Όλα όσα είπε ο Γιώργος Λάνθιμος στη συνέντευξη Τύπου για τη νέα του ταινία “Poor Things”

Μια μικρή αλλά καίρια μυρωδιά από το «εργαστήριο» του Γιώργου Λάνθιμου για τη δημιουργία του "Poor Things": «Θα ακουστεί παράξενο, αλλά δεν λέω τίποτα στους ηθοποιούς...»

Το “Poor Things”, η έβδομη μεγάλου μήκους ταινία του Γιώργου Λάνθιμου, έχοντας ήδη στις αποσκευές του ανάμεσα σε άλλες διακρίσεις Χρυσό Λέοντα στη Βενετία και επτά υποψηφιότητες για Χρυσές Σφαίρες (ενώ κατά πάσα πιθανότητα επίκεινται προσεχώς και πολλές οσκαρικές υποψηφιότητες), αρχίζει να προβάλλεται στα ελληνικά σινεμά την Πρωτοχρονιά του 2024 (με κάποιες previews προβολές στις 26 και 27 Δεκεμβρίου).

Το 2024 δεν θα μπορούσε να ξεκινήσει καλύτερα κινηματογραφικά, για την ταινία θα μιλήσουμε αναλυτικά (και φουλ επαινετικά) όταν βγει, ακόμα καλύτερα όμως είναι να δοθεί ο λόγος στον ίδιο τον Λάνθιμο και στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετάννια, το πρωινό της Κυριακής 17 Δεκεμβρίου, την οποία είχαμε τη χαρά να παρακολουθήσουμε. 

Κανονικά θα ήταν και η Έμμα Στόουν δίπλα του, τελικά δεν μπόρεσε, κρίμα που δεν ήταν, ευτυχώς όμως που είναι πρωταγωνίστρια στο “Poor Things”, δίνοντας ως Μπέλα Μπάξτερ, ίσως και την καλύτερη ερμηνεία που έχει δώσει ως τώρα ως ηθοποιός στο φιλμικό σύμπαν του Λάνθιμου, μεταφράζοντας ιδανικά -αν όχι και εξελίσσοντάς τα- το ιδίωμά του, το ύφος του, τη ματιά του, υποδυόμενη μια ενήλικη γυναίκα που ρίχνεται στη ζωή και την κοινωνία, σαν να μην έχουν προηγηθεί όλα τα προηγούμενα παιδικά και εφηβικά χρόνια που θα την ενηλικίωναν ομαλά διδάσκοντάς την τους κανόνες λειτουργίας τους. 

Ουδέν κακόν αμιγές καλού όμως, αφού η απουσία της έδωσε εκ των πραγμάτων περισσότερο χρόνο να ακούσουμε τον ίδιο τον Γιώργο Λάνθιμο να αναφέρεται, απαντώντας στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων, τόσο στις διάφορες κατασκευαστικές πτυχές του “Poor Things”, επιτρέποντάς μας να πάρουμε μια μικρή αλλά καίρια μυρωδιά από το «εργαστήριό» του, όσο και σε δύο βασικά χαρακτηριστικά που τον χαρακτηρίζουν ως δημιουργό: το πόσο εκ των ουκ άνευ είναι για τον ίδιο να έχει (μαζί με τους συνεργάτες του) τον πλήρη έλεγχο των ταινιών του μέχρι να παραδοθούν στο κοινό και πόσο απ’ τη στιγμή που οι ταινίες φτάσουν στο κοινό δεν θέλει να έχει τον έλεγχο της πρόσληψής τους.

 

φωτο @papadakispress
φωτο @papadakispress

 

Ο Γιώργος Λάνθιμος λοιπόν μίλησε: 

 

Για την ανοικτότητα των ταινιών του:

 

«Ο σκοπός που φτιάχνω ταινίες, η προσπάθειά μου τουλάχιστον, είναι να τις φτιάξω όσο πιο ανοιχτές γίνεται, έτσι ώστε οι διαφορετικοί άνθρωποι, που έρχονται από διαφορετικές κοινωνικές και προσωπικές εμπειρίες, να βλέπουν διαφορετικά πράγματα και να έχουν τη δική τους προσωπική εμπειρία σε σχέση με αυτό που βλέπουν. Εκείνο που περιμένω να συμβεί είναι η κάθε ταινία μου να μην είναι μονοδιάστατη, μία και μοναδική για όλους εμπειρία, αλλά να έχει διαφορετικές ερμηνείες, διαφορετική αίσθηση για τον κάθε άνθρωπο. 

