Ο Μαστοράκης σκηνοθετεί στο θέατρο Ακροπόλ την εξαιρετικά επίκαιρη «Αγία Ιωάννα των σφαγείων» του Μπρεχτ

Kείμενο: Τώνια Καράογλου

 

«Μόνο με ακραία μέτρα, που ίσως φαίνονται σκληρά, γιατί χτυπούν μερικούς –δηλαδή αρκετούς, σχεδόν όλους, για να είμαι ειλικρινής– μπορούμε να σώσουμε το σύστημα της αγοράς και της πώλησης, μιας και αυτό έχουμε μόνο, κι ας έχει σκοτεινές πλευρές.»

Όχι δεν στερήθηκα θεατρικής έμπνευσης και γι’ αυτό σας μεταφέρω πρωθυπουργικές δηλώσεις. Ο Μπρεχτ είναι που τα είπε, ογδόντα χρόνια νωρίτερα, στην Αγία Ιωάννα των σφαγείων, έργο που δεν έχει δει πολλές φορές τα φώτα της σκηνής και τώρα ανεβαίνει σε σκηνοθεσία του Νίκου Μαστοράκη στο θέατρο Ακροπόλ.

Στο Σικάγο της δεκαετίας του ’20, ο Πιέρποντ Μάουλερ, παντοδύναμος κεφαλαιοκράτης, ο «βασιλιάς του κρέατος», σε ευθεία συνεννόηση με τη Wall Street, παίζει στα χέρια του σαν μαριονέτες την οικονομία και τις αγορές. Στον αντίποδα, η Ιωάννα Νταρκ, μέλος της θρησκευτικής οργάνωσης των «Μαύρων Ψάθινων Καπέλων», οραματίζεται τη μεταστροφή του αδηφάγου κεφαλαίου που ωθεί την εργατική τάξη στην εξαθλίωση και ευαγγελίζεται μία χριστιανική, δηλαδή αναίμακτη, διευθέτηση των κοινωνικών αδικιών. Στην πορεία του έργου, οι δύο ήρωες θα καταδυθούν σε ένα εσωτερικό, προσωπικό ταξίδι, ο Μάουλερ σε αμφιταλαντεύσεις μεταξύ αδιαλλαξίας και μετάνοιας, και η Ιωάννα σε μία ολοένα πιο απέλπιδη προσπάθεια κηρύγματος της μη βίας και της χριστιανικής αγάπης, για να καταλήξει στο τέλος στην παραδοχή ότι Θεός προφανώς δεν υπάρχει και ότι «μόνο η βία ωφελεί όπου εξουσιάζει η βία». Η Ιωάννα του Μπρεχτ είναι μία ιδεαλίστρια που καταλήγει μόνη –και εν τέλει «θυσιάζεται»– μέσα σε ένα καλά οργανωμένο σύστημα που εξυπηρετεί τα συμφέροντά του, απλώνοντας τα πλοκάμια του σε όλα τα κέντρα εξουσίας, στον Τύπο και στην Εκκλησία.

Σε ένα έργο σαφώς πιο στρατευμένο από τα μεταγενέστερά του, ξεκάθαρο στην (πολιτική) τοποθέτησή του, ο Μπρεχτ εκθέτει με ωμότητα σχεδόν τα χαρακτηριστικά του καπιταλιστικού συστήματος, που απ’ ό,τι φαίνεται δεν έχουν αλλάξει: την ολοκληρωτική κυριαρχία των τραπεζών, την ισχύ των μεγάλων μονοπωλίων, τα παιχνίδια κάτω από το τραπέζι που ανεβάζουν και κατεβάζουν οικονομίες και παίζουν με τις τύχες των λαών· μας αποκαλύπτει τη λειτουργία ενός καλοκουρδισμένου συστήματος αδικίας από το οποίο εξαρτώνται δουλοπρεπώς όχι μόνο όσοι επωφελούνται από αυτό, οι θύτες, αλλά και τα θύματά του. Άλλωστε αυτό το σύστημα είναι το μόνο που έχουμε… Η δύναμη της δραματουργίας του Μπρεχτ πάντως είναι και εδώ φανερή και τα χαρακτηριστικά του επικού θεάτρου παρόντα, παρά την προπαγανδιστική τοποθέτηση· αυτό οφείλεται τόσο στη δομή του έργου (χωρισμός σε επεισόδια, μουσικά διαλείμματα) όσο και στους χαρακτήρες, με κυριότερο παράδειγμα τον κεντρικό ήρωα, που, θυμίζοντας κάπως ένα προσχέδιο του Πούντιλα, δεν σκιαγραφείται «μανιχαϊστικά» ως απόλυτα κακός.

