«Ο Όρκος του Παμφίρ» του Ντμίτρο Σουκολίτκι Σόμπτσουκ: Οι ρωγμές στο βλέμμα

Η συνείδηση κι ο νόμος

Ουκρανία, χωριό στα σύνορα με τη Ρουμανία. Ο πατέρας επιστρέφει για λίγο απ’ την Πολωνία, στην οποία εργάζεται τα τελευταία χρόνια. Πριν φύγει ήταν ο πιο σκληρός της περιοχής και ειδικευόταν στο λαθρεμπόριο, περνώντας κυρίως τσιγάρα απ’ την Ουκρανία στη Ρουμανία και άρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ένα λαθρεμπόριο όχι με τίποτα εξελιγμένα μέσα, ένα λαθρεμπόριο στο οποίο επιδίδεσαι με το να ζώνεσαι πακέτα στην πλάτη και να τρέχεις μέσα από τα βουνά για να αποφύγεις τους συνοριοφύλακες.

Δρούσε εκτός νόμου; Ναι. Αλλά είναι σαν να βρισκόμαστε στην αντίστροφη όψη της περιβόητης φράσης «Ό,τι είναι νόμιμο είναι ηθικό», που είχε ειπωθεί προ ετών προκειμένου να αιτιολογήσει νομότυπες μεν, εντελώς γκρίζες ηθικά όμως συμπεριφορές: «Ό,τι είναι παράνομο δεν είναι και αυτόματα ανήθικο», όταν αποτελεί σχετικά γενικευμένη εγχώρια οικονομική δραστηριότητα, γιατί αν θες να ζήσεις νόμιμα στο συγκεκριμένο τόπο, θα ζήσεις κάτω από τα όρια της φτώχειας.

Η γυναίκα του όμως είναι πολύ θρήσκα, πολύ του να είμαστε σωστοί και τυπικοί και δεν ήθελε ο άντρας της να είναι μπλεγμένος με αυτά. Είχε μεσολαβήσει, όπως θα μάθουμε σταδιακά, και μια πολλαπλών διαστάσεων οικογενειακή εμπλοκή και εν πάση περιπτώσει ο Παμφίρ έχει εγκαταλείψει το λαθρεμπόριο και βγάζει πια το ψωμί του νόμιμα στην Πολωνία, προκειμένου να καταφέρει να εξοικονομήσει χρήματα για να ξεπληρώσουν το σπίτι στο χωριό και να σπουδάσει σε λίγα χρόνια ο έφηβος γιος του. Ο Παμφίρ μπορεί να ήταν το μεγάλο παλικάρι του χωριού, μπορεί να πιάνουν τα χέρια του και να είναι εργατικός, αλλά τα γράμματα δεν τα έπαιρνε ποτέ και θέλει ένα διαφορετικό μέλλον για τον γιο του. Στη σύντομη επιστροφή του, του έχει και ένα δώρο έκπληξη, ένα ωραίο νέο ποδήλατο. Στην περιοχή θα δούμε ως μεταφορικά μέσα ποδήλατα, κάρα με άλογα και πολυτελή αυτοκίνητα, εκείνων που ασκούν το λαθρεμπόριο οργανωμένα υπό τη σκέπη του ντόπιου εξουσιαστή.

Θα είναι όμως όντως σύντομη η επιστροφή του Παμφίρ; Γιατί γυρνώντας βλέπει ότι θέλουν να τον κρατήσουν για πάντα εδώ, ο γιος του, η γυναίκα του, ο τόπος του, το παρελθόν του, ο τόπος του που είναι συνδεδεμένος άρρηκτα με το παρελθόν του και τους τρόπους του. Και το παρελθόν μας έχει πάντα τρόπους με τους οποίους μας καλεί να το επαναλάβουμε.

 Ναι, το σενάριο μπορεί να μην ακούγεται τόσο πολύ πρωτότυπο, αλλά είναι τέτοια η δύναμη των εικόνων του πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη Ντμίτρο Σουκολίτκι-Σόμπτσουκ και τόσο λαμπρά τα χρώματα και η κίνηση της κάμερας του διευθυντή φωτογραφίας Νικίτα Κουζμένκο, ώστε όλη η ταινία από το πρώτο της μέχρι το τελευταίο της πλάνο είναι ατόφιο σινεμά, βαθιά απολαυστικό σινεμά.

Από την άλλη, αν υπάρχουν μοτίβα ιστοριών που είναι τόσο συχνά παρόντα στις ταινίες, τις σειρές, τα θεατρικά έργα, τα μυθιστορήματα και τα διηγήματα, είναι γιατί και η ίδια η ζωή δεν είναι τόσο πρωτότυπη, είναι γιατί βασικά μοτίβα της επαναλαμβάνονται διαρκώς και βασικά συστατικά της παραμένουν αναλλοίωτα. Η φτώχεια, η φτώχεια που συνδέεται οργανικά με τον τόπο που έχεις γεννηθεί, με το επίπεδο της ευημερίας ή της ανέχειας που υπάρχει, το όνειρο για ένα καλύτερο μέλλον των παιδιών σου, το ιδανικό των σπουδών, της προκοπής. Δεν ξέρω πόσο παράδοξο ή αντίθετα πόσο φυσιολογικό είναι, πάντως όταν φεύγεις από αυτό το καθεστώς, όταν έχεις μεγαλώσει όχι σε έντονη φτώχεια και με τις σπουδές ως αυτονόητο συλλογικό κεκτημένο, τότε τα όνειρα για τα παιδιά σου, η συναισθηματική επένδυση στα παιδιά σου, οι προβολές πάνω στα παιδιά σου αφορούν ίσως σε άλλους τομείς. Δεν βλέπεις τόσο τον εαυτό σου και τον τόπο σου ως μέλος μιας εξελικτικής αλυσίδας και ως μεταβατικό στάδιο, είναι σαν να ζεις λιγότερο εντός τόπου και χρόνου, ο τόπος και ο χρόνος δεν έχουν τη βαρύτητα και την κρισιμότητα που έχει το να μεγαλώνεις πάμφτωχος και αποκλεισμένος από τις σπουδές σε ένα ορεινό χωριό.  

