«Καλπάζοντας με το Όνειρο» της Κλόε Ζάο: Χτυπήσου σαν Άντρας

Καλπάζοντας με το Όνειρο

Τα όνειρά σου ή τη ζωή σου;

Το «Kαλπάζοντας με το Όνειρο» ξεκινά με κοντινό στο κεφάλι και τα μάτια ενός αλόγου σε ένα σκοτεινό στάβλο κι αμέσως έρχεται στο μυαλό μου μια από τις πιο αγαπημένες μου ταινίες,  το “Equus” του Σίντνεϊ Λιουμετ, που βασίζεται στο θεατρικό έργο του Πίτερ Σάφερ, μια ταινία που βρίσκω την αφορμή να συστήσω ανεπιφύλακτα σε όποιον δεν την έχει δει, όχι υποσχόμενος ότι θα την αγαπήσει κι αυτός, αλλά υποσχόμενος πως είτε την αγαπήσει είτε την βρει ενοχλητική, δεν πρόκειται να τον αφήσει αδιάφορο, δεν πρόκειται να περάσει και να μην τον αγγίξει.

Αν όμως στο “Equus” η σχέση του ήρωα με τα άλογα θεωρείται από την κοινωνία νοσηρή, παραβατική και ο ίδιος ψυχικά ασθενής, στο «Καλπάζοντας με το Όνειρο» η σχέση του ήρωα με τα άλογα θεωρείται υγιής, εντός της νόρμας του συγκεκριμένου κοινωνικού περίγυρου του συγκεκριμένου κομματιού της Αμερικής και ο ίδιος ένας μικρός τοπικός σταρ. Σε αυτό το συγκεκριμένο κομμάτι της Αμερικής καουμπόηδες, απέραντες εκτάσεις και άγρια άλογα δεν υπάρχουν μόνο στα καουμπόικα έργα, αλλά παντού. Η ζωή λοιπόν του νεαρού Μπράντι περιστρέφεται γύρω από τα άλογα. Όπως και του πατέρα του και της μητέρας του από τους οποίους έμαθε την τέχνη του. Η μητέρα του πια δεν ζει, ζει με τον πατέρα του και την έφηβη αδελφή του που έχει σύνδρομο Άσπεργκερ, σε ένα τρέιλερ μέσα σε ένα ράντσο. Ο Μπράντι σχολείο δεν τελείωσε, κάτι άλλο δεν ξέρει να κάνει, αυτό που ξέρει όμως το ξέρει πάρα πολύ καλά: είναι ικανότατος εκπαιδευτής άγριων αλόγων και είναι και ικανότατος αναβάτης άγριων αλόγων παίρνοντας μέρος σε ροντέο. Ο Μπράντι είναι όλα αυτά που τώρα καλείται δια ροπάλου να εγκαταλείψει. Γιατί στην τελευταία του συμμετοχή σε ροντέο, το άλογο τον πέταξε κάτω τόσο βίαια, με αποτέλεσμα να σπάσει το κεφάλι του, να μείνει σε κώμα τρεις μέρες και να του τοποθετηθεί μεταλλική πλάκα στο κεφάλι. Αν ξαναρχίσει τα ίδια και αν ξαναπέσει, το επόμενο τραύμα στο κεφάλι θα είναι πιθανότατα μοιραίο.

Από τη μια το αυτονόητο: η σύνεση, η αποφυγή της κουτουράδας, η απομάκρυνση από οτιδήποτε μπορεί να τερματίσει μια ζωή σε τόσο μικρή ηλικία. Από την άλλη η σύγκρουση με ένα άλλο αυτονόητο: ο Μπράντι μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον, όπου αυτό που κάνει τον νοηματοδοτεί, αυτό που κάνει του αρέσει, αυτό που κάνει τον γεμίζει. Και ούτως ή άλλως εξαρχής δεν είναι το πιο συνετό να συμμετέχεις σε ροντέο, εξαρχής ο κίνδυνος να χτυπήσεις είναι σημαντικός. «Xτύπα σαν άντρας», έλεγε η περσινή διαφήμιση που έκανε σάλο. Εδώ έχουμε το «Χτυπήσου σαν άντρας». Πόνα σαν άντρας. Σφίξε τα δόντια. Ξανανέβα στην σέλα. “Cowboy up”. Φέρσου σαν καουμπόης. Όλα αυτά που είναι σαφώς φυτεμένα σε ένα μυαλό, όλα αυτά που είναι κοινωνικά κατασκευασμένα, όλα αυτά που σαφώς και δεν είναι φυσικά. Αλλά ταυτόχρονα και όλα αυτά που ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι είναι και από τη φύση τους ελκυστικά, όλη αυτή η έξαψη της αδρεναλίνης που ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι θέλγει, ότι δίνει στη ζωή ενός νέου μια άλλη ποιότητα, μια άλλη εμπειρία; Και αν ένας άνθρωπος αγαπάει μια συγκεκριμένη δραστηριότητα, αν ένας άνθρωπος βρίσκει πληρότητα στο να εκπαιδεύει και να τιθασεύει άλογα, ποιος μπορεί να αντιτείνει με πάση βεβαιότητα ότι είναι προτιμότερο να ζήσει μέχρι τα βαθιά γεράματα παραιτημένος από όνειρα και ασφαλής;