Για τον λόγο αυτό δεν μπαίνω πολύ συχνά στη διαδικασία του να προσπαθώ να αναλύσω τι είναι αυτό που λέει η ταινία, ή τι θέλω εγώ να πω, ή τι με ενδιαφέρει εμένα απ’ την ταινία. Προσπαθώ -και πολλές φορές αυτό παρεξηγείται- να μη δίνω ως απαντήσεις τις σκέψεις και τις ερμηνείες μου, γιατί νιώθω ότι περιορίζει πάρα πολύ τον τρόπο με τον οποίο θα δει κάποιος άλλος την ταινία. Νιώθω ότι αυτό που θα πω εγώ είναι μόνο μια όψη αυτού του πράγματος, ενώ οι άλλοι μπορούν να βλέπουν πολύ περισσότερα πράγματα και, ξαναλέω, βρίσκω ενδιαφέρον να φτιάχνεις κάτι, να το δείχνεις στον κόσμο και μετά να έχει εκείνος τη δική του εμπειρία.

Βέβαια υπάρχουν θέματα στις ταινίες μου που είναι πιο προφανή, ενώ κάποια άλλα είναι για λιγότερους ανθρώπους να τα καταλάβουν ή και να τα προβάλουν μερικές φορές. Επίσης έχουν υπάρξει περιπτώσεις που κάτι που έχει σκεφτεί κάποιος ότι υπάρχει στην ταινία μού μοιάζει πολύ απίθανο, αλλά ακόμα κι αυτή η προβολή που κάνει -και η οποία λέει περισσότερα για τους ίδιους τους ανθρώπους, παρά για την ίδια την ταινία- έχει για μένα πολύ ενδιαφέρον».

 

φωτο @papadakispress

 


Για τα σκηνικά:

 

«Στο βιβλίο του Άλισντερ Γκρέυ υπάρχει μια διαφορά με την ταινία. Εκεί η ιστορία της Μπέλα Μπάξτερ δεν περιγράφεται με τα δικά της λόγια, αλλά τη βλέπουμε μέσα από την οπτική διαφόρων άλλων χαρακτήρων. Εγώ από την πρώτη στιγμή που διάβασα το βιβλίο ήθελα να τη βάλω στο κέντρο, ώστε να δημιουργήσουμε τη δικιά της εμπειρία και τη δικιά της ιστορία. Αυτό μόνο του με έκανε άμεσα να σκεφτώ, ότι ενώ στο βιβλίο έχουμε μια ρεαλιστική απεικόνιση της βικτωριανής εποχής, θα ήταν πιο ενδιαφέρον να φτιαχτεί ένας κόσμος, ο οποίος υποστηρίζει αυτή την επιλογή, ένας κόσμος ο οποίος με έναν τρόπο αντικατοπτρίζει το πώς εκείνη τον βλέπει και έρχεται σε επαφή μαζί του, σε επαφή δηλαδή με όλον αυτόν τον καινούργιο κόσμο μέσα στον οποίο ταξιδεύει.

Σκέφτηκα λοιπόν ότι θα ήταν ενδιαφέρον να φτιαχτούν σε στούντιο όλες αυτές οι πόλεις που ταξιδεύει, το σπίτι, το πλοίο κλπ και να χρησιμοποιήσουμε για τη δημιουργία τους παλιές παραδοσιακές κινηματογραφικές τεχνικές. Δηλαδή όλα να φτιαχτούν και χτιστούν και να μην γίνουν με ψηφιακά εφέ. Χρησιμοποιήσαμε φυσικά και την τεχνολογία για να συμπληρώσουμε, γιατί χρειάστηκε κάποιες φορές να προσθέσουμε ψηφιακά στα σκηνικά που είχαν κατασκευαστεί, αλλά και πάλι ήταν πράγματα που εμείς είχαμε φτιάξει, κινηματογραφήσει, ζωγραφίσει.

Παρόλο που τα ντεκόρ ήταν τεράστια, κάποιες φορές βλέπαμε έξω απ’ αυτά, γιατί χρησιμοποιούμε και αρκετά ευρυγώνιους φακούς, οπότε χρειάστηκε να προσθέσουμε ψηφιακά επεκτάσεις σκηνικών, αλλά το συμπλήρωμα έξω από τα σκηνικά έγινε με τα σκαναρισμένα υλικά, τίποτα δεν έχει φτιαχτεί από το μηδέν ως ψηφιακό.

