αμετάκλητη. Στο μυαλό μου αναδύθηκε εξαίφνης η περιγραφή της καταστροφής των Σοδόμων και των Γομόρων όπου ο Θεός έβρεξε θειάφι και φωτιά από τον ουρανό και κατέστρεψε τις δύο πόλεις, τη γύρω περιοχή και τη βλάστηση…. ενώ την άλλη μέρα ο Αβραάμ είδε να ανεβαίνει από τη γη καπνός, σαν να ήταν από καμίνι (Γένεσις 19).

Μια τέτοια εντύπωση βιβλικής καταστροφής αποδίδουν τα έργα του Γιάννη∙ μια εικόνα γενικής ερήμωσης από χώμα, φωτιά και αέρα. Τα τρία αυτά στοιχεία θα χρησιμοποιήσει ο καλλιτέχνης μας για να χτίσει τις κεραμικές του εικόνες. Για να επιτευχθεί αυτό, για να παραχθεί όμως ο πηλός, πρέπει να προστεθεί νερό. Κάτω όμως από αυτό το τέταρτο στοιχείο, υποφώσκει το αντίθετο της πυρκαγιάς, η ελπίδα και το ξαναζωντάνεμα.

Χώμα-νερό-αέρας-φωτιά: στοιχεία-στοιχειά, πρόσφορα ταυτόχρονα ζωής και θανάτου ανάλογα με τη στάση που θα κρατήσει ο άνθρωπος απέναντί τους. Κατά ζεύγη, χώμα – νερό και αέρας – φωτιά, θα μπορούσαν να συμβολίζουν ταυτόχρονα τον υλικό και άυλο κόσμο, το σώμα και το πνεύμα. Ανεπαίσθητα ο Γιάννης καταφέρνει να μεταδώσει στο υλικό του το διττό αυτό νόημα ούτως ώστε και αυτό με τη σειρά του να εκπέμπει συγχρόνως καταστροφή και δημιουργία∙ σαν να υπήρχε ταυτόχρονα κάτι που προϋπήρξε και καταστράφηκε αλλά και κάτι συγχρόνως που υφίσταται ως κατάσταση δημιουργικής αναμονής και αναγέννησης.

Ας προσθέσουμε σε αυτό το σημείο ότι ο Γιάννης Μακρίδης εργάστηκε ως εθελοντής πυροσβέστης και ως εκ τούτου η σχέση του με την πύρινη καταστροφή καθώς και της απαραίτητης ελπίδας ώστε να μπορέσει να επιβιώσει και να αντέξει τον όλεθρο, συνιστούν συστατικά της ζωής του. Στα παραπάνω τέσσερα υλικά ο Γιάννης θα προσθέσει και άλλα: χρώματα κεραμικής, οικοδομικά υλικά (τούβλο, μπετό), ξύλο, μελάνι-κάρβουνο – μαύρο σπρέι, καθώς και κόλλα.

Με όλα τα παραπάνω υλικά, φτιάχνει αδιαλείπτως τοπία ώστε θα μπορούσα να τον χαρακτηρίσω ως τοπιογράφο της καμένης γης είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά. Πρόκειται για εικόνες τραυματικές, αναπόσπαστες της θερινής ελληνικής συνείδησης και ενός «θερινού» ελληνικού ασυνείδητου τα οποία με το χρόνο και τις συνεχείς πύρινες καταστροφές επιβαρύνονται όλο και περισσότερο. Η μετουσίωσή τους σε τέχνη δρα ως ένα σημείο θεραπευτικά ώστε να μην σου επιτραπεί να κατρακυλήσεις στην απελπισία και σου προσφέρουν ταυτόχρονα τη δυνατότητα να μετουσιώσεις και εσύ ως θεατής, τον τρόμο σε δέος ανάμεικτο με κάποια δόση ιερότητας, εξού κα το δέος, λόγω της απεικονιστικής βιβλικής διάστασης των έργων.