Τα προτερήματα του έργου τα ανέδειξε και τα ενίσχυσε περαιτέρω η παράσταση, που «έσφιξε» τη δομή του (καθοριστική φαίνεται να ήταν η δραματουργική επεξεργασία του Γιώργου Δεπάστα), εκμεταλλεύτηκε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τη θεατρικότητά του, του προσέδωσε ρυθμό (σε σημείο που οι σχεδόν τρεις ώρες της παράστασης κύλησαν σαν νερό), στηρίχτηκε ιδιαιτέρως στη μουσική και τα τραγούδια (Σταύρος Γασπαράτος) υιοθετώντας το ύφος ενός (πολιτικού) μιούζικαλ (είναι ενδεικτικό ότι στην παράσταση αποδόθηκε σε μορφή τραγουδιών και μέρος της πρόζας του έργου), και τόνισε υπογείως την επικαιρότητά του (χαρακτηριστικά τα παρεμβαλλόμενα δελτία ειδήσεων).

Επιπροσθέτως, ο Νίκος Μαστοράκης πέτυχε μια μεγάλη νίκη στην επίτευξη της πολυπόθητης μπρεχτικής αποστασιοποίησης: οι μουσικές ανάσες, ο σαρκασμός των ρόλων, η εξπρεσιονιστική, σχεδόν κιτς, όψη –ειδικά στο μακιγιάζ (που αν και αισθητικά δεν (με) ικανοποίησε, εξυπηρετούσε σαφώς έναν σκοπό)– ήταν τα βασικά του μέσα, χάρη στα οποία τα δρώμενα επί σκηνής μας αφορούσαν απόλυτα, αλλά σε ένα επίπεδο τελείως διαφορετικό από αυτό της ταύτισης: ο σκηνοθέτης κατάφερε να φέρει τους θεατές στη θέση να βρίσκονται ταυτόχρονα μέσα και έξω από το θέαμα· συνυπήρχαν δηλαδή η απόλαυση σε θεατρικό, αισθητικό επίπεδο και η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης, ή καλύτερα: η ενθάρρυνση της σκέψης δεν προέκυψε εις βάρος της αισθητικής απόλαυσης, αλλά χάρη σε αυτήν!

Αξιότατοι συμπαραστάτες στο σκηνοθετικό εγχείρημα στάθηκαν οι ηθοποιοί της παράστασης, με κορυφαίο τον Αιμίλιο Χειλάκη στο ρόλο του Πιέρποντ Μάουλερ, σε μία ερμηνεία που θα τη θυμόμαστε για καιρό: η αμφισορρόπησή του στις εσωτερικές πτυχές του ρόλου του, η ειρωνεία και ο σαρκασμός του, η πραγματικά κριτική προσέγγιση του ρόλου του φανέρωνε μεγάλη σπουδή και μόχθο. Η Βίκυ Βολιώτη στο ρόλο της Ιωάννας Νταρκ στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, αλλά τη βρήκα καλύτερη όσο η ηρωίδα βρισκόταν στη μακάρια ψευδαίσθηση της επί γης σωτηρίας, παρά στην βίαιη αφύπνισή της.

Με δυο λόγια: μία must see παράσταση για πολλούς λόγους!

Η θεατρική παράσταση Αγία Ιωάννα των Σφαγείων παίζεται στο θέατρο Ακροπόλ έως 28/4.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.