Η Έλλη Παπακωνσταντίνου φαντάζεται τι θα συνέβαινε αν όλοι ζούσαν με οδηγό την αλήθεια τους

Η απάντηση στο: «Τι να κάνουμε;». «Να ζούμε, να ζούμε αληθινά!»

Σκηνοθέτιδα που έχει συνδεθεί σε μεγαλύτερο βαθμό με παραγωγές εκτός των ελληνικών συνόρων, παιδί του ερευνητικού θεάτρου, καλλιτέχνιδα με ανησυχίες για το πολιτικό, το κοινωνικό, το επαναστατικό, χωρίς όμως να θέλει οι παραστάσεις της να λάβουν την υπόσταση ενός μανιφέστου. 

Η Έλλη Παπακωνσταντίνου από τις 17 Μαΐου δίνει σάρκα και οστά σε ένα έργο που την έκανε να αισθανθεί ελπίδα μέσα στο σκοτάδι. Ο λόγος για το Τι να κάνουμε;, έργο του Νικολάι Τσερνισέφσκι που γράφτηκε το 1863. Το έργο παρουσιάζεται στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης μέσα από το πρίσμα μιας κινηματογραφικής προσέγγισης που αποτελεί σύμμαχο της σκηνοθέτιδας ώστε να προσεγγίσει με τρόπο κατά το δυνατό πιο ακριβή τα νοήματα του έργου.

Η Έλλη Παπακωνσταντίνου μιλά στο ελc για τα σημερινά κοινωνικά αδιέξοδα και για τους τρόπους με τους οποίους μπορούν αυτά τα αδιέξοδα να καμφθούν.

ένα βιβλίο-φως

«Το μυθιστόρημα του Τσερνισέφσκι το πήρα στα χέρια μου και το διάβασα πρώτη φορά μέσα στην οικονομική κρίση. Ήταν ένα από τα βιβλία που με φώτισαν, μου έδωσε ελπίδα. Τότε, σκηνοθέτησα μια παράσταση στη Γαλλία και εκεί συνάντησα τη Δήμητρα Κονδυλάκη. Μιλώντας για τα βιβλία που διαβάζαμε εκείνη την εποχή, της ανέφερα και αυτό. Το ίδιο ακριβώς συνέβαινε και με εκείνη. Από εκείνη τη συνάντηση ξεκίνησε μια συνομιλία για το μυθιστόρημα αυτό και τον τρόπο που θα θέλαμε να το ανεβάσουμε στη σκηνή».

σαν ταινία

Ο τρόπος που επιλέγει η σκηνοθέτιδα να δει τα πράγματα προκύπτει μέσα από τη χρήση νέων μέσων και υπό το πρίσμα μιας κινηματογραφικής γλώσσας με κύριο μέσο αφήγησης το real-time video.

«Οι τέσσερις ηθοποιοί περνούν από διαφορετικά πρόσωπα και ο τρόπος είναι κινηματογραφικός. Υπάρχει ζωντανή κάμερα γιατί αυτό αποδίδει καλύτερα την εποχή, τα όνειρα. Δίνει καλύτερα τη ροή του ανθρώπου, πόσο μέσα στη ζωή είναι οι χαρακτήρες του έργου. Έρχονται αντιμέτωποι με τα αδιέξοδα της πραγματικότητας προτείνοντας πράγματα για τον γενικό καλό. Κάθε φορά ψάχνω ένα διαφορετικό φορμάτ για να αποδώσω το περιεχόμενο και αυτή τη φορά ο κινηματογράφος στάθηκε ως η καλύτερη λύση.

Γίνονται ζυμώσεις. Ένα έργο για να πραγματωθεί σκηνικά περνούν αρκετά χρόνια που είναι στο συρτάρι, στο πίσω μέρος του μυαλού. Να είναι και η σωστή εποχή. Υπάρχουν συνομιλίες με την εποχή. Το ιστορικό momentum πρέπει να αφορά».

αφήνοντας τα πράγματα αμφίσημα

Μανιφέστο ή μη, το έργο είναι ένα βαθιά πολιτικό κείμενο που πραγματεύεται τον αγώνα του ανθρώπου για αυτοπραγμάτωση. Η σκηνοθέτιδα μιλά για την αποδοχή της αλήθειας μας και της βαθύτερης επιθυμίας μας. 

«Είναι ένα πολιτικό έργο. Δεν θα έλεγα ότι είναι μανιφέστο. Είναι και προσωπικό. Το πολιτικό με το προσωπικό διαπλέκεται. Ο Τσερνισέφσκι έγραψε αυτό το έργο σε μια εποχή προεπαναστατική -πριν τη Ρωσική Επανάσταση και πριν τον Μάη του ’68 με τη σεξουαλική απελευθέρωση. Γράφει ένα έργο σε μια χρονική στιγμή που τα πράγματα είναι ακόμα πολύ ρευστά, δεν τα έχουμε ακόμα ονοματίσει. Οι άνθρωποι αναζητούσαν τρόπους για να κάνουν τη ζωή τους καλύτερη -υπαρξιακά και πολιτικά. Είναι μαγικό κείμενο ακριβώς γιατί βρίσκεται στην πηγή, τη στιγμή που ξεκινούσαν όλα.

