Όταν ο ήλιος… σε θεατρική μεταγραφή

Το μυθιστόρημα της Ζωρζ Σαρρή ανεβαίνει στο Θέατρο Τέχνης σε σκηνοθεσία του Δημοσθένη Φίλιππα

Kείμενο: Τώνια Καράογλου

 

Η ιδέα για τη θεατρική μεταγραφή του μυθιστορήματος της Ζωρζ Σαρρή «Όταν ο ήλιος» γεννήθηκε στην απόφοιτο του Θεάτρου Τέχνης Βένια Σταματιάδη πέρσι, όταν, με αφορμή το θάνατο της συγγραφέα, έπιασε να το ξαναδιαβάσει. Η ιδέα δεν έμεινε στη σκέψη, αλλά πραγματοποιήθηκε τελικά. Έτσι, η θεατρική εκδοχή του «Όταν ο ήλιος» όχι μόνο καταγράφηκε στο χαρτί, αλλά και ανεβαίνει για λίγες παραστάσεις, σε σκηνοθεσία του Δημοσθένη Φίλιππα, που με αυτή την απόπειρα υπογράφει την πρώτη του σκηνοθεσία.

Το πολυδιαβασμένο εφηβικό μυθιστόρημα της Σαρρή διαδραματίζεται την περίοδο της Iταλογερμανικής Kατοχής και μιλάει για την ιστορία της Ζωής, μιας 16χρονης κοπέλας που κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων περνάει από την εφηβεία στην ενηλικίωση, διαμορφώνεται και ωριμάζει από τις συνθήκες, μπαίνει στην Αντίσταση και παλεύει με τις δικές της δυνάμεις εναντίον του κατακτητή. Γύρω της ο κόσμος αλλάζει δραματικά, η ζωή όμως συνεχίζεται. Μέσα στις κακουχίες, στην πείνα και στο θάνατο, οι ήρωες του έργου δε χάνουν το κουράγιο, την πίστη και την ανθρωπιά τους, γελούν, κάνουν φιλίες, ερωτεύονται. Αυτή την αισιοδοξία που αναβλύζει από το έργο ξεχώρισε ο σκηνοθέτης: «Άνθρωποι που έζησαν εποχές πολύ χειρότερες από τη δική μας, κάτω από πολύ δυσκολότερες συνθήκες, και παλέψαν και ερωτευτήκαν και κατάφεραν σπουδαία πράγματα – έζησαν μια γεμάτη ζωή. Αυτό και μόνο αρκεί», μας είπε στη σύντομη συνομιλία μας. «Μου αρέσει να σκέφτομαι το έργο σαν ένα μήνυμα των ανθρώπων του τότε προς το σήμερα», πρόσθεσε, διευκρινίζοντας πάντως με έμφαση ότι δε βλέπει άμεση ταύτιση των δύο εποχών, καθώς αδιαμφισβήτητα η περίοδος της Κατοχής ήταν κατά πολύ αγριότερη από τη σημερινή. Γι’ αυτό άλλωστε η παράσταση κρατήθηκε αυστηρά στο χρονικό πλαίσιο που κινείται το μυθιστόρημα και δεν έγινε κανενός είδους σκηνοθετική απόπειρα για επίκαιρους συσχετισμούς. Μάλιστα, οι εμβόλιμες προβολές από μαγνητοσκοπημένα ντοκουμέντα της εποχής προσέδωσαν στην παράσταση κάτι από το ρεαλιστικό (και συνάμα δραματικό) ύφος ενός ντοκιμαντέρ.

Ούτως ή άλλως, το μυθιστόρημα προσήλκυσε το σκηνοθέτη για τη μαχητική στάση ζωής που εμπνέει, τη θέση που λαμβάνει απέναντι στον πόλεμο, την ψυχραιμία και το σεβασμό που υπαγορεύει και όχι ως αφορμή για τη δαιμονοποίηση υπαρκτών ή ανύπαρκτων εχθρών. «Ο Περικλής (ο παρασημοφορημένος λόγω ανδρείας ήρωας του έργου) υπερασπίζεται την ανάγκη του να παραμείνει άνθρωπος και σκεπτόμενος άνθρωπος, παρόλο που είναι πατριώτης και γενναίος πολεμιστής. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο πόλεμος δεν είναι πανηγύρι, δεν είναι παιχνίδι, ακόμη κι αν τον βλέπουμε από την πλευρά των νικητών». Συνολικά, όλα όσα θέλει να εμφυσήσει το έργο της Σαρρή, η αισιοδοξία, η ανθρωπιά, η μαχητικότητα, η αλληλεγγύη, ο αλληλοσεβασμός αποτελούν διαχρονικά αιτήματα, πόσω μάλλον στην εποχή μας, γι’ αυτό η παράσταση δε δημιουργήθηκε με στόχο το εφηβικό κοινό (που πάντως κάλλιστα μπορεί να την παρακολουθήσει), αλλά «ανοίχτηκε» (και) στους ενήλικες.

Ωστόσο, φοβάμαι ότι η σκηνοθεσία του Φίλιππα δεν λειτούργησε επαρκώς προς την ανάδειξη των παραπάνω. Κι αυτό γιατί φαίνεται να ακολούθησε μια «διακριτική» σκηνοθετική τακτική τεχνικής καθοδήγησης του έργου και των ηθοποιών αντί να καταθέσει την προσωπική του ερμηνεία, εστιάζοντας και προβάλλοντας με κάποιον τρόπο τα παραπάνω σημεία ενδιαφέροντος. Ως προς αυτό δε βοηθήθηκε πάντως ούτε από το κείμενο, που, ακολουθώντας πιστά τη δράση του μυθιστορήματος, παραθέτει απλώς τα γεγονότα σε μια γραμμική πορεία (και στην προσπάθεια να τα συμπεριλάβει όλα, στερείται -σε σημεία- δραματικής οικονομίας) χωρίς να τα φωτίζει. Μάλιστα, το μοναδικό εύρημα της θεατρικής εκδοχής, η παρουσία ενός επιπλέον δραματικού προσώπου, της Άλκης Ζέη, που συνδεόταν με πολυετή στενή φιλία με τη Ζωρζ Σαρρή, δε δικαιολογείται επαρκώς ούτε από δραματουργική ούτε από σκηνοθετική άποψη.

Η παράσταση, πάντως, φαίνεται ότι κρύβει πίσω της πολλή δουλειά και αγάπη για το έργο, και είναι κρίμα που για τεχνικούς λόγους η πρεμιέρα καθυστέρησε και θα παίζεται μόνο για λίγες μέρες. Περισσότερος χρόνος θεωρώ ότι θα είχε διπλό όφελος: ανταπόκριση από ακόμα περισσότερους θεατές και χρόνος για να «δέσει». Αν με το καλό, πάντως, η παράσταση βρει στέγη για την επόμενη σεζόν, θα συμβούλευα τον Δημήτρη Φίλιππα να μη φοβηθεί μια πιο θαραλλέα προσωπική κατάθεση πάνω στο έργο.

Η παράσταση ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο Τζένη Καρέζη από τις 27 Οκτωβρίου έως τις 6 Ιανουαρίου 2013.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.