«Πιρανέζι»: Το καινούργιο μυθιστόρημα της Σουζάνα Κλαρκ είναι ένας θρίαμβος

Αν κάποιος το αξιολογήσει σε σχέση με τους στόχους που μπορεί κανείς να υποθέσει ότι είχε θέσει η συγγραφέας, τότε το αποτέλεσμα είναι άκρως επιτυχημένο

Η Βρετανίδα Σουζάνα Κλαρκ έγινε γνωστή το 2004 με την έκδοση ενός τεράστιου σε έκταση μυθιστορήματος που συνέθετε διαφορετικά μεταξύ τους υποείδη σε ένα πρωτότυπο, αλλόκοτο αλλά συνεκτικό όλον. Το Jonathan Strange and Mr Norell (Οι Δύο Μάγοι και ο Βασιλιάς των Κορακιών -στην ελληνική μετάφραση), ήταν ένα βιβλίο που συνδύαζε το ιστορικό μυθιστόρημα, τη λογοτεχνία φαντασίας και τη δημιουργία ενός εναλλακτικού σύμπαντος, με αρκετά σκοτεινά, γοτθικά χαρακτηριστικά.

Εδώ και δεκαπέντε όμως χρόνια η Κλαρκ δεν είχε γράψει κανένα βιβλίο, κυρίως λόγω του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης που την ταλαιπωρούσε. Έτσι, το 2020, μέσα στην καραντίνα, κυκλοφόρησε το δεύτερο μυθιστόρημά της με τίτλο Πιρανέζι, ένα βιβλίο εξ’ όψεως αντίθετο από το προηγούμενο, λιτό και συμπυκνωμένο. Χρησιμοποιώ πολύ σπάνια τη λέξη «αριστούργημα» γιατί πιστεύω ότι πρέπει να την αποδίδουμε σε έργα εξαιρετικού βάθους και σύνθετου οράματος, οπότε θα συγκρατηθώ. Μπορώ όμως με ασφάλεια να χαρακτηρίσω το καινούριο μυθιστόρημα της Κλαρκ ως ένα θρίαμβο. Αν κάποιος το αξιολογήσει σε σχέση με τους στόχους που μπορεί κανείς να υποθέσει ότι είχε θέσει η συγγραφέας, τότε το αποτέλεσμα είναι άκρως επιτυχημένο.

Η Κλαρκ είναι ένας γνήσιος δημιουργός κόσμων, ένα αυθεντικό ταλέντο που μπορεί να χτίζει αβίαστα ένα μυθοπλαστικό σύμπαν που δεν μοιάζει με κάποιο άλλο, επιδεικνύοντας μια οργιώδη και αντισυμβατική φαντασία. Σε αυτό μου θυμίζει λίγο τον Ντέιβιντ Μίτσελ, με τον οποίο μοιράζεται μια αντίστοιχη ροπή προς τον αποκρυφισμό και τα εναλλακτικά σύμπαντα, τα οποία ενδεχομένως να λειτουργούν  και ως αλληγορίες, (αλλά γι’ αυτό θα μιλήσω παρακάτω).

Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται σε ένα φαινομενικά χαοτικό, λαβυρινθώδες και ατελείωτο κτίριο, με χιλιάδες αίθουσες και εκατομμύρια αγάλματα, του οποίου οι κάτω όροφοι είναι καλυμμένοι από νερό και το οποίο περιβάλλεται από τη θάλασσα. Αφηγητής είναι ο επονομαζόμενος και Πιρανέζι (αν και ο ίδιος αμφισβητεί ότι αυτό είναι το όνομά του), ένας νεαρός άντρας, ο οποίος ταυτίζοντας το σπίτι αυτό με ολόκληρο τον κόσμο, περιπλανιέται στις αναρίθμητες αίθουσές του εξερευνώντας το, καταγράφοντας στοιχεία γι’ αυτό και εξυμνώντας το σαν ένα είδος θεότητας. Ο μοναδικός άλλος κάτοικος σε αυτό το χαώδες σπίτι είναι ο «άλλος», ένας μεγαλύτερος σε ηλικία άντρας, ο οποίος εμφανίζεται μονάχα δύο φορές την εβδομάδα για να μοιραστεί πληροφορίες με τον Πιρανέζι. Όμως η εμφάνιση ενός ακόμη χαρακτήρα περιπλέκει την κατάσταση και αλλάζει ριζικά τις πεποιθήσεις του νεαρού αφηγητή. Επειδή δεν θέλω να αποκαλύψω κάτι παραπάνω, θα σταματήσω εδώ.

Ο βασικός στόχος της Κλαρκ είναι να δημιουργήσει ένα πρωτότυπο μυστήριο και να πλάσει έναν αλλόκοτο κόσμο που εξάπτει τη φαντασία του αναγνώστη. Και στα δύο επιτυγχάνει πλήρως. Τόσο η εξέλιξη της πλοκής όσο και η περιγραφή του «σπιτιού» χτίζονται με προσοχή και έμφαση στη λεπτομέρεια, παρά την περιορισμένη έκταση του μυθιστορήματος. Μεγάλο βάρος πέφτει αναπόφευκτα στο πώς αποδίδει η Κλαρκ τις ιδιαιτερότητες αυτού του οικοδομήματος. Η ατμόσφαιρα είναι εξαιρετικά υποβλητική, φέρνοντας στο μυαλό ολίγον από τον Λάβκραφτ.