Ο τίτλος: Τι να κάνουμε; -τι μπορούμε δηλαδή να κάνουμε; Δεν διατυπώνονται τα πράγματα με τελείες, συμπερασματικά, όπως γίνεται σε ένα μανιφέστο. Ένα μανιφέστο έρχεται να αρθρώσει ένα ολόκληρο σύστημα αξιών και τρόπο επιτέλεσης. Εδώ, ακόμα τα πράγματα είναι αμφίσημα. Δεν ονοματίζεται τίποτα. Ο Τσερνισέφσκι στο συγκεκριμένο κείμενο τοποθετεί το πολιτικό στο καθημερινό, στην πραγματικότητα. Φέρνει τους ήρωές του αντιμέτωπους με ένα ερωτικό αδιέξοδο και αυτό το ονοματίζει πολιτικό -του δίνει μια διάσταση πολιτική. Ο έρωτας φυσικά είναι πολιτικός, πάντα ήταν. Αλλά εδώ, συνδέεται με ένα σύστημα ιδεών, με τις αποφάσεις που παίρνονται σε μικρή κλίμακα.

Όλο το θέμα του έργου είναι το τι μπορούμε να κάνουμε για να αυτοπραγματωθούμε. Τη βαθύτερη επιθυμία μας, την αλήθεια μας, να την αποδεχτούμε και να την κάνουμε πραγματικότητα. Για αυτό ακριβώς είναι επαναστατικό. Φανταστείτε τι θα συνέβαινε αν όλοι ζούσαν με οδηγό την αλήθεια τους. Πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή μας. Η αφετηρία των προσώπων είναι αυτή. Να αποδεχτούμε την αλήθεια μας και να την κάνουμε πραγματικότητα».

ο πόλεμος των δίπολων

Τη ρωτώ τι είναι αυτό που την οδηγεί να επιλέγει κείμενα που αναδεικνύουν το λεγόμενο female gaze και μου εξηγεί πως μόνο τυχαίο δεν είναι:

«Ως γυναίκα έχω ζήσει σε μια πατριαρχική Ελλάδα και έχω ζήσει τα ελληνικά αδιέξοδα. Διανύουμε μια εποχή μεταβατική και είναι μεγάλη ευλογία που μπορούμε να μιλάμε ανοιχτά για αυτά τα θέματα. Δεν θέλω σε καμία περίπτωση να λειτουργήσουν μανιφεστιακά οι παραστάσεις μου. Με ενδιαφέρει να διερευνήσω αυτήν την περιπλοκότητα των σχέσεων. Η τέχνη δεν έρχεται να μιλήσει σε τόνους μαύρου και άσπρου. Το θέμα του έργου είναι ο έρωτας και η γυναίκα -η θηλυκότητα.

Ζούμε σε ένα πατριαρχικό περιβάλλον. Διπολισμού. Θηλυκό – αρσενικό, μαύρο – άσπρο. Η ανατροπή αυτού του συστήματος προάγει την αμφισημία, το γκρίζο, τις ενδιάμεσες ζώνες, την αναζήτηση ταυτότητας, τη συμφιλίωση με τη θηλυκότητα. Ζούμε σε ένα περιβάλλον το οποίο αποκλείει τη θηλυκότητα, τη θεωρεί το άλλο, έτερο. Η πατριαρχία αυτό είναι. Οι εποχές αλλάζουν.

Όταν αναφερόμαστε στη θηλυκότητα σχετικά με τις γυναικοκτονίες, φυσικά υπάρχει μια σκιά. Εγώ όμως αντιμετωπίζω πολύ αισιόδοξα την περίοδο που διανύουμε. Δυστυχώς, γυναικοκτονίες υπήρχαν και πριν την περίοδο που διανύουμε, απλά δεν έρχονταν στο προσκήνιο, δεν τις μαθαίναμε. Η εποχή μας είναι η αναζήτηση ενός άλλου συστήματος αξιών, ενός άλλου συστήματος σκέψης. Αποδοχής της ετερότητας, αποδοχής της διαφορετικότητας -εμείς οι ίδιοι αναζητούμε μέσα στη ροή τον εαυτό μας, μέσα στο becoming μας. Αλλάζουν οι όροι. Αυτό το οφείλουμε σε μια μεγάλη συλλογικότητα θηλυκοτήτων που παλεύουν και μάχονται για να μπορέσουν να αρθρώσουν λόγο και να ακουστούν. Χαίρομαι που ζω σε αυτή την εποχή και μπορώ να ανοίγω διάλογο».

