Απομιμήσεις

Mε αφορμή «To τέλειο χτύπημα» του Τζιουσέπε Τορνατόρε

Ο Τζέφρι Ρας είναι ο Βίρτζιλ Όλντμαν, εκτιμητής έργων τέχνης και αντικών, ο οποίος έχει μάλιστα και το δικό του οίκο δημοπρασιών. Θεωρείται αυθεντία και ο λόγος του για την αξία κάθε έργου είναι αναμφισβήτητος. Είναι απόμακρος και σνομπ, γεγονός ίσως όχι και τόσο ασυνήθιστο για τα δεδομένα του τομέα που δραστηριοποιείται και της επιτυχίας του. Είναι, όμως, ασυνήθιστο για τα δεδομένα της ανθρώπινης φύσης εν γένει πως στην προχωρημένη ηλικία που βρίσκεται είναι ακόμα παρθένος, πως όταν βρίσκεται κοντά σε όμορφες γυναίκες ντρέπεται και να τις κοιτάξει κι αποστρέφει το βλέμμα ακόμα κι όταν του απευθύνουν λόγο και πως φοράει διαρκώς γάντια. Δε θέλει να αγγίζει τα πράγματα, αποφεύγει τη σωματική επαφή ακόμη και με τα αντικείμενα, απενεργοποιεί έτσι την αίσθηση της αφής. Στο τεράστιο σπίτι του που ζει ολομόναχος έχει μια ολόκληρη ντουλάπα με γάντια. Πίσω από την ντουλάπα με τα σύμβολα της απόστασής του, υπάρχει μια κρύπτη με το δωμάτιο με τους θησαυρούς του: ένα δωμάτιο γεμάτο πίνακες σπουδαίων ζωγράφων, πίνακες που σε μεγάλο ποσοστό έχει αποκτήσει αγοράζοντάς τους στις δικές του δημοπρασίες, χρησιμοποιώντας ως αχυράνθρωπο τον Ντόναλτ Σάντερλαντ. Όντας εξπέρ στο τι είναι αυθεντικό και τι αντίγραφο ξεγελάει το κοινό και αγοράζει πίνακες σε πολύ μικρότερη από την αληθινή τους αξία. Ο Σάντερλαντ, εκτός από συνεργός του στην απάτη, είναι και ζωγράφος. Του παραπονιέται πως δεν κατάλαβε ποτέ το ταλέντο του, αλλά εκείνος του απαντά πως μπορεί να ξέρει πώς να κρατά το πινέλο και να αγαπά την τέχνη του, αλλά του λείπει το εσωτερικό μυστήριο, που είναι το στίγμα κάθε μεγάλου καλλιτέχνη. Ο Βίρτζιλ Όλντμαν δεν κάνει τις απάτες του αναζητώντας τον πλουτισμό. Τον ενδιαφέρει η τέχνη, και κυρίως τον ενδιαφέρουν τα γυναικεία πρόσωπα. Γιατί οι πίνακες που κοσμούν το μυστικό του δωμάτιο δεν έχουν διάφορα θέματα, αλλά είναι αποκλειστικά γυναικείες προσωπογραφίες. Κάθεται στην πολυθρόνα του και τους απολαμβάνει. Είναι οι γυναίκες της ζωής του, είναι τα πρόσωπα που δεν ντρέπεται να κοιτάξει. Έχει ζήσει τη ζωή του απόλυτα μακριά από τη γυναικεία ομορφιά, αλλά ταυτόχρονα εντελώς κοντά της. Η τέχνη δεν είναι μόνο όλη του η ζωή, λειτουργεί επίσης ως ένα υποκατάστατο της ζωής του. Μπορεί να κοιτά όλα αυτά τα γυναικεία πρόσωπα όπως θέλει, εκτιμώντας την ομορφιά και την αξία τους, χωρίς να φοβάται ότι θα τον κοιτάξουν και αυτά, χωρίς τον κίνδυνο της επαφής. 

