«Επάγγελμα: Ρεπόρτερ» του Μικελάντζελο Αντονιόνι: Ο νεκρός χωρίς ταυτότητα

Η πολυτέλεια του παιχνιδιού

Από την μια η πορεία μας στο χρόνο είναι το αργόσυρτο ταξίδι προς τη δημιουργία μιας διακριτής ταυτότητας, μιας ταυτότητας που μας ξεχωρίζει αλλά και μαζί μας ομαδοποιεί, από την άλλη η ταυτότητα αυτή, οσοδήποτε ηθελημένα και οσοδήποτε επίπονα κι αν έχει κατοχυρωθεί, δεν παύει να είναι κι ένα βάρος, μια δέσμευση, ένας εγκλωβισμός. Σε τι βαθμό όμως η ταυτότητά μας «ταυτίζεται» με τον εαυτό μας; Αν μας δινόταν ποτέ η δυνατότητα να αλλάξουμε ταυτότητα, να οικειοποιηθούμε μια νέα, να δραπετεύσουμε από το παρελθόν μας και να ξεκινήσουμε μια διαφορετική πορεία ως άγνωστοι μεταξύ αγνώστων, πόσο ελεύθεροι θα ήμασταν να γίνουμε κάτι ουσιωδώς άλλο από εκείνο που ως τώρα ήμασταν; Τι από όσα κουβαλάμε μέσα μας θα ξανακάνει την εμφάνισή του στις επαγγελματικές και διαπροσωπικές επιλογές μας; Θα βρούμε τρόπο να νιώθουμε πιο χαρούμενοι και πιο γεμάτοι; Πόσο καθοριστικά θα αρχίσει να διαμορφώνει και τον εαυτό μας η νεοφορεμένη μας ταυτότητα και οι συνθήκες του νέου μας τρόπου ζωής;

Το «Επάγγελμα: Ρεπόρτερ» (ιταλικός και ελληνικός πιασάρικος τίτλος, που έμεινε στη μνήμη μεν, εντελώς άστοχος επί της ουσίας όμως, σε αντίθεση με τον αγγλόφωνο τίτλο “Τhe Passenger” που μπαίνει πολύ περισσότερο στο ζουμί της ιστορίας) δεν είναι μια ταινία που θα ασχοληθεί πολύ με όλα αυτά. Ο ήρωάς της -ο Ντέιβιντ Λοκ που έγινε Ντέιβιντ Ρόμπινσον- δεν έχει προλάβει να ασχοληθεί πολύ μαζί τους, αφού βρίσκεται ακόμα στο εντελώς αρχικό στάδιο της διαπίστωσης των συνεπειών της απόφασής του να αλλάξει ταυτότητα. Δεν ξέρει ακόμα τι θα κάνει, μπορεί να γίνει γκαρσόνι στο Γιβραλτάρ, λέει, ή μυθιστοριογράφος στο Κάιρο. Εκείνο που ήξερε είναι ότι δεν ήθελε να παραμείνει άλλο αυτό που ήταν: ο αναγνωρισμένος και έγκυρος δημοσιογράφος που κάλυπτε δύσκολα και ενίοτε επικίνδυνα θέματα στο εξωτερικό και κυρίως στην Αφρική. Ο κάτοχος καλού σπιτιού στο Λονδίνο. Ο σύζυγος μιας γυναίκας με την οποία έχουν αποξενωθεί. Α, κι εκείνος που υιοθέτησε κάποτε μαζί της ένα παιδί. Πλην δυο φευγαλέων αναφορών, δεν μαθαίνουμε το παραμικρό για το παιδί αυτό, είναι σαν να μην υπάρχει. Και τρόπον τινά, αφού η ταινία δεν ασχολείται καθόλου μαζί του, δεν μας δείχνει πού είναι, δεν μας λέει πόσων χρονών είναι, δεν μας το δείχνει ούτε σε φωτογραφία, όντως δεν υπάρχει.

