O Anselm Reyle στο ελculture.gr

«Με ενδιαφέρουν τα αδιέξοδα της τέχνης»

O Anselm Reyle είναι ένας από του πιο διάσημους σύγχρονους καλλιτέχνες. Στα έργα του,  που συχνά έχουν τρισδιάστατη μορφή, χρησιμοποιεί ετερόκλιτα υλικά και πολύ έντονα χρώματα. Αφαιρετικά αλλά και πολύ απτά ταυτόχρονα, τα έργα του έχουν ως πηγή έμπνευσής τους την ιστορία της τέχνης, αλλά και το κοινωνικό γίγνεσθαι. Με την ευκαιρία της έκθεσής του Meissen Θραύσματα Ακρόπολις στην Gagosian της Αθήνας, ο Anselm Reyle μας μιλάει για τη δουλειά του.

ελc: Στα έργα σας χρησιμοποιείτε ζωγραφική, γλυπτική, αρχιτεκτονικές εγκαταστάσεις, αλλά και αντικείμενα που έχετε βρει. Τι διαφορές έχουν στον τρόπο έκφρασης αυτά τα μέσα και πώς επιλέγετε τελικά ποιο θα χρησιμοποιήσετε κάθε φορά;
Anselm Reyle: Οι ρίζες μου βρίσκονται στη ζωγραφική. Άλλωστε αυτό σπούδασα. Όμως από πολύ νωρίς άρχισα να συνδυάζω τη ζωγραφική με διάφορα αντικείμενα που έβρισκα. Ήθελα να την αποδομώ, χρησιμοποιώντας κάθε είδους στοιχεία, μέχρι και ρόδες αμαξιού. Αυτό στην αρχή έγινε δοκιμαστικά. Για μένα είναι σημαντικό και ενδιαφέρον το πώς τα αντικείμενα της καθημερινότητας μεταμορφώνονται σε τέχνη. Πάντα με ενδιαφέρει η ζωγραφική, αλλά μέσω αυτών των ευρημάτων – των αντικειμένων- που χρησιμοποιούσα οδηγήθηκα στη γλυπτική, κάτι που αρχικά θεωρούσα αδύνατον να συμβεί. Έτσι άρχισε να διευρύνεται η τέχνη μου και είναι σημαντικό για μένα να υπάρχει ένα ανοιχτό πεδίο ως προς την έκφραση. Πάντα συναντώ διάφορα αντικείμενα τα οποία με γοητεύουν, κι αυτά  τα εντάσσω στην τέχνη μου κι έτσι διευρύνεται τρόπον τινά η γλώσσα-το εικαστικό λεξιλόγιό μου. Οι ρίζες μου, όπως σας είπα, είναι στη ζωγραφική, αλλά είμαι ανοιχτός προς όλες τις μορφές της τέχνης και όλα θεωρώ ότι είναι εξίσου σημαντικά στοιχεία των έργων μου.

ελc: Έχετε μιλήσει για το πώς η πρωτόγονη τέχνη προφανώς ξεκίνησε συμπτωματικά –ίσως από ένα λεκέ μούρου- και μετά έγινε παραστατική και μετά ξανά αφαιρετική. Ενδιαφέρεστε για την ιστορία της τέχνης, ιδίως της περιόδου του Μοντερνισμού.  Με ποιους καλλιτέχνες αισθάνεστε ότι έχετε εκλεκτικές συγγένειες;
A.R.:
Η δουλειά μου προφανώς είναι τμήμα της σύγχρονης τέχνης και έχει να κάνει με την νεωτερικότητα. Με ενδιαφέρουν ρεύματα τα οποία είναι εντελώς αντίθετα μεταξύ τους όπως είναι η Arte Povera και η Pop Art οι οποίες εξελίχθηκαν παράλληλα. Η δουλειά μου δεν ανήκει σε κανένα από αυτά τα κινήματα, αλλά όλα αυτά με έναν τρόπο τα συνενώνω. Με ενδιαφέρει όλη η σύγχρονη τέχνη, αλλά έχω κάποιες προσωπικές προτιμήσεις, οι οποίες όμως δεν είναι κατ’ ανάγκη για διάσημους καλλιτέχνες. Για παράδειγμα, ένας από αυτούς είναι ο Otto Freundlich ο οποίος έγινε γνωστός τις δεκαετίες του ‘30 και του ‘40 ως ο ιδρυτής του αφηρημένου κυβισμού και ο οποίος χρησιμοποιούσε πολύ ζωηρά χρώματα. Ή ο Vasarely του οποίου η φήμη είναι αμφιλεγόμενη – την δεκαετία του ’60 και του ’70 τον έβλεπες παντού και μετά άρχισε να θεωρείται κακό το έργο του. Αυτές οι πλευρές, αυτά τα φαινόμενα της ιστορίας της τέχνης με ενδιαφέρουν. Ή κάποια κινήματα τα οποία ζουν για ελάχιστα μόνο χρόνια και μετά χάνονται, όπως ο Φουτουρισμός και η Κινητική τέχνη. Με ενδιαφέρουν τα αδιέξοδα της τέχνης.