Ας κοιτάξουμε όμως λίγο από πιο κοντά τα τοπία του καλλιτέχνη μας, τα οποία σε γενικές γραμμές θα κατέτασσα σε δύο μεγάλες ενότητες: στα «άμορφα» τοπία και στα «μορφοποιημένα», τα οποία είναι και τα περισσότερα. Στα πρώτα ο Γιάννης παρουσιάζει την άμορφη ύλη. Πρόκειται για σπαράγματα ύλης, κάτι σαν «λίθοι, πλίνθοι, κέραμοι, ατάκτως ερριμμένα» , αλλά με ένα περιεχόμενο αμφιθυμίας: αδυνατεί κανείς να προσδιορίσει αυτή την κατάσταση ως οριστική καταστροφής ή ως μια εν δυνάμει κατάσταση που παλεύει για την απόκτηση μορφής.

Πρόκειται για υλικά σπαράγματα από οικοδομικό υλικό, επιθετικά, αιχμηρά και δύσβατα. Το σύνολό τους καθρεφτίζει την αγωνία και τον πόνο της απουσίας μορφής, της απουσίας ζωής. Εδώ συναντάμε τις θέσεις του Πλωτίνου για τη ζωή την οποία θεωρεί ως «μια μορφοποιό δραστηριότητα, απλή και άμεση, ανεξάντλητη από όλες τις ερμηνείες μας, ολότης παρούσα εξαίφνης, εσωτερική ως προς τον εαυτό της (Pierre Hadot, Πλωτίνος ή η απλότητα του βλέμματος, Αρμός, Αθήνα 2007, σ. 153).

Αυτό το εξαίφνης είναι που προκαλεί την αμφιθυμία και σε αφήνει μετέωρο ως προς το αποτέλεσμα, αδυνατώντας να ορίσεις την κατάσταση που έχεις μπροστά σου, είτε ως τέλος, είτε ως αρχή μόνο. Η δεύτερη ομάδα περιέχει τα τοπία καθαυτά. Η ύλη βρίσκει τον δρόμο της προς τη μορφή. Κάποια από αυτά, περισσότερο παστωμένα, προβάλλουν την υλική υπόσταση του καμένου τοπίου· Το πραγματικό ως υλικότητα. Τέτοια τοπία παραπέμπουν και στα χαοτικά τοπία του Kiefer με τις ατέρμονες και αγχωτικές προοπτικές.

Τοπία ολοσχερώς ερημωμένα και μοναχικά όχι όμως αναγκαστικά κατεστραμμένα. Η ορμή του εν δυνάμει είναι πιο φανερή. Κάποια άλλα από την ίδια ενότητα, δίνουν βαρύτητα στο «άυλο» μέσω του καπνού, της υφέρπουσας φωτιάς ή και του χώρου που καταλαμβάνει ο ουρανός τόπος συναφής άλλωστε με το θέμα, του καπνού και της φωτιάς. Εδώ ο καπνός, δίκην αναπνοής υποβάλει την καμένη ψυχή του τοπίου την τελευταία του πνοή, η οποία αρνείται να αποχωρισθεί το σώμα τελεσίδικα και παρατείνει την διαδικασία της εκπνοής.

Τα έργα αυτά μου έφεραν στο μυαλό, κατά μια περίεργη συγκυρία, ζωγραφικά έργα του Strindberg, του Σουηδού θεατρικού συγγραφέα και πρωτεργάτη του εσωτερικού ψυχικού μονόλογου ο οποίος εικονοποιεί, μέσω των εικαστικών την ανταριασμένη ανθρώπινη ψυχή των θεατρικών του έργων. Με τους δύο αυτούς τοπιογραφικούς τρόπους, ο Γιάννης κατάφερε να αποδώσει αυτό που έβλεπε και ένιωθε ταυτόχρονα. Έργα εκ πρώτης όψεως απαισιόδοξα όχι όμως και απελπισμένα. Και αυτό συμβαίνει διότι μια καταστροφή δεν είναι αναγκαστικά και τέλος, και δεύτερον, η καταστροφική μαυρίλα στα έργα του Γιάννη, περιέχει μια δυνητική διάσταση, ένα άνοιγμα προς τον ατομικό χώρο. Διότι αυτό που σε συνεπαίρνει σε αυτά τα έργα, η συμπαντική σχεδόν καταστροφή, συνάδει και με την ατομική του σύγχρονου ανθρώπου, «καμένου» σωματικά και πνευματικά.

