Aναζητώντας το χαμένο(;) θεατρικό χρόνο…
Μέρος β΄

Πέντε παραστάσεις και πολλά ερωτήματα

Στον Κυμβελίνο της Πειραματικής Σκηνής -εννοώ της «Τέχνης» -, σίγουρα έχουμε μια απόδειξη σκηνοθετικής συνέπειας και άποψης. Η Κορίνα Βασιλειάδου, διασκευάζοντας το έργο και μοιράζοντάς το σε τέσσερις ηθοποιούς, σε διπλούς ρόλους αφηγητή και υποκριτή, κατόρθωσε, απλουστεύοντας, βεβαίως, σε πολύ μεγάλο βαθμό χαρακτήρες, σχέσεις και νοήματα, να στήσει ένα σκηνικό παιχνίδι με άξονα τη βασική ερωτική ιστορία της σαιξπηρικής μυθιστορίας. Η ευφάνταστη καινούργια ροή αφήγησης του έργου, με τα ποικίλα μετα-θεατρικά σχόλια, σε κέρδιζε κατά πολύ, σε μια παράσταση που, ερμηνευτικά, μόνο η Μομώ Βλάχου κατόρθωσε να ανταποκριθεί στα ζητούμενά της. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί (Νανά Παπαγαβριήλ, Σταύρος Ευκολίδης και Τάσος Τσουκάλης) υπήρξαν υπάκουοι σε οδηγίες αλλά αταίριαστοι μεταξύ τους σε ρυθμό, ενέργεια και υποκριτικό ύφος. Αναρωτιέμαι και πάλι, γιατί αυτή η φτωχή αισθητική σε σκηνές της Θεσσαλονίκης, δηλαδή «ό,τι βρήκαμε στο σπίτι μας το φορέσαμε». Ακόμη και όταν η πρόσκληση προειδοποιεί, «ελάτε να παρακολουθήσετε μια δοκιμή πάνω στο Κυμβελίνο», υποκατάστατα ρούχα και σκηνικά αντικείμενα της πρόβας σίγουρα έχουν εντονότερο χαρακτήρα από αυτά που επέλεξε η Μαρία Καβαλιώτη για την παράσταση. Κρατώ μια επιφύλαξη ότι, ίσως, για κάποιον που δεν γνωρίζει το συγκεκριμένο έργο του Σαίξπηρ, η παρακολούθησή του να έκρυβε δυσκολίες κατανόησης του μύθου.

Κάτι που έπαθα εγώ με την παράσταση του έργου Η Ισαβέλλα, τρεις καραβέλες και ένας παραμυθάς του Ντάριο Φο από το Κ.Θ.Β.Ε.. Γιατί ούτε την παράσταση του Κουν είχα καταφέρει να παρακολουθήσω, ούτε και αυτός ο, εντυπωσιακός κατά τα άλλα, τίτλος με δελέασε ποτέ να ασχοληθώ με το συγκεκριμένο έργο. Και να τα αποτελέσματα: δεν κατάλαβα απολύτως τίποτα και σε περίπτωση ερώτησης, «μιλήστε μας με δυο λόγια για το έργο», κόβομαι με μονάδα. Τι να φταίει άραγε; Η ανυπαρξία σκηνοθετικού στόχου, το σνομπάρισμα της πολιτικής διάστασης του έργου, οι ασύλληπτα γρήγοροι ρυθμοί ενός πολυπληθούς, αυτοσχεδιαστικά κινούμενου θιάσου που προσπαθούσε να δηλώσει με κάθε τρόπο παρόν, χωρίς ούτε μια στιγμή επικοινωνίας μεταξύ των μελών του; Με δυο λόγια: μια παράσταση που δε σκηνοθετήθηκε ποτέ.

