«Ανατομία Μιας Πτώσης» της Ζιστίν Τριέ: Ο φετινός Χρυσός Φοίνικας, μια ταινία που αξίζει να γίνει σημείο αναφοράς

Αποδεικνύοντας την αγάπη. Ο old boy γράφει για την «Ανατομία μιας Πτώσης» με την εξαιρετική Σάντρα Χίλερ

Πατέρας, μητέρα, παιδί, σκυλί. Εκείνος Γάλλος, εκείνη Γερμανίδα. Εκείνη πολύ επιτυχημένη συγγραφέας, εκείνος συγγραφέας που δεν τα κατάφερε ποτέ, που παρατούσε τα βιβλία του ανολοκλήρωτα, που εν πάση περιπτώσει με μια λέξη «δεν» (μέχρι τώρα τουλάχιστον, η ελπίδα σε αυτά τα θέματα δεν εγκαταλείπει ποτέ τον άνθρωπο, γιατί αν τον εγκαταλείψει τότε ποιoς άραγε θα είναι πια;). Ζούσαν στο Λονδίνο, αλλά έχουν μετακομίσει στον τόπο καταγωγής του, κάπου κοντά στην Γκρενόμπλ, θα είναι πιο ήσυχα εκεί για τα γραψίματα και των δυο τους, είναι σίγουρα πιο οικονομικά, ενώ ταυτόχρονα θα φτιάξει και τη σοφίτα στο σαλέ που μένουν για να τη νοικιάζουν. Αν την ολοκληρώσει δηλαδή ποτέ κι αυτή. Ταυτόχρονα διδάσκει παρτ τάιμ σε σχολείο, διδάσκει και παρτ τάιμ τον εντεκάχρονο γιο τους στο σπίτι.  

Τον γιο τους που έχει εντονότατο πρόβλημα όρασης, στα όρια της τύφλωσης. Όχι εκ γενετής. Από ατύχημα πριν μερικά χρόνια. Που προκλήθηκε στη βάρδια φύλαξης του πατέρα. Που ήταν απασχολημένος με το μυθιστόρημα που έγραφε και ανέθεσε σε κάποιον άλλον να τον προσέχει. Και ο άλλος δεν πρόσεξε και τόσο και το κακό έγινε. Οπότε ενοχές φουλ για τον πατέρα. Ενοχές, θυματοποίηση, ματαίωση, αίσθηση αδικίας, οργή, πάσιβ αγκρέσιβ συμπεριφορές έναντι της γυναίκας του. Τι κι αν έχουν έρθει και ζουν στον τόπο του; Τον πειράζει που εκείνη έχει επιβάλλει τα αγγλικά ως κοινή γλώσσα στο σπίτι. Τον πειράζει που εκείνη έχει χρόνο που αυτός δεν έχει. Τον πειράζουν κι άλλα. Ότι δεν του ήταν πιστή. Ότι του έκλεψε τη βασική ιδέα για ένα βιβλίο της.  

Εκείνη δεν το βλέπει καθόλου έτσι. Εκείνη δεν βλέπει γενικά τη ζωή έτσι. Εκείνη προτιμά να μη βλέπει κανέναν ως θύμα. Και κατεξοχήν το παιδί της. Πιστεύει πως πρέπει να πάρει από τη ζωή ό,τι περισσότερο μπορεί να του δώσει. Κι ο μόνος τρόπος για να συμβεί κάτι τέτοιο είναι να μην το λυπάται ούτε η ίδια ούτε αυτό τον εαυτό του. Και δεν βλέπει και τον άντρα της ως θύμα. Κι αντίστοιχα δεν βλέπει τον εαυτό της ως θύτη. Αν έκανε σεξ με άλλους ανθρώπους είναι γιατί ο άντρας της μετά το ατύχημα του γιου τους έπαψε να θέλει. Αν πήρε την ιδέα του άντρα της για το βιβλίο, είναι γιατί ήταν μια ιδέα που της φάνηκε εξαιρετική και που θα ήταν κρίμα να μείνει άγραφη, να μην αναπτυχθεί, να μη γονιμοποιηθεί. Κι άλλωστε, του είχε ζητήσει την άδεια πριν την πάρει. Μακάρι να έκανες κι εσύ το αντίστροφο του λέει, να έβρισκες μια δική μου ιδέα τόσο εμπνευστική και να τη χρησιμοποιούσες. 