  

Την αίσθηση της αποξένωσης δεν την έχει μόνο ως προς τη γυναίκα του, την έχει και ως προς τη δουλειά του. Όσο κι αν χαίρει μεγάλης εκτίμησης από τους τρίτους, ο ίδιος ξέρει ότι είναι γεμάτη περιορισμούς και κανόνες που δεν μπορεί ή δεν τολμά να παραβεί. Προσπαθεί ας πούμε να καλύψει αντικειμενικά και δίκαια μια εμφύλια σύρραξη σε ένα αφρικανικό κράτος. Στην συνέντευξή του με τον δικτάτορα δεν μπορεί να επιμείνει πολύ στις ερωτήσεις του, δεν μπορεί να αμφισβητήσει όσα ο δικτάτορας λέει ως απαντήσεις, είναι εντός ή εκτός εισαγωγικών αναγκασμένος να τον αφήσει να πει το ποίημά του και να τον χρησιμοποιήσει ως βήμα. Αλλά κι όταν επιχειρήσει να μιλήσει με την άλλη πλευρά, θα του εξηγήσουν πως οι ερωτήσεις του, όσο ειλικρινείς και καλοπροαίρετες κι αν είναι, αποκαλύπτουν πολλά περισσότερα για τα όρια εντός των οποίων μπορεί ως δυτικός να κατανοήσει τον κόσμο, να εξηγήσει τον κόσμο, να αποφασίσει για το καλό και το κακό, το σωστό και το λάθος για τον κόσμο. Κι ο ίδιος έχει καταλάβει πια ότι ο τρόπος που κοιτάει την Αφρική και τους Αφρικάνους, άρα τελικά κι ο τρόπος που κάνει το ρεπορτάζ του για αυτούς, διέπεται από ένα εγγενές σκάλωμα: εξακολουθεί να τους βλέπει ως δυτικός. 

Ο Ντέιβιντ Λοκ δε νιώθει πια καλά με την πάρτη του. Κι όταν στο διπλανό δωμάτιο του ξενοδοχείου ο Ντέιβιντ Ρόμπινσον παθαίνει καρδιακή προσβολή, ο Ντέιβιντ Λοκ αντιμετωπίζει το θάνατό του ως τον από μηχανής Θεό που θα του επιτρέψει να απαλλαγεί από το μέρος της πάρτης του που ήταν η ταυτότητά του. Αλλάζει φωτογραφίες στα διαβατήριά τους, μεταφέρει το πτώμα του στο δωμάτιό του, ο Ντέιβιντ Λοκ πέθανε, ζήτω η νέα του ζωή ως Ντέιβιντ Ρόμπινσον.

Αλλά ποιος είναι ο Ντέιβιντ Ρόμπινσον; Έμπορος του είχε πει όταν είχαν μιλήσει. Τι μπορεί να εμπορευόταν στην μέση του πουθενά; Όπως θα ανακαλύψει εκ των υστέρων όπλα: προμήθευε με όπλα τους αντάρτες. Ανακαλύπτει επιπρόσθετα ότι δεν ήταν ένα ακόμη κάθαρμα έμπορος όπλων, αλλά είχε ιδεολογική συμπάθεια για τον σκοπό των ανταρτών, ότι έπαιρνε μεγάλα ρίσκα για να τους βοηθήσει.

Ο Λοκ δεν τα ήξερε όλα αυτά. Αλλά πόσο τον νοιάζει τώρα που τα έμαθε;  Δεν φταίει μεν εκείνος που ο Ρόμπινσον πέθανε και θα υπάρξει εκ των πραγμάτων επίδραση στην πορεία της εμφύλιας σύρραξης, ενδεχομένως φοβάται να ενημερώσει τους ανθρώπους των ανταρτών να μην περιμένουν όπλα απ’ τον ίδιο, αλλά και μοιάζει να μην τον νοιάζει τίποτα άλλο εκτός από το να ξεφύγει από όλους και από όλα. 

Μα δεν γίνεται έτσι. «Δεν θες να πιστέψεις σε κάτι όπως εκείνος;», θα τον ρωτήσει η φίλη του. Η φίλη του που τον ακολουθεί στο ταξίδι του κι όταν εκείνος αναρωτιέται ξανά και ξανά, τι διάολο γυρεύει μαζί του, ίσως η απάντηση είναι πως κι εκείνη την ταυτότητά της γυρεύει. Που δεν την έχει πλήρως διαμορφώσει ακόμα. Και πως βρίσκεται ακόμα σε μια ηλικία, που μπορεί χωρίς βαρίδια πίσω της να την αναζητά. Και το να τον ακολουθεί είναι μέρος της διαμόρφωσής της. Εκείνη θέλει να γράψει πάνω στην ταυτότητά της, ο Λοκ θέλει να διαγράψει πάνω στη δική του.

