«Αξύριστα πηγούνια», «Ο Γάμος», «Κωλόκαιρος»: Εμπλοκή στην όπισθεν

Ο ρεαλισμός τους παραπέμπει σε άλλες εποχές, σε μια θεατρική γραφή την οποία έμοιαζε να έχουμε αφήσει πίσω μας, να έχουμε προχωρήσει παρακάτω

Δεν ανήκει στις συνήθειές μου να γράφω για πάνω από μία παράσταση στο ίδιο κείμενο. Θα εξηγήσω αμέσως τους λόγους που νομίζω πως νομιμοποιούν μια τέτοια ενέργεια: Ο Στάθης Σταμουλακάτος παίζει στα «Αξύριστα πηγούνια» και στον «Κωλόκαιρο». Ο Ηλίας Βαλάσης στα «Αξύριστα πηγούνια» και στον «Γάμο». Ο Στέλιος Δημόπουλος στον «Κωλόκαιρο» και τον «Γάμο» -στα «Αξύριστα πηγούνια» έπαιζε πέρυσι! Τον «Γάμο» σκηνοθετεί η Ελένη Σκότη, ενώ τα «Αξύριστα πηγούνια», αλλά και τον «Κωλόκαιρο», ο μαθητής της Γιώργος Παλούμπης. Ιδού, λοιπόν, από πού αντλώ το δικαίωμα αυτού του συναγελασμού.

Ο Γάμος | Photo: Γιώργος Χατζηνικολάου, Μαρία Αναματερού

Παρόλο που μας χωρίζουν πάνω από σαράντα χρόνια από το πρώτο ανέβασμα του «Γάμου», ενώ τα άλλα δύο έργα είναι πολύ πιο πρόσφατα –λίγο μετά το 2000 τα «Αξύριστα πηγούνια», καινούριος ο «Κωλόκαιρος»- οι ομοιότητες είναι εμφανείς. Αν σε αυτό προσθέσει κανείς το γεγονός ότι και το ίδιο το έργο του Ποντίκα που πρωτοανεβαίνει το 1980 εντάσσεται σε ένα θεατρικό ύφος ήδη προγενέστερο, γίνεται εξίσου εμφανές και το πρόβλημα: ο ρεαλισμός τους παραπέμπει σε άλλες εποχές, σε μια θεατρική γραφή την οποία έμοιαζε να έχουμε αφήσει πίσω μας, να έχουμε προχωρήσει παρακάτω.

Κωλόκαιρος | Photo: Πάτροκλος Σκαφίδας

Και δύο επισημάνσεις ακόμα: πρώτον, το παλαιότερο έργο είναι αυτό που, με μια διαφορετική σκηνοθετική αντιμετώπιση , θα μπορούσε να διατηρήσει τη δύναμή του. Και δεύτερον, αυτού του είδους τα κείμενα –ή μήπως θα έπρεπε να πω: αυτού του είδους τα ανεβάσματα;- γνωρίζουν εμπορική επιτυχία. Για μένα ο λόγος είναι προφανής: η συγγένειά τους σε ό,τι αφορά το ύφος με τηλεοπτικές σειρές που επίσης γνωρίζουν εκ νέου μια μεγάλη δημοφιλία.

Όλα αυτά τα έργα, ως φόρμα -όχι ως περιεχόμενο- θα μπορούσαν να έχουν στηθεί πάνω στον ίδιο καμβά –τυχαίο (σχεδόν) παράδειγμα: πάνω στον «Φονιά» του Μήτσου Ευθυμιάδη. Ίδια δομή: έκθεση της πλοκής, πρώτη ανατροπή, δεύτερη ανατροπή, φινάλε αδιέξοδο για τον ήρωα. Η σημειολογία μάς έχει δώσει σημαντικά εργαλεία διάγνωσης σε αυτόν τον τομέα. Πιθανότατα κι ο ίδιος ο σπουδαίος «Φονιάς» να οφείλει αυτή τη φόρμα σε προγενέστερα κείμενα.

