Κείμενο: Γκέλυ Γρυντάκη
«Έχω μια πλαστική άρθρωση στο μεγάλο δάχτυλο του δεξιού μου ποδιού. Kατέστρεψες οριστικά κάθε μου κομμάτι. Oι πόνοι κι οι ωδίνες μου δεν οφείλονται στο ότι γερνάω, είναι τα επακόλουθα της βίας.»
Όπως η ποίηση της έτσι και η τέχνη της Penny Goring είναι ωμή και άμεση, σαν μπουνιά στο στομάχι. Αμιγώς αυτοβιογραφική, δεν υποκρύπτει, δεν λυρικοποιεί, ούτε ομορφαίνει αυτά που έχει ζήσει. Η πραγματικότητα της είναι εκεί, μας την πετάει στα μούτρα χωρίς περιστροφές. Είναι η πραγματικότητα της έμφυλης βίας, της ανέχειας, του εθισμού και του εγκλεισμού αλλά και του πόθου, της ανάγκης για αγάπη· ένα ιλιγγιώδες πέρα δώθε με τον θάνατο στο οποίο όμως αυτός ποτέ δεν κερδίζει.
Γεννημένη το ‘62 η Βρετανή εικαστικός και ποιήτρια δεν γνώρισε την επιτυχία των σύγχρονών της Young British Artists που στη δεκαετία του ‘90 κατέκλυζαν γκαλερί και συλλογές. Μια εικοσαετία όμως αργότερα, κι αφού είχε υιοθετήσει μια νεανική περσόνα –χρησιμοποιώντας φωτογραφίες του προσώπου της σε νεαρή ηλικία—, η Goring αρχίζει να στοιχειώνει τα σόσιαλ μίντια με την ιδιοσυγκρασιακή νέο-γκοθ ποίηση, τα αυτοβιογραφικά digital κολάζ και τα σκοτεινά gif της. Γίνεται έτσι δημοφιλής ως μέλος μιας ομάδας, κυρίως εφήβων, δημιουργών που δημοσιεύουν γραπτά τους στην tumblr πλατφόρμα Νew Ηive ―κάτι που οδηγεί στην έκδοση της πρώτης της ποιητικής συλλογής το 2011. Και κάπως έτσι την ανακαλύπτει μια από τις πιο καινοτόμες και πρωτοποριακές γκαλερί του Λονδίνου, η Arcadia Missa.
Υποδυόμενη τη νεαρή καλλιτέχνιδα και ποιήτρια ως χαρτί επιτυχίας, η Goring κραυγάζει τη σκληρότητα με την οποία μπορεί να βιωθεί το γήρας σε μια κοινωνία που λατρεύει τα νεανικά σώματα και πρόσωπα, επανοικειοποιούμενη στην ουσία την «πλαστογράφηση» ως πρακτική που έχει φανεί χρήσιμη ανά τους αιώνες στις γυναίκες δημιουργούς. Αν η George Elliot και η James Jr. Tiptree χρησιμοποίησαν αντρικά ονόματα για να γίνει αποδεκτή η δουλειά τους, η Goring υιοθετώντας μια νεανική ταυτότητα υποδεικνύει ότι η διάκριση σήμερα μπορεί να έχει κι άλλες πτυχές.
Τα θέματά της αντλούν υλικό από την καθημερινότητά της σαν οδυνηρό ημερολόγιο όπου γραπτά και εικόνες αλληλοσυμπληρώνονται. Στίχοι ποιημάτων γίνονται τίτλοι έργων, ενώ κείμενα συνοδεύονται από παράξενες εικόνες ή stills ταινιών που ψαρεύει από το διαδίκτυο προς υβριδικά είδη γραφής. Το αυτοβιογραφικό στοιχείο ενισχύεται με τη χρήση οικιακών υλικών, με χρώματα μαγειρικής, στυλό μπικ και υφάσματα ή με εικόνες που κατεβάζει από το διαδίκτυο κι επεξεργάζεται με το Microsoft Paint. Το χειροποίητο της ανάγκης –γιατί δεν πρόκειται για κάτι τόσο επιλεγμένο όσο αναπόφευκτο― γίνεται εντέλει το βασικό συστατικό ταυτότητας της πρακτικής της, όπως ακριβώς η ζωή της είναι αναπόσπαστη από την τέχνη της.