Ο δυτικός άνθρωπος έχει την πολυτέλεια να μπουχτίσει με την παλιά του ζωή, έχει την πολυτέλεια να παίξει, να κρυφτεί, να ψάξει να δει τι γίνεται με τη φασάρα του. Έχει την πολυτέλεια να πει με κούρασαν οι πόλεμοί σας, δεν είναι δικοί μου, όσο ασχολήθηκα ασχολήθηκα, δεν έχω ρεπορτάζ για σας, δεν έχω όπλα για σας, βγάλτε τα πέρα μόνοι σας, είστε κάτι άλλο συλλογικά όλοι εσείς, κι οι καλοί και οι κακοί, είμαστε άτομα εμείς στη Δύση, είμαι ένα άτομο κι εγώ, με τα αδιέξοδά μου, είμαι το μόνο άτομο που μπορεί να πρωταγωνιστήσει στη δική του ζωή, και για τη δική μου ζωή είμαι μόνο υπόλογος, ό,τι κι αν γράφει η ταυτότητά μου.  

Έχουμε στη Δύση την πολυτέλεια να παίζουμε, να αναπαριστούμε, να δημιουργούμε ιστορίες, να δημιουργούμε σινεμά, οι ξεχωριστοί από εμάς έχουμε την ικανότητα να δημιουργούμε το προτελευταίο πλάνο στο «Επάγγελμα: Ρεπόρτερ», το περίφημο μονοπλάνο των επτά λεπτών. Και το πλάνο είναι αριστουργηματικό και ο γενικότερος τρόπος που σκηνοθετεί τις πόλεις και τους εξωτερικούς χώρους ο Αντονιόνι ήταν και παραμένει σχεδόν μισό αιώνα μετά ριζοσπαστικός. Όπως η ταινία είναι γεμάτη φυσικούς ήχους που όμως είναι προφανώς λάθος να χαρακτηρίζονται «φυσικοί», έτσι και όσα καταγράφει η κάμερα του Αντονιόνι στους εξωτερικούς χώρους δεν είναι η ματιά ενός ντοκιμαντέρ που καταγράφει το τυχαίο, είναι μια συνομιλία της σκηνοθεσίας με την πραγματικότητα, είναι τελικά η ανάδειξη των πόλεων και των κτιρίων σε εξίσου ζωντανούς οργανισμούς, σε κάτι τελείως διαφορετικό από τα απλά ντεκόρ εντός των οποίων διαδραματίζεται η πλοκή και τα δράματα των ηρώων.

Υπάρχει στα μισά της ταινίας μια εκτέλεση αντιφρονούντα στην Αφρική. Βρίσκεται υποτίθεται στο υλικό που συγκέντρωνε ο Λοκ. Μοιάζει με αληθινή σκηνή, ο ίδιος ο Αντονιόνι δηλώνει σε μια συνέντευξη ότι είναι αληθινή. Και σκέφτομαι ότι έχουμε συλλογικά προσπεράσει ως κουλτούρα τη συγκεκριμένη σκηνή, ενώ έχουμε εστιάσει στο μονοπλάνο του τέλους. Είναι σαν η αντιμετώπισή μας να αντανακλά και τη στάση του ίδιου του Λοκ: οι Αφρικανοί είναι κάτι άλλο από εμάς, ό,τι γίνεται εκεί είναι κάτι άλλο, εμείς έχουμε σημαντικότερα ζητήματα να ασχοληθούμε τώρα, σε πιο καίρια θέματα να εστιάσουμε. Ναι, εκτός όλων των άλλων, είναι εξαιρετικά ευρηματικό να έχουμε μια εκτέλεση εκτός κάδρου. Την εκτέλεση εντός κάδρου γιατί την έχουμε απωθήσει έτσι όμως; Ποιος είναι ο άνδρας που εκτελείται εκεί; Πως τον λένε; Τι έγραφε η ταυτότητά του; Ως πότε θα παραμένει αποσιωπημένος και ανώνυμος;

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.