Μια φοιτήτρια έρχεται σπίτι να της πάρει συνέντευξη για το έργο της. Από τον πάνω όροφο ο άντρας βάζει εκκωφαντικά τη μουσική. Εκκωφαντικά όμως. Η φοιτήτρια αναγκάζεται να φύγει. Το παιδί πάει μια βόλτα στα χιόνια με το σκυλί. Μένουν στο σπίτι η γυναίκα με τον άντρα. Το παιδί γυρνώντας βρίσκει τον πατέρα του νεκρό. Έπεσε από τη σοφίτα. Ήταν ατύχημα; Δεν μοιάζει τόσο πιθανό. Μήπως αυτοκτόνησε τότε; Ή μήπως τον σκότωσε εκείνη; Έχει ένα περίεργο χτύπημα στο κεφάλι. Ήταν από την πτώση; Ή από κάτι που χρησιμοποίησε εκείνη ως φονικό εργαλείο; Θα τη δικάσουν για ανθρωποκτονία. Θα καταδικαστεί; Θα αθωωθεί; Και κυρίως θα μάθουμε τι συνέβη; 

Κι ενώ φυσικά θα ήταν αστείο ή εξοργιστικό να ισχυριστεί κανείς ότι δεν έχει σημασία και δεν κάνει διαφορά αν τον σκότωσε εκείνη ή αν σκότωσε ο ίδιος τον εαυτό του, μπορούμε πάντως να ισχυριστούμε πως, και στην μία και στην άλλη εκδοχή, στον θάνατο τον οδήγησαν τόσο η μεταξύ τους σχέση όσο και η σχέση που είχε ο ίδιος με τον εαυτό του. Κι όπως σε κάθε σχέση ζευγαριού, αλλά και σε κάθε διαπροσωπική σχέση, η σχέση που έχει ο καθένας με τον εαυτό του αλληλεπιδρά με τη σχέση του με τον άλλον άνθρωπο, την επηρεάζει αλλά και επηρεάζεται απ’ αυτή.

Στην περίπτωση του «Ανατομία μιας Πτώσης» οι συνέπειες της αλληλεπίδρασης είναι -με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, από τη μία ή την άλλη διαδρομή- θανατηφόρες, ωστόσο η ταινία μας θέτει μεν ενώπιον ενός μυστηρίου και μιας αβεβαιότητας για το τι έγινε ως προς την κυριολεκτική και μοιραία πτώση, ταυτόχρονα όμως μας παρουσιάζει μια ήδη συντελεσθείσα μεταφορική πτώση, μας παρουσιάζει ένα ζευγάρι που το ένα μέλος του έκανε το επαγγελματικό και δημιουργικό του όνειρο πραγματικότητα και εξακολουθεί να το κάνει, ενώ το άλλο μέλος του έχει δει ως τώρα την πραγματικότητα να διαψεύδει όσα είχε ονειρευτεί. 

Από εκεί και πέρα, κι επειδή μιλάμε για ένα συνολικά υποδειγματικό σενάριο (της Ζιστίν Τριέ και του Αρτούρ Αραρί), μας δίνεται μεν με σαφήνεια η συγκεκριμένη εικόνα του ζευγαριού και σκιαγραφείται ξεκάθαρα η αντιδιαστολή των χαρακτήρων τους, αφήνεται όμως να αιωρείται η καθοριστική αμφιβολία, αν παρακολουθούμε έναν άντρα έτοιμο να παραδοθεί αμετάκλητα στην εσωτερική του απελπισία ή, αντίθετα, έναν άντρα που βρίσκεται πλέον στη φάση της ανασυγκρότησής του, στη φάση που είναι έτοιμος να πάρει τα πράγματα αλλιώς, στη φάση που είναι έτοιμος να μεταβεί από τη ματαίωση στην -προσπάθεια έστω- της δικής του πραγμάτωσης. 

Στα δικά της βιβλία, τα όρια μεταξύ πραγματικής ζωής και μυθοπλασίας είναι διαρκώς θολά. Χρησιμοποιεί κατά κόρον τη ζωή της ως πρώτη ύλη, τις βασικές συγκρούσεις και τομές της ζωής της ως πρώτη ύλη, αφήνοντας μετά τον αναγνώστη να αναρωτιέται σε τι βαθμό μεταμόρφωσε με τη γραφή της τα πραγματικά περιστατικά. Κι αν αποφάσισε αυτός τώρα να παίξει με τους δικούς της όρους; Κι αν χρησιμοποιεί αυτός τώρα εκείνη ως πρώτη ύλη για συγγραφή; Κι αν εκείνη ως τώρα είναι ανάμεσα στους δυο τους η πιο κουλ με τη σχέση τους, ακριβώς γιατί η δυναμική τους είναι η συγκεκριμένη; Αν δηλαδή δεν τον αγαπά παρότι σε αντίθεση με εκείνη είναι λούζερ, αλλά επειδή σε αντίθεση με εκείνη είναι λούζερ; Μήπως τότε με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια και να τον χρησιμοποιήσει εκείνη ως πρώτη ύλη για συγγραφή ενός ακόμη βιβλίου;