Αν η Goring μοιάζει μέσα από όλα αυτά να εκτίθεται και να κρύβεται ταυτόχρονα, η αλήθεια τελικά μάλλον είναι ότι πιστεύει απόλυτα στην πραγματικότητα της ψηφιακής της υπόστασης. Είναι μια ενεργή ψηφιακή οντότητα πέραν που πραγματοποιεί συνειδητά το φουτουριστικό όραμα μιας διάνοιας πέραν του σώματος. Ίσως γιατί χωρίς σώμα πονάς (και γερνάς) λιγότερο.
Με καταβολές που ακροβατούν μεταξύ από τη μία μιας θλιμμένης αλλά οξείας ευαισθησίας, εφάμιλλης της Luise Bourgeois και της Eva Hesse, από την άλλη της ασυμβίβαστης ωμότητας και του μαύρου χιούμορ μιας Cookie Muller ή μιας Kathy Acker (δεν ήταν τυχαία μία από τις καλλιτέχνιδες που παρουσιάστηκαν στην έκθεση που αφιέρωσε στην Kathy Acker το ICA το 2019), η καλλιτέχνιδα μιλάει ανοιχτά για τη δυσκολία του να είσαι γυναίκα, δημιουργός, μητέρα, να πασχίζεις να επιβιώσεις και να κάνεις ορατό το έργο σου, να γερνάς σε μια κοινωνία που σε μετρά βάσει του πόσο χρονών και πόσο αδύνατη είσαι, της απώλειας αυτών που αγαπάς, της δυσκολίας να αγαπάς, της ανάγκης να αγαπάς.
«Η αγάπη είναι ένα φουστάνι που δοκιμάζεις σε κυριλέ μαγαζί. Φωτογραφίζεσαι στα δοκιμαστήρια φορώντας το. Ποστάρεις τις φωτογραφίες στο Instagram. Μοιάζεις τόσο ωραία μ ’αυτό το φουστάνι.»
Τα ποιήματά της είναι εθιστικά αλλά τραχιά. Έχουν έναν υπόγειο σαρκασμό που τα διατρέχει και δεν μπορείς να σταματήσεις να διαβάζεις όσο κι αν γρατζουνάνε. Το εικαστικό της έργο είναι πολυδιάστατο. Ενίοτε έχει την ακατέργαστη ποιότητα του πρόχειρου κόμικ, της καρικατούρας ή του σκαριφήματος. Η χειρονομία θυμίζει άγριες παιδικές ζωγραφιές, τα θέματα όμως, είναι αυστηρώς ενήλικα, σαν από ένα κορίτσι παγιδευμένο σε ενήλικο σώμα.
Ο ερωτισμός της είναι μπολιασμένος στο τραύμα. Συχνά επικρατούν εικόνες από παραμορφωμένα, πληγωμένα ή καρατομημένα γυναικεία κορμιά, ενίοτε άγαρμπα ραμμένα σαν σε παλιές κούκλες ή κακοθρεμμένα ράμματα εγχείρησης. Η ραφή εδώ βέβαια, ταυτόχρονα με τη γυναικεία στερεοτυπική ασχολία, σηματοδοτεί και την ανασυναρμολόγηση όχι μόνο του διαλυμένου σώματος αλλά και του συναισθήματος.
«Το θες απεγνωσμένα. Το κρύβεις στην τσάντα σου και, λάμποντας από έξαψη, βγαίνεις έξω. Στα μισά της High Street ένας σεκιουριτάς σ’ αρπάζει απ’ το μπράτσο και πολύ ευγενικά σε σέρνει πίσω στο μαγαζί.»
