«Άγνωστοι Μεταξύ μας/All of Us Strangers» του Άντριου Χέιγκ: Να σας κάνω να πλαντάξετε στο κλάμα;

Άσε με να μπω μέσα

Όταν ο Άνταμ γνώρισε τον Χάρι, ο Χάρι του χτύπησε μέσα στη νύχτα το κουδούνι. Όχι της εξώπορτας, της πόρτας του σπιτιού του. Είναι γείτονες, μένουν στο ίδιο κτίριο, έναν ουρανοξύστη που κοιτάει πιάτο το Λονδίνο. Για κάποιον λόγο μοιάζει να είναι εντελώς άδειος και να είναι οι μόνοι του κάτοικοι. Οι άλλοι όλο θα έρθουν λέει και δεν έρχονται ποτέ. Μεταφορικό μπορεί να είναι. Ή μεταφυσικό. Ή τίποτα από τα δύο. Ο Χάρι κρατά ένα μπουκάλι με δυνατό και σπάνιο αλκοόλ στο χέρι. Μπορείς να δεις το μπουκάλι μισογεμάτο, μπορείς να το δεις μισοάδειο, όπως και να το δεις ο φανερά πιωμένος και ακόμα φανερότερα σε ερωτική διάθεση Χάρι του ζητά να το τελειώσουν μαζί. Ας τον αφήσει να μπει μέσα, κι αν δεν θέλει ο Άνταμ να πιει, μπορούν να κάνουν οτιδήποτε άλλο μαζί. Ο Άνταμ δεν ανταποκρίνεται, αρνείται, μένει κλειστός, του κλείνει την πόρτα. 

Τις επόμενες μέρες το μετανιώνει. Τώρα που το έχει επεξεργαστεί στο μυαλό του, τώρα που δεν τελεί υπό καθεστώς αιφνιδιασμού, τώρα που νιώθει έτοιμος, μπορεί να ανοιχτεί στον Χάρι. Έχει πολύ καιρό να ανοιχτεί σε άνθρωπο, είναι πάρα πολύ μοναχικός. Είναι και οι δύο κουίρ ή είναι και οι δύο γκέι, άλλες λέξεις χρησιμοποιούσαν στη γενιά του Άνταμ που βρίσκεται στο δεύτερο μισό των σαράντα, άλλες λέξεις χρησιμοποιούν στη γενιά του Χάρι που βρίσκεται στο δεύτερο μισό των είκοσι. Kαι κυρίως αρκετά αλλιώς μεγάλωσαν οι δυο τους.  

 

 

Ο Χάρι έχει κάνει coming out από νωρίς στην οικογένειά του, η οικογένειά του το έχει αποδεχτεί, απλά δεν βρίσκεται στο κέντρο της, στο κέντρο είναι τα πιο «κανονικά» αδέλφιά του με τις πιο «κανονικές» ζωές τους, εκείνος είναι κάπως πιο στο περιθώριο του ενδιαφέροντος, ωστόσο ποτέ δεν κούμπωνε καλά με την οικογένειά του κι ίσως το γεγονός του σεξουαλικού του προσανατολισμού να είναι απλά ένα ακόμα σύμπτωμα και όχι η αιτία. Ο Άνταμ πάλι δεν πρόλαβε να πει τίποτα στους γονείς του. Πέθαναν σε τροχαίο όταν ήταν μόλις δώδεκα χρονών. Ο Άνταμ είναι συγγραφέας, αν και ο ίδιος δεν πολυθεωρεί τον εαυτό του συγγραφέα, αφού γράφει σενάρια για το σινεμά κι αν χρειαστεί και για την τηλεόραση, και ίσως έχει κόμπλεξ για αυτό ή ίσως απλά είναι μετριόφρων. Τώρα πάντως γράφει ένα σενάριο για τους γονείς του και το πώς μεγάλωσε. 

Και να που ο Άνταμ τους ξανασυναντά τους γονείς του. Είναι όπως τους θυμάται, σαν να μην πέρασε μια μέρα από τον θάνατό τους. Αρχίζουν και μιλάνε για τα παιδικά του χρόνια, αρχίζουν και μιλάνε για το τι έκανε στη ζωή του από τότε που πέθαναν, αρχίζουν και μιλάνε και για το ότι είναι γκέι. Εκείνοι είναι κολλημένοι ηλικιακά και χρονικά στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Προσπαθούν πάντως να μιλήσουν με ειλικρίνεια για τα συναισθήματά τους τότε, προσπαθούν να καταλάβουν τι συμβαίνει τώρα. 

 

 

Στο μυαλό του ή εν πάση περιπτώσει σε κάποια παράπλευρη πραγματικότητα, ο Άνταμ συναντά τους γονείς του προκειμένου να λύσουν τις διαφορές τους και να ξεκαθαρίσουν τα θέματά τους, στην πραγματική πραγματικότητα αρχίζει μια ερωτική σχέση μετά από μακρά περίοδο μοναξιάς. Και ίσως να είναι και πρώτη φορά ερωτευμένος στη ζωή του, αλλά δεν έχει να συγκρίνει το συναίσθημα με κάποια προηγούμενη φορά που να ήταν ερωτευμένος, άρα δεν μπορεί να είναι και σίγουρος. Σε όλη τη διάρκεια της ταινίας θα επικεντρωθούμε σε αυτά τα τέσσερα πρόσωπα και τις μεταξύ τους σχέσεις. 

