Συχνά αναφέρεται ως ένα «κλασικό αφροαμερικανικό φεμινιστικό έργο», ένας χαρακτηρισμός μάλλον περιοριστικός για το βιβλίο της Ζόρα Νιλ Χέρστον, «Τα μάτια τους κοιτούσαν τον Θεό» καθώς πρόκειται για ένα συναρπαστικό και οδυνηρά ανθρώπινο μυθιστόρημα. Ένα αξιοσημείωτο έργο που σίγουρα δεν του αξίζουν τέτοιες ετικέτες. Η Άλις Γουόκερ, η συγγραφέας του «Πορφυρού Χρώματος», παραδέχεται ότι δεν υπάρχει γι’ αυτήν πιο σπουδαίο βιβλίο απ’ αυτό. «Μου μιλά μ’ έναν μοναδικό τρόπο που κανένα μυθιστόρημα, παλιότερο ή νεότερο, δεν το καταφέρνει».
Το μυθιστόρημα, που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά εν μέσω διαμάχης το 1937 αγνοήθηκε ή σύντομα οι κριτικοί και οι αναγνώστες το απέρριψαν. Εκτός κυκλοφορίας σχεδόν σαράντα χρόνια, επανακυκλοφόρησε το 1978 και έκτοτε θεωρείται ως το πιο πολυδιαβασμένο βιβλίο της αφρο-αμερικανικής λογοτεχνίας.
Το βιβλίο αφηγείται την ωρίμανση της Τζέινι Κρόφορντ. Όταν η Τζέινι στα δεκάξι της πιάστηκε ν’ ανταλλάσσει φιλιά με κάποιον, η γιαγιά της την παντρεύει άρον-άρον μ’ έναν εξηντάρη κτηματία. Η Τζέινι δεν το βάζει κάτω· ανήσυχο πνεύμα, ψάχνει να βρει την ταυτότητά της και, μέσα από χαρές και λύπες, μαθαίνει την αγάπη και επιτέλους συμφιλιώνεται με τον εαυτό της.
Η Τζέινι Κρόφορντ μιλά με αμεσότητα για τη ζωή της, τους γάμους της, την επιθυμία της να μη λειτουργεί ούτε ως υποζύγιο ούτε ως διακοσμητικό στοιχείο δίπλα στον άντρα. Διακηρύσσει ότι ακολούθησε δυο πράγματα στη ζωή της: πρώτα-πρώτα ότι βγήκε εκεί έξω μόνη της ν’ αντιμετωπίσει τη ζωή και ύστερα ότι έψαξε να βρει την ευτυχία, κάτι διόλου απλό και εύκολο.
Παρόλο που το μυθιστόρημα δεν είναι αυτοβιογραφία, η Χέρστον κάποτε ανέφερε ότι κατά βάθος είναι μια ιστορία αγάπης, εμπνευσμένη από «την πραγματική ερωτική σχέση της ζωής της». Στο μυθιστόρημα γίνεται επίσης αναφορά σε ένα άλλο σημαντικό περιστατικό της ζωής της: Το 1929, η Χέρστον επέζησε από έναν πενθήμερο τυφώνα στις Μπαχάμες, ενώ το σπίτι της κατέρρευσε.
Στην Τζέινι Κρόφορντ, η Χέρστον απορρίπτει τα στερεότυπα του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα για τις γυναίκες και δημιουργεί μια πρωταγωνίστρια που αν και σιωπηλή για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της, τελικά βρίσκει τη δική της φωνή.
Τα βιβλία της Ζόρα Νιλ Χέρστον, που σήμερα εξυμνείται ως η πνευματική μητέρα μιας γενιάς μαύρων και γυναικών συγγραφέων, ήταν όλα εξαντλημένα όταν πέθανε μέσα στη φτώχεια και την αφάνεια το 1960. Ο τάφος της παρέμεινε δίχως όνομα μέχρι το 1973.
«Για μένα το ”Τα μάτια τους κοιτούσαν τον Θεό”, είναι ένα από τα σπουδαιότερα μυθιστορήματα του 20ού αιώνα… Δεν υπάρχει βιβλίο που ν’ αγαπώ περισσότερο απ’ αυτό», παραδέχεται και η πολυβραβευμένη Aγγλίδα συγγραφέας Ζέιντι Σμιθ.
Το βιβλίο «Τα μάτια τους κοιτούσαν τον Θεό» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αίολος. Τη μετάφραση έχει κάνει η Μυρσίνη Γκανά.