Μα όχι. Δεν βρισκόμαστε σε ταινία που το σενάριο έχει γράψει ο Τζο Έστερχαζ για να εμφανιστεί στο τελευταίο πλάνο το twist που θα αποκαλύπτει την ενοχή ή την αθωότητα, δεν είναι αμερικάνικη ταινία που, ακόμη και στις ιδανικότερες εκδοχές της, όπως στο σπουδαίο και κάθε άλλο παρά ρηχό «Κορίτσι που Εξαφανίστηκε», πρέπει να τραβιούνται ηθικές γραμμές και πρέπει να υπάρχει βεβαιότητα για το ποιος είναι τι. Το σενάριο της «Ανατομίας μιας Πτώσης» είναι τόσο έξυπνο που δεν διστάζει να παίξει και με τα κλισέ και τις προσδοκίες των αμερικάνικων θρίλερ (αναφέρομαι στη σκηνή με το παιδί και το σκυλί), κάνοντάς μας να πιστέψουμε ότι οδηγείται προς τα εκεί, μόνο και μόνο για να πάει ακόμα βαθύτερα στην ουσία της εξερεύνησης των χαρακτήρων της.

Γιατί, εκτός από τη μητέρα που ίσως σκότωσε ίσως όχι, εκτός από τον πατέρα που ίσως αυτοκτόνησε ίσως όχι, έχουμε και το παιδί τους. Που όπως οι ένορκοι στο δικαστήριο κι όπως εμείς ως θεατές στο σινεμά, πρέπει να αποφασίσει τι από τα δύο συνέβη. Η μητέρα του έχει κάνει καλή δουλειά: μπορεί να είναι εντελώς σίγουρη και ευχαριστημένη με αυτό. Δεν έχει μεγαλώσει ένα θύμα. Μεγαλώνει ένα πλάσμα που τολμά να πάρει τα πράγματα στα χέρια του, που τολμά να γράφει το ίδιο την ιστορία της ζωής του. Και όχι μόνο της δικής του. Ποιος είπε ότι η συγγραφή αφορά μόνο τα βιβλία; Και ποιος είπε ότι ένα παιδί δεν μπορεί να είναι γονιός; 

 

Κι όπως θα αναρωτηθεί κάποια στιγμή κι η μητέρα: πώς μπορείς να αποδείξεις ότι αγαπάς κάποιον; Πώς αποδεικνύεται στο δικαστήριο η αγάπη; Πόση διαφορά έχει κάτι που διαδραματίζεται εξωτερικά, κάποια αποσπασματικά κομμάτια πραγματικότητας, με την εσωτερική αλήθεια του οποιουδήποτε; Και μπορεί άραγε να ξέρει κανείς την εσωτερική αλήθεια του άλλου; Ή βαυκαλίζεται ότι την ξέρει; Ή απλά δεν μπορεί τελικά να την ξέρει; Ή μήπως (και) αυτό σημαίνει να αγαπά: να μπορεί.

Έτυχε να δω τον φετινό Χρυσό Φοίνικα, μια ταινία που αξίζει να γίνει σημείο αναφοράς, την «Ανατομία μιας Πτώσης» της Ζιστίν Τριέ, με την εξαιρετική Σάντρα Χίλερ (του “Τοni Erdmann”) στον πρωταγωνιστικό ρόλο, στο Ιντεάλ. Εύχομαι να έχουμε ως θεατές τη δυνατότητα να βλέπουμε και τις επόμενες χρονιές ανάλογες ταινίες στο Ιντεάλ, εύχομαι το Ιντεάλ να συνεχίσει να λειτουργεί ως κανονική κινηματογραφική αίθουσα και να μην μετατραπεί από τη νέα ημερολογιακή χρονιά σε κάτι άλλο, διαφορετικό από αυτό για το οποίο το αγαπήσαμε, διαφορετικό από αυτό το οποίο αξίζει και δικαιούται η πόλη.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.