Ο Άνταμ εξηγεί και ξαναεξηγεί στους γονείς του ότι είναι αλλιώς τώρα. Ότι έπαψε να είναι ταμπού να είσαι γκέι, ότι -επίσης και σχεδόν εξίσου σημαντικό- δεν υπάρχει ο εφιάλτης του AIDS πάνω από τα κεφάλια των γκέι ανδρών. Και επειδή ίσως γενικώς οι άνθρωποι δυσκολευόμαστε να κοιτάμε τα θετικά στοιχεία στην εξέλιξη των κοινωνιών, επειδή ίσως μας είναι πιο εύκολο να κοιτάμε το τι εξακολουθεί να πηγαίνει στραβά (κι ίσως μάλιστα αυτός ακριβώς είναι και ο τρόπος για να συνεχίσουμε να προχωράμε προς θετικές αλλαγές), προσωπικά συμφωνώ ότι και καθόλου ασήμαντη δεν είναι η συγκεκριμένη εξέλιξη και ότι έχει σημασία να τονίζεται. 

Ελάχιστες μέρες πριν έγινε νόμος του ελληνικού κράτους η ισότητα στον γάμο, η δυνατότητα να παντρεύονται ομόφυλα ζευγάρια. Στον κινηματογράφο που παρακολουθώ το «Άγνωστοι Μεταξύ μας», στις θέσεις που βρίσκονται μπροστά μου, κάθονται δυο άντρες. Στη διάρκεια της ταινίας βλέπω να γέρνουν ο ένας το κεφάλι του στον άλλο. Θα μου πεις, δεν το έχεις ξαναδεί; Ναι, στο σινεμά, μπορεί και να μην το έχω ξαναδεί. Ή μπορεί και να το έχω ξαναδεί, αλλά να μην το έχω παρατηρήσει. Μπορεί τμήμα της «ορατότητας» να είναι ακριβώς κι αυτό: όχι μόνο το να νιώθεις εσύ ότι είναι εντελώς ασφαλές και φυσιολογικό να το κάνεις, αλλά το να έχει αποκτήσει και ο άλλος την ικανότητα να σε βλέπει και να μην είναι τυφλός. Ή, ακόμα χειρότερα από τυφλός, να σε βλέπει και το βλέμμα του να μην είναι επικριτικό ή αμήχανο, σε αρμονία με όσα έμαθε στη δική του παιδική ηλικία, στην ηλικία που πήγαινε κι ο Άνταμ σχολείο και δεχόταν μπούλινγκ. 

 

Andrew Scott in ALL OF US STRANGERS. Photo by Chris Harris. Courtesy of Searchlight Pictures. © 2023 20th Century Studios All Rights Reserved.

 

Δεν έχω εύκαιρο κάποιον από τους διαλόγους του Άνταμ με τους γονείς του που να μου χτύπησε και να μου φάνηκε από μόνος του γλυκερός. Η κάθε φράση από μόνη της μάλλον κρατάει το μέτρο. Αλλά το πρόβλημα είναι η συσσώρευσή τους. Η συσσώρευση της μιας μετά την άλλη συγκινητικής, παύλα νοσταλγικής, παύλα τραυματικής, παύλα συμφιλιωτικής σκηνής το χάνει το μέτρο. Κι υπάρχουν σκηνές όπως αυτή στο μαγαζί που έχουν πάει για να φάνε, που νιώθεις πια ότι πλημμυρίζεσαι από συναισθηματισμό και γλυκεράδα, που νιώθεις ότι έχει ανοίξει ένα ντους πάνω από το κεφάλι σου και σε καταβρέχει με μέλι και δάκρυα και αναστεναγμούς. Και γενικά ο Άντριου Σκοτ και ο Πολ Μεσκάλ, ο Τζέιμι Μπέλ και η Κλερ Φόι, θα κινηματογραφηθούν από τον Άντριου Χέιγκ ξανά και ξανά και ξανά με βουρκωμένα μάτια.   

Κι είναι κάπως σαν στο «Άγνωστοι Μεταξύ μας» το θετικό και ευπρόσδεκτο πολιτικοκοινωνικό κύμα να δίνει το δημιουργικό άλλοθι για εύκολο συναισθηματισμό. Κι αν δεν πρόκειται για δημιουργικό άλλοθι, πρόκειται πάντως για ένα ψυχολογικό κλίμα που μας κάνει να είμαστε εντελώς ευεπίφοροι να μελώσουμε όλοι μαζί, να πλαντάξουμε στο κλάμα όλοι μαζί. Και ναι, μπορεί να είναι πάρα πολύ σημαντικό να μπορεί να σε κάνει κομμάτια μια ταινία, αλλά προσωπικά δεν με έκανε για δύο βασικούς λόγους. Πρώτον γιατί είναι φτιαγμένη (και δεν το πολυκρύβει κιόλας) σαν να είναι ο μόνος της σκοπός να σε κάνει. Και όταν κάτι στοχεύει τόσο εκβιαστικά άμεσα στη συγκίνησή σου, είναι περίπου σαν φαστ τρακ προσομοίωση ψυχοθεραπείας. Ε, στην ψυχοθεραπεία θα κλάψεις, δεν γίνεται αλλιώς. Μόνο που η κανονική παίρνει χρόνια, όχι σκάρτο δίωρο.

