«Κανείς δε μιλάει γι’ αυτό»: Το βιβλίο της Πατρίσια Λόκγουντ αποτυπώνει ένα αναμφισβήτητο ταλέντο από μία εμφανώς ευφυή συγγραφέα

Αν η Λόκγουντ είχε ως πρωταρχικό σκοπό να εκφράσει το πώς είναι να βυθίζεσαι στην κινούμενη άμμο της σκοτεινής πλευράς των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τότε αυτό το καταφέρνει με μεγάλη επιτυχία

Ομολογουμένως όταν έπεσε στα χέρια μου το εν λόγω βιβλίο δεν το προσέγγισα με τις καλύτερες των προθέσεων. Κατ’ αρχάς δεν το ζήτησα ο ίδιος αλλά ήρθε στα χέρια μου ως προωθητική ενέργεια του εκδοτικού οίκου. Κυρίως όμως, δεν με τραβούσε το θέμα του. Ένας εσωτερικός μονόλογος με αντικείμενο το χαώδες σύμπαν του διαδικτύου και των social media ήταν κάτι που δεν με ενδιέφερε ιδιαίτερα, κυρίως λόγω της σχετικής αποστροφής μου προς αυτόν τον χώρο, ένα πεδίο δόξης λαμπρό προς κάθε μορφής συνωμοσιολογία, τοξικότητα, μέθοδο προπαγάνδας.

Αρχικά λοιπόν δεν μπήκα καν στον πειρασμό να το διαβάσω. Έλα όμως που σε κάποια φάση βρέθηκα ανάμεσα σε βιβλία για τη δουλειά όσο και ανάμεσα στα προσωπικά μου αναγνώσματα. Έτσι, επιφυλακτικά, άρχισα να το ξεφυλλίζω με την προοπτική να το διακόψω μόλις παραλάμβανα τα επόμενα βιβλία που είχα παραγγείλει για να διαβάσω. Δεν μου πήρε πολύ για να συνειδητοποιήσω όμως ότι αυτό που διάβαζα, αν και ίσως να μην εφάπτεται και πολύ στη δική μου ψυχοσύνθεση, αποτύπωνε στη σελίδα ένα αναμφισβήτητο ταλέντο και ένα ατόφιο όραμα από μία εμφανώς ευφυή συγγραφέα. Ένιωσα ότι έπρεπε να υπερβώ τους όποιους δισταγμούς μου και να ολοκληρώσω την ανάγνωση, κρίνοντας στη συνέχεια κατά πόσο έπρεπε να γράψω κριτική για αυτό.

Ας ξεκινήσουμε από το ότι η Πατρίσια Λόκγουντ είναι κατά βάθος ποιήτρια. Αν και το Κανείς Δε μιλάει γι’ Αυτό λογίζεται ως μυθιστόρημα, η προσέγγισή της είναι εκείνη ενός ποιητή: συνειδησιακή ροή με συνειρμούς, έμφαση στην εικόνα και την αποτύπωση ενός φευγαλέου συναισθήματος, αλληλουχία σουρεαλιστικών συχνά αφορισμών. Κι όμως, υπάρχει συνοχή. Αν η Λόκγουντ είχε ως πρωταρχικό σκοπό να εκφράσει το πώς είναι να βυθίζεσαι στην κινούμενη άμμο της σκοτεινής πλευράς των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τότε αυτό το καταφέρνει με μεγάλη επιτυχία.

 

 

Στο πρώτο μέρος του βιβλίου εκφράζει με μεταμοντέρνα συχνά ειρωνεία τον απόλυτο αποπροσανατολισμό μίας εναλλακτικής πραγματικότητας (αποκαλεί ευρύτερα αυτό τον κόσμο «Πύλη») στην οποία εύκολα μπορείς να εθιστείς και να σε ρουφήξει σαν μαύρη τρύπα, αποξενώνοντάς σε από τον αληθινό κόσμο. Είναι αλήθεια πολύ πειστικός ο τρόπος που παρουσιάζει τον παραλογισμό και την παράνοια αυτής της γκροτέσκας, θρυμματισμένης «πραγματικότητας». Ας πάρουμε για παράδειγμα τον τρόπο που δομεί το ίδιο της το κείμενο. Χρησιμοποιεί σύντομες παραγράφους, ενίοτε ακόμη και μία απλή πρόταση, οι οποίες λειτουργούν σαν μικρο-ενότητες. Ο λόγος υποθέτω είναι ότι με τον τρόπο αυτό αντικατοπτρίζει τη μειωμένη προσοχή που προκύπτει από τη γενιά των 160 χαρακτήρων και των σύντομων αναρτήσεων.