Εσωτερικοί αξιακοί κώδικες: να κρατάς πάντα τον λόγο σου και να μην κάνεις ποτέ τίποτα που να πηγαίνει κόντρα στη συνείδησή σου, είναι η συμβουλή του πατέρα στον γιο. Δεν είναι να τηρείς τον νόμο, των ανθρώπων ή του Θεού. Όπως ίσως και ο Θεός, η έννομη τάξη είναι σίγουρα ανθρώπινο κατασκεύασμα, είναι προϊόν του ανθρώπινου πολιτισμού, είναι φυσικά υπερπολύτιμο κατασκεύασμα, αλλά πάρα πολύ συχνά στην πράξη είναι και ένα κατασκεύασμα που λειτουργεί διαστρεβλωμένα, ένα κατασκεύασμα που αναπαράγει ή μεγεθύνει ανισότητες και αδικίες, ένα εργαλείο συγκάλυψης της διαφθοράς.

Αν λοιπόν δεν μοιάζει καθόλου πρωτότυπο στην ταινία, το οι άνθρωποι που εκπροσωπούν τον νόμο και τις Αρχές στην περιοχή είναι οι πιο διεφθαρμένοι, έχοντας πάρει όλη την εξουσία που τους δίνουν οι θεσμοί και ασκώντας την με τον πιο βρώμικο τρόπο, αυτό οφείλεται στο ότι δεν είναι καθόλου πρωτότυπο και στην αληθινή ζωή: η διαφθορά των πάσης λογής αξιωματούχων, οι λύκοι που φυλούν τα πρόβατα δεν είναι ένας μοχλός μυθοπλαστικού εντυπωσιασμού και μυθοπλαστικής ευκολίας, αντανακλά προφανώς διαχρονικές και διατοπικές αλήθειες.

Αν και «Ο Όρκος του Παμφίρ» κινείται λίγο πολύ στις ράγες που αναφέρθηκαν πιο πάνω, θέλω να σταθώ σε τρεις επιμέρους σκηνές, που κινούνται γύρω από το ερωτικό ή το σεξουαλικό.

Η πρώτη είναι η αμιγώς ερωτική. Σε ένα από τα πολλά μονοπλάνα της ταινίας ο Παμφίρ κάνει έρωτα με τη γυναίκα του το πρώτο βράδυ μετά την επιστροφή του στο χωριό. Όταν η σεξουαλική πράξη τελειώνει κι όπως είναι ξαπλωμένοι γυμνοί στο κρεβάτι, εκείνη πιάνει και του κόβει το νύχι από ένα δάκτυλο του ποδιού. Αυτό είναι το σώμα σου που μου έλειψε τόσο, το σώμα σου που ελάχιστα πριν μπήκε μέσα στο δικό μου, το σώμα σου που τώρα προσέχω, κοιτώ, παρατηρώ, μέχρι τα άκρα του, το φροντίζω, σε φροντίζω, σε αγαπώ. 

Η δεύτερη είναι σε άλλο μουντ, χιουμοριστικό και όχι τρυφερό. Μολονότι θα ήταν πολύ λάθος να μιλήσουμε για ματσίλα στην ταινία, υπάρχει πάντως μια μυθοποίηση της παλικαροσύνης και της ανδρείας. Και στο πλαίσιο αυτό είναι εξαιρετικά ευφρόσυνη και ίσως μαζί σε ένα βαθμό και συμβολική η παρεμβολή για τις παρενέργειες της ντόπας. Ας μην πω κάτι παραπάνω, γιατί όταν κάνεις σπόιλερ σε αστείο, το χαλάς το αστείο.

Κλείνω με την τρίτη που κατ’ εμέ ξεχωρίζει. Η μητέρα του Παμφίρ. Πρέπει να είναι λίγο πάνω από τα εξήντα. Το βασικό όμως είναι ότι την έχουμε δει ως χωριάτισσα με το μαντήλι της και τα χωριάτικα της ρούχα, την έχουμε δει ως μάνα του ήρωα, την έχουμε δει με έναν τρόπο όσο πιο μακριά από το ερωτικό γίνεται, ακριβώς γιατί τόσο μακριά έχει μάθει να πηγαίνει μόνο του το μυαλό μας. Και μετά η επιλογή του σκηνοθέτη και του μοντέρ του, όταν αιφνιδιαστικά και στην αλλαγή ενός πλάνου θα δούμε ένα ζευγάρι μεγάλα και ωραία γυναικεία στήθη. Ντύνεται, βάζει την μπλούζα της. Πιο πέρα ντύνεται και ο άντρας της. Δεν είναι στο κρεβάτι, είναι σε άλλο δωμάτιο. Να έκαναν μόλις πριν έρωτα; Να ντύνονται απλά ταυτόχρονα για να βγουν; Όπως και να έχει της λέει πόσο όμορφη είναι ακόμη. Αυτού του είδους οι ρωγμές στον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα, στο βλέμμα μας, στον τρόπο αντίληψής μας, στις προκαταλήψεις μας, αυτού του είδους οι ρωγμές είναι ο λόγος για τον οποίο αγαπάμε το σινεμά.

 

 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.