Ο δεύτερος λόγος είναι γιατί οδηγεί τα πράγματα κάπου που νιώθω ότι σε αυτό το ούτως ή άλλως υπάρχον υπέρμετρα συναισθηματίζον πλαίσιο, πάει και βάζει στο τέλος μια έξτρα στρώση. Και ακόμα χειρότερα το κάνει με έναν τρόπο δραματουργικά φτηνό και εξαπατητικό. Είναι πολύ λεπτή η ισορροπία πάνω στην οποία μπορείς να κοροϊδεύεις εντός ή εκτός εισαγωγικών τον θεατή. Είναι πολύ λεπτή η ισορροπία πάνω στην οποία του λες: «Ξέρεις; Δεν έβλεπες ό,τι νόμιζες πως έβλεπες». Αν τα αφηγηματικά τρικ δεν υπακούν σε κάποιους συνεκτικούς κανόνες, ώστε εκ των υστέρων να κολλάνε τα κομμάτια του παζλ, τότε πρόκειται για στημένη τράπουλα και το να στήνεις την τράπουλα δεν σε κάνει δεξιοτέχνη, χαρτοκλέφτη σε κάνει.

 

 

Υπάρχει πάντως και το παράδοξο του “The Power of Love” των “Frankie Goes to Hollywood”. Σε κάθε κινηματογραφική ταινία οι σκηνές είναι μια αλληλουχία, είναι ενταγμένες σε μια ιστορία, δεν σημαίνουν κάτι από μόνες τους και ξεκομμένα από τις προηγούμενες. Κι όταν στο «Άγνωστοι Μεταξύ μας» παίζεται το τραγούδι, είμαι αρκετά πεταμένος έξω από την ιστορία και αρκετά στραβωμένος, ενώ ακόμα και η ίδια η σκηνή αυτοτελώς θεωρώ πως πηγαίνει το λίγωμα σε άλλες στρατοσφαίρες. Μπορώ να φανταστώ και να ζηλέψω πραγματικά όσους συντονίστηκαν ως εκείνη τη στιγμή εντελώς με την ταινία, γιατί τότε η σκηνή πρέπει να είναι κυριολεκτικά απογειωτική και πάρα μα πάρα πολύ δυνατή εμπειρία. Αλλά εκείνο που με εκπλήσσει είναι ότι η σκηνή μου προξενεί κι εμένα κάποια συγκίνηση και ότι δεν μπορώ να αρνηθώ τη δύναμή της. Και προσπαθώντας να εξηγήσω αυτό το εν μέρει παράδοξο καταλήγω ότι ναι, προφανώς και το πώς εικονογραφείται το τραγούδι δεν είναι αδιάφορο, αλλά τελικά και βασικά η εξήγηση είναι ότι πρόκειται για τραγουδάρα. Στην προηγούμενη εξαιρετική ταινία του Άντριου Χέιγκ, το τόσο σε άλλο μήκος κύματος «45 χρόνια», σε μια ταινία με πάρα πολύ συναίσθημα αλλά με καθόλου συναισθηματισμό, το βλέμμα της Σαρλότ Ράμπλινγκ όταν χορεύει το “Smoke Gets In Your Eyes” είναι ατόφιο σινεμά. H αγκαλιά του  “Τhe Power of Love” είναι πιο βίντεο κλιπ.

Τελευταία παρατήρηση, όχι γιατί θέλω να γίνω αρεστός, αλλά γιατί όντως το πιστεύω. Όπως όταν ενθουσιάζομαι εγώ με μια ταινία και έρχεται ο άλλος να πει «Έλα τώρα τι βλακεία είναι αυτή που είδατε και σας άρεσε» συγχύζομαι στον Θεό, έτσι δεν θέλω κι εγώ να κοιτάζω με υψωμένο φρύδι τον ενθουσιασμό κανενός, ούτε να κριτικάρω αρνητικά αυτή καθαυτή τη συγκίνηση που νιώθει. Οπότε, μπορώ και να χαρώ που ενθουσίασε όσους ενθουσίασε το «Άγνωστοι Μεταξύ μας», και να πω ότι εμένα κάθε άλλο παρά κατάφερε να το κάνει. Και εντάξει, είτε για τους λόγους που προαναφέρω, είτε γιατί παρά τα όσα προαναφέρω είναι η ταινία που το κατάφερε, κλείνω το κείμενο και βάζω ξανά το “Τhe Power of Love” να παίξει, να το ακούσω και κανονικά τώρα, γιατί τόση ώρα γράφω και το ακούω μέσα στο μυαλό μου.  

 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.