 

Emma Stone and Jerrod Carmichael in POOR THINGS. Photo by Atsushi Nishijima. Courtesy of Searchlight Pictures. © 2023 20th Century Studios All Rights Reserved.


Για τα κοστούμια:


«Σε αυτή την αίθουσα της Μεγάλης Βρετανίας κάναμε το πρώτο fitting με την Έμμα και την ενδυματολόγο Χόλι Γουόντινγκτον, ήταν η πρώτη φορά που συναντηθήκαμε όλοι μαζί και δοκιμάσαμε κάποια ρούχα. Ήταν μια μεγάλη διαδικασία, όπως ήταν και ο σχεδιασμός και η κατασκευή των σκηνικών, που ξεκίνησε την ίδια περίοδο, αρκετά πριν τα γυρίσματα. Όπως πάντα, ξεκίνησε με συζητήσεις για το τι θα μπορούσαν να είναι, ώστε να υπάρχει μια συνέχεια και συνέπεια σε σχέση με το πώς είναι ο κόσμος που δημιουργούμε.

Στην αρχή η ιδέα μου ήταν ότι, αφού ήθελα να δώσω την αίσθηση ενός κατασκευασμένου κόσμου, και τα κοστούμια θα μπορούσαν να είναι πολύ πιο γλυπτικά με έναν τρόπο. Το δοκιμάσαμε, αλλά ήταν πρακτικά αδύνατο να είναι οι ηθοποιοί μέσα τους αρκετά ελεύθεροι για να το υποστηρίξουν. Οπότε μετά αρχίσαμε να επικεντρωνόμαστε σε υφές και σε σχήματα που είχαν τη βάση τους στη βικτωριανή εποχή (αν και υπάρχουν και πολλά στοιχεία που είναι τελείως αυθαίρετα σε σχέση με την εποχή).

Ξεκινήσαμε με τις υφές και τα σχήματα και σιγά σιγά τα συνδέαμε με θέματα και στοιχεία της ταινίας. Από εκεί και πέρα πήρε τον έλεγχο η Χόλι, που ήταν εξαιρετικά δημιουργική, και δοκιμάζοντας πολλά πράγματα, αναγνωρίζοντας π.χ, ότι αυτό το λάτεξ είναι πολύ ωραίο, έχει σχέση με το ότι η ηρωίδα ξεκινάει να δουλεύει σε οίκο ανοχής, μοιάζει με προφυλακτικό, έχει ένα χιούμορ κι είναι και όμορφο και κάπως συνδέεται με το θέμα της ταινίας. Ή επίσης υπάρχει η vagina blouse που φοράει στην αρχή στο σπίτι. Διάφορα τέτοια στοιχεία που κάπως αντικατόπτριζαν τι περνάει εκείνη την στιγμή της ιστορίας ο χαρακτήρας.

Και μετά όντως το άλλο μεγάλο και σημαντικό κομμάτι, στο οποίο έπαιξε πολύ ρόλο και η Έμμα, ήταν το πώς συνδυάζονται τα διάφορα ενδυματολογικά στοιχεία με την εξέλιξη της ιστορίας. Για παράδειγμα η Μπέλα πάει ταξίδι και βάζει πράγματα σε μια βαλίτσα, δεν τη ντύνει πια κάποιος άλλος, οπότε ξαφνικά φοράει ένα σακάκι και βγαίνει έξω με το βρακί. Ένα πολύ ωραίο κίτρινο βρακί, μοιάζει με σορτσάκι όντως, αλλά δεν σκέφτεται να βάλει κάτι από κάτω.

Στη συνέχεια εξελίσσεται σιγά σιγά, γνωρίζει πράγματα, έχει εμπειρίες, μέχρι που αρχίζει και γίνεται πιο συγκροτημένη, αλλά ακόμα και τότε, πάει ας πούμε σε διαλέξεις στο Παρίσι και φαίνεται σαν να είναι κανονικά ντυμένη, ενώ στην ουσία φοράει ένα παλτό χωρίς φούστα από κάτω. Οπότε συνολικά ήταν και μια θεωρητική προσέγγιση σε σχέση με τους χαρακτήρες και την εξέλιξή τους, αλλά και δοκιμάζοντας σε κάθε συνθήκη πώς λειτουργούν τα ρούχα ως εικόνα, είτε αντιθετικά είτε ενδυναμώνοντας το τι τους συμβαίνει».

 

Emma Stone in POOR THINGS. Photo by Yorgos Lanthimos. Courtesy of Searchlight Pictures. © 2023 20th Century Studios All Rights Reserved.


