«Κι άλλο κόντυμα η φούστα», ακούγεται στο χώρο, ενώ το κόκκινο φόρεμα ήδη ξεχωρίζει, οι τέσσερις χορευτές λαμβάνουν θέση και η χορογράφος Ιωάννα Πορτόλου δίνει τις τελικές οδηγίες: «Γιάννη πιο δεξιά το πρόσωπο, ξεκινάμε !».
Η μουσική του Αντώνη Παλάσκα, από τον ίδιο να είναι παρών και να πατάει το play, αρχίζει να ακούγεται στο χώρο και τα κεφάλια των χορευτών αρχίζουν να στρέφονται αργά και ανεπαίσθητα. Τα σώματα αρχίζουν κι αυτά να περιστρέφονται ξετυλίγοντας σε μια τρυφερή βραδύτητα, μπροστά στα μάτια μας στιγμές από την ιστορία της τέχνης.
Βρισκόμαστε στην πρόβα της “Elizabeth” στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, σε χορογραφία Ιωάννας Πορτόλου και η ίδια μας λέει: «Η Ελισάβετ η Α’ είναι μια προσωπικότητα που είναι πολύ δεμένη με την εικόνα, η εικόνα της είναι σύμβολο. Το έργο έχει να κάνει πολύ με τον αποχωρισμό της εικόνας μας, εξού είναι και η μόνη που δεν αλλοιώνεται κατά κάποιον τρόπο και είναι η μόνη που αρνείται να πάρει το ρίσκο του “αφήνω την εικόνα μου”».
Εκείνη με το κόκκινο φόρεμα είναι η Ελισάβετ. Παράλληλα σε κίνηση δυο σώματα αγκαλιάζονται και μετά μια κραυγή πολύ αργή ξεδιπλώνεται σε όλο της το δράμα. Τα τέσσερα σώματα – μορφές αλληλεπιδρούν σ’ έναν αργό ρυθμό που σε ρουφάει κι ένας αναγεννησιακός πίνακας μπροστά σου ζωντανεύει.
«Το ότι χρησιμοποιούμε εικόνες που θυμίζουν πίνακες ενισχύει το θέμα τού πώς με βλέπουν οι άλλοι, πώς βλέπω εγώ τον εαυτό μου, πώς το χτίζω και πόσο κόπο χρειάζεται αυτό στην ουσία», αναφέρει η Ιωάννα Πορτόλου. «Έχει να κάνει με το ρίσκο: αφήνω την εικόνα μου κι αν ξέρω ποιος είμαι όταν αφήσω αυτή την ιδέα που έχω αλλά και πόσο το νιώθω σαν ρίσκο, το να μην έχω, δηλαδή, καθόλου έλεγχο στην εικόνα του εαυτού μου».
Οι χορευτές Ιωάννα Αποστόλου, Σεσίλ Μικρούτσικου, Γιάννης Νικολαΐδης, Ηλίας Χατζηγεωργίου σε πλήρη αρμονία με τους ηλεκτροακουστικούς ήχους του Αντώνη Παλάσκα «αθόρυβα» βιώνουν ακραίες σωματικές καταστάσεις και τα ρούχα τους γίνονται κρατήματα του ενός με του άλλου, η μουσική άλλοτε αγαλλιάζει, έρχεται βροχερή με καταιγίδα και άλλοτε γυάλινη που θρυμματίζεται, γίνεται κραυγή εκκωφαντική.
«Η μουσική ακολουθεί μια ιστορία Χ, ξεκινάει, αναπτύσσεται και καταλήγει κάπου, σαν μια διαδρομή. Θέλω να στέκεται εκεί αδιαμφισβήτητα, να υπάρχει εκεί για το λόγο που πρέπει να είναι», μας λέει ο Αντώνης Παλάσκας.
Οι αισθήσεις πλέον παραδομένες στον ρου της ιστορίας μέσα στον κινούμενο πίνακα και ο χρόνος ακολουθεί το ρυθμό της “Elizabeth”.
«Τραβιούνται τα σώματα σε δύο κατευθύνσεις πίσω και μπρος, τραβιούνται προς το παρελθόν και προς το μέλλον, άρα είναι σαν να βρίσκονται στο παρόν. Οι πίνακες είναι για εμάς το πώς μπορεί να είναι το παρόν για πάντα», συνεχίζει η χοροφράφος.
«Είδαμε αρκετή ζωγραφική της Αναγέννησης και του μπαρόκ, οι πίνακες του Καραβάτζιο είναι πάνω στη στιγμή της δράσης, στην κορύφωση του παθους, ενώ της Αναγέννησης έχουν μια ισσοροπία και μια γαλήνη. Αυτή η διαφορά ότι κάτι χτίζεται, κορυφώνεται, σβήνει και ξαναρχίζει είναι η δομή του έργου, κύκλος. Και μετά ξαναδιαλύεται και μετά ξαναγίνεται, με αυτό τον τρόπο έχουμε στηριχτεί σε πίνακες. Πώς δημιουργούνται και χάνονται μπροστά στα μάτια μας και πώς όλα αυτά τα ακραία συνασθήματα ή σωματικές καταστάσεις είναι όλα μέρος δικό μας, και ο φόνος και ο έρωτας και ο Θεός και ο πόνος είναι μέρος δικό μας.
Όλα αυτά είναι μέρος του αφήνω την εικόνα και βλέπω ότι είμαι όλα αυτά, ανακαλύπτω ότι είμαι τόσα πολλά πράγματα».
Και μετά;
«Δεν υπάρχει μετά. Επιλέγεις τι θες… ».