“CODA” της Σίαν Χέντερ: Aς βραβεύσουμε κάτι διαφορετικό, ας βραβεύσουμε κάτι ίδιο

Όσκαρ καλύτερης ταινίας; Όχι στα σινεμά

Φτάσαμε λοιπόν και στην εποχή που το Όσκαρ καλύτερης ταινίας δεν θα προβληθεί καν στους ελληνικούς κινηματογράφους. Φτάσαμε στην εποχή που το Όσκαρ καλύτερης ταινίας δεν θα προβληθεί στους ελληνικούς κινηματογράφους και δεν θα πολυχαλαλαστεί και κανείς. Όποιος, έστω και από καθαρά διαστροφική περιέργεια, τυχαίνει να ενδιαφέρεται ακόμη για πράγματα όπως το Όσκαρ καλύτερης ταινίας, ας αναζητήσει το “CODA” στην πλατφόρμα, στην οποία νομίμως παίζεται (το Apple TV+) ή -παραβιάζοντας νόμους ανθρώπινους και θεϊκούς- κατεβάζοντας το σε ένα τόρεντ.

Σε σινεμά πάντως δεν μπορεί να το δει, δεν είναι για αυτές τις δουλειές οι κινηματογράφοι και γενικά ας αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε τις κινηματογραφικές αίθουσες όπως τις εφημερίδες, αν όχι και τα βιβλία: με διάθεση αποχαιρετισμού. Ό,τι μπορεί να χωρέσει στον ψηφιακό κόσμο θα χωρέσει, ό,τι μπορεί να βρει τον χώρο του εκεί θα τον βρει, ό,τι μπορεί να καταπιεί η μαύρη τρύπα του κινητού θα το καταπιεί, νισάφι πια με την γκρίνια για τα απομεινάρια περασμένων αιώνων, οι εποχές πάντα άλλαζαν, τι δεν καταλαβαίνεις, οι γέροι χωριστά, οι νέοι άλλο πράγμα, όποιος τους θέλει αντάμα πληρώνει ακριβά και λοιπά και λοιπά.

Αν και το κείμενο θα συνεχίσει να κινείται μέσα σε κλίμα μίρλας, υπάρχει πάντως κάτι που πρέπει να πιστωθεί στην Ακαδημία. Τις τρεις τελευταίες χρονιές νικήτρια στο τέλος της διαδρομής αναδεικνύεται μια ταινία που όταν έπαιρνε το πράσινο φως για να γυριστεί κανείς μα κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι θα έφτανε ως εκεί: το “CODA” της Σίαν Χέντερ για το 2021, το “Νomadland” της Κλόι Ζάο για το 2020, τα «Παράσιτα» του Μπονγκ Τζουν – χο για το 2019. Ακόμα και το «Πράσινο Βιβλίο», το οποίο πήρε το Όσκαρ του 2018, μπορεί να είναι ο ορισμός του οσκαρικού φιλμ, αλλά δεν παύει να το έχει γυρίσει ο πιο απρόσμενος σκηνοθέτης για αυτή τη δουλειά, ο Πίτερ Φαρέλι, ένας εκ των δύο αδελφών που ειδικεύονταν σε απολαυστικά ανίερες κωμωδίες. Και συνεχίζοντας έτσι, με την παρεμβολή μόνο του Όσκαρ του 2017 για τη «Moρφή του Νερού» του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο, φτάνουμε ως το 2016 και το “Μοοnlight”του Μπάρι Τζένκινς με πέντε στα έξι τελευταία όσκαρ καλύτερης ταινίας, στα οποία κανείς δεν είπε όταν τα έφτιαχναν, πάμε τώρα να είμαστε από τους βασικούς διεκδικητές των Όσκαρ (στην τελευταία δε περίπτωση, του “Μoonlight”, καθιστά ακόμη συμβολικότερη την βράβευσή του το γεγονός ότι μιλάμε για την περιβόητη τελετή με τον λάθος φάκελο, όπου αρχικός νικητής ανακοινώθηκε πως ήταν το “La La Land”).

