Έλενα Τοπαλίδου: «Η απορία είναι το πιο σημαντικό πράγμα στην έκφραση, οτιδήποτε είναι εξασφαλισμένο είναι ήδη νεκρό»

Τολμηρή κι εξομολογητική η Έλενα Τοπαλίδου μιλάει ανοιχτά για τους φόβους και τις ανασφάλειες που αποτελούν κομμάτι της δουλειάς στο θέατρο και τον ρόλο της στη νέα παράσταση «Ο παγοπώλης έρχεται»

Φωτογραφίες: © Ανδρέας Σιμόπουλος

Όλοι όσοι ζήσαμε το πρώτο ξέσπασμα του σύγχρονου χορού στην Ελλάδα, θυμόμαστε την Έλενα Τοπαλίδου ως την πρωθιέρεια της ομάδας Οκτάνα, μούσα του χορογράφου Κωνσταντίνου Ρήγου. Όμως εκείνη επέλεξε να εγκαταλείψει την καριέρα της χορεύτριας μόλις στα 34 της χρόνια –πολύ νωρίς για τα σημερινά δεδομένα του είδους. Έκτοτε, με πολύ προσεκτικά και ζυγισμένα βήματα –όπως άλλωστε ταιριάζει σε μια χορεύτρια- στράφηκε στην υποκριτική.

Δεν ακολούθησε τον ορθόδοξο δρόμο της δραματικής σχολής, αλλά το ένστικτο της έμπειρης καλλιτέχνιδας που ήδη διέθετε, προσθέτοντας τον λόγο στο σώμα. Όλες της οι εμφανίσεις υπήρξαν ιδιαίτερες, με προσωπικό στίγμα. Αυτή την εποχή ετοιμάζεται να παίξει τον «ομώνυμο» ρόλο του Χίκμαν στο «Ο Παγοπώλης έρχεται» του Ευγένιου Ο’Νηλ, υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Ακύλλα Καραζήση. Η συζήτησή μας υπήρξε τολμηρή και εξομολογητική, κι η Έλενα δεν δίστασε να μιλήσει ανοιχτά για όλα, ακόμα και για τους φόβους και τις ανασφάλειες που αποτελούν κομμάτι της δουλειάς στο θέατρο.

«Ο παγοπώλης έρχεται» είναι ένα έργο που λατρεύω.

Εγώ δεν το ήξερα καθόλου. Γενικά η γνώση μου στο θέατρο δεν είναι ευρεία, γιατί προέρχομαι από τον χορό. Επίσης, σχολή δεν έκανα ποτέ. Σπούδασα μέσα από τις παραστάσεις, -σπούδασα σε πολλά εισαγωγικά. Δάσκαλοί μου ήταν η δουλειά κι οι σκηνοθέτες που δούλεψα μαζί τους ως ηθοποιός.

Επειδή προέρχεσαι από τον χορό, το σώμα έχει μια εκδοχή για τους ρόλους. Ειδικά εσύ δεν είμαι σίγουρος ότι χρειαζόταν να πας σε σχολή.