Για τη μουσική: 

 

«Πράγματι είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιώ πρωτότυπη μουσική. Πάντα προσπαθούσα, αλλά αυτό που συνέβαινε είναι ότι λειτουργώ με τον εξής τρόπο: ψάχνω πάρα πολύ τη μουσική κατά τη διάρκεια του μοντάζ και βρίσκω κάποια κομμάτια και μοντάρω με αυτά. Ήταν λοιπόν πάρα πολύ συγκεκριμένη η ισορροπία του τόνου με την οποία κατάφερνα να δημιουργήσω κατά το μοντάζ. Μετά ήταν σχεδόν αδύνατο να έρθει ένας συνθέτης να πει, όχι, θα κάνω κάτι άλλο και να ξαναλειτουργήσει με τον ίδιο τρόπο μέσα στην ταινία.

Τώρα άκουσα το πρώτο άλμπουμ του Τζέρσκιν Φέντριξ και μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Είναι ένα ποπ άλμπουμ στην ουσία, αλλά καθόλου συμβατικό, με πολύ ενδιαφέρον ηχόχρωμα και ένιωσα κάπως ενστικτωδώς -το οποίο δεν είχε απαραίτητα κάποια βάση- ότι θα μπορούσε να λειτουργήσει το πώς δημιουργεί τη μουσική με το πώς κάνω ταινίες. Αφού τον γνώρισα αποφασίσαμε να αρχίσει να γράφει μουσική πριν καν ξεκινήσουμε το γύρισμα, ώστε να μπορώ να έχω κατά το μοντάζ ήδη έτοιμη μουσική, όπως έκανα και παλιότερα, και να τη χρησιμοποιήσω.

Ξαναλέω ότι έγινε με πολύ ενστικτώδη τρόπο. Πολύ λίγο συζητήσαμε τι θα μπορούσε να είναι η μουσική και μετά ξεκινήσαμε, εκείνος να στέλνει κομμάτια κι εγώ να αντιδρώ σε αυτά τελείως θεωρητικά. Είχε διαβάσει φυσικά το σενάριο και του είχα δείξει την εικαστική έρευνα που είχαμε κάνει και με βάση αυτά ξεκίνησε να γράφει. Άκουγα τα κομμάτια που έστελνε και του έλεγα, ότι αυτού του είδους οι ήχοι νομίζω ότι ταιριάζουν περισσότερο, οπότε συνέχισε προς αυτή την κατεύθυνση. Ή, ας πούμε, ότι νιώθω πως χρειαζόμαστε και κάτι πιο ρομαντικό. Ή τώρα αυτό που δεν έχουμε είναι κάτι πιο γρήγορο για κάποια sequences.

Φτάσαμε έτσι αρκετά πριν το γύρισμα να έχω μια βιβλιοθήκη από πρωτότυπη μουσική του, εξαιρετική ήδη, γιατί ο ίδιος παίζει βιολί και πιάνο, έχει σπουδάσει κλασική, πράγματα που δεν ήξερα όταν πρωτοάκουσα το προσωπικό του άλμπουμ. Τα ντέμο ήταν σε ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο και στην ουσία το 95% της μουσικής που βρίσκεται στην ταινία είναι αυτή. Φυσiκά μετά την έπαιρνα, τη μόνταρα κάπως άκομψα κι εκείνος την ξαναέγραφε για να ταιριάξει ακριβώς. Συνεργαζόμαστε και στην επόμενη μου ταινία, το “Kinds of Kindness”, με τον ίδιο τρόπο, γράφοντάς την από πριν και τη χρησιμοποιώ αυτή τη στιγμή στο μοντάζ της».

 

φωτο @papadakispress


Για τους ηθοποιούς:


«Θα ακουστεί παράξενο, αλλά δεν λέω τίποτα στους ηθοποιούς, θέλω να πω δεν αναλύουμε τους χαρακτήρες, δεν αναλύουμε το είδος των ερμηνειών. Ο τρόπος με τον οποίο δουλεύω μαζί τους είναι πολύ πρακτικός και σωματικός. Καταρχάς υπάρχει ένα σενάριο, το οποίο (τουλάχιστον έτσι όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ όταν ξεκινάω να κάνω μια ταινία) έχει έναν πολύ έντονο χαρακτήρα και μια πολύ συγκεκριμένη κατεύθυνση και δουλεύω με ηθοποιούς που θεωρώ ότι αυτό το καταλαβαίνουν.

