Η Ελένη Γεωργοστάθη μιλάει για το νέο της βιβλίο «Φίλοι δεμένοι με κλωστή»

«...όσο μπορώ να θυμάμαι και να αφηγούμαι μικρά γεγονότα, κουβέντες, ακόμα κι ευτράπελα στιγμιότυπα, ζουν κι οι πρωταγωνιστές τους μέσα μου. Οι ιστορίες είναι αυτές που τους κρατούν ζωντανούς»

H Mαρία αλλάζει διαρκώς σχολεία. Η φύση της δουλειάς των γονιών της απαιτεί διαρκή μετακίνηση, νέες πόλεις, νέες κατοικίες, νέα σχολεία. Οι τρεις τους σε μια κίνηση από το ένα μέρος στο άλλο, με φορτωμένο αυτοκίνητο με όσα υπάρχοντα χωράνε πάνω του.

Όσο για τις αναμνήσεις τους; Πάντα μαζί τους, φυλαγμένες σε μέρη ιερά. Σε κάθε νέο σχολείο η Μαρία γνωρίζει νέους δασκάλους, νέους μαθητές, νέα παιχνίδια. Και αυτό που απολαμβάνει να κάνει είναι να μοιράζεται τις ιστορίες από τα ταξίδια της μαζί τους. Και κάθε φορά που φθάνει η ώρα να τους αποχαιρετήσει, ένα μικρό βραχιολάκι πλεγμένο από τα χέρια της με χρωματιστή κλωστή, συνοδεύει πάντα το αντίο της.

Κάποια μέρα θα επιστρέψει σε ένα από τα σχολεία που είχε ξαναβρεθεί. Όμως τίποτα δεν μοιάζει ίδιο. Και κανένας δεν φαίνεται να τη θυμάται. Μήπως όμως τελικά δεν είναι έτσι τα πράγματα;

 

 

Το βιβλίο «Φίλοι δεμένοι με κλωστή» της Ελένης Γεωργοστάθη, είναι μια τρυφερή ιστορία για τη δύναμη της φιλίας, για το μαγικό των ταξιδιών και των ιστοριών μα και των αφηγήσεων που αυτά γεννούν διατηρώντας ζωντανή τη φλόγα για ζωή αναμμένη, αλλά και για την ομορφιά τού να μοιράζεσαι.

Μια συμπυκνωμένη ιστορία για τους μικρούς και τις μικρές αναγνώστριες συνοδευόμενη από εντυπωσιακές εικόνες, δημιουργία της Χρυσώς Χαραλάμπους. Εικόνες δυναμικές, με φωτεινά, αισιόδοξα χρώματα που σε κάθε σελίδα δημιουργούν οπτικά παιχνίδια. Γραμμές, γεωμετρίες σε πρώτη γραμμή. Το πράσινο αυτοκίνητο σε δρόμους, πόλεις, πλατείες, η Μαρία στο σχολείο άλλοτε λυπημένη και άλλοτε χαρούμενη, πλήθος συναισθηματικών εναλλαγών, και μια μπλε λωρίδα, μια μπλε κλωστή, ένας μπλε δρόμος που άλλοτε κόβει άτσαλα και άλλοτε ενώνει αμέριμνα στιγμές. Πρωτότυπη η αλληγορία της εικόνας με τις κλωστές να γίνονται οι δρόμοι που παίρνουν μακριά τη Μαρία και την οικογένειά της.

H ευφυής επινόηση δεμένων με κλωστή βραχιολιών, αλήθεια πόσοι από εμάς δεν έχουν φτιάξει ένα καλοκαιρινό μεσημέρι με τους φίλους και ένα παρόμοιο βραχιολάκι, βάζει μια όμορφη πινελιά στην αρχή και το τέλος της ιστορίας της, ένας συγκινησιακά φορτισμένος μίτος που συνενώνει και περικλείει κάθε έννοια της αφηρημένης αγαπης.

Με αφορμή το νέο της βιβλίο, μιλήσαμε με την Ελένη Γεωργοστάθη.