ελc: Γιατί σας ενδιαφέρουν τα αδιέξοδα;
A.R.:
Με ενδιαφέρει ένα είδος κοινωνικής συναίνεσης που δημιουργείται γύρω από ορισμένες μόδες και γούστα. Επίσης με ενδιαφέρει το πώς αλλάζει το γούστο. Με ενδιαφέρει η ελευθερία του γούστου, πώς αλλάζει, ποιος το καθορίζει, ποιος το υπαγορεύει. Και ο λόγος που η μόδα είναι σημαντική για μια κοινωνική ομάδα. Για παράδειγμα, γιατί μια κοινωνική ομάδα επιλέγει συγκεκριμένο χρώμα αυτοκίνητο ή γιατί μια άλλη ομάδα προτιμά αυτά τα σερβίτσια της Meissen που χρησιμοποίησα στα έργα της έκθεσης στην Αθήνα; Αυτό που με ενδιαφέρει είναι η κοινωνική συναίνεση και η απόσυρσή της. 

ελc: Ποιος υπαγορεύει σήμερα τη μόδα, τις νόρμες;
A.R.:
Σε γενικές γραμμές τα ΜΜΕ και αυτοί που τα εξουσιάζουν. Στην τέχνη, η αγορά. Βέβαια υπάρχουν δύο στρατόπεδα, αυτών που είναι υπέρ της αγοράς κι αυτών που είναι εναντίων – που ασχολούνται με το πολιτικό μανιφέστο της Μπιενάλε, την πολιτική πλευρά της τέχνης κλπ. Υπάρχουν καλλιτέχνες κοινής αποδοχής και άλλοι που μένουν απ’ έξω. Πάντα αναρωτιέμαι ποιος και γιατί; 

ελc: Εσάς σε ποιο στρατόπεδο σας έχουν τοποθετήσει;
A.R.:
Καταρχάς να πω ότι η δουλειά μου δεν προσπαθεί να αλλάξει τίποτα, απλώς παρατηρώ την κοινωνία από το περιθώριο και η δουλειά μου υπάρχει αυτόνομα. Ως προς τα στρατόπεδα, από τη στιγμή που ανήκω στους καλλιτέχνες της Gagosian, αυτομάτως κατατάσσομαι στο στρατόπεδο της αγοράς. Βέβαια μέσα από τέτοιου είδους απλουστεύσεις χάνονται πλευρές του έργου των καλλιτεχνών επειδή υπερτονίζεται το θέμα της εμπορικότητας. Πάντως, μέσω των υλικών που χρησιμοποιώ προσπαθώ να συνδεθώ με διαφορετικές κοινωνικές ομάδες- κοινωνικά στρώματα- και σε σχέση με το γούστο. 

ελc: Δηλαδή;
A.R.:
Όταν χρησιμοποιώ για παράδειγμα μια ρόδα την οποία φωτίζω (σημ.: μοιάζει με ρόδα κάρου φωτισμένη από πίσω με χρωματιστά φώτα) θα μπορούσε να είναι απλώς η διακόσμηση ενός εστιατορίου, μιας πιτσαρίας. Εγώ τη βάζω στη γκαλερί. Γιατί συνειδητά θέλω να παραχθεί ο συνειρμός ότι αυτό το αντικείμενο κάποιοι άλλοι το χρησιμοποιούν ως διακοσμητικό. Αυτό εννοώ λέγοντας κοινωνική αναφορά.  