Από εκεί και πέρα μπαίνουμε σε μια διαδικασία να δουλέψουμε σωματικά και ενστικτωδώς. Κάνουμε διάφορες ασκήσεις θεατρικές – σωματικές κλπ, με σκοπό δυο πράγματα: ένα, αν δεν γνωρίζονται ήδη, έρχονται κοντά, γνωρίζουν ο ένας τον άλλον και αισθάνονται πολύ άνετα μεταξύ τους, και το άλλο είναι ότι κάνουμε πρόβες χωρίς να προσπαθούμε να συγκεκριμενοποιήσουμε το πώς θα είναι η ερμηνεία τους τη στιγμή που θα κινηματογραφήσουμε τη σκηνή, αλλά χρησιμοποιούμε το κείμενο κατά τη διάρκεια των παιχνιδιών και το κείμενο με έναν τρόπο γίνεται δεύτερη φύση τους. Δηλαδή το ξέρουν, αλλά με έναν καθ;oλου ορθολογικό τρόπο.

Αρχίζουν τα λόγια και μπαίνουν μέσα τους κάνοντας τελείως διαφορετικές δράσεις απ’ αυτές που θα κάνουν στις σκηνές. Οπότε υπάρχει μια μνήμη, δημιουργούν όλοι μαζί μια μνήμη σε σχέση με το κείμενο και τα σώματα του ενός με τον άλλο. Και μετά έχει να κάνει με τους ηθοποιούς, οι οποίοι είναι εξαιρετικοί και αντιλαμβάνονται τις διάφορες υφές που έχει κάθε σκηνή και την εξέλιξη του χαρακτήρα τους.

Συνειδητά προσπαθώ να μην τα συζητάμε τόσο πολύ, γιατί με το να μην ξέρω ακριβώς τι σκέφτονται οι ίδιοι για κάθε σκηνή και για τον χαρακτήρα τους, με βάζει σε θέση να έχω μια απόσταση σε σχέση με αυτό που βλέπω να συμβαίνει μπροστά μου και να μπορώ έτσι να κρίνω λίγο καλύτερα αν θεωρώ ότι αυτό λειτουργεί ή όχι. Θεωρώ ότι αν τα είχαμε συζητήσει και συμφωνήσει από πριν, θα μου ήταν πιο δύσκολο να διακρίνω αν αυτό που έχουμε συμφωνήσει δεν συμβαίνει πραγματικά. Ενώ αν δεν έχω τόσες πολλές λεπτομέρειες για το τι έχουν στο μυαλό τους ότι κάνουν, με βοηθάει πάρα πολύ, ώστε να μπορώ μετά να τους βοηθήσω κι εγώ. Δεν γίνεται ποτέ μια λεπτομερής συζήτηση για το θεωρητικό υπόβαθρο ή την ψυχολογία των χαρακτήρων».

 

Yorgos Lanthimos and Emma Stone on the set of POOR THINGS. Photo by Atsushi Nishijima. Courtesy of Searchlight Pictures. © 2023 20th Century Studios All Rights Reserved.

 

Για το αν θα μπορούσε να γυρίσει το “Poor Things” στην Ελλάδα και για το πόσο τον βοήθησε η φυγή του απ’ την Ελλάδα:

 

«Δεν θα μπορούσε να γίνει στην Ελλάδα, όχι. Υπάρχουν δυο διαφορετικά κομμάτια, η χρηματοδότηση είναι το ένα και το πού θα μπορούσε πρακτικά να γυριστεί ένα άλλο. Όταν ψάχναμε ένα μέρος για τα γυρίσματα και καταλήξαμε στη Βουδαπέστη, όλες οι επιλογές ήταν ανοικτές, ακόμα και της Ελλάδας, αλλά η επιλογή αποκλείστηκε άμεσα, γιατί δεν υπάρχουν εδώ ούτε τα στούντιο, ούτε η τεχνική γνώση και εμπειρία της κατασκευής τέτοιου επιπέδου σκηνικών.

Το θέμα ήταν πού θα βρεθούν τα μεγαλύτερα στούντιο, γιατί χρειαστήκαμε πολύ μεγάλα στούντιο, και η Ουγγαρία έχει κάποια από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη, συν την παράδοση στην κατασκευή σκηνικών. Ο λόγος για τον οποίο αυτή η ταινία ήταν δύσκολο να γίνει, νομίζω έχει να κάνει με τις εποχές. Πριν δέκα χρόνια δεν είχε τόσο ενδιαφέρον για τον κόσμο του σινεμά ίσως -ή και γενικά δεν θα το μάθουμε ποτέ- μια τέτοια ιστορία. Φαινόταν και παράξενη και όχι τόσο ενδιαφέρουσα. Νομίζω ότι και οι εποχές άλλαξαν, αλλά έπαιξε ρόλο και το ότι εγώ έκανα στο μεταξύ κάποιες ταινίες μεγαλύτερου μεγέθους στα αγγλικά.