ελευθερία | να αφεθείς στη ροή της ζωής

Για την Έλλη Παπακωνσταντίνου το αφήγημα του μικρού ήρωα που τολμά με θάρρος στη ζωή, λίγη σχέση έχει με το πραγματικό σκάκι της ζωής που είναι το πάρε-δώσε του αυτοπροσδιορισμού:

«Η ελευθερία ξεκινάει από το να αυτοπροσδιοριστείς ή να ρισκάρεις να εφαρμόσεις την πραγματικότητά σου. Να αφεθείς στη ροή της ζωής. Να δοκιμάσεις και να δοκιμαστείς. Ξέροντας την αλήθεια σου που στον επόμενο τόνο μπορεί να αλλάξει. Αυτό σημαίνει να παίξεις σκάκι, να μη μείνεις μέσα στη ντουλάπα και έξω από τη ζωή επειδή δεν μπορείς να συνδιαλλαγείς μαζί της.

Ο Τσερνισέφσκι δεν χρησιμοποιεί τη λέξη θάρρος. Φυσικά τα πρόσωπά του έχουν θάρρος. Όμως, αυτό που λέει είναι ότι δεν θέλει θάρρος. Θέλει μόχθο, θέλει δουλειά. Κάποια στιγμή πας παραπέρα. Αν αλλάξει η μικροκλίμακα αλλάζει και η συλλογικότητα. Το θεώρημα του θάρρους είναι πραγματικό. Υπάρχει μια κατάχρηση του πόσο δύσκολο είναι κάτι, ή πόσο θαρραλέος πρέπει να είσαι για να το καταφέρεις. Είναι ανασταλτικός παράγοντας για να πραγματωθούν οι άνθρωποι. Η αλήθεια είναι η αλήθεια. Τη γνωρίζουμε. Αυτό που χρειάζεται είναι η αποξήρανση. Να τη δούμε, να μη λιμνάσουμε μέσα στο ψέμα. Να μοχθήσουμε για την αλήθεια μας. Απομυθοποιεί την ιστορία του θάρρους, του μικρού ήρωα που αποφασίζει να μιλήσει. Ο άνθρωπος έρχεται στη ζωή για να πραγματωθεί.

Εγώ αισθάνομαι ότι εξελίσσομαι. Προσπαθώ να είμαι αληθινή σε αυτό που κάνω. Είμαστε πάντοτε σε μια σχέση με τις συνθήκες που μας ορίζει η ζωή. Κάθε φορά είμαστε σε αυτόν τον διάλογο. Ως καλλιτέχνης, μπορώ να πω πως δυσκολεύομαι στην Ελλάδα. Δουλεύω στις ρωγμές του συστήματος. Όταν συλλαμβάνω ένα έργο και θέλω να το πραγματοποιήσω, εκεί που μου δίνεται η δυνατότητα, εκεί θα κινηθώ. Είμαι πολύ τυχερή, είναι πολύ μεγάλη ευλογία που μπορώ να δουλεύω και στο εξωτερικό -εκεί είναι διαφορετικές οι συνθήκες εργασίας. Έχω δουλέψει πάρα πολύ για αυτό, δεν μου έχει δοθεί. Έχω μοχθήσει πολλά χρόνια χωρίς καμία στήριξη από την πολιτεία. Για μένα ήταν μονόδρομος. Τώρα αλλάζουν τα πράγματα αλλά ως γυναίκα είχα πολύ λίγες ευκαιρίες στην Ελλάδα. Περιορισμένες δυνατότητες να ακουστεί ο λόγος μου.

Είμαι όλα αυτά -είμαι οι ανατροπές μου, τα αδιέξοδά μου. Αυτό είμαι στη ζωή μου. Δεν μπορώ να με περιγράψω. Είμαι ένα συνονθύλευμα πολλών πραγμάτων.

Στην Ελλάδα δεν υπάρχει συνέπεια. Δεν υπάρχει επόμενο βήμα. Δεν υπάρχουν θεσμοί. Υπάρχει το Εθνικό που είναι ένας θεσμός πολύ συντηρητικός και οι ιδιωτικοί φορείς. Ενδιάμεσα υπάρχει ένα τεράστιο κενό. Στην κεντρική Ευρώπη, ανάμεσα σε αυτά τα δύο, υπάρχουν σκηνές που δημιουργούν δίκτυο, ένα ολόκληρο σύστημα που στηρίζει νέους καλλιτέχνες και την ερευνητική δουλειά. Η πολιτεία θεωρεί ότι είναι ένα από τα δικαιώματα του πολίτη το δικαίωμα στην τέχνη. Οι νέοι καλλιτέχνες έρχονται αντιμέτωποι με μια συνθήκη πολύ συντηρητική. Στην Ελλάδα υπάρχει πολύ ταλέντο».

η απάντηση στο: Τι να κάνουμε;

Να ζούμε! Να ζούμε αληθινά!

Τι να κάνουμε; | Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.