Όταν αποφάσισα να κάνω το βήμα -που δεν ήταν ακριβώς απόφαση, απλά άφησα τον χορό- δεν ήταν ότι πήγα για κάπου αλλού εκείνη τη στιγμή. Το μόνο που ήξερα είναι ότι δεν ήθελα να χορεύω πια. Αλλά μέσα μου ήρθε πολύ ισχυρά η εμπειρία του λόγου σαν εκφραστική δυνατότητα. Κατάλαβα ότι κάτι γίνεται με τις κουβέντες που μπορώ να λέω. Και επειδή πιο πριν είχαμε κάνει και διάφορα πράγματα με τον Ρήγο στην Επίδαυρο, -συμμετείχα σε 9 ή 10 χορούς- παρατηρούσα πολύ τον τρόπο που εκφέρεται ο λόγος και με ενδιέφερε τρομερά. Εκεί είχα αρχίσει να καταλαβαίνω ότι γίνεται κάτι στο θέατρο. Το σώμα είναι το εργαλείο στον χορό, ενώ στο θέατρο ο λόγος είναι βασικό εργαλείο-και το σώμα φυσικά. Αλλά δεν μπορεί να είναι όπως μιλάμε στην καθημερινότητά μας, πρέπει να είναι κάτι άλλο. Αυτό με ενδιέφερε πολύ. Τα είχα συζητήσει αυτά και με την Ανέζα Παπαδοπούλου που με αγαπούσε τρομερά, και με τον Βογιατζή πιο μετά και με τον Μαρμαρινό. Και μετά ήρθε η Κονιόρδου που μου είπε: «Εγώ θα σε βοηθήσω, θα σου κάνω μαθήματα τζάμπα.

Πότε και πώς μια χορεύτρια αποφασίζει ότι δεν θέλει να χορεύει πια;

Μπορεί σε άλλους να συμβαίνει όταν νιώθουν πως το σώμα τους υποχωρεί λόγω ηλικίας. Εγώ ήμουν 34 τότε και ένιωσα ότι το κινησιολογικό μου αλφάβητο πλέον δεν μπορεί να με εκφράσει με τίποτα. Έπρεπε να αλλάξω κινησιολογικό αλφάβητο -δεν ξέρω, να κάνω Butoh ή να πετάω πέτρες στη θάλασσα. Με έφερνε σε τρομακτική απελπισία. Σε βαθύ σκοτάδι. Έτσι το αποφάσισα.

Είναι μια γενναία απόφαση. Ήσουν μια χορεύτρια που θα εξακολουθούσαν να σε θέλουν για πολλά χρόνια ακόμα.

Φυσικά. Ήμουν με τον Κωνσταντίνο Ρήγο πολλά χρόνια και πολύ αφοσιωμένη εκεί. Και με τον Παπαϊωάννου στην αρχή: «Μήδεια» και «Ορέστεια» του Ξενάκη που είχε κάνει στην Επίδαυρο. Αλλά όχι, είπα τελείως όχι τότε. Ήρθα από τη Θεσσαλονίκη, ταξίδεψα χιλιόμετρα για να φύγω -όντως ήταν κατηφόρα! Και εδώ έκανα κάποιες επαφές. Μίλησα με τον Γιάννη Χουβαρδά, ο οποίος μου είπε ότι πρέπει να κάνω σχολή. Και τότε έκατσα, σκέφτηκα για λίγο και είπα: δεν θα το κάνω αυτό. Θα τολμήσω -χωρίς να νομίζω ότι κάνω κάτι τολμηρό- να πάω ήσυχα προς τα εκεί. Κάτι γίνεται εδώ που με ακουμπάει πολύ, γιατί η σκηνή με νοιάζει. Χορογράφος δεν θα ήθελα ποτέ στη ζωή μου να γίνω. Ποτέ, ούτε καν σε θεατρικές παραστάσεις που μου ζητούσαν να βοηθήσω στηn κίνηση: το έκανα, αλλά με μια καρδιά που δεν ακουμπούσε, δεν είπα ποτέ ότι με ενδιαφέρει να χορογραφήσω. Δασκάλα ήμουνα μετά, ακόμα περισσότερο, με πολύ όμορφη εμπειρία και με χαρά πολύ μεγάλη. Αλλά η σκηνή δεν με αφήνει.

Εξ όσων γνωρίζω πριν από τον σύγχρονο χορό, εσύ ήσουν στο μπαλέτο. Από τι ηλικία;

Περίπου από τα εννιά.