Και κάπως έτσι, μολονότι το “The Rider” είναι μια εντελώς διαφορετική ταινία από το “Equus”, συναντάται ίσως μαζί του στο τελικό ερώτημα. Στο “Equus” ο ψυχίατρος Ρίτσαρντ Μπάρτον αναρωτιέται αν η θεραπεία είναι προτιμότερη από την ασθένεια. Αναρωτιέται αν ο θεραπευμένος ασθενής του θα μπορέσει ποτέ στο μέλλον να κατακτήσει τέτοια κορυφογραμμή του πάθους και της εμπειρίας, όσο αυτή στην οποία σκαρφάλωσε μέσω της παράνοιάς του. Αν θα ξανανιώσει ποτέ όπως ένιωσε καλπάζοντας γυμνός πάνω στο ά-λογο, πάνω στο Θεό του και συνάμα ερωτικό του σύντροφο. Όταν ένιωθε το παλλόμενο κεφάλι του καλπάζοντος ίππου σαν προέκταση του εν στύσει φαλλού του, όταν το πρόσωπο του Θεού του είχε συναιρεθεί με τον φαλλό του, όταν ο καλοκαιρινός αέρας φυσούσε πάνω στο γυμνό κορμί του και στο κορμί του αλόγου, όταν βίωνε την ταχύτητα, τον ήχο του καλπάσματος, τις μυρωδιές της φύσης, όταν ήταν απόλυτα ελεύθερος, απόλυτα ευτυχισμένος, απόλυτα πιστός, απόλυτα ερωτευμένος, απόλυτα τρελός. Και όταν ο ασθενής κοιτάζει τον γιατρό στα μάτια, ο γιατρός πιστεύει ότι με την ματιά του τον ρωτά: «Τουλάχιστον εγώ κάλπασα. Εσύ τι έκανες;».

Σημαντική θέση στo «Καλπάζοντας με το Όνειρο» έχουν οι συναντήσεις του Μπράντι με τον φίλο του τον Λέιν. Ο Λέιν ήταν αναβάτης ταύρων. Και ήταν αστέρι στον τομέα του. Η δική του πτώση τον άφησε σε πολύ χειρότερη θέση από τον Μπράντι. Καθηλωμένος στο νοσοκομείο, δεν μπορεί να μιλήσει, κουνά τα χέρια του σχηματίζοντας γράμματα για να συνεννοηθεί. Και οι σκηνές αυτές μας δίνουν σε μικρογραφία όλη τη προσέγγιση της σκηνοθέτιδος Κλόε Ζάο πάνω στο θέμα της: προφανέστατα και ο θεατής της ταινίας ή ο κάθε άνθρωπος που θα επισκεφτεί τον αληθινό Λέιν στο νοσοκομείο θα στεναχωρηθεί από αυτό που βλέπει. Αλλά η Ζάο δεν μας τον δείχνει ούτε για να εκβιάσει το συναίσθημά μας, ούτε για να βροντοφωνάξει κάποιο ηθικό δίδαγμα για το πού είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει αυτός ο τρόπος ζωής. Η Ζάο μας δείχνει δυο νεότατους άντρες, τον ένα ανάπηρο τον άλλο παραλίγο ανάπηρο, χωρίς να τους κρίνει, χωρίς να τους λυπάται, χωρίς να τους θαυμάζει. Μας τους δείχνει όπως είναι. Αυτό δεν εμποδίζει τον θεατή να βγάλει τα όποια δικά του συμπεράσματα, να κάνει τις όποιες δικές του κρίσεις. Δεν έχουν όμως αυτές οι κρίσεις επιβληθεί από πάνω, δεν έχουν υποβληθεί από τη Ζάο. Η Ζάο δεν επιχειρεί να κάνει κοινωνιολογική μελέτη, δεν επιχειρεί να περάσει το ένα ή το άλλο μήνυμα. Καταγράφει αφενός το πώς επιδρά ο κοινωνικός περίγυρος, το πώς δεν είναι το άτομο μόνο του στην απόφασή του, αλλά δέχεται διαφόρων ειδών πιέσεις να μην εγκαταλείψει το όνειρό του, να μην ξεπέσει, να μην συμβιβαστεί, αφετέρου όμως και την αυθεντική αγάπη του Μπράντι για τα άλογα και αυτόν τον τρόπο ζωής.