Το απρόβλεπτο στοιχείο που έχουν αποκτήσει τα Όσκαρ, το άνοιγμά τους σε έργα που παλιότερα δεν θα είχαν καμία πιθανότητα να βραβευτούν, είναι αναμφίβολα θετικό στοιχείο και όπως και να έχει καταργεί σε ένα βαθμό την έννοια της συνταγής. Όχι βέβαια ότι στην περίπτωσή μας το “CODA” δεν ακολουθεί συνταγή. Και με το παραπάνω την ακολουθεί και αυτή είναι και μια πάρα πολύ βασική ένσταση που έχω για την ταινία. Αλλά ακόμα κι έτσι, ήταν μια συνταγή με την οποία η Σίαν Χέντερ περίμενε να κάνει ένα ωραίο μενού, με την ελπίδα να πιάσει ξέρω γω μια δουλειά σε ένα αξιοπρεπές εστιατόριο, όχι να της δοθούν δέκα αστέρια Μισελέν. Και η έλλειψη προβλεψιμότητας στις βραβεύσεις είναι μεν ατού, αλλά δεν μπορεί να είναι κι αυτοσκοπός, κι έτσι από την περίπτωση των «Παρασίτων» πρόπερσι που είχαμε να κάνουμε με ένα σύγχρονο αριστούργημα, πέρσι με το “Νοmadland” πέσαμε κλίμακα, και είχαμε να κάνουμε με μια εξαιρετική ταινία αλλά ως εκεί, για να φτάσουμε φέτος στην περίπτωση του “CODA” που δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια χρυσή μετριότητα.

Oικογένεια κωφών σε παράκτια πόλη που ζει απ’ την αλιεία. Ο πατέρας κωφός, η μητέρα κωφή, ο μεγάλος αδελφός το ίδιο, η μικρότερη αδελφή όμως, η δεκαεπτάχρονη Ρούμπι, ακούει κανονικά και μιλάει κανονικά. CODA είναι ακριβώς ο όρος για τα μη κωφά παιδιά κωφών γονέων (Children of Deaf Adults). Η Ρούμπι ξυπνάει κάθε μέρα απ’ τις τρεις το πρωί, ξυπνάει μάλλον κάθε βράδυ απ’ τις τρεις το βράδυ, πολύ πριν ξημερώσει, ώστε με το ξημέρωμα να βρίσκεται με την οικογένειά της στο μικρό αλιευτικό τους σκάφος. Στη συνέχεια όταν βγει η ψαριά και αφού γίνουν τα παζάρια με τους μεσάζοντες που θα αγοράσουν τα ψάρια, τρέχει να προλάβει το σχολείο. Βρίσκεται στην τελευταία τάξη του Λυκείου, αλλά δεν είναι καλή μαθήτρια. Δεν κάνει τα πράγματα καθόλου καλύτερα και ότι την παίρνει συχνά ο ύπνος απ’ την κούραση, αλλά ούτως ή άλλως το μέλλον της είναι προδιαγεγραμμένο: θα συνεχίσει να κάνει ό,τι έκανε ως τώρα, βοηθώντας την οικογενειακή επιχείρηση, βοηθώντας την οικογένειά της.Έλα όμως που η Ρούμπι έχει κι ένα μεγάλο ταλέντο, το τραγούδι. Έλα όμως που ο καθηγητής της μουσικής την ωθεί στο να ασχοληθεί με το τραγούδι και να κυνηγήσει μια υποτροφία σε μουσικό κολλέγιο περιωπής. Τι να κάνει η Ρούμπι; Να το κυνηγήσει ή να συνεχίσει να βοηθά την οικογένειά της; Γιατί, βλέπεις, υπάρχει αυτό το θεματάκι. Χωρίς να ήταν ίσως ποτέ στην πρόθεση των γονιών τους, την έχουν πάντως εκ των πραγμάτων εργαλειοποιήσει. Την έχουν απόλυτη ανάγκη για να λειτουργεί ως διαρκής σύνδεσμός τους με τον κόσμο των μη κωφών ανθρώπων, με έναν κόσμο μη κωφό, με έναν κόσμο που είναι φτιαγμένος στα μέτρα των μη κωφών.