Ο πόθος αναπτύσσεται ως κάτι που σχετίζεται με την απώθηση, ακόμα και τα πιο θελκτικά μοιάζουν αλλόκοτα ή επικίνδυνα, έτοιμα να παράγουν ή να έχουν παραχθεί από πόνο και ευχαρίστηση ταυτόχρονα. Οι βελούδινες κούκλες της για παράδειγμα έχουν μια ακαθόριστα άβολη ποιότητα· σαν είδος cuddly toys για την κρίση της μέσης ηλικίας, την εμμηνόπαυση, το χάσιμο του παιχνιδιού.
«Σε ψάχνει, σου κάνει ερωτήσεις, φωνάζει την αστυνομία. Περνάς 6 ώρες στο κελί, κλαίγοντας μέχρι θανάτου, και 3 μήνες τρέμοντας την εμφάνισή σου στο δικαστήριο.»
Σε μια πορτοκαλί κούκλα όλα καταγράφονται ως λάθος, λάθος πρόσωπο, λάθος καρδιά, λάθος αισθήματα –γραμμένο στη λεκάνη—, λάθος πόδια. Το λάθος είναι γενικώς λέξη κλειδί (μήπως η θηλυκότητα άλλωστε δεν είναι εκ καταβολής κόσμου επιρρεπής στο λάθος; Στη διαφυγή από τους κανόνες του πατριαρχικού λόγου και της αισθητικής του;). Μια άλλη είναι χρυσαφιά γυαλιστερή με πολλά και άνισα άκρα σαν κολοβώματα ―η κούκλα της πανώλης.
Yπάρχει μια αναντίρρητα νέο-ποπ διάσταση σε όλη αυτή την παράξενη αισθητική. Σαν πάνω στη φρεσκάδα του TikTok και του gif, του Instagram και του tumblr να κατακάθεται ένας σκοτεινός πανκ-γοτθικός ρομαντισμός σαν μούχλα· σαν κακά νέα, για να χαλάσει τη διάθεση, να γειώσει και να αποσταθεροποιήσει το επιφανειακό και το εφήμερο. Ναι η ζωή μπορεί να είναι όλο κέφι και δυνατότητες στο TikTok αλλά, ξέρεις, εκεί έξω τα πράγματα είναι αλλιώς.
«Σου δίνουν 40 ώρες κοινοτική εργασία. Η φόρμα εργασίας δεν σου κάνει αλλά τουλάχιστον είναι δική σου.»
Η έκθεση ”Penny World” –άραγε κλείνει το μάτι στον αθώο, κοριτσίστικο και ελαφρύ Κόσμο της Πάτυ;― είναι μια πλούσια και επιμελής κατάβαση στο ιλιγγιώδες σύμπαν της Penny Goring και γι’ αυτό είναι για γερά νεύρα. Όλα είναι εκεί. Τα σκίτσα, τα κολάζ, οι πίνακες, τα πάνινα γλυπτά, στο site μπορείς να βρεις και τα gif. Τίποτα δεν είναι εύκολο, δεδομένο, διακοσμητικό ή ανούσιο στη δουλειά, στη ζωή, στην ψυχολογία της. Όπως όμως μας επιβεβαιώνουν και οι τελευταίες εξελίξεις στις ΗΠΑ, τίποτα αντίστοιχα δεν είναι εύκολο ή δεδομένο στο γυναικείο βίωμα, ούτε καν στον δυτικό κόσμο.
Εντέλει πάντως αν κάτι υπερισχύει σε όλο τούτο το μωσαϊκό τραύματος και πόθου είναι ένα υπόγειο κι αλύπητα μαύρο χιούμορ. Ξεκαρδιστικό κι ενοχλητικό σαν τα gif της· ερεβώδες αλλά ―εκεί που δεν το περιμένεις― ανάλαφρο, όπως οι καμένες καρδιές που εξακολουθούν να χορεύουν, πάνω απ’ τα ζαλιστικά πλακάκια του κάτω εκθεσιακού χώρου, σαν κυρίες με βαριά μαύρα μπροκάρ βικτωριανά φουστάνια, παγιδευμένες αενάως στις κουζίνες τους.
Η έκθεση της Penny Goring παρουσιάζεται στο ICA μέχρι τις 18 Σεπτεμβρίου 2022.
*Cover photo: Penny World Institute of Contemporary Arts – Photo credit:© Anne Tetzlaff