Αξύριστα πηγούνια | Photo: Εβίτα Σκουρλέτη

Το ζήτημα είναι η τάση ολοταχώς προς τα πίσω: εκεί που η νεοελληνική δραματουργία έδειχνε να ξεφεύγει επιτέλους από τον νατουραλισμό, το όχημα έβαλε εμπλοκή την όπισθεν και διατρέχει τις δεκαετίες ανάποδα μέχρι να φτάσει στην «Αυλή των θαυμάτων». Προς θεού, δεν υποτιμώ την τεράστια σημασία αυτού του έργου. Απλώς επισημαίνω ότι στο θέατρο, όπως σε όλες τις Τέχνες, δεν υπάρχει δρόμος προς τα πίσω –μόνο προς τα μπρος.

Δυστυχώς μεγάλο μέρος της ευθύνης για αυτό το φαινόμενο που μαστίζει τις σκηνές μας τα τελευταία χρόνια φέρουν οι σκηνοθέτες. Αν τα κείμενα, ενδεχομένως και λόγω μιας κοινωνικής οπισθοδρόμησης καθόλου άσχετης με την οικονομική ύφεση, παρουσιάζουν τέτοιες τάσεις,  η στείρα, ανέμπνευστη, διαρκώς επαναλαμβανόμενη ρεαλιστική σκηνοθετική προσέγγιση αποτελειώνει το κακό: ήτανε στραβό το κλίμα, το ’φαγε κι ο γάιδαρος.

Αυτή η μονοδιάστατη αντιμετώπιση έχει, φυσικά συνέπειες και πάνω στους ίδιους τους ηθοποιούς –που είναι όλοι πολύ καλοί. Ο εξαιρετικός Στάθης Σταμουλακάτος, έχοντας θητεύσει σχεδόν αποκλειστικά σε αυτό το είδος θεάτρου, βίωσε τις συνέπειες το καλοκαίρι στην Επίδαυρο, όπου βρέθηκε να ερμηνεύει με τον μοναδικό τρόπο που γνώριζε τον Αίαντα, ένα ρόλο που ξεφεύγει εντελώς από αυτά που έχει συνηθίσει σε ένα είδος θεάτρου που έχει εντελώς άλλους κανόνες. Τόσο στα «Αξύριστα πηγούνια»  όσο και στον «Κωλόκαιρο» -ειδικά στο δεύτερο λόγω της ιδιαιτερότητας του ρόλου- διαπρέπει. Όμως ο κίνδυνος της τυποποίησης είναι πλέον ορατός, και θα ήταν κρίμα για κάποιον με τόσες δυνατότητες.

Αξύριστα πηγούνια | Photo: Εβίτα Σκουρλέτη

Ο Ηλίας Βαλάσης είναι καλύτερος στα «Πηγούνια», καθώς στον «Γάμο» όλοι υποβιβάζονται σε σκίτσα, σε τύπους σε μια πινακοθήκη τεράτων που βασανίζουν ένα και μοναδικό θύμα. Όλοι οι ερμηνευτές, ειδικά οι γυναικείοι ρόλοι – Μαρία Κάτσενου, Αθανασία Κουρκάκη, Μέγκυ Σούλι– στέκουν σε υψηλό επίπεδο. Ο Στέλιος Δημόπουλος, χωρίς την παραμικρή δική του ευθύνη, φλερτάρει αναπόφευκτα με τη γελοιογραφία, καθώς του έχουν ανατεθεί όλοι οι υπόλοιποι ρόλοι του έργου.

Οι σκηνοθετικές επιλογές της Ελένης Σκότη είναι ισοπεδωτικές, κρατώντας ένα πολύ ενδιαφέρον έργο στο πρώτο επίπεδο ανάγνωσης. Επιπλέον, εμπεριέχουν ένα κίνδυνο: ο θεατής, κοιτάζοντας απ’ έξω τα αποτρόπαια επί σκηνής τεκταινόμενα, δεν αντιλαμβάνεται ούτε στιγμή πως κι ο ίδιος είναι μέρος των κοινωνικών συνθηκών που γεννούν παρόμοιες καταστάσεις: όλοι –εκτός του θύματος- είναι τόσο μονοδιάστατα φρικτοί, που αποκλείεται αυτός να έχει την παραμικρή σχέση μαζί τους. Εφησυχασμένος θα γυρίσει σπίτι του: τόσο απαίσιος πια δεν είναι.