Ένα παιδί εννιά χρονών, είναι διατεθειμένο να απαρνηθεί ένα μεγάλο μέρος της ελευθερίας που συνεπάγεται η παιδική του ηλικία, για να κάνει κάτι τόσο απαιτητικό;

Τότε δεν ήταν έτσι. Στην αρχή ήμουν με μια υπέροχη γυναίκα και δασκάλα, την Έλενα Βακαλοπούλου, η οποία αντιμετώπιζε την τέχνη του χορού συνολικά, πολύ σφαιρικά, με παραστάσεις που κάναμε, οι οποίες είχαν πολύ μεγάλο ποσοστό θεατρικής έκφρασης, με σεμινάρια και πράγματα που ζωγραφίζαμε, που φτιάχναμε… Μας άνοιγε το μυαλό προς κάθε κατεύθυνση. Το μπαλέτο ήρθε τότε στη ζωή μου στη σχολή αυτή, χωρίς όμως να πρέπει να το εξυπηρετήσω μέχρι τελικής πτώσεως ακόμα. Ήμουν πολύ ελεύθερη. Βίωνα τον χορό σαν έναν τρόπο έκφρασης και με ενδιέφερε πολύ το σύγχρονο. Το μπαλέτο με δυσκόλευε τρομερά, και αυτό ακριβώς με ενέπνευσε αργότερα. Εκείνα τα χρόνια, από τα 15-16, άρχισα να καταλαβαίνω ότι αυτό είναι μια πρόκληση, η οποία με ενδιαφέρει πολύ σοβαρά, γιατί μου φαίνεται βάθος αμέτρητο. Ήθελα οπωσδήποτε να μπορέσω να χωρέσω τον εαυτό μου σ’ αυτό το τριπ της τεχνικής του μπαλέτου.

Και το πέρασμα στο σύγχρονο πώς έγινε;

Τέλειωσα την Κρατική Σχολή, όπου κάναμε τότε μπαλέτο και από όλα. Αλλά ο Ρήγος ήταν εκεί ήδη και σχεδόν με είχε αναλάβει στο τρίτο έτος. Είχε πει: αυτό το κορίτσι με τα μεγάλα μάτια θα το έχω υπό την προστασία μου. Και εγώ τον ερωτεύτηκα τελείως! Θυμάμαι να περνάει στη σχολή με κάτι φουλάρια που ανεμίζανε και είχα στο μυαλό μου ότι φυσάει αέρας! Ήδη αρχίσαμε να δουλεύουμε όταν εγώ ήμουν τριτοετής, και με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου. Ξεκίνησε ήδη η καριέρα μου από το σύγχρονο, από το χοροθέατρο. Όμως δεν άφηνα στιγμή την τεχνική: κάθε μέρα έκανα τέσσερις ώρες μπαλέτο, και πήγαινα μετά στην πρόβα. Από τότε που τελείωσα τη σχολή. Με τον Γιάννη Μέτση.

Είναι αυτοί που εσάς σας έμαθαν να χορεύετε κι εμάς μας έμαθαν να βλέπουμε, όσο τους προλάβαμε.

Πήγαινα στις οχτώ η ώρα το πρωί στη σχολή του, και αυτός ήταν εκεί. Γυμναζόταν μόνος του στην μπάρα, και εγώ εκεί. «Καλημέρα κύριε Γιάννη», και έπειτα δεν μιλούσαμε. Έκανε τη δουλειά του εκείνος. Ίσως γι αυτό και εγώ έμαθα να γυμνάζομαι μόνη μου στο σπίτι κάθε μέρα. Με ενέπνευσε ο κύριος Γιάννης πάρα πολύ –ακόμα «κύριο Γιάννη» τον λέω. Και μετά καθόμουνα και έκανα μαζί του τέσσερις ώρες, το μάθημα με τις κυρίες που έκανε και το επόμενο, το δικό μας το επαγγελματικό. Όλο το πρωί ήμουνα μαζί του κάθε μέρα, μέχρι που πήγα στη Θεσσαλονίκη.

