Νineteen, του old boy

Να σε σκοτώνουν χωρίς νόημα

Φωτογραφίες: © Gian D. | Unsplash

Θα γραφτεί κάπως κι αυτό το κείμενο. Θα περάσει κάπως κι αυτή η μέρα. Θα έρθουν στη θέση τους άλλες μέρες, άλλα κείμενα, άλλα ζητήματα της επικαιρότητας. Η ζωή θα συνεχιστεί για όλους εμάς που εξακολουθούμε να ζούμε και να ασχολούμαστε με ζητήματα της επικαιρότητας.

Η ζωή ενός αγοριού, ενός νέου άντρα δεκαεννέα μόλις ετών, του Άλκη Καμπανού, έπαψε μια για πάντα να συνεχίζεται, διακόπηκε μια για πάντα το βράδυ της Δευτέρας. Και άλλη δεν έχει. Αυτή ήταν και πάει. Του την πήραν. Τη μετέτρεψαν σε ένα ακόμα ζήτημα της επικαιρότητας. Επί του οποίου ο ίδιος δεν μπορεί να τοποθετηθεί. Το οποίο ο ίδιος δεν μπορεί να προσπεράσει, να αφήσει πίσω του, να ξεχάσει, να ασχοληθεί με το επόμενο. Τον σκότωσαν ολοκληρωτικά και αμετάκλητα. Όσο πιο πολύ γίνεται. Του στέρησαν το δικαίωμα να αναπνέει, να βλέπει τον ήλιο, να φιλάει, να αγκαλιάζεται, να γελάει, να κάνει έρωτα, να σπουδάζει, να πανηγυρίζει μεγάλα γκολ, ακόμα και να πονάει. Να κάνει οτιδήποτε εν πάση περιπτώσει ήθελε με τη ζωή του, να πάρει όποιον δρόμο ήθελε να πάρει, να αρχίσει πραγματικά να ζει, να προλάβει να ζήσει τα νιάτα του.

Χρωστούσε κάπου τα νιάτα του; Χρωστούσε κάπου τη ζωή του; Αν ήταν να πεθάνει τόσο πρόωρα, τόσο νωρίτερα ακόμα κι από το πρόωρα, τόσο σκανδαλωδώς νωρίς, αν ήταν να τον σφάξουν όπως τον έσφαξαν, δε δικαιούταν τουλάχιστον να πεθάνει για κάτι που να βγάζει νόημα; Δεν θα έπρεπε να είναι αυτή η απαράβατα αναγκαία προϋπόθεση κάθε θανάτου; Αν είναι να σε σκοτώσουν, δεν οφείλουν τουλάχιστον να σε σκοτώσουν για κάτι που να βγάζει νόημα; Όχι γιατί αν σε δολοφονήσουν για κάτι που θα βγάζει νόημα θα είναι λιγότερο δολοφόνοι, όχι γιατί τα νοήματα για τα οποία οι άνθρωποι διαχρονικά σκοτώνουν ανθρώπους δεν είναι τις περισσότερες φορές άρρωστα και αποτρόπαια, αλλά γιατί είναι εν τέλει μια δεύτερη φρίκη μέσα στη φρίκη να σου στερούν, εκτός από τη ζωή σου ,και το δικαίωμά σου να πεθάνεις για κάτι που θα βγάζει νόημα.

Aκόμα και μια συμπλοκή χούλιγκαν μετά από «ραντεβού» βγάζει ένα νόημα. Ακόμα και επεισόδια μέσα ή έξω από ένα γήπεδο την ώρα διεξαγωγής ενός αγώνα βγάζουν ένα νόημα. Ακόμα και πεσίματα σε αντίπαλους οπαδούς για αντίποινα βγάζουν ένα νόημα. Νόημα που συγχωρεί οτιδήποτε; Προφανώς και όχι. Νόημα μη βαθιά παρακμιακό; Προφανώς και όχι. Αλλά εξακολουθεί και είναι κάτι που μπορεί να υπαχθεί σε ερμηνευτικά σχήματα, κάτι που μπορεί να χωρέσει σε ένα βαθμό το μυαλό.