Όταν πρωτοδιάβασα το μυθιστόρημα του Άλασντερ Γκρέι, μόλις είχα μετακομίσει στην Αγγλία και μόλις είχα τελειωσει τις “Άλπεις” που τότε έβγαιναν, γύρω στο 2011-12, και δεν είχα κάνει καν μία ταινία στα αγγλικά. Πηγαίνοντας λοιπόν με την πρόταση ότι θέλω να κάνω αυτό το βιβλίο, μου έλεγαν όχι αυτό, μήπως κάτι άλλο. Αλλά αυτή ήταν η αντίδραση ούτως ή άλλως για όλα τότε. Και για τον “Αστακό” πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να καταφέρω να χρηματοδοτηθεί. Και ναι, νομίζω πως το ότι έφυγα από την Ελλάδα ήταν πολύ σημαντικό, γιατί έγιναν τα πρώτα βήματα για να γίνουν οι πρώτες ταινίες. Με δυσκολία όλα αυτά, γιατί ήμασταν πολύ αφελείς εκείνη την εποχή, καθώς παρόλο που σου έλεγαν ο “Κυνόδοντας” καταπληκτικός κλπ, πηγαίναμε με μια ιδέα όπως ο “Αστακός” και σου ζητούσαν κάτι πιο μέινστριμ. Οπότε ήταν δύσκολο, αλλά τα καταφέραμε με έναν τρόπο. Κι από τη στιγμή που ξεκίνησε αυτό το πράγμα, δεν έχει πια τόση σημασία πού βρίσκεσαι. Στην αρχή ήταν πολύ σημαντικό ότι έφυγα από την Ελλάδα, αυτή τη στιγμή νομίζω δεν παίζει τόσο ρόλο».

 

(From L-R:) Margaret Qualley, Willem Dafoe and Ramy Youssef in POOR THINGS. Photo by Yorgos Lanthimos. Courtesy of Searchlight Pictures. © 2023 20th Century Studios All Rights Reserved.


Για τη δημιουργική ελευθερία:


«Ούτως ή άλλως έχω final cut στις ταινίες που κάνω. Υπάρχουν φυσικά δημιουργικές συζητήσεις με ανθρώπους που συνεργάζεσαι, ακούς τις απόψεις κλπ, αλλά στο δημιουργικό κομμάτι είμαι απόλυτα ελεύθερος να το διαχειριστώ όπως νομίζω και, ναι, αυτό συνεχίζεται. Όσο πιο ακριβές γίνονται οι ταινίες υπάρχει μεγαλύτερη αίσθηση ευθύνης, υπάρχει μια αίσθηση αυτού του βάρους.

Από την άλλη, πάντα έκανα τις ταινίες που ήθελα να κάνω, απλά στην αρχή δεν είχαμε χρηματική υποστήριξη. Κάναμε αυτό που θέλαμε, απλά δεν είχαμε τα μέσα να το κάνουμε ακριβώς όπως το θέλαμε. Το περίεργο είναι ότι παρόλο που τα μπάτζετ μεγαλώνουν και ενώ πάντα υπάρχει σχεδιασμός και κοστολόγηση, όταν φτάνεις να κάνεις την κάθε ταινία τα λεφτά ποτέ δεν είναι αρκετά και πάντα υπάρχει αγώνας για να την κάνεις. Θέλω να πω ότι το final cut και η δημιουργική ελευθερία για μένα είναι απαραίτητα και κλειδί.

Δεν νομίζω ότι θα έκανα ταινίες αν μου έλεγε κάποιος ναι μπορείς να το κάνεις αλλά δεν μπορείς να έχεις το final cut και ήδη έχω αρνηθεί πολλές φορές τέτοιου είδους ταινίες, ακόμα και δικές μου, με χρηματοδότηση η οποία δεν μου εξασφαλίζει το final cut. Προτιμώ να περιμένω, προτιμώ να κάνω κάτι άλλο ή κάποιο άλλο επάγγελμα».

 

 

Από 1η Ιανουαρίου στους κινηματογράφους

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.