Πριν από τον 19ο αιώνα οι περισσότερες γυναίκες ζωγράφοι ήταν συνήθως κόρες ή σύζυγοι καλλιτεχνών.
Η πιο γνωστή ζωγράφος πριν από αυτό τον αιώνα ήταν η Κλάρα Πέιτερς, η οποία πιθανολογείται πως ήταν γραμμένη στη συντεχνία του Αγίου Λουκά στην Αμβέρσα στις αρχές του 17ου αιώνα. Ακόμα και για τη διάσημη Κλάρα Πέιτερς, οι ιστορικοί τέχνης εικάζουν ότι πιθανόν ήταν θυγατέρα κάποιου ζωγράφου, οπότε δεν θα χρειαζόταν να καταγραφεί ως εκπαιδευόμενη. Αυτό μπορεί να ισχύει για τη Marie Blancour, τη Γαλλίδα ζωγράφο του 17ου αιώνα για την οποία δεν έχουμε καμία πληροφορία εκτός από αυτό το έργο της, το μόνο γνωστό, το οποίο βρίσκεται στη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης.
Οι Ακαδημίες Τεχνών έθεσαν για πολλά χρόνια τις γυναίκες σε μειονεκτική θέση. Οι γυναίκες δεν μπορούσαν να κάνουν σχέδιο, το αντρικό γυμνό ήταν απαγορευμένο και το μόνο που απεικόνιζαν ήταν λουλούδια και νεκρές φύσεις. Οι εξαιρέσεις είναι ελάχιστες, όπως μυθικές είναι οι ιστορίες των γυναικών που μεταμφιεσμένες σε άντρες παρακολουθούσαν μαθήματα. Έτσι οι γυναίκες ζωγράφοι ειδικεύθηκαν σε «μικρότερες» κατηγορίες έργων: πορτρέτα, νεκρές φύσεις και ζωγραφική ζώων.
Η Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου έχει ανάμεσα στα χιλιάδες έργα της, 18 μόλις έργα γυναικών καλλιτεχνών, ανάμεσά τους η Rosa Bonheur, η Rosalba Carriera, η Catharina van Hemessen, η Judith Leyster, η Berthe Morisot, η Rachel Ruysch και η Vigée Le Brun που ήταν οι πιο επιτυχημένες και διάσημες γυναίκες ζωγράφοι στην εποχή τους.
Ένας πίνακας της Αρτεμίζια Τζεντιλέσκι, της ζωγράφου του 17ου αιώνα για την οποία το ενδιαφέρον είναι ολοένα και αυξανόμενο, πουλήθηκε το 2019 σε δημοπρασία για 4,8 εκ.ευρώ, τιμή ρεκόρ για τα έργα της, στον πλειστηριασμό του οίκου Artcurial. Το έργο το οποίο τιτλοφορήθηκε Lucretia απεικονίζει μια αρχαία Ρωμαία ευγενή, η οποία ετοιμάζεται να αυτοκτονήσει μετά τον βιασμό της και να καρφώσει ένα στιλέτο στο γυμνό στήθος της. Ο πίνακας βρέθηκε στην αποθήκη ενός σπιτιού στην πόλη της Λυών και μέχρι να ανακαλυφθεί κανένας δεν ήξερε την αξία του. Ο πίνακας αγοράστηκε ανωνύμως από έναν Ευρωπαίο συλλέκτη, ο οποίος διπλασίασε το ρεκόρ πώλησης έργων της Τζεντιλέσκι.
H Αρτεμίζια Τζεντιλέσκι υπήρξε η πιο σπουδαία γυναίκα ζωγράφος του 17ου αιώνα. Η ρωμαλέα ζωγραφική της, η θαρραλέα φωνή της και η ζωγραφική της ευφυΐα την έκαναν τη διασημότερη ζωγράφο του μπαρόκ, ενώ το ενδιαφέρον για το έργο της έχει αναζωπυρωθεί ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες με εκθέσεις στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
Η Τζεντιλέσκι με τα έργα της σχολίασε την ανδρική βία στην εποχή της καθώς και η ίδια είχε υπάρξει θύμα βιασμού και είχε πρωταγωνιστήσει σε ένα πρωτοφανές σκάνδαλο στην εποχή της.
Πολλοί θεωρούν ότι τα έργα της είναι αυτοβιογραφικά. Γεννημένη στη Ρώμη το 1593, κόρη του ζωγράφου Οράσιο Τζεντιλέσκι μαθήτευσε δίπλα στον πατέρα και τα αδέρφια της. Ο μύθος λέει πως η Αρτεμίζια είχε συναντήσει τον διάσημο ζωγράφο Καραβάτζιο ως παιδί αφού ήταν στενός φίλος του πατέρα της. Σε ηλικία 17 ετών μας παραδίδει το πρώτο της έργο «Η Σουζάνα και οι πρεσβύτεροι» με δυο γέροντες να κρυφοκοιτάζουν μια νεαρή γυναίκα που κάνει το μπάνιο της.
Η Αρτεμίζια μεγάλωνε μόνη, χωρίς μητέρα σε μια οικογένεια αλλά και μια κοινωνία ανδροκρατούμενη, ζώντας κυρίως μέσα στο σπίτι της. Ήταν 18 ετών, όταν ο 30χρονος ζωγράφος Αγκοστίνο Τάσι, τη βίασε και αθέτησε την υπόσχεση γάμου που της είχε δώσει. Ο πατέρας της τον έσυρε στα δικαστήρια, τα οποία τον αθώωσαν καθώς ήταν προστατευόμενος του Πάπα Ιννοκέντιου του 10ου. Η δίκη έφερε την Αρτεμίζια σε πρώτο πλάνο και περιγράφει τη ζωή των γυναικών στην εποχή της. Λίγο καιρό αργότερα η Αρτεμίζια παντρεύτηκε τον ζωγράφο Πιεραντόνιο Στιαττέζι και εγκαταστάθηκε στη Φλωρεντία. Οι Μέδικοι την πήραν υπό την προστασία τους και το 1614 έγινε η πρώτη γυναίκα μέλος της Accademia delle Arti del Disegno.
Στη Φλωρεντία γνωρίζει άλλον έναν άντρα, ο οποίος υπήρξε προστάτης της και εραστής της, τον Φραντσέσκο Μαρία ντι Νικολό Μαρίνγκι. Ο Μαρίνγκι της εξασφάλισε δικό της εργαστήριο και βοηθούς, κάτι εξαιρετικά σπάνιο στην εποχή της. Επέστρεψε στη Ρώμη λίγα χρόνια αργότερα εξαιτίας των οικονομικών προβλημάτων που είχε δημιουργήσει και το 1630 εγκαταστάθηκε στη Νάπολη, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής της.
Ο θαυμαστός ρεαλισμός των έργων της τα καθιστά απαράμιλλα. Η Τζεντιλέσκι ζωγραφίζει με δύναμη και τόλμη, στο ύφος του Καραβάτζιο αλλά καταφέρνει και διατηρεί μέσα στο έργο της τη δική της φωνή. Την κατατάσσουν ανάμεσα στους Καραβατζιστές και τα αριστουργηματικά της έργα διακρίνονται για την αποφασιστικότητα και την ισχυρή προσωπικότητα της δημιουργού τους.