Αντίστοιχα, η αρχιτεκτονική του κτιρίου, η ταύτισή του με ολόκληρο τον κόσμο, η λαβυρινθώδης του δομή, αλλά και η κοπιαστική μελέτη του από τους δύο κατοίκους προκειμένου να διερευνήσουν μια υπέρτατη γνώση που το σπίτι κρύβει, θυμίζουν τον Μπόρχες και ιδιαίτερα το περίφημο διήγημά του «Η Βιβλιοθήκη της Βαβέλ», στο οποίο μια βιβλιοθήκη που περιλαμβάνει κάθε τι που έχει γραφτεί ποτέ στον κόσμο θεωρητικά κρύβει την αληθινή ονομασία του Θεού και άρα το μυστικό της ύπαρξης.

Ενδιαφέρων είναι και ο ίδιος ο χαρακτήρας του αφηγητή, ο οποίος παρά την αβάσταχτη μοναξιά του, την αθλιότητα της ύπαρξής του (τρώει μόνο ψάρια και φύκια που ψαρεύει από τις βυθισμένες αίθουσες ενώ είναι ντυμένος με κουρέλια), είναι γεμάτος ενθουσιασμό και πάθος για ζωή, ρουφάει σαν σφουγγάρι όποιο ερέθισμα έχει να του δώσει αυτό το αλλόκοτο οικοδόμημα, αν και, περιέργως, δεν αμφισβητεί τόσα παράξενα πράγματα που συμβαίνουν και που στερούνται εξήγησης, βρισκόμενος σχεδόν σε μια κατάσταση ύπνωσης.

Είναι σαφές ότι το μυθιστόρημα προσφέρεται για μια σειρά από μεταφορές ή αλληγορίες, έστω κι αν η πλοκή εξηγεί τα πάντα (με αρκετές κοινότοπες ευκολίες, είναι αλήθεια) και δεν απαιτεί από τον αναγνώστη το δύσκολο έργο της ερμηνείας και σύνθεσης νοήματος μέσα από διαφόρων ειδών αντιστοιχίες, σαν ένα είδος παραβολής. Όμως αυτό ακριβώς θα επιχειρήσω να κάνω, μου είναι αδύνατον να αντισταθώ.

Το «σπίτι» είναι ένα μοναχικό αλλά γαλήνιο μέρος, στο οποίο όμως δεν παύουν να ελλοχεύουν κίνδυνοι. Όταν το μυθιστόρημα κυκλοφόρησε εν μέσω καραντίνας, η αίσθηση αυτής της μοναξιάς και γαλήνης, όσο και των κινδύνων που αυτή η μοναξιά συνεπάγεται για την ψυχική ισορροπία, πρέπει να φάνηκε γνώριμη σε πολλούς αναγνώστες. Άλλωστε και η ίδια η Κλαρκ βίωνε μια μονίμως αντίστοιχη κατάσταση λόγω της ασθένειάς της που την είχε εγκλωβίσει για καιρό στο κρεβάτι. Όμως αυτό είναι μονάχα ένα πρώτο επίπεδο ανάγνωσης.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο έχω την αίσθηση ότι το «σπίτι» της Κλαρκ μιλάει για τη λειτουργία της τέχνης, και ιδιαίτερα της ίδιας της λογοτεχνίας. Άλλωστε η ίδια του η αρχιτεκτονική, η ύπαρξη των αναρίθμητων αγαλμάτων που αναπαριστούν τον κόσμο και παραπέμπουν σε μια συρραφή από αναγεννησιακά παλάτια, το γεγονός ότι οι άνθρωποι «χάνονται» εκεί, αδυνατώντας να διακρίνουν τον πραγματικό κόσμο από εκείνον της φαντασίας, όλα αυτά υποδηλώνουν μια αλληγορία για τη δύναμη – και τους κινδύνους – της τέχνης. Και εδώ υπάρχει ενδεχομένως και ένα επιπρόσθετο σχόλιο: ο αφηγητής με τον «άλλο» εξερευνούν το σπίτι προκειμένου να βρουν την πηγή μιας αιώνιας γνώσης.

Όμως ο αφηγητής σύντομα χάνει το ενδιαφέρον του για αυτή την αναζήτηση, θεωρώντας ότι το σπίτι είναι από μόνο του υπέροχο, δεν είναι η δυνητική πηγή γνώσης που υποτίθεται ότι κρύβει που του προσδίδει αξία, αλλά είναι η ίδια του η αισθητική ποιότητα που είναι αρκετή από μόνη της. Εδώ διακρίνει κανείς ένα είδος φορμαλιστικής προσέγγισης της λογοτεχνίας από πλευράς Κλαρκ. Είναι λες και ισχυρίζεται ότι η ίδια η διαδικασία της ανάγνωσης, το ταξίδι αυτό της φαντασίας, είναι που αποτελεί την αληθινή αξία της λογοτεχνίας, και όχι η διαρκής αναζήτηση κάποιας κρυμμένης αλήθειας, κάποιου κρυφού νοήματος.

Σίγουρα λοιπόν το μυθιστόρημα επιτυγχάνει, σύμφωνα με τα παραπάνω κριτήρια της Κλαρκ. Ταυτόχρονα όμως, προσφέρεται για διαδοχικά επίπεδα ερμηνείας, κάτι που του προσδίδει βάθος, για όποιον χρειάζεται αυτού του είδους τη «νομιμοποίηση».

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.