 

 

Aυτά τα αγαπημένα βραχιολάκια. Τόσες καλοκαιρινές εικόνες μας έδωσες. Αλήθεια τι ήταν εκείνο που πυροδότησε την ιστορία σου;

Μια μέρα η μικρή μου κόρη, μαθήτρια δημοτικού ακόμη, γύρισε από το σχολείο και μου είπε ότι είχε μια καινούργια συμμαθήτρια, η οποία όμως δεν θα έμενε στην τάξη της πάνω από έναν μήνα. Ήταν, μου εξήγησε, ένα κορίτσι που άλλαζε διαρκώς σχολεία, γιατί οι γονείς της συνεχώς μετακινούνταν από τόπο σε τόπο. Τα παιδιά στην αρχή την περιέβαλαν με μεγάλο ενδιαφέρον, ήθελαν να μάθουν σε ποια άλλα μέρη είχε ζήσει, πώς ήταν η ζωή της. Ωστόσο, μέρα τη μέρα, το ενδιαφέρον ατονούσε, ώσπου κάποια στιγμή έπαψα ν’ ακούω γι’ αυτήν. Τελικά έφυγε πιο αθόρυβα απ’ όσο είχε έρθει. Πέρασε καιρός, αλλά με κάποιον τρόπο το πέρασμα αυτού του κοριτσιού από την τάξη του παιδιού μου αναδυόταν συνεχώς στο μυαλό μου.

Η δική της ιστορία είχε αρχίσει να φέρνει στην επιφάνεια και τις ιστορίες άλλων παιδιών από τα δικά μου παιδικά χρόνια: παιδιών που ήρθαν στην τάξη μας για λίγους μήνες από άλλα μέρη της Ελλάδας ή του εξωτερικού, κάποια δεν τα ξαναείδαμε, άλλα ξανάρθαν και ξαναέφυγαν. Παιδιών από ορεινά χωριά που κατέβαιναν να ξεχειμωνιάσουν στον κάμπο και την άνοιξη ξανανηφόριζαν στα βουνίσια σχολεία τους, που στο δικό μου το μυαλό ήταν κάπως σαν τα μέρη της Χάιντι. Τι να ένιωθαν άραγε αυτά τα παιδιά που προσγειώνονταν μια μέρα ουρανοκατέβατα σε μια άσχετη τάξη; Στα δικά μας μάτια, ήταν σχεδόν εξωτικά πλάσματα, αλλά για κείνα πόσο εύκολη ήταν αυτή η διαρκής μετάβαση; Μ’ αυτά και μ’ αυτά, όταν κάθισα μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή, το κείμενο βγήκε από μέσα μου σχεδόν από μόνο του. Όσο για τα βραχιολάκια, φαντάστηκα το κορίτσι της ιστορίας να καταπιάνεται με αυτά στις ατέλειωτες διαδρομές με το αυτοκίνητο και να αποζητά χαρίζοντάς τα ένα είδος δεσμού με τους περαστικούς φίλους.

Γεννήθηκες στη Σπάρτη αλλά πλέον ζεις στην Αθήνα. Έχεις αφήσει φίλους από τα παλιά που σας κρατούν αόρατες κλωστές δεμένους με αγάπη;

Οι αόρατες κλωστές είναι οι κοινές μνήμες κι εμπειρίες. Δεν είναι μόνο οι παιδικοί φίλοι, αλλά και φίλοι που έκανα στις σπουδές μου, κυρίως στο εξωτερικό, με πολλούς από τους οποίους στην πορεία χαθήκαμε. Αν με τους συμμαθητές και τους φίλους της παιδικής ηλικίας οι δρόμοι μας ακόμη διασταυρώνονται ή έστω μαθαίνω νέα τους από τρίτους, για τους άλλους, τους μακρινούς, πολλές φορές αναρωτιέμαι ακόμα κι αν ζουν, αφού οι χώρες ορισμένων βρέθηκαν μπλεγμένες σε πολέμους ή υπέστησαν φυσικές καταστροφές. Ωστόσο σκέφτομαι πως, όσο μπορώ να θυμάμαι και να αφηγούμαι μικρά γεγονότα, κουβέντες, ακόμα κι ευτράπελα στιγμιότυπα, ζουν κι οι πρωταγωνιστές τους μέσα μου. Οι ιστορίες είναι αυτές που τους κρατούν ζωντανούς.