Το “CODA” είναι ένα έργο που θα μας δείξει τους κωφούς πενηνταπεντάρηδες γονείς να είναι τελείως κουλ και απελευθερωμένοι, να συζητάνε εντελώς ανοικτά με τα παιδιά τους και με τρίτους για για το ότι κάνουν διαρκώς μεταξύ τους σεξ, θα μας τους δείξει να κάνουν σεξ. Όταν όμως στη ρομαντική υποπλοκή του έργου η Ρούμπι θα βρεθεί ολομόναχη με τον συμμαθητή της που έχει ερωτευτεί, οι δύο έφηβοι που βρίσκονται στις τελευταίες μέρες του σχολείου θα φτάσουν μέχρι το πεταχτό φιλί και πουθενά πιο πέρα. Μπορεί μια προοδευτική ταινία να είναι υπόγεια συντηρητική; Θα πει κανείς, οκ, κάνει σεξ η κολλητή της Ρούμπι, να μην το ψειρίζω τόσο, δεν είναι άλλωστε υποχρεωτικό να είναι όλοι οι ήρωες σύμβολο κάποιας ιδέας. Ωραία, το δέχομαι αυτό.

Εκείνο που δυσκολεύομαι όμως να δεχτώ είναι το όσκαρ σεναρίου (διασκευασμένου, αφού πρόκειται για ριμέικ μιας γαλλικής ντραμεντί του 2014, της «Οικογένειας Μπελιέ»), για ένα σενάριο που, πέραν όλων των υπολοίπων χιλιοδοκιμασμένων υλικών της συνταγής, δεν έχει και καμία αναστολή να δημιουργήσει τις πάρα πολύ βολικές συμπτώσεις ή αναποδιές εκεί που πρέπει να κινηθεί το δράμα. Επίσης η υποπλοκή με την επιχείρηση που ξεκινά μόνη της η οικογένεια μοιάζει φουλ μετέωρη. ΟΚ, το σενάριο της Χέντερ καταφέρνει και δίνει ενδιαφέρουσες πινελιές στις σχέσεις μεταξύ των ηρώων, δεν εννοώ ότι δεν έχει και αρετές, αλλά Όσκαρ σεναρίου; Δεν ξέρω· σαστίζω.

Δεν υπάρχει τίποτα το πολύ μεγάλο στο “CODA”. Προς τιμήν του δεν προσποιείται κι ότι υπάρχει, δεν προσποιείται ότι έχει κάποιο άλλο μέγεθος. Και το πώς αποτιμάται το μέγεθός του μετά στις βραβεύσεις δεν είναι κάτι για το οποίο ευθύνεται το ίδιο. Η χρονιά φέτος ήταν συγκριτικά φτωχή, αλλά υπήρχαν προφανέστατα ταινίες μεγαλύτερου βεληνεκούς και μεγαλύτερης αξίας που θα μπορούσαν να επιλεγούν, τόσο απ’ αυτές που ήταν στη δεκάδα των υποψηφίων, όσο και από εκείνες που αγνοήθηκαν εντελώς. Η Ακαδημία επιλέγει να τιμήσει μια μικρή ταινία. Την οποία στην Ελλάδα τουλάχιστον δεν μπορούμε να δούμε σε κάποια μεγάλη οθόνη. Επιλογές και τα δύο.

Τουλάχιστον στην οθόνη του λάπτοπ η ιστορία της Ρούμπι και της οικογένειάς της μοιάζει να έχει βρει τις σωστές τις διαστάσεις. Δεν υπάρχει κάποιο μεγάλο γεγονός εδώ, υπάρχει μια ταινία γυναίκας δημιουργού που έχει ένα προοδευτικό μήνυμα και δίνει ορατότητα στον κόσμο των κωφών. Κάπου στην πορεία αυτό πρέπει να αυτονομήθηκε τόσο πολύ ως κριτήριο, ώστε να ξεχάστηκε κάθε τι άλλο που δίνει ψυχή και σώμα σε ένα κινηματογραφικό έργο, τεχνική και τέχνη σε ένα κινηματογραφικό έργο, κάθε τι άλλο που καθιστά ένα κινηματογραφικό έργο σημαντικό. Επικρατεί τελικά το πνεύμα μιας κάποιας στράτευσης. Επικρατεί τελικά το πνεύμα μιας κάποιας σύγχυσης.

tags / coda

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.