«Εκμηδένιση» του Μισέλ Ουελμπέκ: Η επιστροφή του μεγάλου προβοκάτορα

Απολαυστικό ως ένα βαθμό αλλά σαφώς άνισο και ατελές, το τελευταίο έργο του Ουελμπέκ σηματοδοτεί παρ' όλα αυτά μια μερική διαφοροποίηση από τη γνωστή του κοσμοθεωρία

Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι ο Μισέλ Ουελμπέκ είναι ο πιο αμφιλεγόμενος, πολυδιαβασμένος, προκλητικός αλλά και διεθνώς αναγνωρίσιμος Γάλλος συγγραφέας των τελευταίων είκοσι πέντε ετών. Τα έργα του αποδομούν βάναυσα κάθε ιερό και όσιο της δυτικής τεχνολογικής μεταβιομηχανικής κοινωνίας, εκθέτουν τις υποκρισίες και τα σαθρά θεμέλια των κοινωνικών συμβάσεων, γκρεμίζουν κάθε τοτέμ που έχουμε χτίσει. Ο ίδιος έχει προκαλέσει επανειλημμένα και ξέρει να παίζει το επικοινωνιακό παιχνίδι των εντυπώσεων παρά το ότι έχει πληρώσει πολλές φορές το τίμημα του να αποτελεί ένα διαρκές αγκάθι στην πολιτική ορθότητα. Κανείς βεβαίως δεν μπορεί να του αμφισβητήσει ότι αναλύει με τέτοια οξυδέρκεια τις κοινωνικές τάσεις και έχει επανειλημμένα στα έργα του προβλέψει διεθνή γεγονότα (τις βομβιστικές επιθέσεις στο Μπαλί ή την επίθεση στα γραφεία του Charlie Hebdo μεταξύ άλλων), με ανατριχιαστική διαύγεια.

Γιατί ο Ουελμπέκ είναι ένας κοινωνιολογικός, έως και ανθρωπολογικός συγγραφέας. Ένας αντισυμβατικός διανοούμενος που μπορεί να διακρίνει και να επεξεργάζεται αναλυτικά τα ρεύματα στην κοινωνία έτσι ώστε να καταφέρνει να εντοπίζει το zeitgeist κάθε εποχής. Περί της ευφυίας και της παρατηρητικότητάς του δεν μπορεί να γίνει λόγος, σε όποιον έχει διαβάσει έστω και ένα από τα βιβλία του, η διεισδυτικότητα της σκέψης του είναι δεδομένη. Το κατά πόσο είναι ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της εποχής μας όμως εξαρτάται από το πώς αντιλαμβάνεται κανείς τη λογοτεχνία. Διότι αν κάποιος δίνει έμφαση στην ανάπτυξη χαρακτήρων, τη λεπτομερή απόχρωση συναισθημάτων, την περιγραφή και δημιουργία ενός ιδιόμορφου μυθοπλαστικού σύμπαντος, την ενασχόληση με τη φόρμα και τους υφολογικούς πειραματισμούς, θα απογοητευτεί.

Ο Ουελμπέκ δεν έχει αυτές τις αρετές, αμφιβάλλω και αν ενδιαφέρθηκε ποτέ για κάτι τέτοιο. Κάθε κεντρικός χαρακτήρας στα έργα του είναι ο ίδιος ο Ουελμπέκ, δεν δίνει σημασία σε λεπτομέρειες που χτίζουν ανάγλυφα τα πορτρέτα ολοκληρωμένων χαρακτήρων, δεν αποπειράται να αποδώσει διαφορετικές φωνές, δεν μεταμορφώνεται, παραμένει σε όλα του τα έργα ο Ουελμπέκ. Αφηγηματικά είναι απλός και συμβατικός με προσιτή γραφή, ενώ συχνά ξεφεύγει από τα όρια της μυθοπλασίας και εισέρχεται στο πεδίο της δοκιμιογραφίας. Ο ίδιος δεν αφήνει τον αναγνώστη να κάνει τη δύσκολη δουλειά της σύνθεσης νοήματος, υπεραναλύει κάθε έννοια, εκφέρει διαρκώς άποψη, έστω και μέσω των πρωταγωνιστών του – προεκτάσεων του συγγραφικού του υπερεγώ.

Το enfant terrible της γαλλικής λογοτεχνίας είναι, αντιθέτως, ένας ανατόμος της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της Γαλλίας (και του δυτικού πολιτισμού κατά προέκταση) σε macro κλίμακα. Το αν συμφωνεί κανείς ή όχι με τα συμπεράσματά του είναι άλλου παπά Ευαγγέλιο. Όμως δεν διστάζει να ρίξει αλάτι σε πληγές, να αντικρίσει κατάματα κάθε φοβία και ταμπού. Πρέπει να το θαυμάσει κανείς αυτό, τη διάθεσή του να μην υποκύπτει στις εκκωφαντικές κραυγές εναντίον του από κάθε κατεύθυνση, να επιλέγει τη μετωπική σύγκρουση με κάθε μορφής ψευδαίσθηση.

Φιλοσοφικά συνεπώς, ο Ουελμπέκ εντάσσεται στη μακρά παράδοση σκεπτικιστών και πεσιμιστών. Στη γραφή του διακρίνει κανείς ολίγον από τον μισάνθρωπο Λουί Φερντινάντ Σελίν και, πολύ περισσότερο, την τεράστια επιρροή του Σοπενάουερ (για τον οποίο ο Ουελμπέκ έχει γράψει και μια ενδιαφέρουσα μελέτη). Ο πεσιμισμός του για την ανθρώπινη φύση οδηγεί αναπόφευκτα σε μιας μορφής μηδενισμό. Έτσι, ετυμολογικά, περνάμε και στην Εκμηδένιση.