 

 

Ήταν αντάξιες των προσδοκιών σου οι εικόνες της Χρύσως Χαραλάμπους;

Έχω γράψει ένα αρκετά ελλειπτικό κείμενο, το οποίο η Χρύσω με τις εικόνες της προεκτείνει αφηγηματικά, του δίνει επιπλέον διαστάσεις και νοηματοδότηση, ενώ κατορθώνει να ισορροπήσει εξαιρετικά ανάμεσα στις συναισθηματικές διακυμάνσεις της ηρωίδας και στη χαρά της ζωής όπως αυτή αποτυπώνεται στις εικόνες των ταξιδιών της ή στα παιχνίδια στο προαύλιο. Με ενθουσίασε ο τρόπος που το πράσινο αυτοκίνητο εισβάλλει σχεδόν σε κάθε σαλόνι, η τόλμη κι η εναλλαγή των χρωμάτων, η αβίαστη ποιητικότητα κάποιων εικόνων. Πριν συνεργαστούμε, ήξερα τη δουλειά της, τη θαύμαζα, αλλά ομολογώ ότι ξεπέρασε τις προσδοκίες μου.

Τι θυμάσαι περισσότερο από τα παιδικά σου χρόνια; Θα ήθελες σήμερα τα παιδιά σου να μεγάλωναν όπως και εσύ σε μια πόλη της περιφέρειας και όχι στην Αθήνα;

Μεγάλωσα σε χωριό. Θυμάμαι κυρίως πόσο αυτονόητη ήταν η σχέση με τη φύση, σε βαθμό που κάποια περιστατικά φαντάζουν στα παιδιά μου σχεδόν παραμυθένια. Κάποτε, για παράδειγμα, ξύπνησα μες στη νύχτα από μια μεγάλη φασαρία στον κήπο του σπιτιού μας. Μια αλεπού είχε επισκεφτεί το κοτέτσι της γιαγιάς μου… Και μιας και ανέφερα την αλεπού, συνειδητοποιώ τώρα ότι σε κάποιο σημείο του βιβλίου κάνω αναφορά στην «ουρά της αλεπούς που χάθηκε στη στροφή του ατελείωτου δρόμου».

Είναι μια βιωματική εικόνα, να γυρνάμε με τους γονείς μου βράδυ από κάποια επίσκεψη σε συγγενείς σε γειτονικό μέρος κι εκεί στην άκρη του επαρχιακού δρόμου να τσακώνουν φευγαλέα τα φώτα του αυτοκινήτου την ουρά μιας αλεπούς. Όσο για τα παιδιά μου, ζούμε στις παρυφές της πόλης, σε ένα προάστιο που τους επέτρεψε να μεγαλώσουν σε επαφή με τη φύση, χωρίς να τους λείπουν τα θετικά της ζωής σε μια μεγάλη πόλη. Το μεγάλωμα σε ένα μικρό μέρος της επαρχίας μπορεί να εξελιχθεί σε μοναχική υπόθεση, οπότε, για να είμαι ειλικρινής, προτιμώ τον τρόπο που μεγάλωσαν.

 

 

Ποιο το βιβλίο που νομίζεις πως καθόρισε τη σχέση τελικά με τα βιβλία; Αν υπάρχει.

Δε νομίζω ότι είναι ένα μόνο. Ήταν και είναι πολλά τα βιβλία, και μέσα από αυτά η σχέση διαρκώς επαναπροσδιορίζεται.

Έχεις τεράστια εμπειρία στον χώρο των εκδόσεων. Ποια η γνώμη σου για την εκδοτική κυκλοφορία παιδικού βιβλίου στην Ελλάδα; Παράγεται περισσότερο από όσο μπορούμε να καταναλώσουμε; Απουσιάζει κάτι;