Πολλές φορές βλέποντας τα έργα του Γιάννη ταύτισα τη γη με το ανθρώπινο σώμα, και μάλιστα στα έργα που η γη κουβαλάει άνυδρες ξερακιανές πτυχώσεις, ενώ στον καπνό έβλεπα το πνεύμα και την πνοή. Αυτή η σύμπραξη ατομικού και οικουμενικού εμφανίζεται ξεκάθαρα στο γλυπτό κεφάλι, περιστοιχισμένο από καμένα ξύλα. Είναι ο καλύτερος τρόπος που εφηύρε ο Γιάννης για να δηλώσει την πύρινη καταστροφή σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο και καταλήγω σε κάτι που έχει τη μορφή ηθικού διδάγματος: ότι η φύση δεν θα σωθεί από τους «ευαίσθητους» φυσιολάτρες των εκδρομών, αλλά από αυτούς που βλέπουν τον εαυτό τους τον ίδιο ως φύση. Όσο για την μαυρίλα της αμφιλεγόμενης απελπισίας στη δουλειά του Γιάννη, ας αναλογισθεί κανείς, για να την φωτίσει έστω και λίγο, τα λόγια του William James: τα μυστικά βάθη του αισθήματος, τα σκοτεινότερα και τυφλότερα στρώματα, του χαρακτήρα, είναι οι μοναδικοί χώροι μέσα στον κόσμο όπου μπορούμε να συλλάβουμε την πραγματικότητα στη γένεσή της (Dodds, «Οι Έλληνες και το παράλογο», Καρδαμίτσας, Αθήνα 1978, σ. 21).

Άρα το σκοτάδι έχει όντως το δικό του φως.»

Λίγα λόγια για τον Γιάννη Μακρίδη

Γεννημένος στην Αθήνα το 1983, όπου διαμένει και εργάζεται. Απόφοιτος του ΑΚΤΟ (2004) του τμήματος διακόσμησης και αρχιτεκτονικής εσωτερικών χώρων με ειδίκευση στο βιομηχανικό σχεδιασμό και κατασκευή επίπλων. Απόφοιτος της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας (2021) του 1ου Εργαστηρίου Ζωγραφικής και του εργαστηρίου κεραμικής με καθηγητές τους Μιχάλη Μανουσάκη, Άγγελο Αντωνόπουλο και Γιώργο Αλεξανδρίδη.

Απόφοιτος του Mimar Sinan Κωνσταντινούπολης του τμήματος λιθογραφίας και Exhibition and Theory με το πρόγραμμα Erasmus (2020). Έχει κάνει πρακτική και οργάνωση εικαστικών δραστηριοτήτων σε άτομα με Alzheimer. Έχει συμμετάσχει σε ομαδικές εκθέσεις ζωγραφικής και εικαστικών δραστηριοτήτων της ΑΣΚΤ αλλά και του δήμου Γλυφάδας και Αλίμου όπου και διδάσκει ζωγραφική. Μέλος της Α.Ο.Τ.Ε. (Αθλητική Ομοσπονδία Taekwon-Do Ελλάδος ITF) από το 1999 και του Σώματος Ελλήνων Εθελοντών Δασοπυροσβεστών και Πολιτικής Προστασίας (2006).

Συμμετοχή σε ομαδικές εκθέσεις: Μουσείο Βρυσάκι 2013 με το έργο «Το ταξίδι της Δουλτσινέας», Ίδρυμα Κακογιάννη 2019,  2ο βραβείο για το έργο «Ο ξεριζωμός», Gallery Φέλιος 2019 Ομαδική έκθεση του 5ο Εργαστηρίου Ζωγραφικής με το έργο «Ο βραδυφλεγής», Eco Festival Πλατεία Νερού, Φάληρο 2021, ομαδική έκθεση του 1ου Εργαστηρίου Ζωγραφικής, Έκθεση αποφοίτων ΑΣΚΤ Οκτώβριος 2021 , με τη διπλωματική εργασία Παράλληλες Απώλειες,

Η έκθεση στη Gallery 7 , είναι η πρώτη του ατομική έκθεση.

Info έκθεσης:

Χώμα, Νερό, Αέρας, Φωτιά | 4 – 22 Ιανουαρίου 2022: Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή: 11-2 μ.μ. & 6-9 μ.μ., Τετάρτη, Σάββατο: 11-3 μ.μ. | Σόλωνος 20, Αθήνα 106 73

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.