Κι εγώ αισθάνομαι μια τρυφερότητα για αυτούς τους ανθρώπους, τον Μέτση, τον Μανταφούνη…

Δάσκαλοί μου όλοι αυτοί…

Αν δεν τους είχαμε δει και εμείς, δεν ξέρω αν θα ήμασταν έτοιμοι να δούμε την Πίνα Μπάους. Μας άνοιξαν ένα δρόμο.

Σωστό! Ο Μέτσης, ο Μανταφούνης και ο Ντε Πιαν με άλλο τρόπο… Η Ραλλού Μάνου ίσως πιο παλιά… Ο Μέτσης είναι για μένα το μεγαλύτερο κεφάλαιο ως δάσκαλος. Είμαι τρομερά ευτυχισμένη που τον συνάντησα, γιατί η καλοσύνη του και η ευγένειά του και το δώρο που χάριζε καθημερινά στους μαθητές του, με έκαναν να θέλω και εγώ να μοιραστώ τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο όταν θα έχω εγώ μαθητές. Δεν είναι όλοι οι δάσκαλοι έτσι. Υπάρχουν κάποιοι που μπορεί να είναι πολύ καλοί δάσκαλοι, αλλά είναι τσιγκούνηδες. Ο Μέτσης δεν ήταν ποτέ.

Χόρεψες λοιπόν μέχρι τα 34 σου.

Από το 1993 μέχρι το 2004. Και τότε έφυγα από τη Θεσσαλονίκη Δεν ξαναχόρεψα επίσημα από τότε. Συμμετείχα στα «Κόκκινα φανάρια» του Ρήγου στο Εθνικό. Χόρεψα τώρα με τη Λίντα Καπετανέα και τον Γιόζεφ Φρούσεκ στο “Stones and bones” που ανεβάσαμε στη Στέγη. Αλλά και πάλι έχω μεγάλο μερίδιο θεατρικής παρουσίας και τραγουδιστικής. Ήξερα ότι πλέον οι πρόβες των πέντε και έξι ωρών καταπόνησης του σώματος δεν χωράνε στη ζωή μου.

Αυτό που μπορώ να πω από όσο σε έχω δει να παίζεις, είναι ότι πιθανώς επειδή προέρχεσαι από μια άλλη τέχνη και δεν έχεις περάσει από συμβατικές σπουδές, η ερμηνεία σου είναι πάντα πολύ προσωπική. Είναι μια προσέγγιση πολύ έντονη και δεν είναι αυτή που θα περίμενε κανείς από έναν ηθοποιό.

Πολλές φορές έχω σκεφτεί ότι αν είχα κάνει θέατρο στη ζωή μου μπορεί να ήμουν πιο ευτυχισμένη, ή αλλιώς. Δεν ξέρω. Ξέρω ότι σίγουρα ο χορός δεν γινόταν να μην βρεθεί στον δρόμο μου. Ακόμα κι αν μου έκανε πολλά, ακόμα κι αν μου έφερε μεγάλη τυραννία και βάσανα και διάφορα θέματα. Δεν μετανιώνω για τίποτα. Ξέρω ότι και πάλι να ξαναγεννιόμουνα, σίγουρα θα χόρευα. Κάτι συμβαίνει με μένα, και το σώμα μου αυτό το πράγμα δεν θα το γλύτωνε. Αλλά θα μπορούσα να γινόμουν μόνο ηθοποιός – γιατί υπήρχε αυτό το δίλημμα: θέατρο ή χορός, όταν τέλειωνα το σχολείο. Μπήκα στο μαθηματικό και κάποια στιγμή συζητήθηκε αυτό: μήπως το θέατρο; Αλλά δεν υπήρχε περίπτωση. Τώρα γι’ αυτό που λες, δεν ξέρω αν έχει να κάνει με αυτό, ότι πρέπει να με γδέρνει κάτι, να περνάει από μέσα μου για να ερμηνεύεται, αλλά με εξιτάρει τρομερά η ιστορία των ρόλων. Με συγκινεί αβάσταχτα, με ξεσηκώνει, μου παίρνει το μυαλό το ότι μπορεί να είμαι σε ρόλο και να λέω λόγια κάποιου άλλου.