Νομίζω πως το επίπεδο των εικονογραφημένων βιβλίων, τόσο από Έλληνες δημιουργούς όσο και των μεταφρασμένων, είναι πολύ καλό. Βρίσκω ελπιδοφόρο το γεγονός ότι στο κομμάτι του εικονογραφημένου δεν παύουν να εμφανίζονται μικροί εκδότες με τόλμη, όραμα και φρέσκια ματιά. Θα έλεγα ότι και στο βιβλίο γνώσης τα πράγματα είναι αρκετά καλά, σε αντίθεση με το λογοτεχνικό βιβλίο για παιδιά, ίσως και το εφηβικό, όπου δυστυχώς η παραγωγή, χωρίς να λείπουν οι φωτεινές εξαιρέσεις, είναι μάλλον ισχνή και σε κάποιες περιπτώσεις όχι αυτή που θα θέλαμε. Σε όλες τις κατηγορίες, φυσικά, υπάρχουν και βιβλία που θα μπορούσαν να μην έχουν εκδοθεί, κι επειδή όντως είμαστε μικρή αγορά, καλό θα ήταν όλοι οι εμπλεκόμενοι στη διαδικασία της έκδοσης να έχουν πιο αυστηρά κριτήρια και βεβαίως εμείς οι συγγραφείς να είμαστε πιο αυστηροί με τον εαυτό μας.

Aν για μια εβδομάδα αναλάμβανες το Υπουργείο Πολιτισμού τι θα έκανες για το βιβλίο;

Έτσι όπως έχουν τα πράγματα, φοβάμαι ότι είναι δύσκολο να εφαρμοστεί μια συνολική πολιτική για το βιβλίο από ένα μόνο υπουργείο, αφού, π.χ., άλλο είναι υπεύθυνο για τις βιβλιοθήκες, άλλο για την προώθηση της ελληνικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό, άλλο για τα οικονομικά των συγγραφέων και των εργαζομένων στον χώρο του βιβλίου. Αν πάντως ήταν στο χέρι μου, και ανεξαρτήτως αρμοδιοτήτων υπουργείων, θα επιδίωκα διεύρυνση του δικτύου βιβλιοθηκών, εμπλουτισμό και καλύτερη στελέχωση των υπαρχουσών, μεγαλύτερη εξωστρέφεια με έμφαση στη στήριξη, προβολή και μετάφραση της ελληνικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό και ένα στοπ στη φορολογική αφαίμαξη δημιουργών και εργαζομένων στον χώρο του βιβλίου. Συγγραφείς, εικονογράφοι, μεταφραστές, επιμελητές κτλ. δεν είμαστε επιχειρηματίες, δυστυχώς όμως ως τέτοιοι αντιμετωπιζόμαστε διαρκώς από το ελληνικό κράτος.

Υπάρχει μια ευχή σου που ακόμα περιμένεις να πραγματοποιηθεί;

Η μόνη μου ευχή είναι να είμαστε καλά, από κει και μετά δεν εύχομαι πράγματα, προτιμώ να εκπλήσσομαι από τη ζωή και από εμένα την ίδια.

Θέλεις να μοιραστείς τρεις προτάσεις βιβλίων που θεωρείς ότι κάθε παιδί στην εφηβική ηλικία είναι σημαντικό να διαβάσει;

Ο Δωρητής της Λόις Λόουρι, μια συγκλονιστική δυστοπία, το Δέντρο των ψεμάτων της Χάρντινγκ, ένα μυθιστόρημα εποχής με φεμινιστική ματιά που συνδυάζει μυστήριο, φανταστικό και φιλοσοφικά ερωτήματα, όπως και οτιδήποτε έχει γράψει η Ρούτα Σεπέτις – στα ελληνικά έχουν μεταφραστεί μόνο οι Παγωμένες σκιές (εξαντλημένο πλέον) και το Πρέπει να σε προδώσω – πάντως όσοι έφηβοι έχουν καλή σχέση με την αγγλική γλώσσα αξίζει να διαβάσουν το The Fountains of Silence και το Salt to the Sea. Είναι όλα μυθιστορήματα με ιστορικό πλαίσιο, μια ευκαιρία για τους εφήβους να γνωρίσουν πτυχές της ευρωπαϊκής κυρίως ιστορίας του εικοστού αιώνα.

Yπάρχει κάποιο βιβλίο που νιώθεις ενοχές που ακόμα δεν έχεις διαβάσει;

Πάρα πολλά. Εδώ και χρόνια μού λέω ότι πρέπει επιτέλους να διαβάσω τον Ζοφερό οίκο του Ντίκενς, όμως πάντα προκύπτει κάτι άλλο. Νομίζω ότι ήρθε πια η ώρα να το κάνω.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.