Η ζωή του θα υποστεί ολική ανατροπή όταν μια μυστηριώδης νέα γυναίκα του ζητά να εκτιμήσει τα αντικείμενα μέσα στο αρχοντικό των γονιών της που μόλις πέθαναν. Στα πρώτα ραντεβού δεν εμφανίζεται επικαλούμενη μια σειρά από εξωφρενικές δικαιολογίες. Εκείνος που μια ζωή απέφευγε τα αληθινά γυναικεία πρόσωπα αρχίζει να ιντριγκάρεται από το πρόσωπο μιας γυναίκας που αρνείται να του αποκαλυφθεί. Σταδιακά, θα αρχίσει να βγαίνει από το καβούκι του. Ίσως δεν υπάρχει αποτελεσματικότερος τρόπος αντιμετώπισης των δικών σου προβλημάτων από το να τα βλέπεις μεγεθυμένα σε έναν άλλο άνθρωπο. Αυτό με το οποίο έχεις μάθει να ζεις και έχεις μάθει να εκλογικεύεις (π.χ. λέγοντας πως τα γάντια είναι ένα αυτονόητο μέτρο υγιεινής) όταν το συναντάς με άλλη έκφανση σε άλλον άνθρωπο, τότε σου φαίνεται αφύσικο. Και ίσως αυτό που κάθε παθολογικά ντροπαλός άνθρωπος χρειάζεται είναι ένας ακόμη ντροπαλότερος, ώστε να νιώσει ασφαλής και να μπορέσει να κάνει αυτός μια κίνηση.

Όσο ο Τορνατόρε στήνει τα κομμάτια, δίπλα στην εικαστική γοητεία της ταινίας του χτίζει και μια προσμονή. Μέχρι κατά τη μέση της ταινίας να αποκαλυφθεί τι ακριβώς είναι αυτή η μυστηριώδης γυναίκα, ο θεατής συμμετέχει πλήρως στο σασπένς. Μετά όμως αρχίζει και περιμένει την ανατροπή. Ο Τορνατόρε δημιουργεί μια σειρά από ενδιαφέρουσες προϋποθέσεις για την εξέλιξη της υπόθεσης, αλλά δεν καταφέρνει να σταθεί στο ύψος των προσδοκιών που δημιούργησε. Θα μπορούσε με το ίδιο υλικό να είχε πάρει άλλους δρόμους, πολύ πιο γόνιμους. Ο δρόμος των ανατροπών που παίρνει αποδεικνύεται τελικά απογοητευτικός. Το κοινό είναι πια υπερβολικά υποψιασμένο και κακομαθημένο αναφορικά με τις ανατροπές. Και «Το τέλειο χτύπημα» προσφέρει ανατροπή περασμένων κινηματογραφικών δεκαετιών και παρωχημένων κινηματογραφικών ταχυτήτων

Ένα βασικό μότο της ταινίας είναι πως «Υπάρχει πάντα κάτι αυθεντικό σε κάθε απομίμηση. Ο καλλιτέχνης δε γίνεται να μην προδοθεί από το ασυνείδητό του και να μην προσθέσει πινελιές που θα τον προδώσουν». Ταινίες όπως το «F For Fake» του Όρσον Ουέλς και «Oι μοντέρνοι» του Άλαν Ρούντολφ έχουν ασχοληθεί με αυτή την προβληματική πάρα πολύ πιο ικανοποιητικά. Ο Βίρτζιλ ρωτάει τον προσωπικό του γραμματέα, που δουλεύει δεκαετίες μαζί του, αν είναι παντρεμένος. Όταν εκείνος του απαντάει πως είναι δεκαετίες παντρεμένος, ο Βίρτζιλ τον ρωτάει πώς είναι μια τέτοιου είδους σχέση. «Οι γάμοι μοιάζουν με τις δημοπρασίες», του απαντάει. «Σε ένα γάμο πάντα αναρωτιέσαι αν έχεις κάνει την καλύτερη προσφορά». Αλλά και οι ταινίες μοιάζουν υπ’ αυτήν την έννοια με τις δημοπρασίες. Κι ίσως ο Τορνατόρε έπρεπε να αναρωτηθεί αν, μολονότι αγαπάει την τέχνη του και σαφώς ξέρει να κρατά το πινέλο του, αντιμετώπισε το υλικό του με τρόπο τέτοιο ώστε να μας κάνει την καλύτερη προσφορά που μπορούσε. Δεν είναι πως του λείπει ως κινηματογραφιστή το εσωτερικό μυστήριο, αλλά μοιάζει ξεθυμασμένο, με αποτέλεσμα ένα έργο που θα μπορούσε να είναι αυθεντικό να μοιάζει τελικά με απομίμηση άλλων.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.