Είπες ότι μπορεί αν είχες κάνει θέατρο να ήσουν πιο ευτυχισμένη. Δεν υπήρξες ευτυχισμένη στον χορό;

Υπήρξα σε στιγμές, βεβαίως, πολύ. Σε μεγάλη διάρκεια καθημερινότητας όχι.

Να ρωτήσω γιατί;

Γιατί αντιμετώπισα κάποια στιγμή και θέματα διατροφικά, πολύ ισχυρά, τα οποία με εγκλώβισαν πολύ. Πιστεύω ότι είχε να κάνει με το ζητούμενο του μπαλέτου, του χορού, που καθόρισε τη ζωή μου από πολύ μικρή, από δεκάξι χρονών. Αυτό κυρίως, το οποίο είναι αρκετά σοβαρό. Και αυτή η τελειομανία μου που πάντα υπήρχε. Με την καταπόνηση του χορού κάποια στιγμή έφερα τον εαυτό μου σε μεγάλο αδιέξοδο κόπωσης και ταλαιπωρίας. Και δεν τον άφηνα ήσυχο, τον πολέμησα πάρα πολύ. Μπορεί να τον πολεμούσα με άλλον τρόπο στο θέατρο, δεν ξέρω, μπορεί και όχι. Ένας άνθρωπος που είναι γεννημένος έτσι, θα βρει τον τρόπο να τυραννηθεί, να αυτοβασανιστεί, γιατί αυτό είναι το χαρακτηριστικό του.

Ας πάμε στο «Ο Παγοπώλης έρχεται». Είναι ένα έργο που έχει απίστευτη δύναμη.

Θα ήθελα να μου πεις πράγματα γι’ αυτό. Με ενδιαφέρει η δική σου γνώμη. Εγώ έχω ενθουσιαστεί. Έχουμε κάνει μια διασκευή στο κείμενο, γιατί είναι πολύ μεγάλο. Εγώ δεν είχα ιδέα, δεν το ήξερα. Διάβασα τη μόνη μετάφραση που κυκλοφορεί, του Μάριου Πλωρίτη. Μετά το ξαναμετέφρασε όλο ο Αντώνης Γαλέος. Εμείς το διαβάσαμε, ο καθένας ξεχωριστά μόνος του -όχι όλοι μαζί στην πρόβα- και σιγά-σιγά ο Ακύλλας άρχισε να κάνει κάποια κοψίματα που αυτός πίστευε ότι πρέπει να γίνουν, και εμείς κάποιες προτάσεις από τη δική μας πλευρά σε σχέση με τους ρόλους μας. Και πάρα πολλές κουβέντες σε σχέση με το ποτό, σε σχέση με ανθρώπους που έχουν μιλήσει για τη μέθη, τον Παπαγιώργη, πράγματα τα οποία αφορούν σε κοινόβια και στους ανθρώπους που βιώνουν μαζί μια τέτοια κατάσταση παραίτησης ή αναμονής για κάτι που θα έρθει. Κάναμε πάρα πολλές κουβέντες άσχετες, άπειρες, μέχρι που φτιάχτηκε το «χρήσιμο» για μας κείμενο και τώρα δουλεύουμε πάνω σε αυτό για την παράσταση.