Το παραλήρημα της γκρίνιας θα περιλάβει και το κοινό της Θεσσαλονίκης, το οποίο έμαθα ότι αγνόησε επιδεικτικά, ίσως, το μόνο αξιόλογο δείγμα δουλειάς που μας πρόσφερε φέτος το Κρατικό Θέατρο. Το Κορίτσι με τα μαύρα ήταν μια παράσταση που αφηγήθηκε το γνωστό σενάριο του Κακογιάννη σε κινηματογραφική ροή γρήγορης εναλλαγής στιγμιότυπων, με την απόλυτη λιτότητα στην όψη και την ευρηματική χρήση των σκηνικών στοιχείων. Ο Γρηγόρης Καραντινάκης έστησε μια παράσταση επικεντρωμένη στις σχέσεις των ηρώων, με πυκνή ατμόσφαιρα αναπόφευκτου και αποτύπωσε με καθαρότητα τον καταπιεστικό κόσμο μιας μικρής νησιώτικης κοινωνίας. Κρατάμε την εξαιρετική σύνθετη ερμηνεία του Αστέρη Πελτέκη στο ρόλο του Παύλου. Επίσης πολύ καλοί, με σκηνικό εκτόπισμα, η Θάλεια Σκαρλάτου, ο Γιάννης Χαρίσης και ο Χρήστος Παπαδημητρίου, έδωσαν μια καλή απάντηση σε όσους ισχυρίζονται ότι το Κ.Θ.Β.Ε. δε διαθέτει πια καλούς ηθοποιούς. Σε τι ρόλους και από ποιους σκηνοθέτες αξιοποιείται το δυναμικό της κρατικής σκηνής είναι το ερώτημα. Ένα καλοστημένο ευεργετικό μελό, μια παράσταση που πραγματικά είχε όλα τα εχέγγυα να απογειωθεί, αν είχε μια ικανότερη και όχι τόσο τρομοκρατημένη από την απειρία της πρωταγωνίστρια (Αναστασία Κατσιναβάκη). 

Είναι, ωστόσο, ευθύνη του κοινού τελικά ή η αξιοπιστία του Κ.Θ.Β.Ε. είναι τόσο βαθιά αμαυρωμένη στη συνείδηση των θεατών που δεν θεωρούν την κρατική σκηνή άξια να προσφέρει μια ενδιαφέρουσα παράσταση; Μήπως, άραγε, είναι αποκαρδιωμένο σε τέτοιο βαθμό το κοινό με τις συνεχείς απογοητεύσεις από την πλειοψηφία των σκηνών της πόλης και του έχει κοπεί τελείως η όρεξη για θέατρο; Είναι η καλλιτεχνική διεύθυνση Τσακίρογλου που προηγήθηκε που το εκπαίδευσε σε πολυπρόσωπες, πλούσιες και κούφιες υπερπαραγωγές με ηθοποιούς-celebrities και αδιαφορεί για ο,τιδήποτε δεν ανταποκρίνεται σε αυτά τα δεδομένα; Φέρνοντας στο μυαλό μου την εξαιρετική και άρτια σε κάθε επίπεδο παράσταση του Machinal της Τρέντγουελ σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη, στην οποία, παραδόξως, το κοινό και πάλι δεν ανταποκρίθηκε στο βαθμό που της άξιζε, υποψιάζομαι το εξής: το διαζύγιο του θεατρόφιλου και ανήσυχου κοινού της Θεσσαλονίκης  -που ξεδιψάει στην Αθήνα, σε ευρωπαϊκές σκηνές ή στον κινηματογράφο- με το Κ.Θ.Β.Ε. πρωτίστως αλλά και με τα υπόλοιπα σχήματα της πόλης οφείλεται …στα ποσοστά: δηλαδή, αν Το κορίτσι με τα μαύρα, ήταν, τουλάχιστον το μέτρο και όχι η εξαίρεση στη θεατρική μας πραγματικότητα, σίγουρα όλα θα ήταν αλλιώς. Το Κ.Θ.Β.Ε. οφείλει να σηκώσει τον πήχη ψηλά, να μην αγνοεί τον παιδευτικό του ρόλο, να συνειδητοποιήσει ότι αυτό και μόνο αυτό μπορεί να διαμορφώσει το θεατρικό στίγμα της πόλης.

Εμείς βάζουμε χρήματα και χρόνο, εσείς θα βάλετε το θέατρο;

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.