Αντίστοιχα, αρκετές ατάκες της υποδηλώνουν ένα διαπεραστικό, καυστικό χιούμορ, τόσο κριτικό όσο και αυτοσαρκαστικό, με την αφηγήτρια ουσιαστικά να αποδέχεται και τη δική της συμμετοχή σε αυτόν τον παραισθησιογόνο βωμό της ματαιοδοξίας. Παράλληλα, φιλτράρει τις πολιτικές και όχι μόνο εξελίξεις μέσα από αυτόν τον παραμορφωτικό φακό των σχολίων των social media, αναγνωρίζοντας αρχικά το πόσο παράλογο και επικίνδυνο είναι αυτό, αλλά στην πορεία μας δείχνει πώς τελικά αυτός ο κόσμος αρχίζει να επιδρά πάνω σου. Εκεί που νομίζεις ότι το ελέγχεις και γελάς με αυτό, τελικά συνειδητοποιείς ότι εκείνο σε ελέγχει και αλλοιώνει την οπτική σου γωνία για την ίδια τη ζωή.

Στο δεύτερο μέρος όμως το μυθιστόρημα παίρνει άλλη τροπή. Ένα τραγικό γεγονός στην οικογένεια της αφηγήτριας κυριαρχεί ολοκληρωτικά και φορτίζει υπερβολικά τη γραφή της Λόκγουντ. Εδώ είναι που το ζήτημα της διαχείρισης ενός τέτοιου νήματος στην πλοκή είναι μια λεπτή άσκηση ισορροπίας. Θα προσπαθήσω να εξηγήσω τι εννοώ χωρίς να αποκαλύψω τι ακριβώς είναι αυτό που συμβαίνει και το οποίο βιώνει ολόκληρη η οικογένεια της αφηγήτριας, αρκεί μονάχα να σημειώσω ότι είναι κάτι πολύ βαρύ και πολύ σπάνιο.

Όταν λοιπόν επιλέγεις κάτι τόσο σπάνιο και συναισθηματικά φορτισμένο, κινδυνεύεις να ολισθήσεις στον συναισθηματικό εκβιασμό του αναγνώστη και άρα στο μελόδραμα. Αυτό δεν σημαίνει ότι το μελόδραμα είναι εξ’ ορισμού ασήμαντο. Μεγάλοι συγγραφείς από τον Ντίκενς μέχρι τον Ντοστογιέφσκι έχουν συμπεριλάβει αρκετές φορές στα μυθιστορήματά τους τεχνικές του μελοδράματος. Όμως, το μελόδραμα εξ’ ορισμού είναι ένα τέχνασμα που στοχεύει στο να εκβιάσει συναισθήματα και όχι να τα αναδείξει με τρόπο φυσικό και άρα πιο ουσιαστικό. Είναι αλήθεια ότι η Λόκγουντ αποδεικνύεται ιδιαίτερα ικανή στο να διαχειριστεί τα συναισθήματα που προκαλεί στον αναγνώστη.

Το δεύτερο μισό του βιβλίου είναι σπαρακτικό, το διαβάζει κανείς με ένα σφίξιμο στο στήθος. Όμως πώς χαρακτηρίζεται η επιλογή της να εστιάσει σε ένα τόσο εξεζητημένο και φορτισμένο τραγικό γεγονός; Το διαχειρίζεται σωστά; Δεν είμαι σίγουρος για την απάντηση, αφού και οι δύο εκδοχές είναι βάσιμες. Από τη μία πλευρά σίγουρα το διαχειρίζεται δεξιοτεχνικά, ταυτόχρονα, από την άλλη χειραγωγεί επικίνδυνα τον αναγνώστη. Όμως εδώ προκύπτει και η διάσταση της αλληγορίας. Η Λόκγουντ πιθανότατα επιλέγει κάτι ακραίο θέλει να δημιουργήσει μια έντονη μεταφορά για την εξέλιξη της ανθρώπινης αντίληψης γύρω από την επικοινωνία στον δυτικό και όχι μόνο κόσμο. Υπό αυτή την έννοια είναι λογικό να θέλει κάτι εξεζητημένο, ακραίο, έντονο για να συμβολίσει αυτή την προβληματική, προκειμένου να αφυπνίσει τον αναγνώστη, να σπάσει την ύπνωση, το ξόρκι της εναλλακτικής και παραμορφωμένης πραγματικότητας.

Εξακολουθώ να μην είμαι σίγουρος για την τελική μου άποψη σε σχέση με το μυθιστόρημα της Λόκγουντ. Αυτό στο οποίο είμαι σίγουρος όμως, είναι σχετικά με την ευφυία και την αντίληψή της. Έχει καταφέρει να σφυρηλατήσει μια αναγνωρίσιμη και φρέσκια αφηγηματική φωνή και αυτό σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να λογιστεί ως αμελητέο. Δείχνει να έχει ένστικτα και γούστο, διεισδυτικότητα και χιούμορ. Ίσως βέβαια το ύφος της να έχει διαβρωθεί από το ίδιο το αντικείμενο που σατιρίζει, από την αισθητική των social media (άλλωστε αν κοιτάξεις πολύ την άβυσσο σε κοιτάζει κι εκείνη). Δεν χωράει αμφιβολία πάντως ότι η Λόκγουντ είναι αξιόλογη συγγραφέας.         

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.