Ο Ακύλλας μου είχε πει από την αρχή ότι θα κάνω τον Χίκμαν. Εγώ νόμιζα ότι αυτός είναι παγοπώλης! Δεν ήξερα καν ότι είναι πλασιέ -γιατί μου είχε πει: θα κάνεις τον Παγοπώλη! Εκτιμώ πάρα πολύ τον τρόπο που ο Ακύλλας υπάρχει στον χώρο χρόνια τώρα. Έχουμε δουλέψει ξανά μαζί και πιο παλιά, στο Εθνικό Θέατρο. Καταπληκτική συνεργασία, γιατί ο τρόπος του με έκανε να ψαρέψω από μέσα μου πολλά πράγματα ώστε να μπορέσω να είμαι δημιουργική. Επίσης νιώθω ότι του αρέσει πολύ αυτό που είμαι. Είναι όμορφο να το νιώθεις αυτό. Όχι πως σε κάποιους άλλους δεν το νιώθω, αλλά είναι ο τρόπος που καταλαβαίνω ότι νιώθει μια ευχαρίστηση σε σχέση με πράγματα που δοκιμάζω. Οι προτάσεις που μου έχει κάνει κατά καιρούς είναι πάρα πολύ όμορφες. Είχε τύχει να μην μπορώ πιο παλιά, οπότε τώρα που μπόρεσα το ένιωσα σαν δώρο. Και οι ομάδες που φτιάχνει είναι εξαιρετικές: έχει φτιάξει μια ομάδα που είναι εμπειρία να συναντάς κάθε μέρα τους ανθρώπους αυτούς. Ήδη μου λείπουν που θα τους χάσω το Πάσχα! Ξέρεις, αυτά τα πένθη των ηθοποιών… Είναι εξαιρετικά τα παιδιά, και έχουν και εμπειρία από τον Ακύλλα: γνωρίζουν τον τρόπο του, την ανάσα του, τον ρυθμό του, τα πάντα του. Εγώ λιγότερο από όλους εκεί, ίσως και η Ελίνα Ρίζου που δεν έχει ξαναδουλέψει μαζί του. Και αυτή είναι ένας άνθρωπος με τεράστια ομορφιά.

Τι είναι λοιπόν ο «Παγοπώλης»; Είναι η ιστορία των ανθρώπων που είναι εκεί μέσα, έρημοι, ονειροπόλοι, μεθυσμένοι, νυσταγμένοι, σιωπηλοί, ψιθυρίζοντες, συγκρουόμενοι και σε αναμονή, για εκείνον: τον άνθρωπο που είναι ένας τσιρκολάνος της ζωής, χαριτωμένος, πειραχτήρι, ικανός πλασιέ… Και αντί να έρθει όπως τον περιμένουν για να κραιπαλιάσουν ακόμα περισσότερο, να τα γκρεμίσουν όλα και να τα τσακίσουν, αυτός έρχεται και τους λέει: Σόρι παιδιά, αλλά έκοψα το ουίσκι! Κι αρχίζει η τραγωδία και το θρίλερ συγχρόνως, γιατί η αποκάλυψη μετά είναι απίστευτη…

Βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα την ιδέα του Ακύλλα να σου δώσει αυτόν τον ρόλο. Το πρόβλημα με αυτούς τους Αμερικανούς συγγραφείς είναι ο ρεαλισμός. Με αυτήν όμως την επιλογή ο Ακύλλας είναι σαν ήδη να βρήκε τον τρόπο να ξεκολλήσει από αυτόν.

Αυτό που λες μου αρέσει πάρα πολύ. Γιατί είμαι και σε αυτή τη φάση τώρα της δημιουργικής κατάστασης της πρόβας με την ανημπόρια και την αμηχανία, τα χιλιάδες κόμπλεξ και τα εκατομμύρια συμπλέγματα του «τι κάνω εγώ τώρα και ποια είμαι, και γιατί εγώ Θεέ μου, τι είναι αυτό το πράγμα, είμαι ανίκανη», όλα αυτά που περνάμε οι άνθρωποι στην αναμέτρηση με το μέγεθος του έργου.

Είναι μέρος της διαδικασίας της πρόβας.