ελc: Υπονομεύετε με το γάντι;
A.R.:
Υπάρχουν πράγματα στην τέχνη που με έλκουν και με εντυπωσιάζουν και που θέλω να επαναδιατυπώσω. Είμαι από την πρώην Ανατολική Γερμανία και ίσως αυτό παίζει ρόλο. Για παράδειγμα χρησιμοποιώ φώτα της disco (strobelights). Έχουμε από τη μία τη σοσιαλιστική Γερμανία και το design της κι από την άλλη την disco. Ή χρησιμοποιώ αντικείμενα της δεκαετίας του ’70 που θεωρούνται kitsch. Προσωπικά δεν πιστεύω ότι υπάρχει καλό και κακό design. Γι΄ αυτό πολλές φορές υπερτονίζω το κακό γουστο, χρησιμοποιώντας χρώμα ή φως κι έτσι έχουμε μια διπλή κακογουστιά! Ή ρίχνω χρώμα πάνω σε αντικείμενα με έναν ελεύθερο τρόπο που μοιάζει χίπικος. Κι έτσι τα έργα έχουν κάτι χίπικο. Αυτό που με απασχολεί είναι οι συνειρμοί, για παράδειγμα η αφηρημένη τέχνη σε συνδυασμό με το κίνημα των χίπις και το design. Έχω χρησιμοποιήσει ένα αφρικανικό γλυπτό που υπήρχε στο σπίτι της μητέρας μου. Ένα γλυπτό το οποίο έμαθα ότι δεν ήταν παλιό αλλά παράγεται ως ένα ακόμα kitsch σουβενίρ για ευρωπαίους τουρίστες.Το μεγέθυνα και το έβαψα με σύγχρονα έντονα χρώματα χρωμίου που παραπέμπουν σε εικονική πραγματικότητα. Σε μια έκθεση αυτό το γλυπτό το συνδύασα με στοιχεία σοσιαλιστικού design. Δεν με ενδιαφέρει το αντικείμενο αλλά οι διασυνδέσεις που δημιουργούνται.

ελc: Θα μας πείτε για την τεχνική σας;
A.R.:
Κατά την περίοδο των σπουδών μου σταμάτησα να χρησιμοποιώ λάδια γιατί με ενοχλούσε η μυρωδιά τους και ξεκίνησα να χρησιμοποιώ ακρυλικά, που όμως είναι πολύ επίπεδα. Γι’ αυτό άρχισα να χρησιμοποιώ το αλουμινόχαρτο. Μου αρέσει πολύ το εφέ που δημιουργεί το ασημόχαρτο. Οι παραδοσιακοί ζωγράφοι θεωρούσαν ότι η επιφάνεια του πίνακα δεν πρέπει να δίνει τρισδιάστατη αίσθηση, να ξεπετάγεται, εμένα πάλι μου αρέσει το αντίθετο. Έτσι άρχισα να πειραματίζομαι με τα υλικά και αυτός ο πειραματισμός συνεχίζεται μέχρι σήμερα, τόσο  ως προς τα χρώματα, όσο και ως προς τα υλικά και τις τεχνικές. 

ελc: Διάβασα μια συζήτηση που είχατε με τον Jeff Koons. Αισθάνεστε ότι υπάρχει κάποια συγγένεια μεταξύ της δικής σας δουλειά και του Jeff Koons; Ως προς την κριτική της κοινωνίας της κατανάλωσης;
A.R.:
Έχετε δίκαιο, υπάρχουν κοινά στοιχεία. Τον εκτιμώ πολύ. Όμως o Jeff Koons αντλεί από την κοινωνία του σήμερα, από τα ήθη της κατανάλωσης, αυτή είναι και η αρετή του Koons στου οποίου τη δουλειά το στοιχείο της κατανάλωσης είναι πολύ προφανές.  Ενώ εγώ αντλώ από την ιστορία της σύγχρονης τέχνης του προηγούμενου αιώνα. Φυσικά, αφού η κατανάλωση καθορίζει τη σημερινή κοινωνία, αυτή αντανακλάται και στη δική μου τέχνη και ασχολούμαι μαζί της συνειδητά.

ελc: Σχεδιάσατε μια σειρά τσάντες για τον Dior. Τι σημαίνει αυτή η συνέργεια; 
A.R.:
Σαφώς δεν είναι αντικείμενα τέχνης. Είναι μια παραγγελία για design. Στην περίοδο των σπουδών μου το design είχε πάντα μια αρνητική πλευρά, δεν έπρεπε να ενδιαφέρει τους καλλιτέχνες. Γι αυτό σήμερα είναι μια πρόκληση να ασχοληθώ μ’ αυτό και μάλιστα για είδη πολυτελείας. Χρησιμοποίησα το στρατιωτικό μοτίβο του καμουφλάζ, σε συνδυασμό με έντονα χρώματα που ακριβώς ακυρώνουν την λειτουργία του καμουφλάζ.

ελc: Απ’ ότι ξέρω σας αρέσει ο Jimmy Hendrix και παίζετε μουσική του.
A.R.:
Είναι πολύ σημαντικός για μένα και για τη δουλειά μου. Η Ψυχεδέλεια έχει ενδιαφέροντα στοιχεία. Για παράδειγμα όλα αυτά τα χρώματα νέον που χρησιμοποιώ προέρχονται από τη δεκαετία του ‘60 και ’70, την ποπ κουλτούρα, και παραπέμπουν στα χρώματα που έβλεπαν κάνοντας χρήση ναρκωτικών ουσιών, ενώ στη συνέχεια το ’80 χρησιμοποιήθηκαν από το πανκ και τους Sex Pistols. Ναι, μ’ αρέσει πολύ ο Hendrix.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.