Αξύριστα πηγούνια | Photo: Εβίτα Σκουρλέτη

Στα «Αξύριστα πηγούνια», γραμμένα στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ο Γιάννης Τσίρος επιδεικνύει τις συγγραφικές αρετές που εξακολουθεί να εξελίσσει μέχρι σήμερα. Όμως εξακολουθώ να πιστεύω πως η απλή παράθεση στοιχείων της ελληνικής κακοδαιμονίας -έμφυλη βία, οικονομική δυσπραγία, απλήρωτες δόσεις, ρουφιανιλίκι, ρουσφετολογία κλπ-  ανήκουν στη δραματουργία άλλων δεκαετιών. Ο προκρούστειος σκηνοθετικός ρεαλισμός του Γιώργου Παλούμπη σίγουρα δεν βοήθησε σε τίποτα την κατάσταση.

Στον «Κωλόκαιρο», ο συγγραφέας Αντώνης Τσιοτσιόπουλος συνδυάζει διάφορα θέματα που βρίσκονται στην επικαιρότητα, πιασάρικα δοκιμασμένα μοτίβα και αισθητική της μοδός  –τρανς άτομα, περιβάλλον σκυλάδικου, ωμή γλώσσα- σε ένα πρόχειρο συνονθύλευμα που προκαλεί –ή δηλώνει;- τρικυμία εν κρανίω. Οικονομίδειος αμοραλισμός, μελόδραμα α λα Στρέλλα, περιβάλλον «Αυτή η νύχτα μένει», ατάκτως ερριμμένα σε μια νύχτα που βρέχει φωτιά στη στράτα μου. Οι φιλότιμες ερμηνείες δεν μπορούν να σώσουν την κατάσταση. Όσο για τη σκηνοθετική προσέγγιση του Παλούμπη, με καλύπτουν οι προηγούμενες δηλώσεις μου.

Κωλόκαιρος | Photo: Πάτροκλος Σκαφίδας

Δεν γνωρίζω αν είναι η εμπορική επιτυχία της συγκεκριμένης δραματουργίας που ωθεί στην επανάληψή της, ή αν είναι ο τηλεοπτικής προέλευσης εθισμός του κοινού –που εντάθηκε κατά την περίοδο του εγκλεισμού-  που το κάνει μα επιβραβεύει διά της παρουσίας του αυτού του είδους τις παραστάσεις: η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα; Όμως αυτή η οπισθοδρόμηση είναι ανησυχητική. Η θεατρική γραφή στην Ελλάδα είχε προχωρήσει προς πιο σύγχρονα μονοπάτια, πιο αφαιρετικά, πιο δημιουργικά. Δεν αναφέρομαι στη μοναχική ιδιοφυία του Δημήτρη Δημητριάδη: υπάρχει πλέον ένα πλήθος από νεώτερους συγγραφείς με γραφή απείρως πιο σύγχρονη από αυτή που περιορίζεται στην αναπαλαίωση του Κεχαΐδη, του Σκούρτη αλλά και των παλαιοτέρων. Ας ελπίσουμε οι συντηρητικότερες τάσεις να μην επικρατήσουν.

Ειλικρινά συμπάσχω με τους ηθοποιούς που, μέσα στην κόλαση του αθηναϊκού θεατρικού τοπίου, αναγκάζονται και παίζουν δύο και τρεις ρόλους παράλληλα. Δεν τολμώ να σκεφτώ τι συμβαίνει όταν ταυτόχρονα έχουν γυρίσματα για κάποια τηλεοπτική σειρά. Πρόκειται για αληθινούς ήρωες.

Ο Γάμος | Photo: Γιώργος Χατζηνικολάου, Μαρία Αναματερού

Info παραστάσεων:

Ο Γάμος του Μάριου Ποντίκα | έως 8 Ιανουαρίου 2023 | Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 21:15 & Κυριακή στις 18:15 | Επί Κολωνώ

Κωλόκαιρος του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου | έως 17 Ιανουαρίου 2023 | Δευτέρα & Τρίτη στις 21:00 | Θέατρο του Νέου Κόσμου

Αξύριστα Πηγούνια του Γιάννη Τσίρου | έως 8 Ιανουαρίου 2023 | Σάββατο στις 18:00 & Κυριακή στις 21:00 | Θέατρο Μικρό Χόρν

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.