Κι είναι τώρα όλα! Κάνουμε φωτογραφίσεις, συνεντεύξεις, με ρωτούν: τι είναι ο «Παγοπώλης»;  Λέω: παιδιά δεν έχω βρει τι κάνω, δεν ξέρω τι είναι… Νιώθω τελείως απατεώνισσα να θεωρώ ότι κάτι ξέρω γι’ αυτό. Αλλά δεν πειράζει γιατί ο Ακύλλας μού ξεκουράζει πάρα πολύ τη σκέψη: λέει ότι δεν χρειάζεται τίποτα να ξέρουμε. Το οποίο κι εγώ το πιστεύω, το διδάσκω στους μαθητές μου ότι η απορία είναι το πιο σημαντικό πράγμα στην έκφραση, ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο και τίποτα δεν μπορείς να εξασφαλίσεις, πως οτιδήποτε είναι εξασφαλισμένο είναι ήδη νεκρό. Στον χορό είναι πολύ δύσκολο να το συλλάβει αυτό ένα παιδί που είναι δεκαεφτά χρονών και πρέπει να ζητήσει αποτέλεσμα στο μπαλέτο: πώς θα γίνει άμα δεν κάνει τέσσερις στροφές; Αποτέλεσμα! Αλλά όμως όχι: ακόμα και εκεί, η απορία και η έρευνα κατά τη διάρκεια της ερμηνείας και της αναζήτησης της τεχνικής, το να μην ξέρω, είναι για μένα πολύ, πολύ σημαντικό όπλο. Και είναι καλό να το θυμάμαι όταν εγώ παθαίνω το ίδιο πράγμα και γυρεύω αποτέλεσμα για τον εαυτό μου στη φρίκη του ότι δεν είμαι καλή, δεν είμαι επαρκής.

Αναρωτιέμαι κι εγώ: αυτή η διαδικασία της αβεβαιότητας, της αμφιβολίας και της αστάθειας καταλαβαίνω πως είναι απαραίτητη. Αλλά μέσα του πώς τη διαχειρίζεται κανείς, πώς το αντέχει;

Είναι και αυτό ένα ναρκωτικό με έναν τρόπο. Συνηθίζουμε να είμαστε με αυτό πλέον, δεν μπορούμε αλλιώς. Είμαστε συνέχεια πάνω σε ένα τεντωμένο σκοινί. Τουλάχιστον εγώ νιώθω πάρα πολύ έτσι. Πιο πολύ στο θέατρο, στο σινεμά λιγότερο, στο σινεμά νιώθω μεγαλύτερη ευχαρίστηση και μεγαλύτερη ασφάλεια τις περισσότερες φορές. Και εκεί γίνονται επικίνδυνα τα πράγματα, αλλά όχι το ίδιο. Στο θέατρο προστίθεται ο κίνδυνος, η ανασφάλεια, και το ότι κουνάει από κάτω το έδαφος είναι πολύ πιο έντονο. Αλλά μου είχε λείψει πολύ. Είχα καιρό να κάνω, έλεγα πολλά όχι. Το τελευταίο που έκανα ήταν το «γάλα αίμα» με τον Γιάννο Περλέγκα στην Επίδαυρο. Από τότε είχα αρνηθεί κάποια πράγματα. Γιατί ξέρεις; Προχθές που είχα μεγάλο πανικό σκέφτηκα: ήδη όμως έχεις μελετήσει τόσο πολύ αυτό το κείμενο. Έχεις μάθει κάποια λόγια που σε ενδιαφέρουν τόσο, έχεις λάβει μέρος σε συζητήσεις, έχεις ήδη γίνει πιο σοφή! Όσο κι αν δεν τα καταφέρεις όπως εσύ το φαντάζεσαι, όσο και αν αποτύχεις μέσα σε εισαγωγικά, έχεις γίνει ήδη καλύτερη. Αυτό είναι υπέρ σου. Άφεση αμαρτιών!

Info παράστασης:

Ο Παγοπώλης έρχεται | Θέατρο Προσκήνιο

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.