Αν δεν ξέρει κανείς οτιδήποτε για το «Καλπάζοντας με το Όνειρο», μπορεί κάλλιστα να θεωρήσει ότι είναι μια ταινία εκατό τοις εκατό μυθοπλασίας. Αντιθέτως είναι μια ταινία που έχει βασιστεί σε αληθινή ιστορία και όπου όλοι όσοι βλέπουμε σε αυτήν παίζουν τον εαυτό τους ή εν πάση περιπτώσει μια εκδοχή του. Αν ήταν μόνο ο πρωταγωνιστής πειστικός, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για το δικό του ταλέντο. Συνολικά όμως και απ’ όλους δεν βλέπεις κάτι προσποιητό, δεν βλέπεις κάποιον που «παίζει», ακόμη κι αν παίζει τον εαυτό του. Είναι σαν ο πιο φυσικός τρόπος με τον οποίο παίζουν οι Αμερικάνοι ηθοποιοί, να έρχεται να κουμπώνει με τον πιο ανεπιτήδευτο τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται γενικά οι Αμερικάνοι. Ίσως στην Ευρώπη μπαίνουμε σε πετσί ρόλου ακόμη και στις κοινωνικές μας σχέσεις, πάντως Ευρωπαίοι που θα έπαιζαν τον εαυτό τους στο σινεμά αμφιβάλλω αν θα τον έπαιζαν τόσο φυσικά.

Αν σκεφτεί κανείς ότι ουσιαστικά το «Καλπάζοντας με το Όνειρο» πραγματεύεται ένα βασικό διακύβευμα και περιγράφει μια βασική σύγκρουση, προσπαθώντας να μεταπλάσει μια κατ’αρχάς αληθινή ιστορία σε σενάριο, νομίζω ότι είναι αληθινά αξιοθαύμαστο και μαζί εντελώς δύσκολο αυτό που κατάφερε η Κλόε Ζάο: να φτιάξει δηλαδή μια ταινία που ούτε φλυαρεί ούτε πλατιάζει ούτε λοξοδρομεί ούτε χαώνεται. Και δεν μιλάμε για 80 λεπτά, μιλάμε για 103. Και είναι γεμάτα λεπτά. Η αφηγηματική οικονομία της είναι αξιοθαύμαστη.

Μολονότι δεν το μαθαίνουμε αυτό στην ταινία και μολονότι ομολογώ ότι δεν πήγε καν ο νους μου, αφού ούτε το χρώμα του δέρματός του  παραπέμπει σε κάτι τέτοιο, διαβάζω στο Δελτίο Τύπου ότι «o Mπράντι είναι μέλος της φυλής Lower Brule Sioux, τα μέλη της οποίας φορούν φτερά στα καπέλα τους για να τιμήσουν την καταγωγή τους, από τη Lakota που ζούσαν ινδιάνοι καουμπόηδες, μια πραγματικά αμερικανική αντίφαση». Μια ταινία λοιπόν για Ινδιάνους καουμπόηδες, γυρισμένη από μια Κινέζα που ζει χρόνια στις ΗΠΑ κι η οποία έχει κάνει άλλη μια ταινία στα ίδια μέρη, το «Τραγούδια που μου Έμαθαν τα Αδέρφια μου».

Απροσδόκητοι συνδυασμοί, λίαν συγκινητική κι ανθρωποκεντρική ταινία, η Ζάο ξέρει να βλέπει, ξέρει να αφηγείται, ξέρει να συγκρατείται, ξέρει να μεταδίδει συγκίνηση.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.