Το τελευταίο μυθιστόρημα του Ουελμπέκ είναι και το μεγαλύτερο που έχει γράψει σε έκταση. Κι αυτό επειδή ακολουθεί τρία κύρια νήματα πλοκής. Το πρώτο είναι καθαρά πολιτικό και αφορά τις επικείμενες εθνικές εκλογές του 2027. Ο νυν πρόεδρος, (δεν αναφέρεται αλλά αφήνεται να εννοηθεί ότι είναι ο Μακρόν), συμπληρώνει τη δεύτερη θητεία του και επιθυμώντας να συνεχίσει τη διακυβέρνηση παρά το ότι αυτό δεν προβλέπεται συνταγματικά, ενορχηστρώνει να χρίσει διάδοχό του ένα πολιτικό ανδρείκελο, να τροποποιήσει το σύνταγμα και να επιστρέψει μετά από πέντε χρόνια για τρίτη θητεία. Στενός του συνεργάτης είναι ο Μπρυνό, εξαιρετικά επιτυχημένος υπουργός οικονομίας, ο οποίος θα αναλάβει κομβικό ρόλο στις εξελίξεις.

Το δεύτερο νήμα έχει να κάνει με μια σειρά από αινιγματικές τρομοκρατικές επιθέσεις ανά την υφήλιο, που κανείς δεν μπορεί να διαλευκάνει ούτε και να εξηγήσει. Ο λόγος που οι επιθέσεις αυτές δείχνουν ακατανόητες είναι η δυσκολία του να βρεθεί ένα πειστικό ιδεολογικό κίνητρο, ενώ η τεχνολογική τεχνογνωσία των τρομοκρατών είναι εξόχως ανησυχητική. Το τρίτο νήμα αφορά την προσωπική και οικογενειακή ζωή του πρωταγωνιστή του μυθιστορήματος, Πωλ, ο οποίος είναι έμπιστος σύμβουλος του Μπρυνό και ο οποίος κατόπιν εγκεφαλικού επεισοδίου του πατέρα του καλείται να επισκεφθεί το πατρικό του σπίτι  σε ένα χωριό κοντά στη Λυών και να ξανασμίξει με τα αδέρφια του μετά από πολλά χρόνια ενώ παράλληλα καλείται να σώσει τον υπό διάλυση γάμο του. Έτσι, τέμνοντας αυτά τα νήματα, ο Ουελμπέκ βρίσκει έδαφος να θίξει σχεδόν όλα όσα τον απασχολούν: την εσωτερική πολιτική σκηνή, τους οικογενειακούς δεσμούς, τον συσχετισμό έρωτα και σεξ, τη θνητότητα, τις φυγόκεντρες τάσεις αυτοκαταστροφής στην ανθρωπότητα, την παρακμή του γαλλικού πολιτισμού.

Όμως ο Ουελμπέκ αποτυγχάνει να συνδέσει αρμονικά τα νήματα της πλοκής και συνεπώς αδυνατεί να κλείσει εύστοχα το μυθιστόρημα. Η σχετικά μεγαλύτερη έκταση του βιβλίου σε σχέση με τα προηγούμενα δεν δικαιολογείται ούτε αφηγηματικά ούτε φιλοσοφικά, με τον Ουελμπέκ να ξεφεύγει σε περιττολογίες και χλιαρές φλυαρίες, κάτι που, ομολογουμένως δεν συνηθίζει. Όσο άρτια κι αν έχει στήσει το πρώτο μισό του έργου, τόσο ανέτοιμος αποδεικνύεται να το ολοκληρώσει. Στις ευχαριστίες του στο τέλος του βιβλίου, ο Ουελμπέκ λέει χαρακτηριστικά πως χάρη σε κάποιο γνωστό του πρόσωπο: «…ένιωσα για πρώτη φορά πως, ότι κι αν γινόταν, έπρεπε να τελειώσω το βιβλίο». Αυτό με κάνει να υποθέσω ότι είχε δυσκολευτεί με το τέλος, ότι ενδεχομένως να είχε την αίσθηση ότι κάπου είχε πάρει λάθος στροφή. Όμως παρά τις εμφανείς αδυναμίες παρατηρείται κάτι ενδιαφέρον στην κοσμοθεωρία του:

Αν και βεβαίως στον πυρήνα του ο Ουελμπέκ παραμένει μαθητής του Σοπενάουερ ταυτίζοντας την παρακμή της πατριαρχικής δομής του δυτικού πολιτισμού και τον εκφυλισμό του λευκού Ευρωπαίου με την απουσία της βούλησης για ζωή σύμφωνα με το μοντέλο του Γερμανού φιλοσόφου, φαίνεται μάλλον για πρώτη φορά μια χαραμάδα φωτός στην οπτική του: ο έρωτας, ή η αγάπη, δείχνει να επιβιώνει από το απόλυτο μηδέν, αποδεικνύεται μάλιστα ως το μοναδικό πράγμα που μπορεί να καταστήσει το τίποτα ανεκτό. Μήπως αυτή η μικρή αλλά κομβική αλλαγή στάσης να βραχυκύκλωσε τον Ουελμπέκ δημιουργικά, οδηγώντας τον σε ένα μπερδεμένο φινάλε με λυρικούς συναισθηματισμούς; Έστω κι έτσι, αποτελεί μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη.

«Εκμηδένιση» του Μισέλ Ουελμπέκ από τις εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.