Αλλά να έχει βγει μια συμμορία στη γύρα, μέχρι να βρει κάποιον που θα δώσει τη λάθος απάντηση στην ερώτηση «Τι ομάδα είσαι;» και να φτάνει να τον δολοφονεί; Να είσαι απλά ο άτυχος που βρέθηκες στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή κι έπεσαν πάνω σου οι αφιονισμένοι και σε σκότωσαν επειδή είσαι Άρης; Τι είδους πίστα είναι αυτή; Τι είδους μηδέν είναι αυτό; Γιατί σε σφάζουν στα δεκαεννιά σου; Τι τους έκανες εσύ; Πώς τους προκάλεσες εσύ; Ποιον σκοτώνουν σκοτώνοντας εσένα; Τι έχουν να κερδίσουν σκοτώνοντάς σε; Τι έχουν να εκτονώσουν σκοτώνοντάς σε; Από πού έρχεται όλη αυτή η δολοφονική μανία;

Και κάπου εδώ, όσο αρχίζεις να θέτεις αυτά τα ερωτήματα και όσο βλέπεις τις αντιδράσεις τις μέρες που ακολουθούν το φονικό, συνειδητοποιείς ξανά ότι ο φονιάς και η παρέα του δεν βγήκαν από κάποιον χώρο στερούμενο νοήματος. Ότι μπορεί αυτή καθαυτή η δολοφονική μανία -και δη εντελώς έξω από κάθε πλαίσιο προηγηθείσας οπαδικής συμπλοκής- να έχει τις ρίζες της αλλού, αλλά ότι βρίσκει καταφύγιο και άπλετο χώρο για να ανθίσει και να βγάλει καρπούς στο περιβόλι που λέγεται ελληνικό ποδόσφαιρο, ελληνικός επαγγελματικός αθλητισμός. 

Την στερούμενη παντελώς νοήματος δολοφονική μανία έρχεται εκ των υστέρων να τη νοηματοδοτήσει όλος μα όλος ο περίγυρος των ομάδων, των οργανωμένων συνδέσμων, των ανοργάνωτων οπαδών, των σκέτων φιλάθλων, των μεγαλοεπιχειρηματιών που έχουν τις ομάδες, των πάσης φύσεων παραγόντων που σιτίζονται απ’ το ποδόσφαιρο, των εφημεριδαρχών, ραδιοφωναρχών και αθλητικοσαϊταρχών, των αθλητικογράφων που στη συντριπτική τους πια πλειοψηφία είναι δηλωμένα και περήφανα οπαδογράφοι, μέχρι και ποδοσφαιριστών της Εθνικής Ομάδας που κάποιες ώρες μετά το φονικό και κάποια μέτρα κοντά στο φονικό βρίζουν αντίπαλους οπαδούς με τον τρόπο που έβριζαν τον νεκρό, απαντώντας σε συγκλονισμένους οικογενειάρχες και νοικοκυραίους, οι οποίοι κάποιες ώρες μετά το φονικό και κάποια μέτρα μετά το φονικό έχουν πάει στο γήπεδο για να βρίσουν μανάδες και σόγια ποδοσφαιριστών.

Ολόκληρος ο χώρος του ελληνικού ποδοσφαίρου και του ελληνικού επαγγελματικού αθλητισμού, είναι από την κορυφή ως τη βάση του βαθιά βουτηγμένος στα σκατά. Διαφοροποιεί τη στάση του απ’ το αν οι αφιονισμένοι φονιάδες είναι μέλη της Θύρας 4 ή της Θύρας 7 ή της Θύρας 13 ή της Θύρας 21 ή όποιας άλλης γαμωθύρας. Δεν τον αφορά τον χώρο το φονικό κι ας αλλάξαμε πια πίστα εγκλημάτων. Αν τον αφορούσε θα αντιδρούσε λίγο διαφορετικά. Έστω και για τα προσχήματα, έστω και για τα μάτια του κόσμου. Κουράστηκε πια ο χώρος, δεν έχει άλλο χρόνο για προσχήματα, τα μάτια του κόσμου ας κοιτάξουν όπου θέλουν, τον καθρέφτη τους θα δουν.

Γράφτηκε κάπως κι αυτό το κείμενο. Θα περάσει κάπως κι αυτή η μέρα. Για μας που δεν μας έσφαξε κανείς στα δεκαεννιά μας.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.